Συνέντευξη με τον Κώστα Διάκο, στέλεχος των Οικολόγων ΠρασίνωνΣυζητάμε με το στέλεχος των Οικολόγων Πράσινων Κώστα Διάκο για το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής, τη συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ - Οικολόγων Πράσινων, τις αναγκαιότητες της οικολογικής παρέμβασης σήμερα. Τη συνέντευξη πήρε ο
Στάθης ΚουτρουβίδηςΤο καλοκαίρι που μας πέρασε, είδαμε το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής να επιδεινώνεται δραματικά σε παγκόσμιο επίπεδο. Δύο μέρες πριν είχαμε σε όλο τον κόσμο συγκεντρώσεις ενάντια σε αυτήν την κατάσταση. Τι μέτρα απαιτούνται για να περιοριστούν οι συνέπειές της;Φαίνεται, τελικά, ότι σήμερα η μόνη που κάνει σοβαρή και αποτελεσματική «αντιπολίτευση» στις πολυεθνικές εταιρείες και τις πολιτικές τους, είναι η ίδια η φύση. Και η φύση αντιδρά γιατί η οικονομία πλέον δεν τη λαμβάνει υπόψη της. Ο άνθρωπος –που είναι κομμάτι και αυτός της φύσης- έχει γίνει οικονομικό προϊόν, έχει γίνει αντικείμενο ενός «ρεαλισμού» που μετρά τα πάντα με κέρδη και ζημιές. Με αυτήν την έννοια, οι φετινές πυρκαγιές στον Αμαζόνιο αποτελούν αναγαία συνέπεια του νεοκαπιταλισμού. Αντιστοίχως και στη Σιβηρία. Εκεί, με βάση τις πρόσφατες εκτιμήσεις, έχει εξαφανιστεί μεγάλος αριθμός ειδών πανίδας και χλωρίδας, που μπορεί να μην τα ξαναδούμε ποτέ. Αυτό, ίσως δεν φαίνεται σοβαρό εκ πρώτης όψεως, αλλά επηρεάζει άμεσα και τον άνθρωπο ως μέρος μιας μεγάλης φυσικής αλυσίδας. Μάλιστα, υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι ανάλογα φαινόμενα περιβαλλοντικής καταστροφής, μετά την Αρκτική, θα πλήξουν και την Ανταρκτική πολύ σύντομα (από πρωτοσέλιδο του περιοδικού Times). Αναρωτιέμαι: ο άνθρωπος από πού αντλεί το δικαίωμα να συμπεριφέρεται έτσι στον πλανήτη; Ίσως υπάρχει μια υποβόσκουσα αντίληψη ότι ο άνθρωπος ως μοναδικό, κατά την άποψή του, νοήμων είδος έχει το δικαίωμα να επιβάλλει τις επιλογές του στη φύση και στον πλανήτη ανεξαρτήτως των συνεπειών. Αυτό όμως «μυρίζει» φασισμό.
Η μελανή αυτή κατάσταση είναι αναστρέψιμη;Πρώτα χρειάζεται να ξεκινήσουμε από εμάς. Αυτό σημαίνει ότι ο καθένας από μας πρέπει να επαναπροσδιορίσει τη σχέση του με τη φύση και το περιβάλλον. Στο σπίτι μας, στο σαλόνι μας, θα βάζαμε σκουπίδια και απόβλητα; Γιατί το κάνουμε στο μεγάλο μας σπίτι, που είναι η Γη; Χρειάζεται να αλλάξουμε τρόπο ζωής. Να αμφισβητήσουμε ένα life-style που καθορίζεται από κυρίαρχα οικονομικά συμφέροντα με αποκλειστικό στόχο το κέρδος και προσανατολίζει τους ανθρώπους σε ανάγκες επίπλαστες, που δεν προκαλούν κατ’ ανάγκη ευχαρίστηση, αλλά συμβάλλουν σε ένα κοινωνικό status. Αυτό στηρίζεται σε ένα μοντέλο «ανάπτυξης», το οποίο, μεταξύ άλλων αρνητικών συνεπειών, προσβάλλει και την οικολογική ισορροπία. Υπάρχουν καθημερινές συμπεριφορές (να μη χρησιμοποιούμε πλαστικά, να περιορίσουμε την ενέργεια), που εάν τις συνηθίσουμε, λειτουργούν καθοριστικά στην ανατροπή της κλιματικής αλλαγής. Εδώ πρέπει να ξεχωρίσουμε την ανάγκη να αλλάξουμε συνήθειες, από τις υποκριτικές προτροπές των κυρίαρχων ελίτ που εξαντλούν την περιβαλλοντική τους ευαισθησία στο να μας καλούν σε εθελοντισμό («μη χρησιμοποιείτε πλαστικά καλαμάκια»), ενώ δεν προχωρούν σε κανονιστικές ρυθμίσεις για την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής (αποφασιστικός περιορισμός ρύπων, τερματισμός των εξορύξεων κλπ.). Διότι αυτές οι αποφασιστικές λύσεις θέτουν σε κίνδυνο τα κέρδη των πολυεθνικών.
Δεν μπορούμε να μιλάμε για ανάπτυξη και πρόοδο, χωρίς αυτή να έχει ως βασική προϋπόθεση τον άνθρωπο και την προστασία της περιβαλλοντικής ισορροπίας. Η κουβέντα αυτή είναι άμεσα συνδεδεμένη με τις εκρηκτικές εξελίξεις στο πεδίο της τεχνολογίας. Οι εξελίξεις στην τεχνολογία, και ιδιαίτερα στον τομέα της επικοινωνίας, δεν συμπεριλαμβάνουν κανενός είδους κοινωνικό και δημοκρατικό έλεγχο. Με αυτόν τον τρόπο παραβιάζονται άμεσα δικαιώματα, όπως η υγεία, η προστασία του περιβάλλοντος, η ελευθερία της έκφρασης και ο ελεύθερος, δημοκρατικός τρόπος οργάνωσης της κοινωνίας. Το τελευταίο διάστημα υπάρχει ένα κύμα αντίστασης από ορισμένες πολιτικές δυνάμεις που αφυπνίστηκαν και συσπειρώνονται σε μετωπικές δραστηριότητες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το πρόσφατο ψήφισμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τις πυρκαγιές στον Αμαζόνιο, το οποίο προκλήθηκε και στηρίχθηκε από Πράσινους, Αριστερούς, Σοσιαλιστές. Βρήκε απέναντί του μέτωπο όχι μόνο των νεοφιλελεύθερων, αλλά και των ευρωσκεπτικιστών και των ακροδεξιών. Και, δυστυχώς, δεν πέρασε.
Ποια εκτιμάς τελικά ότι ήταν τα κύρια προβλήματα ΣΥΡΙΖΑ – Πρασίνων στην προηγούμενη διακυβέρνηση;Κατ’ αρχάς, από τα αποτελέσματα των τελευταίων ευρωεκλογών, φαίνεται ότι ο χώρος της πολιτικής οικολογίας έχει πολύ πιο μαζική στήριξη στις χώρες της Κεντρικής και της Βόρειας Ευρώπης, ενώ στο Νότο το αντίθετο. Και αυτό παρά τον πολιτικό ριζοσπαστισμό που υποτίθεται ότι είναι εντονότερος στο Νότο. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, οφείλεται στο γεγονός ότι οι πολιτική νοοτροπία διαφέρει πολύ μεταξύ ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου, λόγω των διαφορετικών ιστορικών, κοινωνικών εξελίξεων και πραγματικοτήτων. Μαζί με τη Μαρίνα Δίζη, πρώην βουλευτή των Οικολόγων Εναλλακτικών και πρώην δημοτική σύμβουλο της Μελίνας Μερκούρη στην Αθήνα, και την Αναστασία Ανδρεαδάκη, πρώην βουλευτή των Οικολόγων Εναλλακτικών και πρώην νομαρχιακή σύμβουλο στον Πειραιά (σε παράταξη συνεργασίας με την Αριστερά), επιδόσαμε πρόσφατα έγγραφη πρόταση στο Ευρωπαϊκό Πράσινο Κόμμα να συσταθεί γραμματεία των Ευρωπαίων Πρασίνων, ειδικά για τον ευρωπαϊκό Νότο, με έδρα την Αθήνα (λόγω της σύνδεσής της με τα Βαλκάνια), ώστε να διαμορφωθούν οι όροι της ειδικότερης κοινωνικής σύνδεσης των πολιτών της περιοχής και των πράσινων σχημάτων του Νότου.
Όσον αφορά τη συνεργασία των Οικολόγων Πρασίνων με τον ΣΥΡΙΖΑ: για τους Πράσινους η συνεργασία με άλλους πολιτικούς σχηματισμούς αποτελεί βασική αρχή, θεωρώντας ότι από τη σύνθεση μπορεί να προκύψουν θετικότερα αποτελέσματα όσον αφορά την εκπλήρωση των στόχων που θέτουν. Ο σχηματισμός των Οικολόγων Πρασίνων στην Ελλάδα δεν έχει γείωση στην κοινωνία και αυτό οφείλεται στο ότι ανέκαθεν υπήρξε περισσότερο ένα άθροισμα παραγόντων και προσωπικοτήτων του χώρου. Κάποιοι μάλιστα εξ αυτών χρησιμοποίησαν τον εκάστοτε φορέα της οικολογίας με όρους προσωπικής ιδιοτέλειας (κοινωνική προβολή, πολιτική ανέλιξη). Σε αυτό το πλαίσιο παθογενειών έγινε και η συνάντηση με το ΣΥΡΙΖΑ το 2015. Πριν τις εκλογές του Γενάρη 2015, οι Οικολόγοι Πράσινοι με ελιτίστικο και υπερφίαλο τρόπο, πρότειναν 22 σημεία συνεργασίας στα οποία ήταν δεδομένο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα συμφωνούσε διότι είχε διαφορετικές απόψεις. Εδώ όμως έπρεπε να ισχύσει το εξής: λαμβανομένων υπόψη των συσχετισμών, οι Οικολόγοι έπρεπε να επιλέξουν 6-7 κεντρικές αιχμές ως βάση της συνεργασίας, στις οποίες πράγματι υπήρχαν κοινά πατήματα, και από εκεί και πέρα να διατηρήσουν τον αυτόνομο πολιτικό λόγο του φορέα τους. Όμως, και ο ΣΥΡΙΖΑ από την πλευρά του, παρά τις δυνατότητες που είχε κοινωνικά και οργανωτικά, αποδείχτηκε ανώριμος να αποδεχθεί με συνθετικό τρόπο τη συνεργασία. Λειτούργησε ανταγωνιστικά απέναντι στους Οικολόγους Πράσινους και θεωρούσε την παρουσία των Οικολόγων Πράσινων στην κυβέρνηση ως έναν έλεγχο οικολογικού χαρακτήρα στην κυβερνητική δραστηριότητα. Αρκετά συχνά στο κυβερνητικό έργο προέκυπτε το χάσμα ανάμεσα στις δύο πλευρές.
Αυτές τις μέρες η ΝΔ καταθέτει ένα αναπτυξιακό νομοσχέδιο. Ποια είναι η γνώμη σας γι’ αυτό;Η οικολογική σκέψη είναι απολύτως αντίθετη σε αυτήν την πρόταση της νέας κυβέρνησης. Δεν πρόκειται για πρόταση που έχει στόχο την ευημερία των πολιτών. Η κυβέρνηση «ζητιανεύει» επενδύσεις, από αμφιλεγόμενα μάλιστα συμφέροντα, ισοπεδώνοντας κοινωνικά κεκτημένα και παραχωρώντας αδιαμφισβήτητες αρχές της πολιτικής ύπαρξης της κοινωνίας. Σε αυτό το πλαίσιο, το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δεν έχει κανένα οικολογικό αποτύπωμα. Το αντίθετο μάλιστα. Επιμένει στη λογική των επενδύσεων μέσω εξορύξεων, τις οποίες μάλιστα δεν διστάζει να επιδοτήσει. Δίνει έτσι χώρο σε αποικιακού χαρακτήρα δραστηριότητες, αγνοώντας μάλιστα πλήρως τα περιβαλλοντικά δεδομένα. Αποτελεί δε πολύ σοβαρή εξέλιξη και ανησυχητική επιλογή η ένταξη στο αναπτυξιακό νομοσχέδιο της ρύθμισης της κινητής τηλεφωνίας και της θεσμικής κατοχύρωσης του 5G. Αυτό δεν έχει καμία σχέση με την ανάπτυξη. Φοβάμαι ότι αυτή η κυβέρνηση είναι επικίνδυνη, διότι υπάρχει ο συνδυασμός ενός λαϊκο-δεξιού παραγοντισμού, που επιδιώκει την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα του ‘60 κατάσταση από πλευράς συντηρητισμού και μιας απολίτικης τεχνοκρατικής ομάδας, που κυρίως στοχεύει στην υποταγή του πολιτικού στην οικονομική αποτελεσματικότητα.