Το εξαγγελθέν Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ πέφτει σε μια ιστορική καμπή, όπου μετά από τεσσεράμισι χρόνια της Αριστεράς στη διακυβέρνηση, βρισκόμαστε μπροστά σε μια βίαιη επέλαση του παλαιού καθεστώτος: η νέα Δεξιά συνδυάζει ό,τι χειρότερο από τις διάφορες εκδοχές Δεξιάς, τις οποίες έχει περιλάβει στους κόλπους της: το παλιό, αυταρχικό κράτος της Δεξιάς, μαζί με ένα θατσερικού τύπου νεοφιλελευθερισμό. Οι κληρονομικοί δικαιούχοι της εξουσίας με τα πανίσχυρα μέσα προπαγάνδας τους έκλεισαν, έστω και με καθυστέρηση, την «αριστερή παρένθεση», η οποία όμως πρόλαβε να επιφέρει κάποιες τομές, παρακαταθήκη για το μέλλον. Ανασφαλής, η Δεξιά εντείνει την αντι-ΣΥΡΙΖΑ προπαγάνδα για να εξορκίσει «οριστικά» το κακό. Αυτό είναι το πλαίσιο στο οποίο θα εκτυλιχθεί η όλη συνεδριακή διαδικασία: Πώς να αποκρούσουμε την αντιδραστική παλινόρθωση οικοδομώντας ταυτόχρονα τη δική μας, ολοκληρωμένη και επεξεργασμένη αντιπρόταση που να ακουμπάει στις αξίες της Αριστεράς.
Και επειδή ο προγραμματισμός έπεται του απολογισμού, χρειάζεται αποσαφήνιση των όρων της συζήτησης.
Στο πολιτικό φάσμα, ο ΣΥΡΙΖΑ εκτόπισε τον ένα από τους δύο πόλους του διπολισμού, το ΠΑΣΟΚ, φέρνοντας όμως κάτι ποιοτικά διαφορετικό. Η συρρίκνωση του ΠΑΣΟΚ ήταν απόρροια του γεγονότος ότι, διολισθαίνοντας στο έδαφος του νεοφιλελευθερισμού, από αντίπαλο δέος της Δεξιάς είχε εξελιχθεί σε συμπληρωματική της δύναμη (φαινόμενο που πολιτογραφήθηκε διεθνώς, ας μην το ξεχνάμε, ως «πασοκοποίηση», ένα φάντασμα που απειλεί τη σημερινή σοσιαλδημοκρατία).
Μεγάλο μέρος της άλλοτε εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ, που είχε αντι-δεξιά ρεφλέξ, βρήκε πολιτική έκφραση στον ΣΥΡΙΖΑ, για λόγους ουσίας και όχι γενικά γιατί «του θύμιζε» ΠΑΣΟΚ.
Παρόλα αυτά, εκδηλώνεται στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ενός είδους πειρασμός αναπόλησης κάποιας πασοκικής νοσταλγίας, με διάφορες φραστικές αποστροφές, του είδους «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες», «οι μη προνομιούχοι Έλληνες» και άλλες αοριστολογίες όπως οι «ελίτ», η «μεσαία τάξη», ξένες προς την παράδοση της ανανεωτικής αριστεράς.
Ο διπολισμός ακουμπάει σε μια στρεβλή ιστορική παράδοση και τροφοδοτείται από ένα καλπονοθευτικό εκλογικό σύστημα, που βραχυκυκλώνει τη φυσιολογική ανάπτυξη των πολιτικών δυνάμεων.
Το σκηνικό των «δύο μονομάχων»Ο διπολισμός στον υπερθετικό βαθμό εγκαταστάθηκε στη Μεταπολίτευση, για τα καλά το 1977, μεταξύ Ανδρέα Παπανδρέου και Κωνσταντίνου Καραμανλή. Έκτοτε, τα ονόματα λίγο ως πολύ άλλαξαν, αν και τείνουν να ανακυκλώνονται. Το σκηνικό των δύο μονομάχων κατέρρευσε το 2011.
Μέχρι τότε, ο πάγιος στόχος αυτού του σκηνικού, που ήταν η περιθωριοποίηση της Αριστεράς, επιτεύχθηκε. Η προσωποποίηση των πολιτικών κομμάτων, όπου, κατά συνεκδοχή, το όνομα του αρχηγού χρησιμοποιείται αντί του ονόματος του κόμματος, είναι ένδειξη χαμηλής πολιτικής κουλτούρας. Οι πολίτες μετατρέπονται σε θεατές, άρα οπαδούς (followers), πράγμα που αντιστρατεύεται τους στόχους της Αριστεράς, που απαιτεί τη συνειδητή και κριτική συμμετοχή τους στο πολιτικό γίγνεσθαι.
Πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνεται αντιληπτός από τους πάντες ως μια ζωντανή συλλογικότητα και τα μέλη του να μην γίνονται αντιληπτά ως φερέφωνα του ηγέτη, όσο ικανός και άξιος αν είναι αυτός. Η Αριστερά είναι ποιοτικά διαφορετική από την αυταρχική, ιεραρχική δομή, την οποία οικοδομεί σήμερα ο κύριος Μητσοτάκης. Και χρειάζεται πολλή δουλειά μέσα στην κοινωνία για να το καταλάβουν αυτό οι κρίνοντες εξ ιδίων τα αλλότρια.
Το «εμείς» και όχι το «εγώ» προσιδιάζει στην Αριστερά. Το «εμείς», στηριζόμενο σε συλλογικά διαμορφωμένη θέση, ενισχύει τη θέση και του Προέδρου προς τα έξω, δεν την μειώνει. Πρέπει με όλους τους τρόπους να περνάμε το μήνυμα ότι δεν είμαστε ίδιοι.
Διαφορετικές εκλογές, όλες στο ίδιο τσουβάλιΗ ατυχής χρονική σύμπτωση αυτοδιοικητικών και ευρωεκλογών, σε συνδυασμό με το συνεχές σφυροκόπημα από τις αντιδραστικές δυνάμεις που ένα πράγμα επιδίωκαν, να διώξουν τους «προσωρινούς ενοίκους» από την κυβέρνηση, μάς παρέσυρε σε μείζον λάθος τακτικής. Την ατζέντα των εκλογικών αναμετρήσεων την όρισε ο κύριος Μητσοτάκης: μια αναμέτρηση στο κεντρικό (εθνικό) πολιτικό πεδίο εφ’ όλης της ύλης.
Το κόμμα έπεσε στην παγίδα. Η ύλη των εκλογών μετατοπίστηκε. Στις μεν αυτοδιοικητικές εκλογές, η ελλιπής σύνδεση των κομματικών οργανώσεων και δημοτικών παρατάξεων με τα τοπικά προβλήματα μεταφράστηκε στα γνωστά ισχνά αποτελέσματα.
Οι δε ευρωεκλογές, όπως και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, εστιάστηκαν στην εθνική θεματολογία. Η Ευρωβουλή, είναι αλήθεια, δεν είναι το σημαντικότερο αποφασιστικό όργανο. Θα έπρεπε όμως εμείς να την πάρουμε στα σοβαρά και να επικεντρώσουμε τη συζήτηση στο τί έκαναν οι ευρωβουλευτές μας κατά τη διάρκεια της θητείας τους, ποια σημαντικά θέματα συζητήθηκαν, τί θέσεις πήραν οι πολιτικοί μας αντίπαλοι, και πώς αυτά αντανακλώνται στο εθνικό επίπεδο. Να προβάλουμε το δικό μας όραμα για την Ευρώπη. Αντίστοιχα, στην πρώτη γραμμή της καμπάνιας έπρεπε να μπει ο Δημήτρης Παπαδημούλης.
Έπειτα, αντί να αλλάξουμε το στερούμενο σοβαρότητας εκλογικό νόμο Σαμαρά-Βενιζέλου με τους 42 υποψηφίους, προβάλαμε μια «dream team» και αποδυθήκαμε σε μια εκλογική καμπάνια-πρόκριμα εθνικών εκλογών, όπως το ήθελε ο κύριος Μητσοτάκης, για να εισπράξουμε το ανάλογο αποτέλεσμα.
Ο χαρακτήρας του ΣυνεδρίουΠρώτον, ο ΣΥΡΙΖΑ από τη σύστασή του, δεν είναι μονολιθικό κόμμα, τύπου ΚΚΕ, αλλά ζωντανός και εξελισσόμενος πολιτικός οργανισμός της Αριστεράς. Επομένως, η προσαρμογή του στις εξελίξεις δεν έρχεται σε ρήξη με την ταυτότητά του.
Δεύτερον, χρειάζεται ποσοτική και ποιοτική αύξηση των μελών και κοινωνική γείωση, γεγονός που δεν είναι νέο αλλά κάτι που απορρέει από το καταστατικό: Η Οργάνωση Μελών είναι το κόμμα στο χώρο της. Για να γίνει αυτό πράξη δεν απαιτείται καμία «επανίδρυση», χρειάζεται ένα ποιοτικό άλμα, και όχι ένα άλμα στο κενό. Και πολλή δουλειά.
«Κεντροαριστερά»: όρος-λάστιχο που χωράει όλους όσους, κατά δήλωσή τους, τοποθετούνται κάπου μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς. Η κοινωνική και πολιτική πόλωση σήμερα είναι όμως τέτοια που ο καθένας πρέπει να διαλέξει σε ποια πλευρά ανήκει. Ευκταίο θα ήταν να υπήρχαν περισσότερες αποχρώσεις πλουραλισμού. Για την πόλωση όμως δεν φταίμε εμείς, φταίει η Δεξιά και το υβρίδιο ΚΙΝΑΛ, με την ενισχυμένη αναλογική τους.
«Σοσιαλδημοκρατία»: όρος διφορούμενος. Η ιστορική σοσιαλδημοκρατία ξανάστησε τη δυτική Ευρώπη στα πόδια της με το κράτος ευημερίας και την αναδιανομή των εισοδημάτων υπέρ των ασθενέστερων. Όσοι εννοούν αυτό, σήμερα, η θέση τους είναι με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν εννοούν την εκφυλισμένη εκδοχή σοσιαλδημοκρατίας των Σρέντερ, Μπλερ, Σημίτη, αυτοί έχουν ήδη πάρει το δρόμο για το αντίπαλο στρατόπεδο και δεν μάς αφορούν.
«Πολυσυλλεκτισμός»: Από τη γένεσή του, ο ΣΥΡΙΖΑ συμπεριέλαβε διάφορα ιστορικά ρεύματα της Αριστεράς. Αυτό δεν είναι νέο. Οι ποικίλες όμως προελεύσεις πρέπει να συγκλίνουν σε μια συνεκτική πολιτική κουλτούρα και πολιτικό πρόγραμμα δράσης.
Το 31,53% (-3,93%) δεν είναι κακό ποσοστό ύστερα από ένα διαρκές σφυροκόπημα γκεμπελικής προπαγάνδας. Πιο ανησυχητικό είναι όμως το 39,85% (+11, 76%) που έλαβε αυτή η Δεξιά.
Η εμβέλεια των προσκειμένων στο κόμμα ΜΜΕ και η ικανότητα της κομματικής οργάνωσης να μεταδίδει το μήνυμα του κόμματος στην κοινωνία είναι ένα θέμα καθοριστικής σημασίας που θα πρέπει να μας απασχολήσει σοβαρά.
Τέλος, όσοι ταρακουνήθηκαν για να δώσουν στον ΣΥΡΙΖΑ αυτό το 31,53%, πρέπει να σταθεροποιήσουν τη σχέση τους με το κόμμα, διότι η πολιτική δεν παίζεται από εκλογές σε εκλογές, αλλά κάθε μέρα, στους χώρους ζωής, δουλειάς, σπουδών και στην κοινωνία πολιτών.
Βασίλης Σκλιας