«Ποιο είναι το ηθικό όραμα που προτείνουν οι πιστώτριες χώρες; Η λιτότητα δεν είναι πολιτική. Και αν ο χρηματοοικονομικός κλάδος οφείλει να υπηρετεί την Ευρώπη, αντί να την κυβερνά, τότε πρέπει να αποκατασταθεί η ιδέα του κοινού καλού. Η εναλλακτική είναι μια επικίνδυνα διαιρεμένη ήπειρος. Αυτό που διακινδυνεύει η Ευρώπη, αν δεν αλλάξει πορεία, είναι μια επιπλέον διάβρωση του πολιτικού κέντρου και μια άνοδο του ακροδεξιού εξτρεμισμού. Και, ίσως, την ίδια την διάλυση της ένωσης».
Με αυτά τα λόγια περιέγραφε ο πολυβραβευμένος βρετανός ιστορικός Μαρκ Μαζάουερ την κατάσταση και τους κινδύνους που αντιμετώπιζε η Ευρώπη τον Ιανουάριο του 2015, λίγο μετά τις ελληνικές εκλογές, σε ένα άρθρο-παρέμβαση του στους «Financial Times», με τίτλο «Η ευρωπαϊκή δημοκρατία εισέρχεται σε επικίνδυνους καιρούς».
«Παρότι διατηρούν μια κριτική στάση αναφορικά με την κατεύθυνση που έχει πάρει η Ευρωπαϊκή Ένωση, ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και το Podemos στην Ισπανία παραμένουν αφοσιωμένοι ευρωπαϊστές», συμπλήρωνε. «Δεν συμβαίνει το ίδιο με τις δυνάμεις της δεξιάς. Η Χρυσή Αυγή, ένα ναζιστικό κόμμα, διατήρησε τις δυνάμεις της σταθερές, καταλαμβάνοντας την τρίτη θέση, παρά το γεγονός ότι η ηγεσία της βρισκόταν στη φυλακή. Πολιτικά στη Χρυσή Αυγή είναι ευρωσκεπτιστές. Οικονομικά, το όραμά τους είναι εκείνο του φασισμού σε μια χώρα», σημείωνε ο Μαζάουερ, υπογραμμίζοντας ότι μετατόπιση προς τα δεξιά παρατηρείται και σε άλλες χώρες: «Στη Γαλλία, η αποδιοργάνωση του κεντροδεξιού UMP ωφέλησε το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν, το οποίο κέρδισε στις ευρωεκλογές. Το DPP στη Δανία πέτυχε μια παρόμοια νίκη. Η εικόνα είναι ακόμη πιο δυσοίωνη, διότι οι έρευνες γνώμης δεν δείχνουν πώς η απειλή από τις παρυφές επηρεάζει τα ίδια τα κόμματα της κεντροδεξιάς. Εν συντομία, η μάχη για την υπεράσπιση του κοινού νομίσματος της ηπείρου οδηγεί στη αναβίωση μιας δεξιάς γλώσσας περί εθνικής καθαρότητας, ρατσισμού και ανεξαρτησίας».
Ένα ισχυρό νόμισμα δεν αποτελεί πολιτικό ιδεώδεςΠερίπου τέσσερις μήνες μετά -την περασμένη Κυριακή-, ο Μαζάουερ επανέρχεται στο ζήτημα της Ευρώπης και των προκλήσεων που θα αντιμετωπίσει στο άμεσο μέλλον, ελλείψει ενός ισχυρού ηθικού οράματος. «Υπάρχει μια ευρέως διαδεδομένη αίσθηση στην Ευρώπη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει χάσει το δρόμο της, ότι πρέπει να ανακαλύψουμε ξανά την αρχή της διασυνοριακής αλληλεγγύης, χωρίς την οποία η Ένωση δεν μπορεί να ευημερήσει», αναφέρει σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή». Το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης ήταν ένας σταθμός σε μια μακρόχρονη αναζήτηση για ειρήνη στην ευρωπαϊκή ήπειρο, όπως σημείωσε στην ίδια συνέντευξη. Ωστόσο, «το πρόβλημα είναι ότι βασικά πέτυχε τον σκοπό αυτό, αλλά δεν έχει βρει μια εξίσου υψηλή αποστολή να υπηρετήσει μετά από αυτό. Δεν μπορεί ο λόγος ύπαρξής της να είναι απλά η διαφύλαξη ενός ισχυρού νομίσματος».
Γεννημένος στο Λονδίνο το 1958, ο Μαρκ Μαζάουερ σπούδασε Κλασική Φιλολογία και Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και Διεθνείς Σχέσεις στο Κέντρο του Πανεπιστημίου Johns Hopkins στην Μπολόνια, ενώ έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα στη Σύγχρονη Ιστορία από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, με τη διατριβή «Η Ελλάδα και η οικονομική κρίση του Μεσοπολέμου». Καθηγητής στην έδρα Ιστορίας «Ira D. Wallach» στο Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης και συγγραφέας πληθώρας βιβλίων για την ευρωπαϊκή και παγκόσμια ιστορία του 20ου αιώνα, την ελληνική νεότερη ιστορία και την ιστορία των Βαλκανίων («Στην Ελλάδα του Χίτλερ. Η εμπειρία της κατοχής», «Σκοτεινή ήπειρος. Ο ευρωπαϊκός 20ος αιώνας», «Θεσσαλονίκη. Πόλη των φαντασμάτων», «Η Αυτοκρατορία του Χίτλερ. Ναζιστική εξουσία στην κατοχική Ευρώπη»). Ο Μαζάουερ έχει διδάξει στο παρελθόν σε βρετανικά και αμερικανικά πανεπιστήμια, ενώ αρθρογραφεί συστηματικά στον βρετανικό και τον αμερικανικό τύπο (Financial Times, Guardian, κ.α.).
Οι ιστορικές ρίζες της κρίσηςΤην περασμένη Τετάρτη, βρέθηκε στην Αθήνα για την ειδική τελετή ανακήρυξής του σε επίτιμο διδάκτορα του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, μετά την αναγόρευσή του στη μεγάλη αίθουσα τελετών του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο βρετανός ιστορικός αναφέρθηκε στη ιδιαίτερη σχέση του με την Ελλάδα, μια σχέση που ανατρέχει στη δεκαετία του 1980.
Στάθηκε, επίσης, και στις ρίζες της ελληνικής κρίσης, τις οποίες τοποθετεί στην ίδια περίοδο. Στην ομιλία του, ο Μαζάουερ προσέφερε μια πιο νηφάλια προσέγγιση της μεταπολιτευτικής περιόδου, στον αντίποδα των εύκολων κριτικών που έχει υποστεί αυτή τα τελευταία χρόνια. Μετά το 1974, υπήρξε μια εμπέδωση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, καθώς και μια βαθιά συζήτηση για θέματα που άπτονταν των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων, σύμφωνα με τον βρετανό ιστορικό. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, έλαβε χώρα μια διόγκωση του δημόσιου τομέα, όταν οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες ακολουθούσαν μια πολιτική συρρίκνωσής του. Ταυτόχρονα τη δεκαετία του 1990, άρχισε να εμφανίζεται μια κουλτούρα υπερκατανάλωσης.
«Η λειτουργία του ιστορικού είναι να ρίξει φως σε αυτή την ιστορική κατάσταση και παραδόξως, ίσως, να δώσει μια οπτική ενός νέου μέλλοντος, μέσα από κάποιες βαθύτερα υπογραμμισμένες δυνάμεις που παραμένουν κρυμμένες κάτω από την επιφάνεια των πραγμάτων και πίσω από τα πρωτοσέλιδα. Ο ιστορικός, σε αντίθεση με τον αρχαιολόγο, είναι ο διαμεσολαβητής σε μια συζήτηση της κοινωνίας με το ίδιο της το παρελθόν. Αυτή ήταν πάντα η αντίληψή μου για την ιστορική ανησυχία και το πάθος μου», ανέφερε μεταξύ άλλων ο Μαζάουερ.
Δανάη Ψωμοπούλου