Της Μαρίνας Πρεντούλη*Στην τηλεόραση, η διαφήμιση του βρετανικού υπουργείου Εσωτερικών προειδοποιεί: «31 Οκτωβρίου! Εσείς είστε έτοιμοι για το Μπρέξιτ;». Δεν είναι η πρώτη διαφημιστική καμπάνια του υπουργείου που συμβουλεύει τους Βρετανούς για τις μετατροπές στη ζωή τους μετά τις υποτιθέμενες ημερομηνίες ορόσημα (που συνέχεια μετατίθενται). Ούτε η πρώτη φορά που το υπουργείο θα διαψευστεί, μιας και εφόσον η συμφωνία αποχώρησης δεν έχει γίνει ακόμα νόμος του Ηνωμένου Βασίλειου, είναι απίθανο να προλάβει να γίνει μέχρι το τέλος του μήνα. Το γιατί το δημόσιο χρήμα ξοδεύεται για μια καθαρά πολιτική και προπαγανδιστική καμπάνια, είναι βέβαια μια εύλογη ερώτηση, αλλά μέσα στην αναμπουμπούλα του Μπρέξιτ δεν μένουν πολλά περιθώρια για εύλογα ερωτήματα.
Εκβιαστική πρόταση εκλογώνΤην Πέμπτη 24 Οκτωβρίου είχαμε μια νέα εξέλιξη: ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον ανακοίνωσε την πρόθεσή του για εκλογές στις 12 Δεκέμβρη. Η ανακοίνωση φέρει τη σφραγίδα του πρωθυπουργού: συνοδεύεται από έναν εκβιασμό, ο οποίος δίνει μεν στους βουλευτές περισσότερο χρόνο να μελετήσουν την καινούργια συμφωνία με την ΕΕ, αλλά μόνο αν δεχτούν τις εκλογές. Ήδη το Εργατικό κόμμα έχει ζητήσει από τους βουλευτές του να απέχουν και είναι μάλλον απίθανο να βρεθούν τόσοι «επαναστάτες», ώστε να υπάρξει η πλειοψηφία των 2/3 που χρειάζεται για την προκήρυξη εκλογών.
Η άρνηση των Εργατικών να συμπαραταχθούν με την κυβέρνηση σε αυτό το ζήτημα, δεν είναι βέβαια θετική εξέλιξη για την εικόνα του κόμματος και ειδικά για τον Τζέρεμι Κόρμπιν, που εδώ και πολλούς μήνες επαναλαμβάνει το μάντρα «πρώτα εκλογές, μετά διαπραγμάτευση μεταξύ ΕΕ και εργατικής κυβέρνησης και τέλος δημοψήφισμα για να επικυρώσει ο λαός τη συμφωνία. Αλλά πρώτα εκλογές!». Και ενώ οι εκλογές βάζουν σε δεύτερη μοίρα το δημοψήφισμα (το οποίο ο Κόρμπιν δεν θέλει), ενέχουν πολλούς κίνδυνους, μιας και θα είναι ντε φάκτο ένα δημοψήφισμα για το Μπρέξιτ.
Επίσης, αν έχουμε εκλογές πριν να συμφωνηθεί καινούργια παράταση και κερδίσει ο Τζόνσον, η προοπτική αποχώρησης χωρίς συμφωνία παραμένει, πράγμα που όλοι (εκτός των ακραίων Μπρέξιτερς) απεύχονται. Αυτό είναι και το επιχείρημα του Κόρμπιν αυτή τη στιγμή: όχι εκλογές αν δεν έχει αποφευχθεί η προοπτική αποχώρησης χωρίς συμφωνία. Αλλά είναι ένα μπερδεμένο επιχείρημα, που δεν φαίνεται να ικανοποιεί τους ψηφοφόρους των Εργατικών, ούτε αυτούς που θέλουν εκλογές, ούτε αυτούς που θέλουν δημοψήφισμα.
Η αλήθεια είναι ότι οι δημοσκοπήσεις δεν είναι καθόλου ευνοϊκές για τον Κόρμπιν. Οι Συντηρητικοί είναι μπροστά με τουλάχιστον δέκα μονάδες, ενώ οι Εργατικοί έρχονται δεύτεροι και συγκεντρώνουν μόλις το 25%. Αυτό βέβαια ήταν αναμενόμενο, μιας και πολλοί ψηφοφόροι που είναι υπέρ της παραμονής φαίνεται να προτιμούν τους Φιλελεύθερους- Δημοκράτες, οι οποίοι έρχονται τρίτοι με 18%. Αν αυτά τα νούμερα θα παραμείνουν ως έχουν την κρίσιμη ώρα, είναι αμφίβολο. Και να μην ξεχνάμε ότι το εκλογικό σύστημα του Ηνωμένου Βασιλείου δεν είναι αναλογικό. Αυτό, όμως, δεν κάνει λιγότερο δύσκολη τη συγκατάθεση σε άμεσες εκλογές, όταν τα νούμερα δίνουν το 35% στο αντίπαλο κόμμα.
Τα νέα στοιχεία της συμφωνίαςΗ συμφωνία του Τζόνσον με την ΕΕ φαίνεται να έχει μια πολύ πιο ευνοϊκή υποδοχή από ό,τι η συμφωνία της Μέι, που όχι μόνο δεν κατάφερε να φέρει το πολυπόθητο Μπρέξιτ στις 29 Μάρτιου, αλλά προκάλεσε και την παραίτηση πολλών μελών του υπουργικού συμβουλίου.
Μα πάνω απ’ όλα, η «καινούργια» συμφωνία του Τζόνσον κατάφερε να φτάσει ήδη πολύ πιο κοντά στην υλοποίηση, περνώντας από την πρώτη κοινοβουλευτική διαδικασίας, κάτι που η τέως πρωθυπουργός Τερέζα Μέι δεν κατάφερε ποτέ.
Δυο πράγματα είναι σημαντικά να θυμόμαστε σε αυτό το σημείο. Καταρχήν ότι η κοινοβουλευτική διαδικασία δεν έχει ακόμα τελειώσει. Στην επόμενη φάση οι βουλευτές θα προσπαθήσουν να περάσουν διάφορες συμπληρωματικές τροποποιήσεις , που πιθανόν είναι να αλλάξουν τόσο το περιεχόμενο της υπάρχουσας συμφωνίας, ώστε να χρειαστεί να γυρίσει για έγκριση πίσω στην ΕΕ. Και υπάρχει βέβαια και η βουλή των Λόρδων -σημαντικό στάδιο για την έγκριση οποιουδήποτε νομοσχεδίου.
Το δεύτερο που πρέπει να θυμόμαστε, είναι ότι αυτή η συμφωνία είναι ουσιαστικά η συμφωνία της τέως πρωθυπουργού Μέι (που απορρίφθηκε τρεις φορές), με μια σημαντική διαφοροποίηση που αφορά τη Βόρεια Ιρλανδία και ουσιαστικά επαναφέρει μια διευθέτηση, που η Μέι είχε απορρίψει: τη δημιουργία κάποιου είδος ελέγχου στην ιρλανδική θάλασσα, δηλαδή μεταξύ Βορείου Ιρλανδίας και Μεγάλης Βρετανίας. Τα προϊόντα της Μεγάλης Βρετανίας θα περνάνε κάποιον έλεγχο πριν εισέρθουν στη Β. Ιρλανδία, έτσι ώστε να πληρώνονται οι δασμοί και να τηρούνται οι ευρωπαϊκές ποιοτικές προϋποθέσεις, εάν αυτά προορίζονται για τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας και την ΕΕ.
Αυτό το διαφορετικό καθεστώς μεταξύ Β. Ιρλανδίας και Μεγάλης Βρετανίας ήταν αυτό που έκανε το Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα (DUP) της B. Ιρλανδίας να ψηφίσει κατά της «καινούργιας» συμφωνίας. Ο Τζόνσον προσπάθησε να εξομαλύνει την κατάσταση με το να αναφέρεται ρητά στη συμφωνία ότι, παρά τον έλεγχο, το Ηνωμένο Βασίλειο, συμπεριλαμβανομένης και της Β. Ιρλανδίας, θα φύγει από την τελωνειακή ένωση με την ΕΕ, πράγμα που θα επιτρέπει στη Β. Ιρλανδία να συμμετέχει κανονικά στις προσεχείς εμπορικές συμφωνίες που ονειρεύεται η αγγλική δεξιά. Για όσους, βέβαια, συντάσσονται με το κομμάτι του λαού της Β. Ιρλανδίας που θέλει να απαλλαγεί από τη βρετανική κυριαρχία, το διαφορετικό καθεστώς που δημιουργείται είναι ευνοϊκό και ίσως το πρώτο βήμα για μια καμπάνια υπέρ της Ενωμένης Ιρλανδίας. Όσο για την Τερέζα Μέι, πρέπει να αισθάνεται όπως αισθάνονται χιλιάδες εργαζόμενες γυναίκες καθημερινά, όταν ενώ οι ίδιες έχουν βγάλει όλη τη δουλειά και έχουν κλείσει μια συμφωνία, ο προϊστάμενος αυθαίρετα δίνει συγχαρητήρια στον αρσενικό συνάδελφο, που δεν έκανε τίποτα και εμφανίστηκε μόνο αφού όλα είχαν πάρει το δρόμο τους.
* Επίκουρη Καθηγήτρια Πολιτικής και Πολιτικών Επικοινωνιών, Πανεπιστήμιο Ανατολικής Αγγλίας.