Μετά τις τελευταίες εκλογές, το ΚΙΝΑΛ θα μπορούσε να αισθάνεται καλύτερα και να ατενίζει το μέλλον του πιο αισιόδοξα. Ανάστρεψε την έντονα πτωτική πορεία του και πήρε 8%. Τα πήγε καλύτερα στις αυτοδιοικητικές εκλογές, κερδίζοντας αρκετούς δήμους. Επιπλέον, ανταγωνιστές του για λίγο στο χώρο του «κέντρου» (Ποτάμι, Ένωση Κεντρώων) εξέλειπαν. Όλα αυτά θα είχαν μάλιστα μεγαλύτερη αξία και θα καθιστούσαν σημαντικότερη την παρουσία του, αν είχαμε ένα αναλογικότερο εκλογικό σύστημα. Σε μία τέτοια συνθήκη θα μπορούσε να αναγορευτεί σε κόμμα ρυθμιστή.
Στην περίπτωση του ΚΙΝΑΛ τα παραπάνω φαίνονται λίγα και δεν το βοηθούν να ξεπεράσει τη χρόνια κρίση του. Προέρχεται από ένα μαζικότατο κόμμα, το ΠΑΣΟΚ, το οποίο κυβέρνησε πολλά χρόνια, παίρνοντας μάλιστα υψηλότατα ποσοστά. Υπό το πρίσμα αυτό, το 8% φαίνεται πενιχρό. Κατά δεύτερον, μεγάλο μέρος του στελεχικού του δυναμικού και των ψηφοφόρων του προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ. Αυτοί το κρατάνε στη ζωή και του επιτρέπουν να έχει ακόμη κάποια απήχηση στις τοπικές κοινωνίες και τους χώρους εργασίας. Οι ίδιοι, όμως, άνθρωποι έχουν ασκήσει στο παρελθόν και για καιρό εξουσία. Έτσι, δυσκολεύονται να χωρέσουν σε ένα κόμμα με περιορισμένη εκλογική απήχηση, το οποίο λόγω εκλογικού συστήματος μένει εκτός κεντρικής σκηνής.
Η σκιά του ένδοξου παρελθόντοςΗ σκιά του ένδοξου παρελθόντος και η απομάκρυνση από τα κέντρα άσκησης εξουσίας δημιουργούν προβλήματα. Και τα δύο βαραίνουν στη διαμόρφωση της ταυτότητας του ΚΙΝΑΛ. Λειτουργούν ως αναφορές που ορίζουν επιλογές και πρακτικές. Αυτά, όμως, αντισταθμίζονται από δύο νέα στοιχεία, τα οποία απομακρύνουν διαρκώς το ΚΙΝΑΛ από το ΠΑΣΟΚ. Το πρώτο είναι η μερική ανανέωση του εκλογικού του ακροατηρίου. Μπορεί ακόμη και σήμερα το ΚΙΝΑΛ να είναι κυρίως κόμμα της περιφέρειας και να αποσπά τα υψηλότερα ποσοστά στις μεγάλες ηλικίες, ωστόσο με το χρόνο, μέρος των ψηφοφόρων του, κυρίως νέων, δεν έχει σχέση με το πάλαι ποτέ ΠΑΣΟΚ. Ακόμη εντονότερο είναι το πρόβλημα της ιδεολογικής ταυτότητας. Οι νέοι ψηφοφόροι, ακόμη και στελέχη, δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση με αυτό που ήταν το ΠΑΣΟΚ, με αποτέλεσμα να μην τρέφονται από τις μνήμες του, τις καλές ή κακές στιγμές του. Αναμφίβολα το πρόβλημα της ταυτότητας δεν είναι νέο. Σε μεγάλο βαθμό απηχεί τη διαδρομή του ΠΑΣΟΚ και τη μετάλλαξη του τη σημιτική περίοδο από κόμμα λαϊκό, σε κόμμα των μεσοαστικών στρωμάτων των πόλεων, από «σοσιαλιστικό κίνημα», σε φορέα «εκσυγχρονισμού». Η μετάλλαξη αφήνει έντονα σημάδια στο εκλογικό ακροατήριο του ΠΑΣΟΚ και παίρνει τη μορφή χιονοστιβάδας μετά το 2011. Το μεγαλύτερο μέρος της λαϊκής του βάσης στρέφεται στον ΣΥΡΙΖΑ και σημαντικό τμήμα των «εκσυγχρονιστών» στη ΝΔ του Κ. Μητσοτάκη.
Χωρίς ιδεολογικό στίγμαΤα παραπάνω αφήνουν τα αποτυπώματά τους στο ΚΙΝΑΛ. Στελέχη «παραδοσιακά» συνυπάρχουν με «εκσυγχρονιστές», νέοι που δεν γνώρισαν το ΠΑΣΟΚ με παλιούς του ψηφοφόρους. Όλα αυτά σε μία περίοδο ιδεολογικής κρίσης της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας. Έτσι, ήδη πολιτικά και ιδεολογικά ετερογενές, το ΚΙΝΑΛ δυσκολεύεται ακόμη περισσότερο να συγκροτήσει ταυτότητα. Πιεσμένο επιπλέον από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ στο «κέντρο» του κομματικού πεδίου, ενεργεί χωρίς κάποια απτή συνεκτική στρατηγική. Με δύο λόγια, έχουμε να κάνουμε με ένα κόμμα πολυσυλλεκτικό και ανομοιογενές, χωρίς σαφή ιδεολογικό στίγμα. Ένα κόμμα που μέρος του αναπολεί τις μέρες του Α. Παπανδρέου και παραμένει αντιδεξιό, ένα άλλο αναφέρεται στον «εκσυγχρονισμό» και ένα τρίτο επιχειρεί να συνδυάσει τις δύο παραδόσεις ή να συγκροτήσει κάτι νέο.
Αναμφίβολα το ΚΙΝΑΛ δεν είναι το μόνο ελληνικό κόμμα που βρίσκεται σε κρίση ιδεολογικής ταυτότητας. Προβλήματα, σε μικρότερο ενδεχόμενα βαθμό, έχουν όλα τα ελληνικά κόμματα, συμπεριλαμβανομένων της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ιδεολογικός προσανατολισμός του ΚΙΝΑΛ θα εξαρτηθεί και από τις εξελίξεις στο κομματικό πεδίο. Βρισκόμαστε εν κατακλείδι σε μία στιγμή καμπή. Η εχθρική προδιάθεση από μεγάλο μέρος του ΚΙΝΑΛ, ιδιαίτερα βουλευτών του, προς τον ΣΥΡΙΖΑ, λόγω του ανταγωνισμού στο χώρο της κεντροαριστεράς, αλλά και της ασκηθείσας πολιτικής, προοδευτικά θα καταλαγιάσει. Ταυτόχρονα, η «φιλελεύθερη» γοητεία του Κ. Μητσοτάκη στα ίδια στελέχη μετά από πέντε μήνες διακυβέρνησης της ΝΔ θολώνει.
Ζητούμενο συνεπώς είναι ο ειλικρινής διάλογος με το χώρο του ΚΙΝΑΛ, με στόχο την ηγεμονία των προοδευτικών ιδεών. Είναι προφανές ότι οι ιδέες αυτές δεν είναι πάντα αυτονόητες. Επιπλέον, ορισμένοι στο ΚΙΝΑΛ, αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ, απεύχονται μια τέτοια προοπτική. Ωστόσο, η προοπτική είναι ενδιαφέρουσα, καθώς θα δοκιμαστούν άνθρωποι και ιδέες. Κυρίως, όμως, γιατί από το εγχείρημα εξαρτάται αν θα συνεχίσει να κυβερνά τη χώρα η ΝΔ, που η μέχρι τώρα κυβερνητική της πορεία αποπνέει έντονο συντηρητισμό και, θα πρόσθετα, καθεστωτισμό.
Μάριος Σπύρου