Αν χτυπήσουν την πόρτα σας αχάραγο, δεν είναι καθόλου πιθανό πως είναι ο γαλατάς, που, άλλωστε, ως επάγγελμα έχει εκλείψει. Πιο πιθανό είναι να έχετε μεσοτοιχία με κάποιους εχθρούς του «νόμου και της τάξης», που ο υπουργός του κ. Μητσοτάκη τάχθηκε να εξαλείψει, ακόμα και σε βάρος της ίδιας της ασφάλειάς μας.
Τα «μεμονωμένα περιστατικά» αυθαίρετης αστυνομικής βίας, που ενώ καταγγέλλονταν από καιρό, δεν ίδρωναν το αφτί της κυβέρνησης, μετεξελίχθηκαν γρήγορα σε βάναυση καταπάτηση του οικογενειακού ασύλου, που δεν μπόρεσε ν΄ αφήσει ασυγκίνητους και αδιάφορους ακόμα και φίλα προσκείμενους στην κυβέρνηση της ΝΔ. Όσοι έβλεπαν ανέμελοι «να λύνονται τα χέρια» των κατασταλτικών δυνάμεων, καθώς αυτό ανέβαζε τη δημοτικότητα του κ. Χρυσοχοΐδη προσθέτοντας επιχειρήματα στη φαρέτρα των οπαδών του αυταρχισμού που προωθείται «για το καλό μας», αρχίζουν τώρα να ανησυχούν.
Όχι γιατί συμμερίζονται την ανησυχία των δημοκρατικών πολιτών (που ξεπερνούν κατά πολύ την πολυδιαφημισμένη «πλειονότητα» του 40% της ΝΔ, καθώς αποτελούν κατά τεκμήριο το υπόλοιπο 60%), αλλά γιατί διαβλέπουν τον κίνδυνο η νεοφιλελεύθερη εμμονή στην επικοινωνιακή διαχείριση του προτάγματος «νόμος και τάξη» να λειτουργήσει σαν μπούμεραγκ, τραβώντας μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη ΝΔ και μετριοπαθείς δυνάμεις στα αριστερά της, αλλά και αναδεικνύοντας υπαρκτές διαφορές και στο εσωτερικό του κυβερνητικού στρατόπεδου. Δεν είναι τυχαίο ότι το χορό της υπεράσπισης της αρχής «μη μιλάς, μη γελάς, όταν περνάει η ΕΛΑΣ» τον σέρνουν οι εκπρόσωποι της ακροδεξιάς πτέρυγας της ΝΔ, Γεωργιάδης και Βορίδης.
Η επιστολή διαμαρτυρίας/καταγγελίας του Ν. Αλιβιζάτου λειτούργησε ως καταλύτης: αφενός, αποδυνάμωσε πολιτικά τον προσχηματικό ισχυρισμό ότι για αστυνομική βία μιλούν μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ και οι φίλοι του «μπάχαλου», αφετέρου κατέγραψε την απροθυμία ακόμα και όσων προσφέρουν χείρα βοηθείας στην κυβέρνηση, να την ακολουθήσουν στον επικίνδυνο για τη δημοκρατική νομιμότητα αυταρχικό κατήφορο (που δεν περιορίζεται στο κύμα αστυνομικής βίας, αλλά εκτείνεται και σε άλλα πεδία, όπως η άσκηση του δικαιώματος του συνδικαλίζεσθαι και της απεργίας, ή ακόμα και του συνέρχεσθαι, για να μιλήσουμε μόνο για τα πιο πρόσφατα περιστατικά).
Η αποτυχία της κυβέρνησης να περάσει χωρίς κόστος το δόγμα «ψέμα και φόβος», με το οποίο επιχείρησε να αντιμετωπίσει την καταγγελία της αστυνομικής βίας, δείχνει ότι υπάρχει το έδαφος για την εκδήλωση μιας πλατιάς κίνησης δημοκρατικής αντίστασης στην οικοδόμηση ενός κράτους τύποις επιτελικού και ουσία αυταρχικού, γιατί όχι και αστυνομικού.