Για το βιβλίο του Θανάση Καλαφάτη «Μια ηλιαχτίδα σε πέτρινους τοίχους. Τα χρόνια του εγκλεισμού 1966 - 1974» (εκδόσεις Θεμέλιο)Αν κανείς προέρχεται από το δικό μου σινάφι, όπου οι μακρο-αναλύσεις της κοινωνικής, πολιτικής, της οικονομικής και γενικά της ιστορικής πραγματικότητας αποτελούν την κυρίως απασχόλησή του, συχνά αν όχι πάντα αισθάνεται ότι του λείπει η λεπτομέρεια του συγκεκριμένου, του καθημερινού εκείνου που με συγκεκριμένο τρόπο στηρίζει την όποια μακρο-θεώρηση. Και τούτο θεωρώ ότι αποτελεί κοινό τόπο τόσο σε όσους ανήκουν στην λεγόμενη «απολογιτική» παράδοση των κοινωνικών επιστημών, δηλαδή εκείνη που κινείται στο πλαίσιο κάποιας εκδοχής του δεσπόζοντος θεωρητικού ρεύματος, όσο και σε εκείνους υπηρετούν την κριτική παράδοση και θεραπεύουν ετερόδοξες προσεγγίσεις.
Σημαντικές ψηφίδες του μωσαϊκούΟ Θανάσης Καλαφάτης, στο καινούργιο του βιβλίο, απαντά ακριβώς σε αυτή την έλλειψη. Ψηφίδες από την προσωπική του εμπειρία, τα χρόνια του εγκλεισμού, οι οποίες συμπληρώνουν ή καλύτερα δίνουν ουσιαστικό περιεχόμενο, σε αναλύσεις για τον αυταρχικό χαρακτήρα της δικτατορίας, του κατά Γ. Κάτρη, «του φαινομένου της νεοφασισμού στην Ελλάδα», ή ακόμη της καθοδηγούμενης και περιοριστικής δημοκρατίας ή της καχεκτικής, κατά Νικολακόπουλο, δημοκρατίας που είχε προηγηθεί. Πιο συγκεκριμένα ο συγγραφέας μας προσφέρει μέσα από τις 64 σύντομες ιστορίες/ περιστατικά σημαντικές ψηφίδες του μωσαϊκού, που συγκρότησε τη κοινωνική και θεσμική διευθέτηση της εποχής, όπου οι όποιες μελέτες για τις αιτίες, τη λειτουργία, τη φύση και τέλος την πτώση του καθεστώτος δεν μπορούν πλήρως να φωτίσουν.
Όλα αυτά ο Θανάσης Καλαφάτης τα καταφέρνει με την πασίγνωστη, υποδειγματική και εμπνέουσα σεμνότητά του. Αν και γράφει για την προσωπική του εμπειρία αυτά τα δύσκολα, για τον ίδιο, για την κοινωνία και τη δημοκρατία χρόνια, δεν είναι αυτοαναφορικός. Η ψύχραιμη, η αφοπλιστική ειλικρίνεια, συχνά με χιούμορ και ποτέ με μνησικακία, αφήγηση δείχνουν ότι δεν αναφέρεται στις απίστευτες εμπειρίες του ως κάτι το ξεχωριστό και ιδιαίτερο. Κάτι που θα του δώσει το φωτοστέφανο της πιθανής ανταμοιβής και αναγνώρισης. Αφηγείται ως «Ένας από τους πολλούς της ελληνικής αριστεράς», όπως μας δήλωνε ο αξέχαστος Στέφανος Στεφάνου. Είναι ακριβώς σε αυτή την παράδοση της αριστεράς δηλ. στην παράδοση που εξακολουθεί να σέβεται τις καταστατικές αρχές και αξίες και δεν δικαιολογεί ατομικές συμπεριφορές και στρατηγικές ως αποτέλεσμα «λογικής προσωπικής φιλοδοξίας». Είναι ακριβώς αυτό που δίνει την δυνατότητα στον Καλαφάτη να καταγράφει, όπως εύστοχα έγραψε η Νόρα Ράλλη στην ΕφΣυν (9/12/19), «την ιστορία της σύγχρονης Ελλάδα μέσα από την προσωπική του διαδρομή» και όχι το αντίστροφο.
Αυτή ακριβώς η έγνοια της αφήγησης του Καλαφάτη σε συνδυασμό με την επιστημονική διεισδυτική ματιά και την έμπρακτη κοινωνική, πολιτική και αισθητική του ευαισθησία του επιτρέπει να στριμώξει στις γραμμές των ψηφίδων της ζωής του παρατηρήσεις και διατυπώσεις που συμβάλλουν και σε μάρκο θεωρήσεις ανοίγοντας μάλιστα τη συζήτηση και σε θεωρητικά ζητήματα. Για παράδειγμα, οι αναφορές στη σημασία της πολιτικής επιμόρφωσης με αφορμή τις αναφορές στη Εθνική Ηθική Διαπαιδαγώγηση, στις αντιφάσεις και στην γελοιότητα της ακραίας καταστολής (βλ. την κατηγορία του ως βούλγαρος κατάσκοπος), αλλά και στην αέναη προσπάθεια της ανθρώπινης καλλιτεχνικής δημιουργίας κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες (βλ. την περιπέτεια της παράστασης του Μικρού Πρίγκιπα) κά.
Ζωντανεύει το παρελθόνΤο βιβλίο του Καλαφάτη, όπως και το αντίστοιχο προηγούμενο (Από το Λυκόφωςστο Λυκαυγές, εκδ. Θεμέλιο) είναι εξαιρετικά επίκαιρο. Είναι επίκαιρο, όχι φυσικά γιατί είναι της μόδας. Μια μόδα που είτε ηρωοποιεί το παρελθόν και στη συνέχεια το παγώνει σε κάποια εικονολατρική μεταφυσική γωνιά είτε το αγνοεί γιατί δεν συμπίπτει με την συγχρονία της όποιας ατομικότητας είτε γιατί νομίζει ότι «πρόοδος» αποτελεί μια διαδικασία εξιδανίκευσης του μέλλοντος. Ο Καλαφάτης μας λέει ότι μέλλον δεν υπάρχει χωρίς αναφορά στη μνήμη, την αποτίμηση του παρελθόντος, τον σεβασμό στους ανθρώπους και τα συναισθήματα που το δημιούργησαν.
Με αυτό τον τρόπο, το βιβλίο ζωντανεύει το παρελθόν χωρίς φόβο ή πάθος. Ένα παρελθόν που δεν πρέπει να ξεχαστεί για να μην επικαιροποιηθεί και κατά κάποιο τρόπο επαναληφθεί. Φόβος ο οποίος εμφανίζεται, τροφοδοτείται και επεκτείνεται από τις τάσεις Βοναπαρτιστικής δημοκρατίας, που δυστυχώς δεν αποτελούν πλέον εξαιρέσεις παγκοσμίως και εσχάτως εμφανίζονται εμφατικά και στη χώρα μας.
Αισιοδοξία και αγωνιστική σύνεσηΟ Καλαφάτης φαίνεται να γνωρίζει ή τουλάχιστον να διαισθάνεται αυτό το τρομακτικό ενδεχόμενο και παρατηρεί με φουκωική ματιά και με την αποφασιστική δέσμευση του αγωνιστή. Το σύστημα είναι πάντα κλειστό μας λέει στον πρόλογό του, «… προσωπικά μιλάω για την Ελλάδα, αν και δεν πιστεύω να υπάρχουν πολλές διαφορές διεθνώς… (αποτελεί σύστημα) σχεδιασμένο έως την τελευταία λεπτομέρεια: …χώρος αφόρητης πειθαρχίας, καταναγκασμού και τιμωρίας. (η επιδίωξη του συστήματος).. είναι να σε μεταμορφώσουν σε υποτακτικό αυτόματο, το οποίο θα λειτουργεί μόνο προς εξυπηρέτηση των δικών τους σκοπών. Απέναντι σε αυτά τα …συστήματα το μόνο που μπορείς να κάνεις (μας συμβουλεύει και δια του παραδείγματος ο Θανάσης) – με το ανάλογο κόστος φυσικά – είναι να δίνεις τη μάχη σου, χωρίς να ξεχνάς πως μπορεί πολλές φορές σε αυτή τη μάχη να ΄σαι μόνος. Μόνος απέναντι σε κάτι γιγαντιαίο και δεμένο σε στέρεες βάσεις.» Ωστόσο, ξέρει βιωματικά ότι «πάντα υπάρχει μια ηλιαχτίδα που σε συντροφεύει». Αισιοδοξία και αγωνιστική σύνεση.
Βιβλίο προδήλως σημαντικό που αξίζει να αγοραστεί και να διαβαστεί για όλους αυτούς τους λόγους και άλλους που θα ανακαλύψουν όσοι μπούνε στον κόπο αυτής της απόλαυσης. Τα έξι έργα του Γιάννη Ψυχοπαίδη γενναιόδωρα και πάλι συνοδεύουν την έκδοση είναι έξτρα δώρο, που φυσικά έχει την ιδιαίτερη αξία του.
Μιχάλης Σπουρδαλάκης