Δύο κινήσεις επικοινωνιακού εντυπωσιασμού το απόγευμα της ίδιας μέρας είναι, ομολογουμένως, πολλές ακόμα και για έναν εξπέρ του είδους όπως ο κ. Μητσοτάκης: Η αυτοπρόσωπη —το απόγευμα της περασμένης Πέμπτης— από τηλεοράσεως διαγγελματική γνωστοποίηση της απόφασής του να προτείνει την κ. Αικ. Σακελλαροπούλου για την Προεδρία της Δημοκρατίας, και η δια του ηλεκτρονικού Τύπου διαρροή της είδησης, ότι από στιγμή σε στιγμή αναμένεται να προσγειωθεί στην Ελευσίνα το αεροπλάνο που μεταφέρει τον αρχηγό του Λιβυκού Εθνικού Στρατού στρατάρχη Χαφτάρ για συνομιλίες με τον πρωθυπουργό, στις 1 μ.μ. της Παρασκευής, και τον υπουργό Εξωτερικών νωρίτερα, στις 9,30 π.μ.
Ποιο το κέρδος και ποια η ζημία για τον κ. Μητσοτάκη από τις δύο αυτές κινήσεις;
Ως προς το πρώτο, υπάρχει το εφήμερο κέρδος της αλλαγής της πολιτικής ατζέντας μιας υπερφορτισμένης εβδομάδας, στην οποία δέσποσαν, πέραν της ανερμάτιστης προεδρολογίας, η επανίδρυση του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής (έμμεση πλην σαφής παραδοχή της αποτυχημένης κυβερνητικής διαχείρισης του προσφυγικού-μεταναστευτικού) και ο αποκλεισμός της χώρας από τη Διαδικασία του Βερολίνου (αθροιστικό αποτέλεσμα ελλειμματικής διπλωματικής ετοιμότητας και υπερπλεονάζουσας πολιτικής ατολμίας).
Ως προς το δεύτερο, ας αρκεστούμε προς το παρόν στην είδηση ότι από την ψηφοφορία στη Βουλή για την εκλογή της κ. Σακελλαροπούλου την Τετάρτη θα απουσιάζει ο κ. Σαμαράς. Ο πρώην πρωθυπουργός και (γνωστός) μνηστήρας του Προεδρικού θώκου θα λείπει σε προγραμματισμένο ταξίδι με την οικογένειά του. Αναμένεται με ενδιαφέρον ο λόγος που θα επικαλεστεί αν αποφασίσει να απουσιάσει και από την τελική ψηφοφορία — οπότε και η οριστική αποτίμηση της ζημίας, ή όχι, για το κυβερνών σχήμα.
Η επόμενη εβδομάδα προβλέπεται περισσότερο φορτισμένη από την προηγούμενη — λιγότερο σε σχέση με την επιλογή τής κ. Σακελλαροπούλου και τα παρελκόμενά της, πολύ περισσότερο σε σχέση με τις προκλήσεις που θα προκύψουν μετά το πέρας της Διαδικασίας του Βερολίνου, αν υπάρξει περαιτέρω αναβάθμιση της Άγκυρας στα επίδικα της Ανατολικής Μεσογείου.
Ποιο το κέρδος και ποια, ενδεχομένως, η απώλεια από την επίσκεψη Χάφταρ στην Αθήνα;
Η επιλογή της κυβέρνησης ενός κυρίαρχου κράτους να αναθέσει την υπεράσπιση των συμφερόντων της χώρας σε έναν από τους δυο παράγοντες ενός «παιχνιδιού εξουσίας» που δεν έχει ακόμα κριθεί ενέχει κινδύνους.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη άφησε να περάσει ανεκμετάλλευτος πολύτιμος χρόνος από το περασμένο φθινόπωρο, όταν τέθηκε επί τάπητος από τον ΟΗΕ το ζήτημα της επίλυσης του λιβυκού εμφυλίου. Επιλέγει τώρα να αναπληρώσει το κενό από τον αποκλεισμό της από το Βερολίνο εμπιστευόμενη στον Λίβυο στρατάρχη την υπεράσπιση των ελληνικών θέσεων, την αποτροπή του κινδύνου της «έμμεσης νομιμοποίησης» του συμφώνου Άγκυρας-Τρίπολης, μέσω της αναβάθμισης της Τουρκίας στην επιχείρηση ειρήνευσης στη Λιβύη.
Η σχετική κινητοποίηση, θυμίζουμε, είχε εκκινήσει όταν υπήρχαν ισχυρές ενδείξεις επικράτησης του στρατάρχη Χαφτάρ στον λιβυκό εμφύλιο. Η εκτιμώμενη ως βέβαιη κατάληψη της Τρίπολης από τα στρατεύματά του θεωρήθηκε ότι θα μπορούσε να ανατρέψει τους σχεδιασμούς της Τουρκίας για το μέλλον της Λιβύης, ακυρώνοντας τη συμφωνία Ερντογάν-Σαράτζ για την τουρκολιβυκή ΑΟΖ. Λίγες ώρας πριν το ταξίδι του Χαλίφα Χαφτάρ στην Αθήνα —και ουσιαστικά υπό την απειλή ένοπλης επέμβασης της Τουρκίας υπέρ του προέδρου Σαράτζ— ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών ανακοίνωσε ότι ο Λίβυος στρατάρχης αποδέχθηκε την εκεχειρία, την οποία είχε αναβάλει στη Μόσχα.
Τα δεδομένα αλλάζουν από ώρα σε ώρα. Η ελληνική κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να ανησυχεί ότι μια ενδεχόμενη συμφωνία μεταξύ των αντιμαχομένων στη Λιβύη θα ενισχύσει τη θέση του Σαράτζ και, συνακόλουθα, το ενδεχόμενο σιωπηρής «νομιμοποίησης» της τουρκολιβυκής συμφωνίας. Πολλώ μάλλον αν επικρατήσει το ενδεχόμενο να μην αναγνωριστεί μεν επίσημα και άμεσα η συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης, όμως να κληθούν από τον ΟΗΕ οι τρεις εμπλεκόμενοι, Τρίπολη, Άγκυρα και Αθήνα, να καταλήξουν σε συμφωνία για τις ΑΟΖ. Αυτό θα σήμαινε, στην πράξη, διαπραγμάτευση κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας, ανατρέποντας τα ελληνικά κεκτημένα από τη συμφωνία της Λωζάνης σε βάθος χρόνου και, κυρίως, χώρου. Δεν χωρεί επανάπαυση, για έναν πρόσθετο λόγο: Αυτή η εξέλιξη φαίνεται να ικανοποιεί τους σχεδιασμούς της Μόσχας, η οποία αναγνωρίζει τον Χάφταρ και αποτελεί τον βασικό υποστηρικτή του, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για την υλοποίηση των όποιων δεσμεύσεων ανέλαβε ο Λίβυος στρατάρχη έναντι της Αθήνας κατά την επίσκεψή του εκεί.
Είναι πιθανόν στο άμεσο μέλλον να δοκιμαστεί η αισιοδοξία την οποία αποπνέει η δήλωση του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών μετά τη συνάντησή του με τον στρατάρχη Χάφταρ το πρωί της περασμένης Παρασκευής στην Αθήνα, ο οποίος διαπίστωσε πλήρη συμφωνία με τον συνομιλητή του: «Είχαμε μια μακρά συνομιλία για όλα τα θέματα. Την κατάσταση στη Λιβύη, την διάσκεψη στο Βερολίνο και την επόμενη μέρα στη Λιβύη και τη γύρω περιοχή. Επιθυμούμε κατάπαυση πυρός, απομάκρυνση των μισθοφόρων και ακύρωση των παράνομων μνημονίων. Ο στρατάρχης συμφώνησε σε όλα. Του είπα ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη να βοηθήσει την επόμενη ημέρα στη Λιβύη είτε με δυνάμεις για να υπάρξει ανακωχή, είτε με βοήθεια για άρση του εμπάργκο όπλων».
Οι καιροί απαιτούν σύμπνοια στο εσωτερικό. Όλοι οφείλουν να υπηρετήσουν αυτή την επείγουσα ανάγκη. Η αξιωματική αντιπολίτευση και το Κίνημα Αλλαγής επέλεξαν τη γραμμή της σύνεσης, αποφεύγοντας τις εντάσεις στο θέμα της επιλογής του προσώπου που θα διαδεχθεί τον απερχόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ο κ. Μητσοτάκης οφείλει να κινηθεί αναλόγως, αποφεύγοντας να ενδώσει στον πειρασμό μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων και κινήσεων επικοινωνιακού εντυπωσιασμού – τουλάχιστον μέχρι την άρση της εθνικής εκκρεμότητας. Ίσως τότε περιέλθει σε δεύτερη μοίρα η παράλειψή του να αντιτάξει έγκαιρα, και όχι κατόπιν εορτής —όπως υπόσχεται (απειλεί;) τώρα— ένα ελληνικό βέτο στις μεθοδεύσεις αποκλεισμού της Ελλάδας από το Βερολίνο.
Κωστής Γιούργος