Γεννημένοι στις αρχές και τα μέσα της δεκαετίας του ’80, μεγαλωμένοι σε διαφορετικά αστικά και μη κέντρα, συγχρονικά όμως δραστήριοι και παραγωγικοί, τέσσερις ποιητές και ποιήτριες μιλούν στην «Εποχή» για την (ποιητική) δεκαετία που πέρασε και γι’ αυτή που άρχισε να αχνοφέγγει…Επιμέλεια: Σπύρος Αραβανής
Ειρήνη Βακαλοπούλου
Η εγχώρια οικονομική κρίση έδωσε ζωή σε μια νέα και αξιόλογη ποιητική γενιά η οποία προσέλκυσε το διεθνές ενδιαφέρον συλλογής ποιημάτων και έκδοσής τους, όπως το «Futures: Poetry of the Greek Crisis» (Penned in the Margins 2015) και «Austerity Measures: The New Greek Poetry» (Penguin 2016). Οι νέες φωνές στάθηκαν αντιμέτωπες με τα μέτρα λιτότητας, την εργασιακή μετανάστευση, την ευμάρεια του κακομαθημένου νεοπλουτισμού και το συνδύασαν με τη δική τους προσωπική θεματική, διότι πάντα ο ποιητής ως προσωπικό βίωμα συμπορεύεται με την εποχή του. Στην περίοδο αυτή εξέδωσα τις ποιητικές μου συνθέσεις, το περιεχόμενο των οποίων θα χαρακτήριζα απόκοσμο, με μια αισθητική περιγραφή της ζωής η οποία τοποθετεί τον άνθρωπο σε μια υπαρξιακή αναζήτηση και φυσικότητα. Η δεκαετία που πέρασε έδωσε την ευκαιρία δημιουργίας μικρών αξιοσέβαστων εκδοτικών οίκων και προσέλκυσε νέους αναγνώστες ποίησης, που όμως ποτέ στην Ελλάδα ο αριθμός τους δεν ανταποκρίνονταν στην πληθώρα έκδοσης των ποιητικών συλλογών. Παρόλα τα οφέλη, η γενιά της κρίσης έδωσε αφορμή σε πολλούς να ασκήσουν κριτική όπως και σε διάφορους εκδότες να εκδίδουν ανεξέλεγκτα, ενώ η αξιακή τους απόδοση με το χρόνο απέδειξε το αντίθετο. Οι αμέτρητες παρουσιάσεις ποιητικών βιβλίων, οι άφθονες δημόσιες αναγνώσεις ποίησης, στο μετρό, στα λεωφορεία, στους δρόμους, ήταν μια υπερπροσπάθεια απεγνωσμένης αναγνώρισης η οποία δεν ήταν αναγκαία. Η ποίηση του 2020 και έπειτα, ζητάει περισσότερη σιωπή, επιμονή και λιγότερη αυτοπροβολή. Ζητάει, κατά την άποψή μου, επιστροφή στον εαυτό όπου το αποτέλεσμα αυτού θα εγχυθεί σε ένα γνήσιο κοινωνικό εμείς. Οι ποιητές ας προσεγγίσουμε καλύτερα το κοπιώδες βάρος του ελάχιστου και ας διώξουμε τη φλυαρία, ώστε να κρατηθεί άθικτη η σπουδαιότητα της τέχνης της ποιήσεως όπως και οι δημιουργοί των προηγούμενων χρόνων.
Η Ειρήνη Βακαλοπούλου γεννήθηκε το 1982 στη Θεσσαλονίκη. Το 2018 κυκλοφόρησε η ποιητική της συλλογή «Η επίσκεψη», από τις εκδόσεις Σαιξπηρικόν. Άννα Γρίβα
Πολλά τα ποιητικά βιβλία της δεκαετίας που πέρασε και ελάχιστο το αναγνωστικό κοινό. Το θετικό είναι ότι μέσα σε αυτά τα δέκα χρόνια υπήρξαν αρκετές μεταφράσεις Ελλήνων ποιητών στο εξωτερικό. Οι θεματικές της ποίησης ποικίλλουν όσο ποτέ άλλοτε: πράγμα λογικό, αφού οι ποιητές έχουν πλέον διαφορετικές καταβολές, διαφορετικά αναγνώσματα, επαφή με διαφορετικές ξένες λογοτεχνίες. Αυτή η ποικιλία των ερεθισμάτων μπορεί να λειτουργήσει θετικά μέσα στο χρόνο, φτάνει να συνοδεύεται από τη στέρεα βάση μιας κλασικής παιδείας (η οποία δυστυχώς χτυπήθηκε τα τελευταία χρόνια, σε μια συγκυρία κατά την οποία θα έπρεπε να ενισχυθεί) και ενός βαθύτατου στοχασμού για τον άνθρωπο, τη φύση και τη μεταφυσική αναζήτηση. Ο χρόνος θα φανερώσει κατά πόσο αυτός ο επιθυμητός συνδυασμός επετεύχθη. «Γράφω ποίηση» σημαίνει αυτό που πάντοτε σήμαινε: να καταγράφω με τον πιο μεστό τρόπο την αγωνία του ανθρώπου για τον εαυτό, τον κόσμο και τη φύση του επέκεινα. Από τα χρόνια του Ομήρου και των αρχαίων λυρικών το ίδιο συνέβαινε, όσο κι αν αλλάζουν οι τρόποι και τα συμβεβηκότα. «Εκδίδω ποίηση» σημαίνει ότι το κείμενό μου και η αλήθεια του φεύγει από εμένα και γίνεται ένα ελάχιστο λιθαράκι στον αιώνιο αγώνα του ανθρώπου για τη γνώση και την ομορφιά. Προχωράμε και πάντα επιστρέφουμε στις ίδιες ανάγκες, αφού η ιστορία του ανθρώπου φαίνεται να μην είναι μια ευθεία, όπως διάφορες κοινωνικές θεωρίες πίστεψαν, αλλά ένα κύκλος ανάλογος με τον κύκλο της φύσης –δεν θα μπορούσε να εξαιρεθεί η ιστορία των τεχνών από αυτόν τον τροχό που δεν αναπαύεται ποτέ.
Η Άννα Γρίβα γεννήθηκε το 1985 στην Αθήνα. Το 2017 κυκλοφόρησε η ποιητική της συλλογή «Σκοτεινή κλωστή δεμένη», από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης. Χρήστος Α. Μιχαήλ
Η περασμένη δεκαετία για τον προσωπικό μου λογαριασμό έκλεισε με πιστωτικό υπόλοιπο. Εξέδωσα το πρώτο μου βιβλίο το 2010 (Η Καχυποψία ενός άλλοθι), το δεύτερο το 2014 (Σκιά γυναίκα) και το τρίτο το 2019 (Τρεις τελείες). Από το «ξεσκαρτάρισμα» των πρωτόλειων μέχρι τη συνειδητοποίηση χρειάστηκε να περάσουν όντως 10 χρόνια, όχι εύκολα σε κάθε επίπεδο. Αλλά όχι και στεγνά. Αν εξαιρέσεις το πρώτο, οι άλλες δυο γέννες είχαν εξαιρετικά δυνατούς πόνους και αμέτρητες συσπάσεις. Δεν ξέρω πόσο μετρήσιμοι είναι αυτοί οι απολογισμοί. Περισσότερο νιώθω ότι για όσους καταπιάνονται με αυτό το είδος του λόγου –κάτι που μόνο από βαθιά ανάγκη μπορεί να γίνει– είναι μια διαδικασία ωρίμανσης, με τη θερμοκρασία, την πίεση και το περιβάλλον να παίζουν πρωτεύοντα ρόλο, πέραν της πρώτης ύλης. Έτσι, η δεκαετία σε κάποιες περιπτώσεις άφησε πληγές, σε άλλες άφησε σημάδια. Σε προσωπικό επίπεδο, τουλάχιστον, είχε απ’ όλα: από ελπίδες μέχρι διαψεύσεις και από ανατολές μέχρι μνήματα. Όλα αυτά αποτυπώνονται, τόσο στα τρία βιβλία, όσο και στα σκόρπια δημοσιευμένα ποιήματα που αξιώθηκα κατά καιρούς. Ένα πράγμα δεν είχε η δεκαετία που έφυγε: πανηγυρισμούς. Εν έτει 2020 λοιπόν, το ερώτημα παραμένει: τι σημαίνει γράφω και εκδίδω ποίηση; Για ποιον και γιατί; Και πώς; Βαθιά ατομική υπόθεση εδώ και χρόνια, η ποίηση δυσκολεύεται να συντονιστεί με τη δημιουργία του άλλου. Όποτε συνέβη, το βεγγαλικό έσβησε μάλλον νωρίς. Ίσως το στοίχημα του ποιητή για τη νέα δεκαετία είναι να εκφράσει ατομικότητες και όχι συλλογικότητες. Ίσως πίσω από κλειστές πόρτες και οθόνες που αναβοσβήνουν, να σιγοκαίει το αίτημα της ποίησης για το από εδώ και στο εξής. Η συνείδησή μου, πάντως, δυσκολεύεται να εξοικειωθεί με κάτι τέτοιο. Οψόμεθα.
Ο Χρήστος Α. Μιχαήλ γεννήθηκε το 1986 στη Σαλαμίνα. Το 2019 κυκλοφόρησε η ποιητική του συλλογή «Τρεις τελείες», από τις εκδόσεις Μελάνι. Κωνσταντίνος Πρωτόπαπας
Η δεκαετία που μας πέρασε άφησε το στίγμα της οικονομικής κρίσης σχεδόν σε όλον τον πληθυσμό που ζει στον ελλαδικό χώρο. Δέκα χρόνια ήταν αυτά και από δίπλα η τέχνη –το δίχως άλλο. Νέες ιδέες, νέοι εκφραστές, μια ακόμη γενιά προσπάθησε να βγάλει όλο αυτό το σφίξιμο σε συναίσθημα. Μα είναι φορές που η γενιά αυτή δείχνει μπερδεμένη. Βιάζεται όπως η εποχή της, γράφει λέξεις περίεργες, χάνει το νόημα μέσα στη φλυαρία των καιρών. Η ποίηση έχει αποξενωθεί και διώχνει το δυνητικό της κοινό. Υπάρχουν, αλήθεια, πολλά βαρετά ποιήματα, δίχως αρχή και τέλος. Συλλογές που θες να τις κλείσεις μετά από την πρώτη σειρά, γραμμένες με μια επιτηδευμένη, ξύλινη γλώσσα που μπλέκει άγαρμπα τον αναγνώστη. Μια αμφίδρομη σχέση απόστασης, ποιητή - αναγνώστη, έχει δημιουργηθεί και αυτό το χάσμα χρειάζεται να γεφυρωθεί. Μα υπάρχει και η άλλη πλευρά. Αν διώξεις κάποια σύννεφα και ψάξεις βαθιά, θα ανακαλύψεις ένα άλλο σύμπαν. Γιατί υπάρχουν ποιητές με ορμή και σθένος, έτοιμοι να τσαλακωθούν. Ποιητές με ένα τσουβάλι αλήθειες, χωρίς ταμπού, που δεν φοβούνται να πατήσουν τις λάσπες. Ποιητές με πάθος. Και γράφεις, γιατί εκφράζεσαι καλύτερα με τις λέξεις παρά με τα λόγια, ίσως γιατί είσαι γήινος, ίσως γιατί έτσι μόνο τα καταφέρνεις. Και εκδίδεις, έστω και με τα πενιχρά σου έσοδα, έστω και με όρους που δεν σου αρμόζουν. Τίποτε και κανένας δεν θα σου χαριστεί. Όλα έχουν ένα κόστος. Είναι δύσκολο αυτό, μα είναι ωραίο να τα καταφέρνεις και στο τέλος της ημέρας να λες, ναι ρε φίλε άξιζε τελικά. Γι’ αυτό συνεχίζεις.
Ο Κωνσταντίνος Πρωτόπαπας γεννήθηκε το 1980 στην Κόρινθο. Το 2019 κυκλοφόρησε η ποιητική του συλλογή «Η απορία του Τσιν», από τις εκδόσεις Σμίλη.