Ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης δεν απέφυγε τελικά τη συζήτηση για τον κατώτατο μισθό, όπως είχε προτείνει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας. Στην αρχή ο πρωθυπουργός είχε αποφύγει να απαντήσει, στη συνέχεια ανέθεσε στον αρμόδιο υπουργό Εργασίας, κ. Γ. Βρούτση, να απαντήσει, ο οποίος χαρακτήρισε «αντιεπιστημονική» την άποψη για την αύξηση του κατώτατου μισθού και ότι προβάλλεται μόνο για να χαϊδέψει τα αυτιά του απλού κόσμου. Πρόκειται, δηλαδή, σύμφωνα με τον υπουργό, για μια «λαϊκιστική πολιτική». «Η κυβέρνηση», συνέχισε, «βαδίζει υλοποιώντας την εκσυγχρονιστική της πολιτική». Ποια είναι αυτή η εκσυγχρονιστική πολιτική; Αποκαλύφθηκε πλήρως στη διάρκεια της πολύωρης συζήτησης στη Βουλή, προχθές την Παρασκευή. Στην ομιλία του ο πρωθυπουργός απέφυγε να μιλήσει για το καυτό ζήτημα της αύξησης του κατώτατου μισθού, γενικεύοντας όμως τη συζήτηση για τα εργασιακά, κοινωνικά και άλλα ζητήματα (πλην του ασφαλιστικού, γιατί άραγε;).
Υποδείξεις από τον ΣΕΒΤόσο στην πρωτολογία του, όσο και στη δευτερολογία του, εκτός από την κριτική εναντίον της αξιωματικής αντιπολίτευσης, προσπάθησε να ωραιοποιήσει την κατάσταση και να τονίσει πως θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα ευνοϊκό πλαίσιο για την προσέλκυση των επενδυτών. Ασαφώς τη συζήτηση και την απόφαση για το ζήτημα του κατώτατου μισθού τη μετέθεσε για το καλοκαίρι. Σαφές, όμως, ήταν πως είχε λάβει το μήνυμα που ο ΣΕΒ δημοσίευσε λίγο νωρίτερα στο μηνιαίο δελτίου του: «να επιδειχθεί σύνεση από την πολιτεία στην αύξηση του κατώτατου μισθού το 2020, καθώς μια επανάληψη της μαξιμαλιστικής πολιτικής του 2019 θα έχει αρνητικές συνέπειες για την οικονομία». Γιατί, όπως υποστηρίζει, «φαίνεται να έχουν οδηγήσει σε επιβράδυνση την απασχόληση» οι αυξήσεις που έγιναν πέρυσι, δηλαδή το 2019 με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Την υπόδειξη-συμβουλή του ΣΕΒ τήρησε με ευλάβεια ο κ. Μητσοτάκης. Για να επιτεθεί, όμως, από το βήμα της Βουλής κατά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όπως μερικούς μήνες πριν στην τότε κυβέρνηση. Με τα ίδια ακριβώς επιχειρήματα, έτσι έδωσε τη δυνατότητα στον Αλέξη Τσίπρα να καταγγείλει την πολιτική, ασκώντας ταυτόχρονα έντονη κριτική για την περίοδο 2011-2014 την πιο σκληρή περίοδο των μνημονίων.
Αφωνία των συνδικάτωνΕδώ, όμως, μας ενδιαφέρει να δούμε εκτός από τους βιομηχάνους, τι είπε και η άλλη πλευρά. Τι είπαν τα συνδικάτα; Και τι είπε η ηγεσία της ΓΣΕΕ; Σχεδόν τίποτα. Ίσως γιατί είναι απασχολημένη με το συνέδριο που θέλει να πραγματοποιήσει σε πολύ σύντομο διάστημα, σε δύο εβδομάδες, για να αποκατασταθεί επιτέλους η νομιμότητα... Ένας άλλος λόγος είναι ότι η ηγεσία της ΓΣΕΕ αισθάνθηκε να έχει παραγκωνισθεί απ΄ όλη αυτή τη διαδικασία. Έτσι δεν είναι τυχαίο ότι η κ. Φώφη Γεννηματά υποστήριξε την άποψη ότι το θέμα της αύξησης του κατώτατου μισθού θα έπρεπε να το αντιμετωπίσουν οι κοινωνικοί εταίροι. Με την άποψη αυτή συμφώνησε ο Αλέξης Τσίπρας, με την προϋπόθεση, όπως τόνισε, ότι η αύξηση θα έχει πάτωμα το 7,5% για το 2020 και 7,5% για το 2021. Και συμπλήρωσε: «εάν οι κοινωνικοί εταίροι αποφασίσουν μεγαλύτερη αύξηση, να το αποφασίσουν». Τέλος, τόνισε ότι μπορούν «να καταθέσουν μαζί αυτή την πρόταση».
Ιδού η Ρόδος ιδού και το πήδημα.
Μ. Κοβάνης