Η ζωή και ο τραγικός θάνατος του σκωτσέζου δρομέα Ερικ ΛίντελΚατέκτησε χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς αγώνες του 1924, πέθανε στις 21 Φεβρουαρίου του 1945 σε στρατόπεδο συγκέντρωσης του Ιαπωνικού στρατού και η ζωή του έγινε ταινία. Ο λόγος για τον χαρισματικό σκωτσέζο δρομέα Έρικ Χένρι Λίντελ που κατάφερε στα 43 χρόνια ζωής να γίνει θρύλος εντός και εκτός γηπέδων. Γεννήθηκε στις 16 Ιανουαρίου του 1902 στην πόλη Τιέν Τσιν της Κίνας, καθώς ο πατέρας του ήταν ιεραπόστολος εκεί, ενώ σε ηλικία πέντε χρονών μετακόμισε οικογενειακά στο Εδιμβούργο και η ενασχόλησή του με τον αθλητισμό δεν άργησε να έρθει. Πρώτα ασχολήθηκε με το ράγκμπι και μετέπειτα με τον κλασικό αθλητισμό, όπου κατάφερε να αφήσει το στίγμα του και να τρέξει στο υψηλότερο επίπεδο που γινόταν στους δρόμους ταχύτητας. Το 1920 γράφτηκε στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, όπου εντάχθηκε στην φοιτητική ομάδα ράγκμπι. Από εκεί κέρδισε μια θέση στην Εθνική ομάδα ράγκμπι της Σκωτίας. Το 1922 και το 1923, έπαιξε σε επτά από τα οκτώ ματς του κορυφαίου τουρνουά ράγκμπι στο κόσμο αυτό των πέντε εθνών (Αγγλία, Σκωτία, Ιρλανδία, Ουαλία, Γαλλία). Παράλληλα ασχολήθηκε με τους δρόμους ταχύτητας του στίβου, εκεί απέκτησε το παρατσούκλι “Ιπτάμενος Σκωτσέζος”. Ο Ερικ Λίντελ μαζί με τον αθλητισμό καλλιεργούσε και την χριστιανική του πίστη. Η θρησκευτική ευλάβεια του Λίντελ θα αποτυπωνόταν ιδανικά από μία φράση που είχε πει πολλές φορές στη ζωή του: «Η Κυριακή είναι αφιερωμένη στο Θεό». Μια φράση που θα τηρούσε ακόμα και στους Ολυμπιακούς αγώνες του Παρισίου.
Το ολυμπιακό μετάλλιοΣτο εθνικό πρωτάθλημα στίβου του 1923 ο Λίντελ έκανε εξαιρετική εμφάνιση και όλοι πίστευαν ότι ένα χρόνο μετά στους Ολυμπιακούς αγώνες του Παρισίου θα σάρωνε τα μετάλλια. Ο σκωτσέζος αθλητής είχε ενημερωθεί για το πρόγραμμα των αγώνων τουλάχιστον μισό χρόνο πριν και είχε πάρει την απόφαση να μην τρέξει στα 100μ. και στις σκυταλοδρομίες. Ο λόγος; Τα αγωνίσματα διεξάγονταν Κυριακή, ημέρα που ο Λίντελ είχε αφιερώσει στο θεό. Ολη του τη ζωή. Ο Λίντελ κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο στα 200μ. και δυο μέρες μετά πήρε το χρυσό στα 400μ.. Η επιστροφή του στην πατρίδα ήταν θριαμβευτική. Ηταν οι τελευταίες στιγμές αθλητικής αποθέωσης για τον Σκωτσέζο δρομέα. Λίγους μήνες μετά επέστρεψε στη γενέτειρά του, Κίνα, ώστε να βρεθεί στο πλευρό του ιεραπόστολου πατέρα του. Το 1943 πήρε την απόφαση να διδάξει τη χριστιανική πίστη στην πόλη Ουέι Φανγκ. Εκεί όμως συνελήφθη από τον ιαπωνικό στρατό και οδηγήθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, καθώς θεωρήθηκε κατάσκοπος των βρετανικών δυνάμεων. Οι συνθήκες στα ιαπωνικά στρατόπεδα ήταν φρικτές για τους αιχμαλώτους και ελάχιστοι επέστρεψαν ζωντανοί. Μάλιστα σε μία από τις τελευταίες επιστολές του, ο Λίντελ έγραψε ότι είχε υποστεί νευρικό κλονισμό από τον βαρύ φόρτο εργασίας στο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Πέθανε στις 21 Φεβρουαρίου 1945, σε ηλικία μόλις 43 ετών, από εγκεφαλική αιμορραγία.
Ο τάφος του παρέμενε άγνωστος μέχρι το 1990, όταν τον ανακάλυψε ο άγγλος μηχανικός Τσαρλς Ουόκερ.
Οι δρόμοι της φωτιάςΟ χαρισματικός σκοτσέζος δρομέας αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης για ένα από τα αριστουργήματα του παγκόσμιου κινηματογράφου, την ταινία «Οι δρόμοι της φωτιάς» (1982). Ο σκηνοθέτης Χιου Χάτσον και ο σεναριογράφος Κόλιν Γουέλαντ έφτιαξαν το σενάριο μετά από εκτεταμένη έρευνα, που κράτησε σχεδόν δύο χρόνια, και στηρίχθηκε στην ιστορία του Έρικ Λίντελ και του εβραϊκής καταγωγής άγγλο Χάρολντ Έιμπραμς. Οι δυο χρυσοί Ολυμπιονίκες στο Παρίσι ο μεν Έιμπραμς στα 100 μ., ο δε Λίντελ στα 400 μ.
Η ιδέα για την ταινία ανήκε στον άγγλο παραγωγό Ντέιβιντ Πάτναμ, ο οποίος διάβασε ένα βιβλίο με την ιστορία του Έρικ Λίντελ το 1977. Ο σεναριογράφος έχοντας την ατυχία να μην προλάβει στη ζωή τον Έιμπραμς, που πέθανε τον Ιανουάριο του 1978. Σημαντικό ρόλο στην ταινία παίζει η μουσική, που έγραψε ο Βαγγέλης Παπαθανασίου. Γι’ αυτό και πήρε το Όσκαρ πρωτότυπης μουσικής. Παρόλο που η ταινία αναφέρεται στη δεκαετία του ‘20, ο Vangelis χρησιμοποίησε ηλεκτρονικούς ήχους της δεκαετίας του ‘80, με ευρεία χρήση συνθεσάιζερ και πιάνου. Ήταν ένα τόλμημα που απέδωσε, γιατί στις ταινίες εποχής συνηθιζόταν να γράφεται συμφωνική μουσική. Ιδιαίτερα η μουσική των τίτλων έναρξης θεωρείται από τις κορυφαίες και δημοφιλέστερες στιγμές στην ιστορία της κινηματογραφικής μουσικής.
Στις 27 Μαΐου 1981 οι “δρόμοι της φωτιάς” θα κερδίσουν το βραβείο δεύτερου ανδρικού ρόλου (Ίαν Χολμ) και το Οικουμενικό Βραβείο της κριτικής επιτροπής, ενώ ήταν υποψήφια για τον Χρυσό Φοίνικα. Την ίδια χρονιά ανακηρύχθηκε καλύτερη βρετανική ταινία, κατά τη διάρκεια της απονομής των κινηματογραφικών βραβείων BAFTA στο Λονδίνο. Τον επόμενο χρόνο ήταν υποψήφια για επτά Βραβεία Όσκαρ. Στην τελετή της 29ης Μαρτίου 1982 κέρδισε τέσσερα: καλύτερης ταινίας (Ντέιβιντ Πάτναμ), πρωτότυπης μουσικής (Βαγγέλης Παπαθανασίου), πρωτότυπου σεναρίου (Κόλιν Γουέλαντ) και κοστουμιών (Μιλένα Κανονέρο).
Μ. Διόγος