Συνέντευξη του Μαροκινού πολυβραβευμένου και πολυμεταφρασμένου συγγραφέα Μαχί Μπινμπίν

Μετά το βιβλίο «Τα αστέρια του Σίντι Μουμέν» οι εκδόσεις Άγρα κυκλοφόρησαν ένα δεύτερο μυθιστόρημα του Μαροκινού πολυβραβευμένου και πολυμεταφρασμένου συγγραφέα Μαχί Μπινμπίν, το «Χαρράγκα - Αυτοί που καίνε τα χαρτιά τους» (περισσότερα γι’ αυτό στην επόμενη σελίδα), που έχει θέμα το πέρασμα μεταναστών και προσφύγων από το στενό του Γιβραλτάρ. Με την ευκαιρία αυτή, ο συγγραφέας παραχώρησε συνέντευξη στην «Εποχή» – και στην «Εποχή των βιβλίων» – όπου μιλάει για τη δική του κραυγή κατά της φρίκης.

Τη συνέντευξη πήρε ο Μανώλης Πιμπλής

Το βιβλίο θίγει το δύσκολο θέμα της μετακίνησης των σύγχρονων προσφύγων και μεταναστών προς την Ευρώπη και της παράνομης διακίνησής τους μέσω θαλάσσης. Από το 1999 που γράψατε το βιβλίο, τι βλέπετε να έχει αλλάξει;
Όταν έγραψα το βιβλίο το 1999, λίγοι άνθρωποι είχαν συνειδητοποιήσει την έκταση του δράματος. Μαζί με το νερό, πρόκειται για το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτού του αιώνα. Έπρεπε να φτάσουμε να δούμε την τραγωδία των boat-people για να αντιληφθούμε τη σοβαρότητα του φαινομένου. Η Μεσόγειος έγινε νεκροταφείο για τους νέους κολασμένους της γης. Εκείνη την εποχή μιλούσαμε για τρεις νεκρούς τη μέρα, σήμερα δεν τους μετράμε πια.

Η απόσταση Μαρόκο - Γιβραλτάρ είναι μόλις 17 χιλιόμετρα. Και η απόσταση Λέσβος - Τουρκία είναι μικρότερη από 10 χιλιόμετρα. Ωστόσο αυτή η μικρή απόσταση μοιάζει σαν αδιάβατο πέρασμα ή σαν να ενσαρκώνει για πολλούς την ελπίδα να περάσουν από την κόλαση στον παράδεισο. Ταυτόχρονα, οι νεκροί της Μεσογείου σε άλλους ευρωπαίους προκαλούν πόνο και διάθεση αλληλεγγύης, για άλλους όμως – ίσως τους περισσότερους – αντιμετωπίζονται με μια απλή ενόχληση ή και αδιαφορία… Τι αισθήματα σας προκαλούν όλα αυτά;
Υπάρχει μεγάλη υποκρισία σε σχέση με την παράνομη μετανάστευση. Η Ευρώπη γερνάει και έχει ζωτική ανάγκη νέου αίματος ώστε να πληρώνονται οι συντάξεις και κάποιοι να κάνουν τις άχαρες εργασίες... Η Γερμανία το κατάλαβε και άνοιξε τα σύνορά της στους πρόσφυγες, είτε πολιτικούς, είτε οικονομικούς. Αλλά η κυρία Μέρκελ το πληρώνει αυτό πολύ ακριβά. Σε μια πλούσια Ευρώπη στην οποία ανθίζει ο λαϊκισμός, είναι δύσκολο να υπερασπιστεί κανείς τέτοιες απόψεις. Υπάρχουν βέβαια και υπέροχοι άνθρωποι που, κατά περίπτωση, φτάνουν μέχρι την πολιτική ανυπακοή, φιλοξενούν και βοηθούν μετανάστες χωρίς χαρτιά. Άλλες χώρες, όπως η Ισπανία, ενώ δεν μπορούν να λένε όχι σε αυτά τα πειθήνια και φτηνά εργατικά χέρια για τη συγκομιδή... την ίδια στιγμή τους κυνηγούν...

Έχει νόημα η Ευρώπη να χτίζει φρούρια στην εποχή μας;
Δεν μπορείς να βάλεις συρματοπλέγματα γύρω από την Ευρώπη. Είναι μια ουτοπία. Οι άνθρωποι είναι σαν τα πουλιά, πηγαίνουν όπου η ζωή είναι πιο γλυκιά. Θα μπουν στα αμπάρια των πλοίων, στα φορτηγά με τα εμπορεύματα, σε αυτοσχέδια πλεούμενα...

Είναι ωστόσο αλήθεια ότι το προσφυγικό έχει βγάλει στην επιφάνεια ακροδεξιά αντανακλαστικά και έχει κλονίσει τη συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ποια είναι τα λάθη των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων επ’ αυτού ή πώς πιστεύετε ότι θα έπρεπε να δράσουν;
Οι αφορμές δεν λείπουν αν θες να βγάλεις το φίδι από το αυγό του. Έχεις οικονομία που δεν πάει καλά και δείχνεις με το δάχτυλο τον ξένο... Έχεις κορωνοϊό και κακομεταχειρίζεσαι τους σχιστομάτηδες.

Υπάρχει μια συζήτηση στην Ελλάδα, από ορισμένες πλευρές, άλλοτε ευθέως και άλλοτε κεκαλυμμένα, για το αν οι αιτούντες άσυλο είναι πραγματικοί πρόσφυγες ή μετανάστες. Και για το αν πρέπει να κρατούνται μόνο όσοι ονομάζονται πρόσφυγες και οι άλλοι να απελαύνονται. Πιστεύετε ότι θα έμπαινε ποτέ μια οικογένεια ή ακόμα και ένας άντρας μόνος, σε επικίνδυνες βάρκες, αν δεν βρισκόταν σε απόλυτη απελπισία για οποιοδήποτε λόγο; Υπάρχουν άλλες αιτίες, όπως λ.χ. ότι στη σύγχρονη εποχή μπορεί κανείς να δει από παντού πώς ζουν οι άλλοι μέσω της ηλεκτρονικής ενημέρωσης και του διαδικτύου; Με άλλα λόγια: υπήρχαν και σε άλλες εποχές καταστάσεις πολέμων και πείνας. Τα προσφυγικά κύματα όμως σήμερα έχουν πάρει πρωτοφανείς διαστάσεις. Υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος γι’ αυτό;
Όλες οι αιτίες στις οποίες αναφέρεστε είναι υπαρκτές. Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει όταν βλέπουμε τους πρόσφυγες να καταφτάνουν αφού η Δύση τους αποσταθεροποιεί στη χώρα τους. Αφού, για το πετρέλαιο, με το πρόσχημα της ανάπτυξης όπλων μαζικής καταστροφής, βάζει φωτιά σε μια ήδη ασταθή Μέση Ανατολή. Ναι, υπάρχουν προσφυγικά κύματα που τα προκαλεί η ίδια η Δύση. Ναι, βυθίζουν την Αφρική σε ακόμα μεγαλύτερη φτώχεια λεηλατώντας την, έχοντας υπό τον έλεγχό τους τους δικτάτορές της, κρατώντας της το κεφάλι κάτω από το νερό με τα φράγκα CFA ή με τα δάνεια του ΔΝΤ. Ναι, τα δορυφορικά κανάλια μάς πουλάνε ένα καλύτερο κόσμο στις χώρες σας. Όπως πουλάνε και παράδεισο στα κηρύγματα των ισλαμιστών, ισλαμιστών από τους οποίους πληττόμαστε περισσότερο εμείς από όσο πλήττεστε εσείς...

Το Μαρόκο, σε κυβερνητικό επίπεδο αλλά και σε επίπεδο απλών πολιτών, πώς βλέπει αυτό το ζήτημα; Ποια είναι η αντίδραση στο θέαμα των πλοιαρίων που φεύγουν και από τις δικές τους ακτές; Πώς μεταχειρίζεται τους ξένους που περνούν από τη χώρα για να πάνε στην Ευρώπη;
Μια χώρα που χάνει τη νεολαία της, είναι μια χώρα που έχει υποστεί αφαίμαξη. Κανείς δεν θέλει να βλέπει τα παιδιά του να παρασύρονται από κανίβαλους κεκράχτες και λαθρεμπόρους, να τα καταπίνει μια θάλασσα-κανίβαλος ούτε, αν σταθούν τυχεροί και καταφέρουν να διασχίσουν το στενό ζωντανοί, να τα καταβροχθίζουν κανίβαλοι εργοδότες.

Όταν ξεκινήσατε να γράφετε το βιβλίο, σκεφτήκατε πολύ πάνω στη δομή και πώς θα γράφατε για ένα τόσο ευαίσθητο ζήτημα; Ποια ήταν η συγγραφική διαδικασία στη συγκεκριμένη περίπτωση;
Όχι, δεν υπάρχει κάτι δομημένο. Όλα μου τα βιβλία έχουν ως σημείο εκκίνησης μια κραυγή θυμού. Ήμουν στη Νέα Υόρκη όταν διάβασα σε μια εφημερίδα ότι υπήρχαν τρεις νεκροί την ημέρα στο στενό του Γιβραλτάρ. Τρεις νεκροί κάθε μέρα που ξημερώνει ο Θεός. Ήμασταν στα 1997. Το θέμα δεν είχε προκαλέσει ακόμα αίσθηση. Ταξίδεψα στην Ταγγέρη για να καταλάβω τι μας συνέβαινε. Μίλησα πολύ με τους υποψήφιους προς αναχώρηση. Πέρα από την αεργία και την περιφρόνηση απέναντι σε μια κοινωνία που τους αφήνει στου δρόμου την άκρη, αυτοί οι νέοι δεν κάνουν όνειρα πια στη χώρα τους. Θέλουν να φύγουν απλώς για να φύγουν. Να φύγουν για να μη μείνουν.



Μπήκατε ποτέ στον πειρασμό να ζωγραφίσετε τη φρίκη; Και αν ναι, με ποιο τρόπο το κάνατε;
Επιβάλλω στον εαυτό μου στρατιωτική πειθαρχία ώστε να μπορώ να φέρνω εις πέρας τις διάφορες καλλιτεχνικές μου καριέρες. Γράφω το πρωί και ασχολούμαι με τη ζωγραφική και τη γλυπτική το απόγευμα. Όταν όλο το πρωί μπαίνω στο πετσί ενός παράνομου μετανάστη, το απόγευμα αναπόφευκτα ζωγραφίζω μια αυτοσχέδια σχεδία τίγκα στους μελλοθάνατους

Τι έχει μείνει κατά τη γνώμη σας από την «Αραβική Άνοιξη;». Και πώς βλέπετε τα πράγματα σήμερα στο Μαγκρέμπ, στο κοινωνικό και το πολιτικό πεδίο;
Στο Μαρόκο υπάρχει μια αληθινή κοινωνία των πολιτών που δεν περιμένει πια τίποτα από το κράτος. Οι άνθρωποι αποφάσισαν να πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους. Με τον σκηνοθέτη Nabil Ayouch δημιουργήσαμε πολιτιστικά κέντρα στις παραγκουπόλεις. Κάθε κέντρο απασχολεί χίλια παιδιά. Τους διδάσκουμε τον πολιτισμό της ζωής...

 

***


 

Στις ακτές της ελπίδας και της θλίψης


Μαχί Μπινμπίν «Χαρράγκα - Αυτοί που καίνε τα χαρτιά τους» (μτφ. Έλγκα Καββαδία, εκδ. Άγρα, 2019)

Ο τίτλος και μόνο του νέου βιβλίου του Μαροκινού συγγραφέα (και ζωγράφου και γλύπτη) μάς βάζει στο κλίμα. Χαρράγκα: μια αραβική λέξη για τους πρόσφυγες και μετανάστες που, περιμένοντας στις ακτές των αραβικών χωρών καθώς πασχίζουν να βρουν μια βάρκα για να φτάσουν στην Ευρώπη, καταστρέφουν τα χαρτιά τους. «Όλα σας τα έγγραφα. Διαβατήρια, ταυτότητες, χαρτιά γεννήσεως, διευθύνσεις. Κάθε τεκμήριο που θα μπορούσε να σας κάνει να αναγνωριστείτε. Θα πρέπει να είστε σχεδόν γυμνοί στην άλλη πλευρά. […] Ο διακινητής έσκαψε μια τρύπα μέσα στην άμμο, έβαλε μέσα όλα τα έγγραφα, τα έθαψε και επάνω έχωσε ένα ξύλο. Θα τα έκαιγε σίγουρα την επόμενη μέρα στο γυρισμό του».
Το Χαρράγκα είναι το δεύτερο βιβλίο του Μαχί Μπινμπίν που κυκλοφορεί στα ελληνικά, είχαν προηγηθεί τα Αστέρια του Σίντι Μουμέν, το 2016, από τον ίδιο εκδοτικό οίκο και την ίδια μεταφράστρια. Σε αυτό, ο Μπινμπίν αποτυπώνει τη σκληρή, χωρίς καμία προοπτική, ζωή στην παραγκούπολη Σίντι Μουμέν της Καζαμπλάνκα, μέσα από τα μάτια του Γιασίν, ενός αγοριού που αποφασίζει να γίνει βομβιστής αυτοκτονίας.
Στο Χαρράγκα, βλέπουμε μια ομάδα ανθρώπων από διάφορα σημεία της Αφρικής που περιμένουν στην ακτή της Ταγγέρης την κατάλληλη στιγμή που ο διακινητής θα τους δώσει το πράσινο φως για να μπουν στη βάρκα με την οποία θα αποπειραθούν να διασχίσουν το στενό και να φτάσουν στο Γιβραλτάρ. Μέσα στην ολοσκότεινη νύχτα, με το άγχος της αναμονής να τους πλακώνει, σκέφτονται, ελπίζουν («ήμασταν έτοιμοι να πιστέψουμε οτιδήποτε, φθάνει να καταφέρναμε να φύγουμε»), κρυώνουν, φοβούνται, θυμούνται. Μια νέα γυναίκα με το μωρό της, δύο άντρες από το Μάλι, δύο Μαροκινοί («ένας άνθρωπος από τον Νότο, ταπεινωμένος όπως ήμουνα, είναι ένα άτομο απρόβλεπτο, ικανό για κάθε είδους τρέλα»), ένας Αλγερινός πρόσφυγας, ξαγρυπνούν μαζί με άλλους, κοιτάζουν τα μαύρα νερά και τη σάπια βάρκα και ψάχνουν μέσα στο σκοτάδι μήπως καταφέρουν κάπου να διακρίνουν την «απαγορευμένη ακτή». Στην πρώτη τους προσπάθεια κάποιοι, έχοντας ήδη απελαθεί κάμποσες φορές από την Ευρώπη κάποιοι άλλοι, περιμένουν την κρίσιμη στιγμή που θα δουν το σινιάλο για να ξεκινήσουν για εκείνη την καλύτερη ζωή για την οποία έχουν αποφασίσει να ρισκάρουν τη ζωή τους, το σήμα για να ριχτούν σε μια περιπέτεια που μόνο ως εξαίρεση έχει χάπι εντ.
Λιτός όπως και στα Αστέρια…, ο Μπινμπίν γράφει ένα δυνατο μυθιστόρημα που, μέσα από τις προσωπικές ιστορίες των απελπισμένων που ψάχνουν για λίγη ελπίδα, κατορθώνει να συμπυκνώσει και να αποτυπώσει όλο το δράμα εκείνων που, θέλοντας να ζήσουν, ρίχνονται σε μια απεγνωσμένη περιπέτεια που πολύ συχνά καταλήγει στον θάνατο.

Κώστας Αθανασίου

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet