Της Όλγας Μπαλαούρα*Η πρόσφατη ανάδειξη της ανακατασκευής της πλατείας Ομονοίας προκάλεσε μεγάλη συζήτηση στον δημόσιο διάλογο. Τα αποκαλυπτήρια της σχεδιαστικής παρέμβασης του ‘συντριβανιού- χειρονομία’ αντιμετωπίστηκε από κάποιους με διθυραμβικά σχόλια και από άλλους- συμπεριλαμβανομένης και μερίδας του τύπου- κριτικά, τόσο όσο αφορά στην ίδια τη σχεδιαστική πρόταση, όσο και στη διαδικασία, ή για να είμαστε ακριβείς, στην αδιαφανή διαδικασία που ακολουθήθηκε.
Τα γεγονόταΠριν από περίπου ένα χρόνο η Πλατεία Ομονοίας περιφράζεται με έναν ψηλό και οπτικά αδιαπέραστο φράκτη από λαμαρίνα. Τότε, μέλη του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων απευθυνθήκαμε στις υπηρεσίες του Δήμου Αθηναίων, προκειμένου να μας ενημερώσουν περί τίνος πρόκειται. Από τον Δήμο μας είπαν ότι η πλατεία ήταν κλειστή γιατί πραγματοποιούνται έργα ανακατασκευής, στη βάση του σχεδίου του δημόσιου διαγωνισμού του 1998, τα οποία δεν υλοποιήθηκαν, όπως αρχικά προβλεπόταν. Με την αλλαγή της Δημοτικής Αρχής και την ανάληψη των καθηκόντων της τον περασμένο Σεπτέμβριο, το σχέδιο της πλατείας, έτσι όπως δημοσιοποιήθηκε από τον Δήμο μετά από ένα περίπου χρόνο περίφραξης, αλλάζει ριζικά και στη θέση της συντήρησης και αποκατάστασης του αστικού εξοπλισμού της εγκεκριμένης μελέτης του δημόσιου διαγωνισμού, εμφανίζεται ένα συντριβάνι περιμέτρου 30 μέτρων. Η χρηματοδότηση του έργου, κατασκευή και μελέτη, αποτελούν ιδιωτικές δωρεές της τεχνικής εταιρείας Ηλέκτωρ, του Ιδρύματος Λασκαρίδη, εφοπλιστών και ιδιοκτητών ξενοδοχείων του κέντρου της πόλης και εταιρείας που κατασκευάζει σιντριβάνια.
Από τα δημοσιεύματα που εμφανίσθηκαν στον τύπο, υποστηρικτές της ανάπλασης της πλατείας, στάθηκε ο Εμπορικός Σύλλογος Αθηνών, ο οποίος υποστηρίζει το πρότζεκτ για την “αναγέννηση” της πλατείας, στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας του «Ομόνοια, όπως παλιά».
Ποιος σχεδιάζει, για ποιους το κάνει και ποιος ελέγχει το παραγόμενο αποτέλεσμαΤα ζητήματα που αναδεικνύονται εδώ περιλαμβάνουν την ίδια τη διαδικασία παραγωγής του δημόσιου χώρου. Ο δημόσιος διαγωνισμός, η διαδικασία που θα νομιμοποιούσε την ανάπλαση της πλατείας και θα ήταν ο θεσμός εκείνος που θα εγγυόταν τη δημόσια διαβούλευση με την κοινωνία και τα όργανα που την εκπροσωπούν, όχι μόνο δεν επιλέχθηκε αλλά από τα μέχρι τώρα στοιχεία, η ανακατασκευή της πλατείας δεν εγκρίθηκε από κανένα όργανο δημοσίου συμφέροντος που αναφέρεται στην πόλη και στην αρχιτεκτονική, και το οποίο ελέγχεται από το κράτος (έγκριση του Συμβουλίου Πολεοδομικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεως (ΣΥΠΟΘΑ), Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής κ.α).
Η αδιαφάνεια της διαδικασίας δεν εγείρει μόνο ερωτήματα για πιθανές αυθαιρεσίες, αλλά κυρίως αναδεικνύει την αδιαφορία της Δημοτικής Αρχής στην έννοια της δημόσιας σφαίρας και της δημοκρατίας. Η συζήτηση που αφορά τους ίδιους τους χρήστες του δημόσιου χώρου και η συζήτηση που πρέπει να κάνει η Αθήνα για το τι πλατεία θέλει, δεν έγινε ποτέ. Για την Ομόνοια η αρχιτεκτονική του δημόσιου χώρου έγινε ιδιωτική υπόθεση και ο σχεδιασμός ιδιωτική χορηγία.
Η σχεδιαστική λύση Το δεύτερο ζήτημα αφορά στον σχεδιασμό τον ίδιο: κυκλικός κόμβος κυκλοφορίας με αναφορά σε ένα αντικείμενο, στο πλαίσιο της εικονογραφίας της τουριστικής οικονομίας της πόλης, όπως επιλέχθηκε από τη δημαρχία Μπακογιάννη, ή τετράγωνος χώρος στάσης συνάθροισης κτλ, για τους περαστικούς και τους χρήστες του δημόσιου χώρου, όπως συμπεριλήφθησαν στη μελέτη του 1998, αποτελούν σχεδιαστικές λύσεις που επιλέγονται και αποτελούν μείζονα πολεοδομικά, ιδεολογικά και λειτουργικά προβλήματα. Αφενός το ερώτημα είναι αν ένα συντριβάνι, δηλαδή ένα αντικείμενο, μπορεί να αποτελέσει αρχιτεκτονική πρόταση. Αφετέρου όμως, η κοινωνία έχει τους δικούς της τρόπους να οικειοποιείται το δημόσιο χώρο. Δεν είναι σπάνια τα εγχώρια και διεθνή παραδείγματα σχεδιαστικών λύσεων που δεν «δούλεψαν», όπως δεν είναι και λίγες οι παρεμβάσεις που προέκυψαν από την έλλειψη σχεδιασμού ή ελάχιστου σχεδιασμού, και παρόλα αυτά πλαισιώνονται και λειτουργούν από και για τους πολίτες.
Ο μητροπολιτικός χαρακτήρας της πλατείας ΟμονοίαςΑυτό που πρέπει να μας ανησυχεί είναι το πως μία από τις πιο κεντρικές πλατείες μητροπολιτικού χαρακτήρα ανακατασκευάζεται χωρίς να εντάσσεται στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης χωρικής παρέμβασης που να λαμβάνει υπόψιν τις χρήσεις γης, τους φορείς της πόλης και τους χρήστες της, τις πολεοδομικές, περιβαλλοντικές και κυκλοφοριακές ρυθμίσεις του κέντρου πόλης, τον- γιατί όχι- συμμετοχικό σχεδιασμό, μια ολοκληρωμένης δηλαδή σχεδιαστικής παρέμβασης, και όχι ενός σημειακού design.
Ο ιδιωτικός σχεδιασμός και η απαξίωση του δημόσιου χώρουΤα γεγονότα που συνέβησαν στην πλατεία Ομονοίας δεν αποτέλεσαν κεραυνό εν αιθρία. Από την αρχή της κρίσης και μέχρι σήμερα αυτό που όρισε την αναπτυξιακή δυναμική του κέντρου ήταν η ίδια η κτηματαγορά, κυρίως στην κατεύθυνση του αστικού τουρισμού. Η πορεία αυτή συμπίπτει με τη συνεχόμενη επί δύο θητείες δημαρχία Καμίνη, η οποία δεν έκανε καμία παρέμβαση για το δημόσιο χώρο. Τα ηνία παίρνει σήμερα η διοίκηση Μπακογιάννη που με την έναρξη των καθηκόντων της εγκαινιάζει δημόσιο χώρο σχεδιασμένο από την ίδια την αγορά και μάλιστα εν κρυπτώ. Ο νέος δήμαρχος έρχεται σήμερα να αποδείξει πως μπροστά στη μίνιμουμ ιδιωτική θέληση και την αυτορρύθμιση της αγοράς, οι δημόσιοι θεσμοί και η κοινωνία είναι προϋποθέσεις περιττές.
Τα αποκαλυπτήρια της Πλατείας Ομονοίας συμβολίζουν με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο την παγιωμένη αντίληψη του συστήματος εξουσίας για την απαξίωση του δημόσιου χώρου, ως χώρου που ταυτίζεται με το Πολιτικό και τη δημόσια διαβούλευση, τόσο στον σχεδιασμό, όσο και στη καθημερινή λειτουργία της αστικής ζωής.
Ωστόσο, ενώ στην περίπτωση της Ομόνοιας, οι προθέσεις του Δήμου εξυπηρετούν τη λογική της μετάλλαξης του δημόσιου χώρου σε αισθητικοποιημένη χειρονομία, με τον οικείο- νοσταλγικό συμβολισμό του συντριβανιού στο πνεύμα της «Αθήνας όπως παλιά», φορτισμένο με μπόλικη ασφάλεια και καθαριότητα, δεν ξέρουμε αν στο μέλλον οι κοινωνικές δυναμικές θα καταστήσουν τον χώρο γύρω από το συντριβάνι χώρο συνάθροισης, κοινωνικής ετερότητας και ζύμωσης.
* Η Όλγα Μπαλαούρα είναι Διδάκτορας Πολεοδομίας και Αρχιτέκτονας