Αναφορικά με τον Γούντι Άλεν
Την προηγούμενη εβδομάδα με την ακύρωση της έκδοσης της αυτοβιογραφίας του Γούντι Άλεν, «Apropos to nothing» (Αναφορικά με το τίποτα), από τον αμερικάνικο εκδοτικό οίκο Hachette, μετά από διαμαρτυρία των 75 υπαλλήλων του, ένα νέο ερωτηματικό αντικατέστησε το όχι τόσο παλιό «Τό ’κανε ή δεν τό ’κανε;»: «Ο Γ. Άλεν δικαιούται να δημοσιοποιήσει την εκδοχή του ή όχι;». «Όχι» διακηρύσσει ο φυσικός γιος του Ρόναν Φάροου, ο οποίος χαρακτήρισε προδοσία την έκδοση του βιβλίου του Άλεν, καθώς κι ο ίδιος στον Hachette είχε εμπιστευτεί το δικό του.«Ελπίζουμε να εκδοθεί το βιβλίο στις 27 Απριλίου, στη Γαλλία», δήλωσε ο Μανουέλ Καρκασόν, διευθυντής των Editions Stock, παράρτημα της Hachette livre. «Θα κυκλοφορήσει στις 9 Απριλίου, όπως έχει προγραμματιστεί», ανακοίνωσε η Ελιζαμπέτα Σγκάρμπι, υπεύθυνη του ιταλικού εκδοτικού οίκου La nave di Teseo, τον οποίο η ίδια και πολλοί συγγραφείς, ανάμεσά τους οι Φούριο Κολόμπο, Ουμπέρτο Έκο, Σάντρο Βερονέζι, είχαν δημιουργήσει το 2015. Στην Αμερική η ακύρωση της έκδοσης έθιξε μόνο την ευαισθησία που αφορά την ελευθερία του λόγου. «Δεν δίνω πεντάρα για τον Γούντι Άλεν» δήλωσε ο Στίβεν Κινγκ «ποιος θα φιμωθεί στη συνέχεια με νοιάζει».
Το 1992, τη χρονιά που δημοσιοποιήθηκε η σχέση του Γούντι Άλεν με την 21χρονη υιοθετημένη κόρη της Φάροου, Σουν-Γιν, οι ισχυρισμοί της Φάροου περί του βιασμού της 7χρόνης κόρης τους, Ντύλαν, καταρρίφθηκαν μετά από πολύμηνες έρευνες δύο ανεξάρτητων ομάδων γιατρών και νομικών, και το δικαστήριο επέτρεψε στον Άλεν να βλέπει τα παιδιά.
Αυτός είχε επιλέξει στην υπερασπιστική του γραμμή να μην αναφερθεί στο πλούσιο σε σκάνδαλα, βία, ποινικές πράξεις και ψυχικές ασθένειες, οικογενειακό και προσωπικό ιστορικό της Φάροου αλλά ούτε και στο αν και με ποιους όρους έβλεπε τα παιδιά του. Συνέχισε για σχεδόν μια 25ετία να παραδίδει στο κοινό μια ταινία το χρόνο, στην πιο ώριμη καλλιτεχνικά περίοδο της ζωής του, πλαισιωμένος από τους φίλους και τους συνεργάτες του, ενώ το θέμα ξεφούσκωσε και στα σκανδαλοθηρικά έντυπα.
Το σκάνδαλο
Γουαϊνστάιν επανέφερε βίαια μια υπόθεση που είχε κλείσει και ίσως το μεγαλύτερο ενδιαφέρον εστιάζεται στους δύο «μονομάχους» της οικογένειας Φάροου. Από τη μια, τον Μόουζες, ένα από τα δέκα υιοθετημένα παιδιά της Φάροου, από την Κορέα, και βασικό μάρτυρα υπεράσπισης του Γούντι Άλεν το 1992. Δεκατεσσάρων ετών, τότε, ο Μόουζες Φάροου, και λόγω ηλικίας, είχε κριθεί αξιόπιστος μάρτυρας. Σήμερα ως ψυχαναλυτής-οικογενειακός σύμβουλος είναι αυτός που αποδόμησε την εικόνα της οικογένειάς του δημόσια, εκθέτοντας, μεταξύ άλλων, την αφόρητη ψυχολογική βία που είχαν υποστεί από τη μητέρα τους τα παιδιά, προκειμένου να υιοθετήσουν την εκδοχή της στην υπόθεση, καθώς και την εμμονή της να υιοθετεί παιδιά από όλο τον κόσμο, με την προϋπόθεση αυτά να πάσχουν από κάποια σοβαρή ψυχική ασθένεια ή φυσική ανεπάρκεια, υπογραμμίζοντας ότι «ήταν πολύ σημαντικό για τη μητέρα μου να προβάλει στον κόσμο την εικόνα μιας ευτυχισμένης οικογένειας αποτελούμενη από βιολογικά και υιοθετημένα παιδιά, αλλά αυτό απείχε πολύ από την πραγματικότητα». Ενώ η φράση του, απευθυνόμενος στους ηθοποιούς που έπαιξαν στις ταινίες του πατέρα του και τώρα δηλώνουν ότι το έχουν μετανιώσει, συμπυκνώνει λιτά τόσο τους όρους που διέπουν το Χόλυγουντ, όσο και τη δική του θέση: «Βιαστήκατε να τοποθετηθείτε, για να μη σταθείτε από τη λάθος μεριά του κινήματος. Σκεφτείτε ότι εγώ ήμουν εκεί, σε ’κείνο το σπίτι, σε ’κείνο το δωμάτιο».
Όμως ο πραγματικός πρωταγωνιστής του δράματος είναι ο φυσικός γιος του Άλεν, Ρόναν, που το 1992 ήταν πέντε χρονών. Ευφυής και λαμπερός, με εξαιρετική ευγλωττία, αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή στα 21. Υποστήριζε πάντα την άποψη της μητέρας του και είναι αυτός που με την έρευνά του έφερε στο φως της δημοσιότητας την υπόθεση
Γουαϊνστάιν, -κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ γι’ αυτό- πιστώθηκε εν μέρει και το κίνημα MeToo, και επανέφερε χωρίς κανένα νέο στοιχείο το κατηγορητήριο κατά του πατέρα του. Το παράδοξο εν τέλει είναι ότι ο Άλεν στοχοποιήθηκε περίπου εξίσου με τον
Γουαϊνστάιν, ενώ η Δικαιοσύνη τον έχει αθωώσει από το 1992. Παράλληλα, τα «άπλυτα» του οικογενειακού πυρήνα της Φάροου δεν προβάλλονται από φυλλάδες αλλά από έγκυρα έντυπα, όπως ο «Γκάρντιαν», προκειμένου μέσα στην υστερία να δημοσιευτούν και τα πραγματικά γεγονότα. Μόνο που αυτά κιτρίνισαν πλέον πάρα πολύ… Σοφία Ξυγκάκη