Ήταν 11 Μαρτίου όταν ο σύντροφος Βαγγέλης Κρυωνάς, σε ηλικία 91 χρονών έφυγε για πάντα από τη ζωή. Ένας από τους τελευταίους μακρονησιώτες με μια ζωή πολυτάραχη... Στις 13 Μαρτίου τον αποχαιρετήσαμε σε μια σύντομη πολιτική τελετή και τον συνοδεύσαμε στο αποτεφρωτήριο στην Ριτσώνα. Εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ, o επικήδειος διαβάστηκε από τον Πάνο Λάμπρου, μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του κόμματος.
Από την Μακρόνησο
Πώς θα μπορούσες άραγε να περιγράψεις τη ζωή ενός ανθρώπου, που έφυγε όπως συνήθως λέμε, πλήρης ημερών; Θα μπορούσα να μιλήσω για τον Βαγγέλη και να τον τιμήσω για το δέντρο της ζωής του. Για την σύντροφο της ζωής του, την Μαρίκα, που ξεκίνησαν σχεδόν παιδιά, για το ταξίδι της ζωής, ερωτευμένοι. Για τα παιδιά του, την Κική, την Σίσσυ, τον Σωτήρη. Τα μεγάλωσε όμορφα, παρά τις δυσκολίες, με δουλειά πολλή... Και το δέντρο μεγάλωνε, χρόνο με το χρόνο. Έβγαζε καινούρια κλαδιά. Οι ρίζες βαθιές, είχαν βρει νερό. Όλο και άνθιζε. Και να σου ο Αντώνης, ο Βαγγέλης, ο Αλέξανδρος, ο Ιάσονας, ο Έκτορας. Τα εγγόνια σου Βαγγέλη. Και εσύ εκεί. Στη βάση σου, στον κορμό, στις βαθιές ρίζες. Και όλο το δέντρο άνθιζε. Νέα κλαδιά, νέα μπουμπούκια. Και να σου η Φάιη και ο Στέργιος. Ο Ορέστης και η Ηλέκτρα. Η Κική, η Δέσποινα, Η Φαίδρα και ο Άρης. Τα δισέγγονα σου Βαγγέλη. Δέντρο τεράστιο, δυνατό και πάντα ανθισμένο. Θα έφτανε αυτό για να δείξει τη συνεισφορά σου στον κύκλο της ζωής.
Αλλά δεν φτάνει. Θα σε αδικούσε. Σίγουρα θα σε αδικούσε.
Θα μπορούσαμε να γυρνάμε το χρόνο πίσω. Να πηγαίναμε στα πρώτα βήματα σου. Στα πρώτα βήματα της Καλογρέζας, της γειτονιάς σου. Στις παράγκες της, στη φτώχεια της και στα αρώματα της. Να πηγαίναμε στις όχθες του Ποδονίφτη, που σήμερα το τσιμέντο και η μεγάλη λεωφόρος κρύβει φωνές και παιδικά παιχνίδια, αγωνίες και την εικόνα μιας άλλης εποχής. Θα μπορούσαμε να γυρίσουμε πίσω το χρόνο και να σε δούμε εκεί, μικρό παιδί την περίοδο της Κατοχής. Να τρέχεις στην Ερυθραία, να μαζεύεις ξύλα και να τα ανταλλάσσεις για ένα καρβέλι ψωμί. Η μάχη της επιβίωσης, του καθημερινού αγώνα. Ίσως και να έφτανε αυτή η περιγραφή. Αυτές οι πρώτες εικόνες της ζωής σου, που σε σημάδεψαν.
Αλλά δε φτάνει. Θα σε αδικούσε. Σίγουρα θα σε αδικούσε.
Θα μπορούσαμε πάλι να μιλάγαμε για το μεροκάματο. Για την τέχνη σου, για αυτό το παιχνίδι της ζωής. Σκυταλοδρομία.. Από τον πατέρα σου τον Σωτήρη, μάστορας στα ξύλινα πατώματα. Ανέλαβες και παρότι σε αυτή τη μεγάλη διαδρομή, έτρεχες μαζί με το γιό σου στην οικοδομή, όταν ήρθε η ώρα και βγήκες στη σύνταξη, εσύ δεν παρέδιδες το σκερπάνι και το σφυρί. Πεισματάρης πάντα. Δυνατός πάντα. Εργατικός πάντα. Μέχρι που είπες στοπ. Και έβλεπες, από μια απόσταση πια το γιο σου τον Σωτήρη, να έχει πάρει τη σκυτάλη και να τρέχει. Και τον εγγονό σου τον Ιάσονα. Τι περίεργο... Παιχνίδι της ζωής; Τέσσερις γενιές, με το σκερπάνι και το ξύλο. Την κόλλα και τις μυρωδιές της. Επιβίωση, πείσμα, αγωνίες για την οικογένεια. Ίσως να έφτανε αυτή η μάχη για να περιγράψει τον Βαγγέλη.
Αλλά δεν φτάνει. Θα τον αδικούσε.
Τότε ας κυλήσουμε το χρόνο, το ρολόι της ζωής και ας μιλήσουμε για τις επιτυχίες σου. Για το έργο σου, που βγαίνει μέσα από τα γερά σου χέρια και τον ιδρώτα σου. Και ας πάμε στο Αγκίστρι, στο σπίτι, που εσύ έφτιαξες. Ας κάτσουμε στο μπαλκόνι, να σε βλέπουμε να αγναντεύεις τον Σαρωνικό, τα γαλάζια νερά. Γλυκιά και δροσερή ανάμνηση. Μέχρι και το περσινό καλοκαίρι. Το έζησες, το γεύτηκες, το χάρηκες και το παρέδωσες στα παιδιά σου, στα εγγόνια σου και στα δισέγγονα σου.
Ίσως να έφτανε και αυτό, αλλά σίγουρα δεν φτάνει.
Έχεις και άλλα. Τότε που η Νομαρχιακή επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ των βορείων σου παρέδωσε τιμητική πλακέτα. Δεν ξέρω πόσοι ήξεραν, πόσοι καταλάβαιναν. Αγωνιστής της Αριστεράς. Μα υπάρχουν και τόσοι άλλοι. Από την ΕΠΟΝ ξεκίνησες. Από εκείνα τα δύσκολα χρόνια. Ηρωικά χρόνια. Και μετά.... Ας το αφήσουμε για λίγο. Ένα χρονικό άλμα. Και σε βλέπουμε πίσω στο ΚΚΕ εσωτερικού. Στον αγώνα για την ανανέωση του κομμουνιστικού κινήματος. Σταθερός, χωρίς ερωτηματικά για το ποιος έχει δίκιο. Μέχρι και το τέλος. Ηρωικό φινάλε. Με το ΣΥΡΙΖΑ του 3%, με τον ΣΥΡΙΖΑ του 36%, του 32%. Πόσοι από τη γενιά σου μπόρεσαν να το ζήσουν; Να το δουν; Αλλά Βαγγέλη δεν φτάνει. Σίγουρα δεν φτάνει. Να γυρίσω πίσω. Στα πέτρινα χρόνια. Έγκλειστος στα Βούρλα και μετά στο Μακρονήσι. Χθες Βαγγέλη, ανεβάσαμε στο διαδίκτυο φωτογραφία σου, στο νησί του τρόμου, της φρίκης, του ατέλειωτου μεγαλείου. Εκατοντάδες άνθρωποι υποκλήθηκαν, στην ιστορία μας, σε σένα, σε όλους όσοι πέρασαν από τη Μακρόνησο. Και αργότερα, όταν μεγάλος πια, επισκέφτηκες το νησί του μαρτυρίου, τα ιερά χώματα. Και σε είδαμε να περπατάς αγέρωχα, εκεί που η ζωή συναντήθηκε με την κόλαση, η αξιοπρέπεια με τον θάνατο, η αντίσταση με την φρίκη. Ένας από τους τελευταίους μακρονησιώτες. Τιμή και δόξα. Δεν ξέρω αν φτάνουν αυτά... Η ζωή σου είχε χρώματα, φωνές και χαμόγελα. Δύναμη και αγώνα. Πείσμα που σε χαρακτήριζε. Ήσουν λέει πλήρης ημερών. Ποτέ δεν μου άρεσε αυτή η φράση. Τι πάει να πει... Όμως βάσιμα ισχυρίζομαι, πως οι μέρες αυτές, τα χρόνια, είχαν πράγματι μια πληρότητα. Γεμάτα, δύσκολα, όμορφα, δημιουργικά. Δεν πέρασες απαρατήρητος. Δεν ήσουν τυχαίος. Δεν έζησες χωρίς νόημα. Άφησες σημάδια, ανεξίτηλα, βαθιά. Ήσουν πλήρης ημερών επί της ουσίας. Όταν σε έβλεπα σε αποκαλούσα κυρ Βαγγέλη. Τώρα θα σε πως αλλιώς, θα σε πω σύντροφε μου.