Ο γνωστός στους αναγνώστες της «Εποχής» καθηγητής Αλέξης Ηρακλείδης, βαθύς γνώστης και αναλυτής των ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής, ιδίως στον τομέα των σχέσεων της Ελλάδας με τις γειτονικές της χώρες, προσθέτει άλλη μια συμβολή στην ουσιαστικότερη προσέγγιση αυτών των θεμάτων, με βάση την αντικειμενική γνώση και όχι τα εθνοκεντρικά στερεότυπα, με το βιβλίο του, που πρόκειται να κυκλοφορήσει σύντομα από τις εκδόσεις «Θεμέλιο». Από το βιβλίο αυτό, που θα έχει τίτλο
Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειος. 50 + 1 όψεις των ελληνοτουρκικών διενέξεων, μας έδωσε τη δυνατότητα να προδημοσιεύσουμε το κεφάλαιο που αφορά την έκθεση των απόψεων και των θέσεων της Τουρκίας στο Κυπριακό, με γνώμονα την οπτική περί περικύκλωσής της στην Ανατολική Μεσόγειο.
Του Αλέξη ΗρακλείδηΣτην ιστοσελίδα του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών υπάρχει κατάλογος 23 θεμάτων, που χαρακτηρίζονται ως «κύρια θέματα» (main issues), τα οποία δεν τίθενται με αλφαβητική σειρά, οπότε υπονοείται ιεράρχηση. Ως πρώτο θέμα τίθεται «η Κύπρος», και δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία, ότι η Κύπρος και το μέλλον της αποτελεί προτεραιότητα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής και το Κυπριακό για την Τουρκία είναι μέγα «εθνικό θέμα» (milli dava). Η στάση της Τουρκίας έναντι της Κύπρου και σε σχέση με το Κυπριακό οφείλεται (α) σε ζωτικά εθνικά συμφέροντα, όπως η ασφάλεια, γεωστρατηγικοί λόγοι, οικονομικοί λόγοι και τα τελευταία χρόνια η ενεργειακή διάσταση, και (β) σε λόγους εθνοτικής ταύτισης και αλληλεγγύης με τους Τουρκοκύπριους: οι θεωρούμενοι ως «ιεροί δεσμοί» της «μητέρας πατρίδας» (anavatan) με το «μωρό της πατρίδας» (yavru vatan), στην οποία ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί έχει αντιτείνει το «αδελφό έθνος» (kardeş vatan). Σε σχέση με τις δύο αυτές βασικές κατηγορίες λόγων υπάρχουν δύο απόψεις: ότι υπερισχύουν οι πρώτοι λόγοι ή ότι έχουν και οι δύο κατηγορίες λόγων την ίδια βαρύτητα, με τη μία να ενισχύει την άλλη.
Αναμφιβόλως, η Κύπρος και το στάτους της κατέχει σημαίνουσα θέση στην τουρκική άμυνα και ασφάλεια από τότε που εμφανίστηκε το Κυπριακό κατά τη δεκαετία του 1950· εκλαμβάνεται παγίως ως ένα από τα κυριότερα ζωτικά εθνικά και στρατηγικά συμφέροντα, με έμφαση κυρίως στη γεωπολιτική διάσταση.
Το σύνδρομο της περικύκλωσηςΣτη γεωπολιτική αυτή διάσταση της Κύπρου κεντρική θέση κατέχει «το σύνδρομο της περικύκλωσης», δηλαδή ο φόβος της περικύκλωσης από μια μη φιλική χώρα από τον Νότο. Ο φόβος αυτός και το πώς θα αποσοβηθεί η περικύκλωση από την Ανατολική Μεσόγειο μέσω Κύπρου αποτελεί βασική συνιστώσα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής για σχεδόν 70 χρόνια, από το 1954 μέχρι σήμερα. Η Κύπρος και το καθεστώς της είναι συνυφασμένο με την ασφάλεια της Τουρκίας, λίγο-πολύ όπως η Κούβα για τις ΗΠΑ ή η Φινλανδία για τη Σοβιετική Ένωση επί Ψυχρού Πολέμου.
Μπορεί αυτή η φοβία να φαντάζει εξωπραγματική στην Ελλάδα και την Κύπρο, όμως είναι ειλικρινής και καθοριστική της συμπεριφοράς της Τουρκίας σήμερα, αλλά και χθες (αντιδρώντας σε αυτήν με την ιδέα της διχοτόμησης στη δεκαετία του 1950, με τις απειλές για εισβολή το 1964 και το 1967 και τελικά με την κατακλυσμική εισβολή του 1974). Με την πληρέστερη γνώση του τουρκικού «συνδρόμου της περικύκλωσης», που η Αθήνα και η Λευκωσία φαίνεται περιέργως να αγνοούν, θα είναι σε καλύτερη θέση να το διαχειριστούν και όχι άθελα τους (λόγω άγνοιας) να το υποθάλπουν, όπως δυστυχώς συμβαίνει μέχρι σήμερα.
Η Κύπρος αποτελεί «πηγή υπαρξιακής απειλής και φόβου περικύκλωσης», όπως επισημαίνουν εδώ και πολλά χρόνια μελετητές της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Ο φόβος της περικύκλωσης και πώς να αποφευχθεί πάση θυσία πρωτοεμφανίστηκε αχνά με το πέρασμα των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα (με τη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων του 1946) και εδραιώθηκε ως πεποίθηση από το 1954 και μετά, όταν η Αθήνα (πρωθυπουργός Αλέξανδρος Παπάγος) υποστήριξε την ένωση Κύπρου-Ελλάδας ανοικτά και προσέφυγε γι’ αυτό στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, με τις προσπάθειες της Ελλάδας για ένωση να συνεχίζονται (αν και με αρκετά διαλείμματα) μέχρι και τον Ιούλιο του 1974.
Οι Τούρκοι θεωρούσαν το ζωηρό ελληνικό ενδιαφέρον για την ένωση εντελώς αστήρικτο, με δεδομένο το γεγονός ότι ιστορικά η Κύπρος ουδέποτε υπήρξε τμήμα ενός ελληνικού κράτους και με δεδομένη τη μεγάλη απόσταση της νήσου από την Ελλάδα. Όπως έφτασε να πει στους Αμερικανούς ο μετριοπαθής πρόεδρος της Τουρκίας στη δεκαετία του 1950, Τζελάλ Μπαγιάρ (ο δεύτερος τη τάξει συνεργάτης του Κεμάλ μετά τον Ινονού), η Κύπρος είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια της Τουρκίας, ενώ για την Ελλάδα είναι απλώς «ένα καπρίτσιο». Μια άλλη τουρκική ανάγνωση της δεκαετίας του 1950 ήταν ότι η ένωση αποτελούσε έκφραση του ελληνικού επεκτατισμού στο πλαίσιο της επανεμφάνισης, μεταπολεμικά, της απεχθούς για τους Τούρκους Μεγάλης Ιδέας.
Η πλέον ακραία εκδήλωση του φόβου της περικύκλωσης (συγκεκριμένα από την Ελλάδα), και η βίαιη αντίδραση σε αυτόν, είναι βέβαια η τουρκική εισβολή του 1974, που για την Τουρκία θεωρήθηκε απαραίτητη προκειμένου να αποφευχθεί η επιχειρούμενη τότε ένωση, με την οποία η Ελλάδα θα την περικύκλωνε τελείως διά θαλάσσης. Από το 1974 και έπειτα, με τα νέα δεδομένα στο νησί και έχοντας «σώσει» τους Τουρκοκυπρίους (με την εισβολή όπως νομίζει η Τουρκία), θα ήταν αδιανόητο για μια τουρκική κυβέρνηση να διατηρηθεί στην εξουσία, αν φαινόταν ότι τους εγκαταλείπει και τους «πουλάει».
Η γεωστρατηγική πτυχή της θέσηςΩστόσο, προεξέχουσα σημασία είχε ανέκαθεν η γεωστρατηγική πτυχή της τουρκικής πολιτικής σε σχέση με την Κύπρο. Στη βάση του «λόγου της γεωπολιτικής» (geopolitical discourse) η Κύπρος είναι σε θέση να ελέγχει όλες τις διόδους της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, τα δύο κύρια λιμάνια της εκεί, της Μερσίνης και του Ισκεντερούν, και να απειλήσει καίρια την εθνική της ασφάλεια. Η Κύπρος, ως γνωστόν, απέχει μόλις σαράντα μίλια από τα νότια τουρκικά παράλια. Οπότε, αν το νησί περάσει σε εχθρικά χέρια ή στη σφαίρα επιρροής μιας εχθρικής δύναμης, θα κινδυνέψει άμεσα η Τουρκία. Ιστορικά, ο κίνδυνος περικύκλωσης προερχόταν από την Ελλάδα, κατά συνέπεια η Τουρκία δεν θα επιτρέψει ποτέ η Κύπρος «να χαθεί» και να γίνει ελληνική. Δηλαδή, η κύρια απειλή έρχεται παραδοσιακά από την Ελλάδα, που, κατά τους Τούρκους, θέλει να περικυκλώσει την Τουρκία από μια «στρατηγική ζώνη εχθρικών κρατών». Πιο πρόσφατα, η εικόνα της Κύπρου σε εχθρικά χέρια που επιδιώκουν να βλάψουν την Τουρκία έχει έρθει με το πάγωμα, από πλευράς της Δημοκρατίας της Κύπρου (και όχι από άλλο κράτος της Ε.Ε.), των οκτώ κεφαλαίων κατά τις διαπραγματεύσεις Ε.Ε. και Τουρκίας.
Στην τουρκική εξωτερική πολιτική η Κύπρος είναι αυτόματα συνδεδεμένη με εκφράσεις-εικόνες όπως οι ακόλουθες: «αβύθιστο αεροπλανοφόρο», «εφαλτήριο για την κατάσταση της Ανατολίας από τον Νότο», «μαχαίρι στο τουρκικό υπογάστριο», «εξέδρα εκτόξευσης πυραύλων», «πύργος ελέγχου» και άλλα συναφή.
Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Ρουστού Ζορλού, κατά την τριμερή Διάσκεψη του Λάνκαστερ Χάους στο Λονδίνο για το Κυπριακό (1955), είπε στον βρετανό ομόλογό του, Χάρολντ Μακμίλλαν, πώς θα του φαινόταν αν το Isle of Man, που βρίσκεται πολύ κοντά στη Βρετανία, έπεφτε σε εχθρικά χέρια; Τέσσερα χρόνια μετά, κατά τη διάρκεια της πενταμερούς Διάσκεψης του Λονδίνου (Φεβρουάριος 1959), τότε που επιλύθηκε το Κυπριακό (αν και προσωρινά) από τις δύο μητέρες πατρίδες, ο Ζορλού τόνισε τη μεγάλη σημασία της Κύπρου για την «τύχη της Τουρκίας», την ασφάλεια και άμυνά της, ειδικά αν, όπως είπε, «η κυρίαρχη δύναμη [στην Κύπρο] είναι η ίδια κυρίαρχη δύναμη στα νησιά δυτικά [της Τουρκίας], με την Τουρκία να περικυκλώνεται de facto».
Κατά τον πρωθυπουργό της Τουρκίας στη δεκαετία του 1950, Αντνάν Μεντερές, «η Κύπρος δεν είναι παρά η συνέχεια της Ανατολίας [Μικράς Ασίας] και συνιστά ένα από τα κεντρικά στοιχεία σε ό,τι αφορά την ασφάλειά της».
Κατά τον Τουράν Γκιουνές, τον τούρκο υπουργό Εξωτερικών επί τουρκικής εισβολής το 1974, η Κύπρος με τη μυτερή χερσόνησο της Καρπασίας φαντάζει σαν μαχαίρι που σημαδεύει το «μαλακό υπογάστρ��ο» της χώρας ή την «καρδιά της». Όπως επίσης είχε πει, «η Κύπρος είναι πολύτιμη σαν το δεξί χέρι μιας χώρας που ενδιαφέρεται για την άμυνά της», και δεν πρόκειται μόνο για την προστασία της «τουρκικής κοινότητας στο νησί», αλλά κυρίως για την «ασφάλεια 45 εκατομμυρίων Τούρκων [ο τότε τουρκικός πληθυσμός] στη μητέρα πατρίδα».
Κατά τον πρέσβη Ilter Türkmen (βαθύ γνώστη των ελληνοτουρκικών) όταν ήταν υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, η Κύπρος είναι «ένα τεράστιο αεροπλανοφόρο, αγκυροβολημένο στο πλέον στρατηγικό σημείο της Ανατολικής Μεσογείου. Θέτει υπό τον στρατηγικό της έλεγχο ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο. Είναι μόλις ένα βήμα από την τουρκική ακτή και δύο βήματα από την Αραβική Χερσόνησο. Στέκεται ως φύλακας μπροστά στη Διώρυγα του Σουέζ».
Οι «δύσκολοι γείτονες»Το σύνδρομο της περικύκλωσης της Τουρκίας συνδυάζεται με την αίσθηση ότι βρίσκεται σε μια πολύ δύσκολη γεωγραφική γειτονιά, με γύρω της απειλητικούς εχθρούς (ξεχνώντας βέβαια τον δικό της απειλητικό ρόλο έναντι των γειτόνων της). Η περικύκλωση και η δύσκολη εχθρική γειτονιά συνδυάζονται και με το «σύνδρομο των Σεβρών», του φόβου να απολέσει εδάφη λόγω ραδιουργιών από καταχθόνιες ξένες δυνάμεις.
Ο φόβος των Σεβρών και της περικύκλωσης συνδυάζονται και με κάτι άλλο που είναι ακόμη πιο ακατανόητο στους μη Τούρκους: παρά το γεγονός ότι εκείνοι και οι πρόγονοί τους κατοικούν την Ανατολία (Μικρά Ασία) επί αιώνες (ως Οθωμανοί από το 1300 και ως Τούρκοι από το 1923), εν τούτοις έχουν την αίσθηση ότι δεν είναι αυτόχθονες, αλλά «οι τελευταίοι που ήρθαν στην περιοχή αυτή» και ίσως τελικά να «μην είναι οι δικαιούχοι κάτοχοι αυτής της γεωγραφίας».
Στη βάση όλων αυτών, η γεωγραφία και η γεωπολιτική σχεδόν θεοποιείται από τους τούρκους ιθύνοντες, στρατιωτικούς, διπλωμάτες και πολλούς αναλυτές, εκλαμβάνεται ως ντετερμινιστική, με την Τουρκία να θεωρεί ότι δεν έχει άλλη επιλογή από το να κάνει το παν για να είναι στρατιωτικά πανίσχυρη και απειλητική έναντι των γειτόνων της (δηλαδή τελικά το ακριβώς αντίθετο από το «μηδέν προβλήματα» με τους γείτονες του Νταβούτογλου κατά τη δεκαετία του 2000), για να προλάβει τους κινδύνους σε σχέση με την ασφάλειά της από περικύκλωση από εχθρικές δυνάμεις.
Οι ενέργειες τόσο της Λευκωσίας όσο και της Αθήνας εκλαμβάνονται όχι μόνο ως αντίδραση στη δική της στάση, αλλά και ως προσπάθεια αποκλεισμού της από την Ανατολική Μεσόγειο, συγκεκριμένα στον περιορισμό της Τουρκίας στα παράλιά της. Η στάση τους εκλαμβάνεται ως απειλή τόσο για τους Τουρκοκύπριους όσο και για την τουρκική «κυρίαρχη κρατική ασφάλεια». Η δε συμμαχία Κύπρου και Ελλάδας με το Ισραήλ, με το οποίο οι σχέσεις της Τουρκίας είναι πολύ τεταμένες από τον Μάιο του 2010, με το επεισόδιο Mavi Marmara, ενισχύουν την τουρκική ιδέα περί προσπάθειας περικύκλωσής της. Οι δε άδειες που έχει δώσει, από το 2012 τόσο η Αθήνα όσο και η Λευκωσία στο Ισραήλ να διεξάγει υπερπτήσεις και ναυτικά γυμνάσια σε περιοχές υπό την κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ελλάδας, ρίχνουν λάδι στη φωτιά.
Πώς είδε η Αγκυρα τον EastMedΓια την Άγκυρα, η επιβεβαίωση των φόβων της ήρθε με τον EastMed, όταν η Ε.Ε., το 2015, το χαρακτήρισε ως «έργο κοινού ενδιαφέροντος». Γενικότερα, η τριμερής ενεργειακή συνεργασία Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας ενίσχυσε τις τουρκικές ανησυχίες για την ασφάλειά της, οδηγώντας την στις διάφορες προκλητικές ενέργειες που γνωρίζουμε, οι οποίες αποτελούν επίδειξη ισχύος, ειδικά ναυτικής ισχύος, και απειλώντας με τη «διπλωματία της κανονιοφόρου» (gunboat diplomacy) στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Τουρκία δήλωσε, μεταξύ άλλων, ότι η απειλή της Τουρκίας διά θαλάσσης είναι «βασισμένη στην ενέργεια» και ότι η πρώτη προτεραιότητα του Ναυτικού της είναι «να υπερασπιστεί τα συμφέροντα ασφαλείας της Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο». Στο πλαίσιο αυτό προέβη και στην κατασκευή αεροπλανοφόρου πολλαπλών χρήσεων.
Στο γεωπολιτικό επίσης πλαίσιο είναι καταφανής η προσπάθεια της Τουρκίας του Ερντογάν να παίξει έναν σημαντικό ρόλο στα ενεργειακά ζητήματα στην Ανατολική Μεσόγειο, εδραιώνοντας έτσι και τον ρόλο της ως «περιφερειακής δύναμης». Η Τουρκία θέλει (α) να καταστεί διαμετακομιστικός κόμβος από την Ανατολική Μεσόγειο προς την ευρωπαϊκή αγορά, και (β) να εξασφαλίσει φυσικό αέριο για τη δική της αγορά και έτσι να πάψει να εξαρτάται από τη Ρωσία για φυσικό αέριο.
Κατόπιν αυτών, ο Ερντογάν έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι κανένας δεν πρέπει να διανοηθεί να αποκλείσει την Τουρκία από την Ανατολική Μεσόγειο. Και όπως έχουν δηλώσει εμφατικά τούρκοι αξιωματούχοι, είναι εντελώς αδιανόητο, αλλά και προδήλως άδικο, να αποκλειστεί από την Ανατολική Μεσόγειο η Τουρκία που διαθέτει τη μακρύτερη ακτογραμμή στη θάλασσα αυτή. Όσο για την Ε.Ε., που συστηματικά υποστηρίζει τις θέσεις των δύο κρατών-μελών της (Ελλάδα και Κύπρο) και αγνοεί τα τουρκικά συμφέροντα, καλό θα ήταν να λάβει υπόψη της τα ευρύτερα δεδομένα ασφαλείας στην Ανατολική Μεσόγειο και να υποστηρίξει ένα «περιφερειακό ενεργειακό σχέδιο για την ειρήνη», που να συμπεριλαμβάνει όλα τα εμπλεκόμενα μέρη στην Ανατολική Μεσόγειο, αντί να καλλιεργεί ιδέες όπως τον EastMed, που δεν αποτελούν «οδό για την ειρήνη» στην περιοχή, αλλά το ακριβώς αντίθετο.
•