Του Περικλή ΚοροβέσηΚάθε φορά που βλέπω σε κάποια εκδήλωση τους «δικούς» μου του «Ένα ένα τέσσερα» και του «δεκαπέντε τα εκατό» ανοίγει η καρδιά μου. Φυσικά η Ιστορία δεν σταμάτησε πριν από σαράντα χρόνια. Και έχουν γίνει πολλά έκτοτε, με κορυφαίο επεισόδιο την εφταετία. Απλά το μυαλό μου είναι σταματημένο σε κείνα τα χρόνια και τους ανθρώπους που γνώρισα. Και νομίζω πως σ’ αυτούς χρωστάω δυο πράγματα. Έμαθα τι σημαίνει κίνημα και τι σημαίνει ανιδιοτέλεια. Οι περισσότεροι σήμερα ή είναι ήδη συνταξιούχοι ή κοντεύουν να γίνουν. Και κάποιοι έχουν μεγάλα εγγόνια που τα φέρνουν στις επετειακές εκδηλώσεις μας. Και ενώ έχω πλήρη συναίσθηση πως είμαστε ένα «αριστερό ΚΑΠΗ» δεν ξέρω γιατί, έχω την εντύπωση πως είμαι σε μια εκδήλωση νεολαίας. Αυτό έγινε και την Πέμπτη το βράδυ στην Παλιά Βουλή, όταν μαζευτήκαμε για να θυμηθούμε τον Σωτήρη Πέτρουλα.
Τον θάνατό του τον έμαθα από την «Αυγή». Ήμουν φαντάρος στην Αλεξανδρούπολη και είχα εντοπίσει ένα δικό μας περιπτερά που μου έδινε «Αυγή», σαν ένθετο στα «ΝΕΑ». Τότε η ανάγνωση της «Αυγής» ήταν ποινικό αδίκημα για τον καθένα. Εύκολα καταλαβαίνει κανείς τι θα σήμαινε η κατοχή και η χρήση της «Αυγής» για ένα φαντάρο που υπηρετούσε σε πειθαρχικό τάγμα. Σαράντα χρόνια από τότε και δεν ξέρω αν ακόμα έχω αφομοιώσει το γεγονός πως σκότωσαν τον Σωτήρη. Με τον Σωτήρη ήμαστε συμμαθητές στη Νυχτερινή Σχολή Εμποροϋπαλλήλων Αθηνών, στην πλατεία Μητροπόλεως. Πριν αρχίσει το μάθημα καθόμαστε στο παρεκκλήσι του Αγίου Ελευθερίου, βγάζαμε τις καστάνιες μας και τρώγαμε ό,τι είχε απομείνει απ’ το μεσημέρι. Κοίταζε αυτός τι έτρωγα. Το ίδιο έκανα και ’γω. Και ανταλλάσσαμε τις καστάνιες μας για να έχει το φαγητό μας ποικιλία. Και ίσως είμαι ο μόνος «χρονικογράφος» των μαθητικών χρόνων του Σωτήρη. Οι φίλοι του συνήθως μιλούν για τα φοιτητικά χρόνια. Δεν είχε και άλλα βέβαια. Τον δολοφόνησαν στα 23 του.
Είχαμε το φόβο του χαφιέ. Η τάξη είχε εφοριακούς, μπάτσους, παπάδες, που χρειαζόντουσαν το έρμο το χαρτί, για να μην μείνουν στάσιμοι στη δουλειά τους. Τους αφήναμε και αντιγράφανε από την κόλλα μας ή τους δίναμε σκονάκια. Πιστεύω πως δεν μας κάρφωσαν ποτέ. Η Ασφάλεια δεν ήξερε τη σχέση μου με τον Σωτήρη και αγνοούσε παντελώς τη θητεία μου στη νυχτερινή Εμπορική. Από όσο μπορώ να θυμηθώ, ούτε ο Σωτήρης ούτε εγώ είχαμε «προχωρημένες» απόψεις για την Αριστερά. Την είχαμε δεχτεί όπως ήταν και μάλλον την είχαμε ιεροποιήσει. Οι διαφωνίες ήρθαν αργότερα με την ίδρυση της Νεολαίας Λαμπράκη και τη διάλυση της Νεολαίας ΕΔΑ. Ο Σωτήρης, παρά τις διαφωνίες, ήταν στο ιδρυτικό της Συνέδριο, εγώ δεν πήγα ποτέ και προτίμησα σ’ αυτό το κενό να πάω φαντάρος.
Αν ο Σωτήρης είχε ζήσει θα ήταν φυσικός ηγέτης της Αριστεράς. Μπορώ να παραθέσω αρκετά ονόματα που ήταν φυσικοί ηγέτες αυτού του κινήματος που δεν βγήκαν από καμιά γραφειοκρατία. Ήταν νέοι με ικανότητες και πολιτική οξυδέρκεια, που κανείς από αυτούς δεν έγινε πολιτικός καριέρας. Και δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν πάρει αποστάσεις από τα οργανωμένα σχήματα της Αριστεράς. Αλλά δεν είναι απόντες. Όπου χρειαστεί είναι πάντα παρόντες. Κουβεντιάζοντας με τους παλιούς συντρόφους που μοιραστήκαμε μια δύσκολη ζωή, μου ήρθε το ερώτημα αν τελικά άξιζε τον κόπο να χάσουμε μια ολόκληρη ζωή γι’ αυτό τον λαό. Ένα λαό που έχει δικαίωμα ψήφου, μπορεί να επιλέξει όποιον θέλει και σε τελική ανάλυση ψηφίζει αυτόν που θα τον κάνει άνεργο και φτωχό. Μήπως τελικά η Αριστερά είμαστε μια ιδιόρρυθμη φυλή που θα πρέπει να διεκδικήσουμε τα δικαιώματά μας; Κάτι σαν είδος προς εξαφάνιση; Γιατί έδωσε ο Σωτήρης τη ζωή του; Γιατί έδωσαν τη ζωή τους και εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι; Σίγουρα όχι γι’ αυτή την κοινωνία και τη Δημοκρατία που ζούμε. Πάλεψαν και έπεσαν για το μέλλον για ένα λαό που δεν θέλει να έχει μέλλον. Και έτσι οι θυσίες τους γίνονται ακόμα πιο πολύτιμες. Και ίσως έτσι εξηγείται και η δικιά μας στράτευση. Υπηρετούμε μια ουτοπία μ’ ένα συντροφικό ρεαλισμό. Και αυτό είναι και το μόνο μας κέρδος.
Σε τελική ανάλυση δεν είναι λίγο να ζούμε ελεύθερα, να αγαπάμε να έχουμε συντροφιά τη δημιουργικότητα, τον έρωτα, τη φιλία, την προσωπική άποψη και ευθύνη. Και δεν πάνε να γαμηθούν οι άλλοι.
Αναδημοσίευση από την «Εποχή»,24 Ιουλίου 2005