Προκειμένου να καταθέσει στο δικαστήριο της Χάγης και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο«Λοιπόν που λες Περικλή!..» Έτσι περιπαιχτικά ξεκίναγε η παρέα να παρακινεί τον Περικλή να λέει ιστορίες στα ατελείωτα εκείνα γεύματα που μοιραζόμασταν στην κουζίνα μας. Απαντούσε με ένα γενναιόδωρο γέλιο που σε κέρδιζε κι εσένα πριν αρχίσει καν το αφήγημα, συχνά όμως σοβαρεύαμε πολύ στην πορεία. Άλλοτε ανέκδοτα, άλλοτε σοβαρές ιστορίες, πάντα συναρπαστικές, οι αφηγήσεις του άφηναν ένα αποτύπωμα, δεν είναι τυχαίο που έγινε συγγραφέας.
Πώς να μιλήσεις για τους «ανθρωποφάγους»Τα χρόνια της δικτατορίας είχε στηθεί ένα δίκτυο, σε ευρωπαϊκό επίπεδο νομίζω, για την πρώτη υποδοχή και βοήθεια των ανθρώπων που φυγαδεύονταν από την Ελλάδα στο εξωτερικό, με πρωτοβουλία της Αμαλίας Φλέμινγκ. Εκείνη την περίοδο, μέσα στο πολύ μικρό διαμέρισμά μας στην Γενεύη, φιλοξενήσαμε πολλούς από αυτούς. Ένας από τους πρώτους ανθρώπους που είχαμε για κάποιον καιρό μαζί μας ήταν και ο Περικλής Κοροβέσης. Ένας άντρας ως εκεί πάνω, λεβεντιά, ζεστός και εύθυμος, μας έκανε πάντα να γελάμε. Τις νύχτες, όμως, με τρόμαζε. Βογκούσε και ούρλιαζε εντυπωσιακά... Ακόμα το θυμάμαι με ακρίβεια και δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα γι’ αυτό, καμιά παρηγοριά δεν βρίσκαμε ικανή να τον ανακουφίσει. Κι έτσι έμαθα κι εγώ πολύ νωρίς κάποιες από τις επιπτώσεις των βασανιστηρίων. Οι μεγάλοι νόμιζαν ότι δεν τα ξέραμε, μα πώς να κρυφτείς απ’ τα παιδιά, τα ξέραμε όλα για τα νησιά, τις φυλακές, την εξορία... και με την αδερφή μου, την Σοφία κάναμε το παν για να γελάμε σε αυτό το σπίτι και να τραγουδάμε. Το βιβλίο του κυκλοφόρησε αργότερα με τον τίτλο «Ανθρωποφύλακες». Εμένα πάντα ως «Ανθρωποφάγοι» μου έχει μείνει, το διαβάσαμε χειρόγραφο που άρχισε να το γράφει τότε εκεί σε μας.
Η μητέρα μας, Θάλεια Βεργοπούλου, στήριξε έμπρακτα την προσπάθεια όλων αυτών που είχαν υποστεί βασανιστήρια να καταθέσουν στο δικαστήριο της Χάγης και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την μαρτυρία τους. Η Ντόρα Λελούδα, η Κίτυ Αρσένη, η Σίλβα Ακρίτα ήταν μαζί με τον Περικλή Κοροβέση. Δεν ήταν καθόλου αυτονόητο. Θυμάμαι τη συναισθηματική φόρτιση τότε και αργότερα που προκάλεσε το αν έπρεπε να το κάνουν ή όχι. Ψυχολογικά ήταν τρομερό γι αυτούς να πρέπει να ανακαλέσουν με λεπτομέρειες στη μνήμη τους αυτά που είχαν ζήσει και που προσπαθούσαν με πολλή θέληση να αφήσουν πίσω τους.
Οι επιζήσαντεςΠολλά έχουν γίνει κατά καιρούς από τότε για την εξάλειψη των βασανιστηρίων με ακτιβιστικές, ανθρωπιστικές και πολιτικές δράσεις. Μόλις τελείωσε η Δικτατορία, ο Περικλής Κοροβέσης ήταν από τα ιδρυτικά μέλη του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας. Παράλληλα με την αντιμετώπιση σε πολιτικό επίπεδο, γνωρίζουμε πλέον πως είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ενισχύονται οι προσπάθειες των ανθρώπων που έχουν υποστεί βασανιστήρια, σε ψυχολογικό επίπεδο. Πενήντα χρόνια πριν δεν υπήρχε τίποτα τέτοιο, και παρόλο ότι πολλοί προχώρησαν πολύ δημιουργικά στη ζωή τους, είδα πολλούς από αυτούς τους αξιοθαύμαστους φίλους να δυσκολεύονται σε πιο προσωπικό επίπεδο, να παλεύουν μόνοι τους με τα φαντάσματά τους και με τον αγριεμένο εαυτό τους. Και για τους ψυχοθεραπευτές δεν είναι εύκολο να δουλεύουν με ανθρώπους που κουβαλάν τέτοια βιώματα και χρειάζεται η ομαδική επεξεργασία.
Έχω την τύχη να εργάζομαι τα τελευταία χρόνια στο Κέντρο Ημέρας Βαβέλ με μια τέτοια πολύ δραστήρια διακλαδική ομάδα, όπου σκεφτόμαστε κι επεξεργαζόμαστε την ψυχική στήριξη μεταναστών και προσφύγων, πολλοί από αυτούς είναι επιζήσαντες βασανιστηρίων. Η λήθη και η σιωπή είναι μια άμυνα πολύ συνηθισμένη σε τόσο βίαιες καταστάσεις. Η προσωπική κατάθεση, η έκθεση και η επεξεργασία με το γράψιμο του Περικλή πήγαινε στην αντίθετη κατεύθυνση. Από την άλλη, ήταν σαφές γι’ αυτούς πως αυτή η μαρτυρία ξεπερνούσε την ατομική προσωπική κατάθεση. Πιστεύω πως η ομάδα φίλων, διανοούμενων, αριστερών έπαιξε ρόλο στο νόημα που δόθηκε σε αυτήν τη μαρτυρία και στη δύναμη που βρήκαν για να το κάνουν, μέσα σε ένα αίσθημα ευθύνης προς όλους.
Δεν θα ξεχάσω την καλοσύνη και τη γενναιοδωρία του Περικλή, ατρόμητη φιγούρα την ημέρα, ψυχή γεμάτη πόνο τη νύχτα. «Ανθρωποφάγοι» και βία από τη μια, τροφή στην καρδιά και στη σκέψη, από την άλλη.
Θα σε θυμόμαστε με πολλή αγάπη.
Εύα Λεωνίδη