**Αφορμή για συνδικαλιστικό αναστοχασμό Η Πρωτομαγιά την Παρασκευή που μας πέρασε είχε σαφώς ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Δεν θα μπορούσε, άλλωστε, να γίνει διαφορετικά, από τη στιγμή που τα περιοριστικά μέτρα της καραντίνας ίσχυαν ακόμη και η δυνατότητα μαζικών συγκεντρώσεων φυσικά δεν υπήρχε εκ των πραγμάτων.
Όμως, τα συνδικάτα δεν ξέχασαν, δεν θα μπορούσαν να ξεχάσουν, την πιο σημαντική ημέρα για το εργατικό κίνημα ανά τον κόσμο. Αλλά όχι μόνο αυτό. Με αφορμή την Πρωτομαγιά, αλλά και την εργασιακή λαίλαπα που έρχεται (αν διαβάσατε πίσω από τις λέξεις του Κυριάκου Μητσοτάκη προφανώς και καταλαβαίνετε), υπάρχει ένας -ας μας επιτραπεί ο όρος- συνδικαλιστικός αναστοχασμός. Πώς πρέπει να χειριστούν τη δύσκολη συγκυρία τα σωματεία και πώς θα βοηθήσουν με θεωρητική, αλλά και πρακτική δουλειά τους εργαζόμενους, που ήδη πλήττονται ή αναμένεται να πληγούν; Αυτά τα ερωτήματα χρήζουν άμεσων και πειστικών απαντήσεων.
Η αντίστροφη μέτρηση είχε ήδη ξεκινήσειΟ πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Αθήνας, Γιώργος Μυλωνάς, είναι ένας έμπειρος συνδικαλιστής, που μετρά χρόνια στους δρόμους και τις διεκδικήσεις. «Το μεγάλο πρόβλημα σαφώς και αρχίζει με την υγειονομική κρίση, αλλά οι πρώτες αρρυθμίες στην αγορά εργασίας παρατηρήθηκαν πιο πριν. Ποιος ξεχνάει ότι τον Φεβρουάριο, πριν καν παρουσιαστεί το πρώτο κρούσμα κορωνοϊού στη χώρα μας, οι άνεργοι ξεπέρασαν το 1.000.000 για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό;», λέει χαρακτηριστικά στην «Εποχή».
Αναντίρρητα έχει απόλυτο δίκιο. Μπορεί ο κυκλώνας του κορωνοϊού να ήρθε και να σάρωσε όλες τις προηγούμενες εξελίξεις από το μυαλό μας, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι συγκεκριμένες δεν υπήρξαν. Η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει αρκετά πιο πριν. Όσο για το μετά; Ζόφος! «Τι να σας πω; Εδώ υπάρχουν 700.000-800.000 εργαζόμενοι εντελώς αχαρτογράφητοι. Ουδείς ξέρει αν αυτήν την εποχή δουλεύουν και αν δουλεύουν, πώς αμείβονται. Εργαζόμενοι σαν να μην υπάρχουν», τονίζει ο Γιώργος Μυλωνάς. «Και δεν είναι μόνο αυτό. Είναι μεγάλος ο όγκος των ανθρώπων που δεν έχουν πάρει χρήματα τον τελευταίο ενάμιση μήνα. Ούτε από το κράτος, ούτε από τις επιχειρήσεις». Και το κυριότερο; «Η φαντασία των εργοδοτών πια έχει ξεφύγει, έχει πάει σ’ άλλο επίπεδο. Και ξέρεις γιατί; Διότι γνωρίζουν ότι ο ΣΕΠΕ ουσιαστικά δεν λειτουργεί».
Χωρίς ελέγχους από το ΣΕΠΕΕδώ αξίζει να σταθούμε λίγο παραπάνω. Στα δημοσιογραφικά γραφεία καταφθάνουν σωρηδόν τις ημέρες της πανδημίας πληροφορίες που αναφέρουν ότι το Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας, αν και έχει στα χέρια του πολλές και ιδιαίτερα σοβαρές καταγγελίες από εργαζόμενους και σωματεία, αδυνατεί να παράξει αποτέλεσμα, αδυνατεί να ελέγξει. Περιορίζεται συνήθως σε ...παρατηρήσεις και αυστηρές συστάσεις στους παραβατικούς εργοδότες, αλλά πέραν τούτου ουδέν. Άλλος ένας ...θρίαμβος του ...εξαιρετικά επιτυχημένου υπουργού Εργασίας, Γιάννη Βρούτση.
«Ακούμε από συναδέλφους ότι αν και δουλεύουν με τηλεργασία, παίρνουν τα μισά χρήματα σε σχέση μ’ αυτά που έπρεπε να πάρουν. Για υπερωρίες κτλ δεν μπορεί σ’ αυτή τη φάση να υπάρξει καν συζήτηση. Αν σ’ όλα αυτά προσθέσετε ότι δεν υπάρχει καμία ιδιαίτερη εμπιστοσύνη στο συνδικαλιστικό κίνημα -δυστυχώς αυτή είναι η πραγματικότητα- καταλαβαίνετε για τι είδους κατάσταση μιλάμε», υπογραμμίζει ο πρόεδρος του ΕΚΑ.
Το μέλλον, όμως, είναι ήδη εδώ και δεν μπορεί να περιμένει. «Μας περιμένουν δύσκολες ημέρες, αλλά δεν αποκλείεται να βιώσουμε ξανά τις εμπειρίες του 2012, του 2013 και του 2014. Τότε άκουγες παντού συζητήσεις πολιτικές, ο κόσμος νοιαζόταν, απευθυνόταν στα σωματεία, ήθελε να πάρει την κατάσταση στα δικά του χέρια. Το συνδικαλιστικό κίνημα έχει τεράστια ανάγκη από νέο αίμα και φρέσκες ιδέες. Χωρίς, όμως, τη συμμετοχή του κόσμου, πρακτικά δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Σ’ αυτήν προσβλέπουμε και στην πολλή δουλειά που έχουμε τη διάθεση να κάνουμε. Σ’ όλα τα επίπεδα».
Επόμενη μέρα αγώνων και διεκδικήσεωνΑπό την πλευρά του ο Γιώργος Γώγος, από την Ένωση Λιμενεργατών του ΟΛΠ, καταλήγει στα ίδια, ίσως και σε πιο αισιόδοξα συμπεράσματα. Προερχόμενος από τον εργασιακό χώρο του μεγαλύτερου λιμανιού της χώρας, στο οποίο βασιλεύει η Cosco και στο οποίο υπάρχουν εργαζόμενοι δύο ταχυτήτων (αυτοί του ΟΛΠ και αυτοί του Σταθμού Εμπορευματοκιβωτίων Πειραιά), γνωρίζει πολύ καλά ότι το επόμενο διάστημα θα είναι διάστημα αγώνων και διεκδικήσεων.
«Αυτά που έρχονται ίσως να είναι και χειρότερα από αυτά που μας βρήκαν τα μνημονιακά χρόνια», αναφέρει χαρακτηριστικά, με εμφανή ρεαλισμό στο λόγο του. «Η σημερινή κυβέρνηση έχει αποδείξει ποια συμφέροντα εξυπηρετεί και πού πάνω-κάτω θέλει να κινηθεί στην πολιτική της στα εργασιακά. Το κίνημα οφείλει να δουλέψει, για να ξαναγίνει δυνατό».
Υπάρχει, όμως, κι ένα πολύ αισιόδοξο αλλά: «Ο κόσμος δείχνει να επιστρέφει στα σωματεία, αυτό είναι ένα πολύ παρήγορο σημάδι, μία τονωτική ένεση για τις μάχες που έρχονται. Τηλεφωνεί, ζητά να ενημερωθεί, θέλει να συμμετάσχει, εγγράφεται, πληρώνει συνδρομές. Αυτόν τον κόσμο πρέπει να τον προσέξουμε, να του δώσουμε υπόσταση, να του παράσχουμε άξια εκπροσώπηση. Μας περιμένει πολλή και σημαντική δουλειά, όταν επιτέλους τελειώσει η καραντίνα».
Συμπερασματικά αξία δεν έχει το πώς κύλησε η φετινή, ειδικών συνθηκών, Πρωτομαγιά, αλλά το πώς θα βρει το εργατικό κίνημα η επόμενη. Σε 365 ημέρες από σήμερα θα πρέπει να μιλάμε για μάχες που δόθηκαν με γενναιότητα και κερδήθηκαν. Για κυβερνητικά σχέδια που έπεσαν στους σκοπέλους της εργατικής αντίδρασης και αντεπίθεσης και γνώρισαν τη συντριβή. Για την οριστική ήττα αυτών που απεργάζονται να φέρουν νέο απεχθές μνημόνιο και ότι αυτό συνεπάγεται από την πίσω πόρτα. Οι εργαζόμενοι πρέπει να δράσουν. Ο ΣΥΡΙΖΑ, άραγε, μπορεί να τους ακούσει προσεκτικά;
Νίκος Γιαννόπουλος