Διακήρυξη: ATTAC, CGT, OXFAM, GREEN PEACE
Οι ελίτ δεν έχουν βγάλει τα συμπεράσματά τους από την κρίση του 2008, γιατί μόνο με ισχυρά μέτρα, πριν είναι πολύ αργά, θα γίνει δυνατό να αποκλειστούν οι χρηματοπιστωτικές αγορές: με τον έλεγχο των κεφαλαίων, την απαγόρευση των κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων και την άμεση φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών.
Το ίδιο είναι αναγκαίος ο κοινωνικός έλεγχος των τραπεζών και ένας πολύ πιο αυστηρός έλεγχος των πρακτικών που ακολουθούν. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ανακοίνωσε ότι θα διαθέσει ένα ποσό 750 δισ. ευρώ στις τράπεζες. Με αυτή την πρακτική, όμως, υπάρχει ο κίνδυνος να αποδειχθεί και πάλι αναποτελεσματική η χρηματοδότηση αυτή. Η ΕΚΤ και οι δημόσιες τράπεζες θα έπρεπε να προχωρήσουν άμεσα, με την παρουσία του κράτους και των τοπικών συλλογικοτήτων, στη χρηματοδότησή τους, με ένα επιτόκιο χαμηλό γύρω στο 0%, για να καλύψουν τα ελλείμματά τους. Με τον τρόπο αυτό θα περιόριζαν τα κερδοσκοπικά παιχνίδια σε βάρος των κρατών με υψηλό δημόσιο χρέος, τα οποία θα αυξηθούν σημαντικά με την κρίση του κορωνοϊού. Η κρίση αυτή δεν θα πρέπει να είναι η αιτία νέων κερδοσκοπικών παιχνιδιών που θα φέρουν και πάλι τις πολιτικές της λιτότητας, όπως μετά το 2008.
Βιομηχανία και αγροτικός τομέαςΤην κρίση αυτή δεν πρέπει για μια φορά ακόμα να την πληρώσουν οι ευάλωτες ομάδες. Θα πρέπει συνεπώς να αμφισβητηθούν ριζικά οι διεθνείς κανόνες και να θεσπιστούν νέοι για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Οι εύπορες ομάδες είναι ανάγκη να συμβάλουν με τη φορολόγηση της περιουσίας τους στα δημόσια έσοδα. Με τα χρήματα αυτά θα είναι δυνατή μια μαζική παρέμβαση στην οικονομία. Έτσι δίνεται η δυνατότητα η ευκαιρία αυτή να αξιοποιηθεί για το ριζικό αναπροσανατολισμό του παραγωγικού μοντέλου: της βιομηχανίας, της αγροτικής οικονομίας και των υπηρεσιών, για την οικοδόμηση ενός συστήματος πιο δίκαιου και ικανού να ανταποκριθεί στις βασικές λαϊκές ανάγκες.
Άξονες ενός τέτοιου μοντέλου ανάπτυξης θα είναι η οικολογική ισορροπία και η αποκατάσταση των μεγάλων καταστροφών. Οι χρηματοδοτήσεις της ΕΚΤ προς τις επιχειρήσεις θα πρέπει να δίνονται με τον όρο της οικολογικής και κοινωνικής μετατροπής, τη διαφύλαξη της εργασίας, τον περιορισμό των μισθολογικών ανισοτήτων και την αυστηρή τήρηση των συμφωνιών του Παρισιού για το κλίμα.
Το διακύβευμα δεν είναι η ανάκαμψη μιας οικονομίας που θα οδηγήσει σε αδιέξοδο. Γι’ αυτό θα πρέπει να ενισχυθούν οι επενδύσεις που θα δημιουργούν μαζικά θέσεις εργασίας στο πλαίσιο της οικολογικής και ενεργειακής μετάβασης και όχι βέβαια στις επενδύσεις που ρυπαίνουν. Η πολιτική που προτείνουμε, συνδέεται άμεσα και με ένα φιλόδοξο πρόγραμμα για την υγεία, την εκπαίδευση, έτσι ώστε οι νέοι άνθρωποι να ξεφύγουν από το αδιέξοδο της προσωρινότητας.
Η επανεγκατάσταση της παραγωγήςΗ υγειονομική κρίση ανέδειξε πόσο ευάλωτο είναι το μοντέλο ανάπτυξης απέναντι στην παγκόσμια παραγωγική αλυσίδα και τις υπερκαταναλωτικές αγορές που μας επέβαλαν να στερηθούμε σε περίπτωση σοκ, όπως αυτή με τον Covid-19, αγαθών πρώτης ανάγκης: μάσκες, φάρμακα, ιατρικά υλικά, αναπνευστήρες κ.λ.π. Η ιστορία έχει δείξει ότι οι κρίσεις αυτές αναπαράγονται και επομένως είμαστε αναγκασμένοι να επανεκτιμήσουμε την επενδυτική μας πολιτική.
Η επανεγκατάσταση των επιχειρήσεων είναι αναγκαία στον αγροτικό και βιομηχανικό τομέα, καθώς και στις υπηρεσίες. Έτσι θα μπορέσουμε να έχουμε τη σχετική αυτονομία απέναντι στις διεθνείς αγορές και να ξαναπάρουμε τον έλεγχο στους τομείς παραγωγής της ενέργειας.
Καμία σχέση με τον εθνικιστικό εγωισμόΗ επανεγκατάσταση αυτή δεν είναι συνώνυμη με την αναδίπλωση και τον εθνικιστικό εγωισμό. Είναι αναγκαία μια διεθνής ρύθμιση που θα θεμελιώνεται στη συνεργασία, η οποία θα δίνει –λύσεις στην οικολογική κρίση στο πλαίσιο των πολυεθνικών και δημοκρατικών θεσμών. Η λύση αυτή θα είναι σε ρήξη με το παγκοσμιοποιημέ��ο νεοφιλελευθερισμό και τις ηγεμονικές τάσεις των πιο ισχυρών κρατών. Από την άποψη αυτή, η υγειονομική κρίση αποδεικνύεται καθοριστική για τη διεθνή αλληλεγγύη και τη συνεργασία, που είναι το ζητούμενο μέχρι σήμερα.
... Ανίκανες να χαράξουν κοινή στρατηγικήΟι ευρωπαϊκές χώρες αποδείχθηκαν ανίκανες να χαράξουν μια κοινή στρατηγική για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Στους κόλπους της ΕΕ θα πρέπει να συσταθεί ένας πιο αποτελεσματικός μηχανισμός, που θα είναι συνεπής στην παροχή βοήθειας στις περιοχές που υποφέρουν περισσότερο, καθώς και στις χώρες που τα συστήματα υγείας είναι πολύ ευάλωτα, όπως στη Νότια Αφρική.
Σήμερα οι πολίτες βρίσκονται σε αυστηρό περιορισμό και η κινητοποίησή τους είναι αδύνατη. Θα πρέπει, όμως, να εκδηλώσουν με όποιο τρόπο μπορούν την αλληλεγγύη τους σε όποιους την έχουν ανάγκη. Να φράξουν το δρόμο στις κυβερνήσεις που επιχειρούν να επιβάλουν τα πιο αντεργατικά αντικοινωνικά μέτρα και παράλληλα να αγωνιστούν για τη δημοκρατία και την αναβάθμιση των δημοσίων υπηρεσιών.
Ποτέ πια έτσι!Τελειώνοντας με την πανδημία, δίνουμε ραντεβού με όλους για να ξαναπροβληματιστούμε και να ξανασχεδιάσουμε την οικοδόμηση της δικής μας «επόμενης ημέρας».
Καλούμε όλες τις προοδευτικές, ανθρωπιστικές και κοινωνικές δυνάμεις να βρεθούμε για να συζητήσουμε για ένα μέλλον κοινωνικό, οικολογικό, φεμινιστικό. Ένα μέλλον σε ρήξη με αυτό που μας έφερε στο νεοφιλελεύθερο μπάχαλο.