Η υγειονομική κρίση που έχει ξεσπάσει λόγω της πανδημίας του κορονοϊού έχει αναβιώσει μνήμες της μετά την 11/9/01 εποχής. Η «έκτακτη» νομοθεσία και ο περιορισμός των ατομικών δικαιωμάτων επανέρχονται στο προσκήνιο. Θυμίζουμε ότι μετά το τρομοκρατικό χτύπημα στους δίδυμους πύργους της Νέας Υόρκης, τα φαινόμενα της τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος άρχισαν να προσλαμβάνονται υπό το πρίσμα του κατεπείγοντος και της ανάγκης λήψης κατασταλτικών μέτρων άμεσης απόδοσης.
Προωθήθηκε το αφήγημα περί ασύμμετρης απειλής και κηρύχθηκε ο «πόλεμος» κατά της τρομοκρατίας: τα όρια μεταξύ εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας κατέρρευσαν ενώ η ελευθερία και η ασφάλεια έπαψαν να θεωρούνται ως απαραβίαστα δεδομένα δικαιώματα που προκύπτουν από το κοινωνικό συμβόλαιο.[1] Οι πολιτικές που προωθήθηκαν για την ενίσχυση της ασφάλειας επέφεραν μεταβολές στο ποινικό δίκαιο και στο πεδίο των δικονομικών εγγυήσεων, αυξημένες αρμοδιότητες στην αστυνομία, όξυνση της καταστολής και εντατικοποίηση του κρατικού ελέγχου σε κάθε σφαίρα της κοινωνικής ζωής. Γίναμε αυτόπτες μάρτυρες «εξαιρετικών» καταστάσεων: ανομικές πρακτικές και πρακτικές που περιβλήθηκαν με νόμο αλλά στερούνται νομιμότητας, γίνανε ο κανόνας. Απαγωγές υπόπτων, άτυπες φυλακές στη μέση του πουθενά, βασανιστήρια, στρατιωτικές επεμβάσεις, στέρηση της ελευθερίας χωρίς δίκη, φρονηματικές διώξεις, νέες μέθοδοι επιτήρησης, επιτήρηση χωρίς όρια και επιβολή ορίων στη κίνηση, στο χώρο, στην έκφραση. Πρόκειται για χαρακτηριστικά έκτακτου καθεστώτος στο θεσμικό πλαίσιο μιας κανονικής μορφής κράτους.[2]
Υπό το φόβο του ιού και του θανάτου
Η επίκληση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης συνοδεύεται συνήθως από μία ρητορική που καλλιεργεί το φόβο και τον πανικό. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Χομπσμπάουμ μετά την 11η Σεπτεμβρίου «μας κατέκλυσε ένας ωκεανός πολιτικής ρητορείας γύρω από αγνώστους αλλά τρομερούς κινδύνους που έρχονται από το εξωτερικό».[3] Η προώθηση της αντίληψης ότι τα άτομα είναι εκτεθειμένα σε ανεξέλεγκτους και απρόβλεπτους κινδύνους (όπως η τρομοκρατία) επιτείνουν το αίτημα για ενίσχυση της ασφάλειας. Το άτομο κυριευμένο από το φόβο είναι έτοιμο να εκχωρήσει το δικαίωμα της ελευθερίας του (και κυρίως να εκχωρήσει ακόμα μεγαλύτερο μέρος της από εκείνη που ήδη έχει μεταβιβάσει στο κράτος) προκειμένου να αισθανθεί ασφαλές. Ο φόβος επιστροφής του ατόμου στην προκοινωνική του κατάσταση (δηλαδή ο φόβος του θανάτου) είναι διαρκώς παρών και διάχυτος στη μετανεωτερική κοινωνία. Θα περίμενε κανείς ο φόβος του ατόμου λόγω της φυσικής του κατάστασης που έχει περιγράψει ο Χομπς,[4] δηλαδή ο φόβος απώλειας των βασικών του δικαιωμάτων, να αποτελεί μια οντολογική ανασφάλεια του παρελθόντος. Αντίθετα σήμερα, το αίτημα για διασφάλιση των φυσικών δικαιωμάτων είναι κυρίαρχο. Και εκεί ακριβώς συνεχίζει να θεμελιώνεται και η νομιμοποίηση της εξουσίας και οι υπερβάσεις της.
Η χομπσιανή αντίληψη περί κοινωνικού συμβολαίου αποδεικνύεται ιδιαίτερα επίκαιρη στη τρέχουσα συγκυρία. Ο πλανήτης έχει κηρυχθεί σε κατάσταση ανάγκης λόγω της πανδημίας και το άτομο κινούμενο από το φόβο του ιού και του θανάτου αποδεικνύεται έτοιμο να παραχωρήσει μέρος της ελευθερίας του (περιορισμός στην ελευθερία της κίνησης, υποβολή σε ιατρικές εξετάσεις και φυσική απομόνωση). Η έννοια της ζωής, του βίου αναδεικνύεται καθημερινά στο κυρίαρχο λόγο και έχει μετατραπεί στο διακύβευμα της πολιτικής και κατ' επέκταση σε μορφή διακυβέρνησης. Στη θεώρηση του Φουκώ περί βιοπολιτικής[5] η εξέλιξη των διαφόρων μορφών κοινωνικού ελέγχου εδράζεται ακριβώς στη διαχείριση της ζωής. Χρησιμοποιώντας τα παραδείγματα του λοιμού και της επιδημίας, εισήγαγε τη διάκριση ανάμεσα στην πειθαρχία και την ασφάλεια και έδειξε την υποχώρηση της πρώτης από τη δεύτερη. Στο παράδειγμα του λοιμού, αναφέρει ότι κατά τη περίοδο των μερκαντιλιστών το πρόβλημα αντιμετωπιζόταν με πειθαρχικές πρακτικές, όπως πχ. με αυστηρούς κανόνες για τη διατήρηση και των αποθεμάτων των σιτηρών, με τη συλλογή και την αποθήκευση κλπ. Στα μέσα του 18ου αιώνα, οι πειθαρχικές πρακτικές άρχισαν να αντικαθίστανται από τη διαχειριστική λογική της ασφάλειας. Η τελευταία ως τεχνική διακυβέρνησης εισήχθη από τους φυσιοκράτες τις παραμονές της γαλλικής επανάστασης. Επιδίωξη τους δεν ήταν η αποφυγή των λοιμών. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Άγκαμπεν η ιδέα ήταν «Θα τους αφήνουμε να συμβούν, αλλά μετά θα είμαστε έτοιμοι να τους διακυβερνήσουμε, να τους προσανατολίσουμε, να τους διασφαλίσουμε προς μια ορθή κατεύθυνση».[6] Για τον Άγκαμπεν ο όρος βιοπολιτική και κατάσταση εξαίρεσης συνδέονται. Η τελευταία που στην αρχή έχει τη μορφή ενός προσωρινού μέτρου προορισμένου να αντιμετωπίσει ένα έκτακτο συμβάν, στη συνέχεια εξελίσσεται σε κανονική τεχνική διακυβέρνησης. Η ζωή γίνεται μέσο κυριαρχίας και η κατάσταση εξαίρεσης ο κανόνας.[7]
Σε περίπτωση κανονικοποίησης
Σε σχέση με την παρούσα συγκυρία προβλέπεται ότι η πανδημία θα επιβραδυνθεί σταδιακά και κάποια στιγμή θα εξαλειφθεί. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν θα υφίσταται πλέον. Ο συνέπειες όμως των μέτρων που θα έχουν ληφθεί για την αντιμετώπιση της υγειονομικής αυτής κρίσης φαίνεται ότι θα επηρεάσουν τις ζωές μας σε βάθος χρόνου. Η δε ενδεχόμενη κανονικοποίηση κάποιων εξ αυτών των έκτακτων μέτρων μεταφράζεται σε περαιτέρω υποβάθμιση των εργασιακών, οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Ευελπιστούμε η ενίσχυση της ασφάλειας, αντίποδας στην εντεινόμενη ανασφάλεια και το φόβο γύρω από τη ζωή και την υγεία να μην αποτελέσει και το άλλοθι για την καθιέρωση ενός νέου πλαισίου διευρυμένου κοινωνικού ελέγχου που θα διακρίνει τον πληθυσμό σε υγιείς και μη υγιείς ομάδες, θα προωθεί την εξ αποστάσεως εργασία και εκπαίδευση και θα περιορίζει στο πυρήνα τους βασικά θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα.
Σημειώσεις
1. Βιδάλη, Σ., (2007), Έλεγχος του Εγκλήματος και Δημόσια Αστυνομία, Τομές και συνέχειες στην Αντεγκληματική Πολιτική. Τόμος Α΄. Αθήνα, Κομοτηνή, Σάκκουλας, σελ. 902
2. Μπουκάλας, Χ., (2012), Αντιτρομοκρατία και αυταρχικός κρατισμός, στο Ο Πουλαντζας Σήμερα, Αθήνα, Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς/ Εκδόσεις Νήσος, σ. 277
3. Hobsbawm, E., (2007) Παγκοσμιοποίηση, Δημοκρατία και Τρομοκρατία, Αθήνα, Θεμέλιο, σ. 178
4. Χόμπς, Τ., (1989) Λεβιάθαν. Ή ύλη, μορφή και εξουσία μιας εκκλησιαστικής και λαϊκής πολιτικής κοινότητας, Αθήνα, Εκδόσεις Γνώμη
5. Foucault, M., (2012), Η γέννηση της βιοπολιτικής: Παραδόσεις στο Κολλέγιο της Γαλλίας (1978 - 1979), μτφρ: Βασίλης Πατσόγιαννης, Αθήνα, κδόσεις Πλέθρον.
6. Σύμφωνα με τον Ιταλό φιλόσοφο «δεν μπορούμε να καταλάβουμε την πολιτική ζωή των δημοκρατικών μας κοινωνιών σήμερα αν δεν λάβουμε υπ’ όψη μας αυτό που είχε δει ο Μπένγιαμιν ήδη το 1940, ότι δηλαδή η κατάσταση εξαίρεσης έγινε κανόνας”. Βλ.σχετ. τη συνέντευξη του Agamben στην ΕΡΤ3 https://barikat.gr/content/mia-synenteyxi-me-ton-tzortzio-agkampen-viopolitiki-kai-katastasi-exairesis
7. Agamben, G., (2013), Κατάσταση Εξαίρεσης. Όταν η «έκτακτη ανάγκη» μετατρέπει την εξαίρεση σε κανόνα. (μτφ) Οικονομίδου Μ., Αθήνα, Πατάκης