Συνέντευξη με τον Παναγιώτη Κορκολή* υπεύθυνο ανάπτυξης του Ινστιτούτου ΕΝΑ



Τη συνέντευξη πήραν η Ιωάννα Δρόσου και ο Παύλος Κλαυδιανός

Να ξεκινήσουμε με σύντομη παρουσίαση του προγράμματος «Μένουμε Όρθιοι ΙΙ»; Στο πολιτικό πεδίο, από την πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ειπώθηκε ότι τα δυο σχέδια είναι «μέρα με τη νύχτα».
Αν έπρεπε να διαλέξω για το ποια είναι η σημαντικότερη διαφορά μεταξύ των προγραμμάτων, η ποιοτική διάσταση ή η ποσοτική, θα έλεγα την πρώτη. Και αυτό διότι η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ έχει μια ισορροπία στο να κρατήσει ζωντανή, από οικονομική άποψη, την προσφορά και τη ζήτηση. Αντίθετα, της ΝΔ ανταποκρίνεται διστακτικά ως προς το πρώτο σκέλος, της προσφοράς, σχεδόν καθόλου ως προς το δεύτερο, της ζήτησης, δηλαδή το εισόδημα των εργαζομένων. Τα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας και η διάρθρωσή της (μεγάλο πλήθος και μικρό μέγεθος μικρομεσαίων επιχειρήσεων, συγκέντρωση της οικονομικής δραστηριότητας σε υπηρεσίες και τουρισμό κ.λπ.) επιβάλλουν τη στήριξη της ζήτησης, αλλιώς θα ζήσουμε καταστάσεις 1ου και 2ου μνημονίου με υψηλή ανεργία, ανθρώπους στο περιθώριο, κατάρρευση του ΑΕΠ και αύξηση της ύφεσης. Η δική μας πρόταση κινείται σε τρεις άξονες: Ο πρώτος, είναι η προστασία του εισοδήματος των εργαζομένων, των θέσεων εργασίας και των σχέσεων εργασίας. Γι’ αυτό μπαίνουν ρήτρες που αποτρέπουν τις απολύσεις, διατηρούν τις σχέσεις εργασίας, δεν επιτρέπουν δηλαδή τη μετατροπή θέσεων πλήρους απασχόλησης σε μερικής ή εκ περιτροπής. Όπου η επιχείρηση έχει δυσκολία να διατηρήσει τις θέσεις εργασίας, λόγω μείωσης του τζίρου, έρχεται το κράτος και καλύπτει πλήρως το μισθό και τις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων. Ο δεύτερος άξονας αφορά τις επιχειρήσεις και δίνει ρευστότητα με δύο τρόπους για να μπορούν να κρατηθούν ζωντανές. Ο πρώτος, είναι η μη επιστρεπτέα ενίσχυσης ύψους 3 δισ., που είναι ουσιαστικά κεφάλαιο κίνησης και αφορά κυρίως τις πιο μικρές επιχειρήσεις, αυτές που δεν είναι εύκολο να περάσουν το κατώφλι των τραπεζών, και ο δεύτερος προβλέπει ισχυρά εγγυοδοτικά εργαλεία, μέσω της αναπτυξιακής τράπεζας, του παράλληλου δηλαδή τραπεζικού συστήματος που προσπαθήσαμε και σε μεγάλο βαθμό υλοποιήσαμε το προηγούμενο διάστημα, όπου εγγυάται το κράτος ένα μεγάλο ποσοστό των δανείων που δίνουν οι τράπεζες στις επιχειρήσεις. Έτσι, δίνουμε ρευστότητα στις επιχειρήσεις, χωρίς να μπαίνουν δυσβάσταχτοι όροι, που οδηγούν σε νέα γενιά «κόκκινων δανείων». Ο τρίτος άξονας είναι το καθολικό δίχτυ προστασίας, κάτω από τον τίτλο του «Εισοδήματος έκτακτης ανάγκης». Λαμβάνει υπόψη τη μη λήψη επαρκών μέτρων από την κυβέρνηση ή και αντικειμενικούς παράγοντες, όπως η πτώση του τουρισμού, και θεσμοθετεί ένα έκτακτο εισόδημα, με βάση τις ανάγκες κάθε νοικοκυριού. Αποτελεί την τελευταία δικλείδα ασφαλείας, για να μπορέσουμε να κρατήσουμε όρθια την ελληνική κοινωνία μέχρι να δούμε στοιχεία ανάκαμψης. Αυτό το πακέτο αφορά το τετράμηνο από Ιούνιο έως και Σεπτέμβριο.

Η κεντρική κριτική που απευθύνεται στο σχέδιο της ΝΔ είναι ότι παράγει «φαύλους κύκλους», πολύ σημαντικό μετά τα μνημόνια. Πώς προκύπτει αυτό;
Εάν δεν στηριχθεί η ζήτηση, το εισόδημα των πολιτών, θα προκύψει μείωση της κατανάλωσης και αυτό θα έχει επίπτωση στις επιχειρήσεις και κυρίως τις πιο μικρές ή τις μικρομεσαίες, οι οποίες θα χρήζουν ενίσχυσης. Αυτό δημιουργεί ένα καθοδικό σπιράλ, ένα φαύλο κύκλο: δεν ενισχύεις τα εισοδήματα, δεν ενισχύεις τις επιχειρήσεις, οι επιχειρήσεις κλείνουν και τα εισοδήματα πέφτουν περισσότερο και ξεκινάει δεύτερος κύκλος μείωσης, κ.ο.κ. Είναι η συνταγή της λιτότητας, της εσωτερικής υποτίμησης, την οποία αυτή τη στιγμή η ΝΔ αρνείται να αποτρέψει. Θα ξαναζήσουμε ό,τι ζήσαμε τη δεκαετία που μας πέρασε, ειδικά στα πρώτα δύο μνημόνια.



Στο επιχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ περί «φαύλων κύκλων» για το σχέδιο της κυβέρνησης αυτή απαντά πως το πρόγραμμα που προτείνει αυτός δεν είναι εφικτό. Έχει βάση αυτή η κριτική;
Τη (μη) εφικτότητα την ανάγει στο γεγονός ότι δεν έχουμε τα δημοσιονομικά περιθώρια ή τα περιθώρια με όρους ρευστότητας για να εφαρμοστεί το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, στο πρόγραμμα «Μένουμε Όρθιοι» υπάρχει πλήρης τεκμηρίωση. Λαμβάνουμε υπόψη όλες τις πηγές χρηματοδότησης, όπως το μαξιλάρι ασφαλείας και τα ταμειακά διαθέσιμα, τις ευρωπαϊκές πηγές -όπως το εγγυοδοτικό πρόγραμμα της ευρωπαϊκής τράπεζας επενδύσεων- τη δυνατότητα να βγει η χώρα στις αγορές για 4,5 δισ. νέα ομόλογα, δυνατότητα που και η ίδια η κυβέρνηση έχει αναφέρει μέσω του ΟΔΔΗΧ, τον αναπροσανατολισμό των πόρων μέσω ΕΣΠΑ, τη μείωση των εσόδων του κράτους από την ύφεση, αλλά και τα μέτρα της κυβέρνησης για αναβολές ή μειώσεις. Εάν συνυπολογίσουμε όλες τις πηγές, αποδεικνύεται πως το πρόγραμμα που προτείνουμε είναι απόλυτα εφικτό. Μάλιστα, στις μελέτες μας έχουμε εξαιρέσει από την κοστολόγηση δυνητικές πηγές χρηματοδότησης όπως η επιστροφή των κερδών από τα κέρδη των ομολόγων (ANFAs και SMPs), για να είμαστε απολύτως βέβαιοι για την εφικτότητα του προγράμματος. Να προσθέσω κάτι ακόμα. Το «Μένουμε Όρθιοι Ι» ήταν ύψους 26 δισ., μαζί με τα δημοσιονομικά δάνεια και τις εγγυήσεις. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε την προηγούμενη εβδομάδα μέτρα 24 δισ. Που είναι η μη εφικτότητα στο ένα πρόγραμμα και που η εφικτότητα του άλλου, σχεδόν ισόποσου, προγράμματος; Νομίζω, λοιπόν, ότι ο τρόπος με τον οποίο παντρέψαμε πηγές χρηματοδότησης και μέτρα είναι απόλυτα διαυγής και καθαρός και αποδεικνύει τη σοβαρή κοστολόγηση του σχεδίου.

Να επιχειρήσουμε μια ερμηνεία αυτής της συντηρητικής οπτικής της κυβέρνησης;
Πιστεύουμε ότι η κυβέρνηση δεν έχει μετακινηθεί ούτε σπιθαμή από την πολιτική που ήθελε εξαρχής να εφαρμόσει. Στην ουσία, συνεχίζει, με άλλη ρητορική, την ίδια πολιτική μη εγκαταλείποντας τις ιδεοληψίες της: αυτή περιλάμβανε κάποιες στοχευμένες φοροελαφρύνσεις για λίγους, ένα αφήγημα περί δήθεν επενδύσεων, όπως η περίπτωση του Ελληνικού, που διαψεύστηκε ποικιλοτρόπως, καθώς και την ανατροπή εργασιακών σχέσεων. Τα αποτελέσματα δε αυτής της πολιτικής καταγράφηκαν στους δείκτες του πρώτου τριμήνου του 2020 με μείωση του ρυθμού ανάπτυξης. Υπενθυμίζω ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ παρέδωσε ανάπτυξη 2,8% στο δεύτερο τρίμηνο του 2019 και το έτος έκλεισε με 1% στο τελευταίο τρίμηνο του 2019.

Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση επανέρχεται και εξαγγέλλει για το 2021 μείωση εισφορών και φορολογίας. Ανεπίδεκτοι ή επίμονοι;
Αυτό επιβεβαιώνει το προηγούμενο επιχείρημά μου. Ο κ. Μητσοτάκης, αμήχανα, επαναλαμβάνει το πρόγραμμα που είχε προ κορονοϊού με ελαφρύνσεις για τα μεγάλα εισοδήματα και τις μεγάλες επιχειρήσεις και αναδιανομή σε βάρος των πολλών. Αυτό εξακολουθεί να διακηρύττεται και πλέον αρχίζει να είναι και κενό περιεχομένου καθώς κανείς δεν γνωρίζει αυτή τη στιγμή τα δεδομένα που θα έχουμε το 2021.

Οι προτάσεις της Κομισιόν πόσο σημαντικές είναι τόσο για την Ευρώπη όσο και για την Ελλάδα; Ειδικά για την ελληνική περίπτωση θα μπορούσαν και να μειώσουν τους κινδύνους για «φαύλους κύκλους» της πολιτικής της κυβέρνησης;
Εκτιμάμε την πρόταση της Επιτροπής ως θετική για ποιοτικούς και ποσοτικούς λόγους. Ο ΣΥΡΙΖΑ εδώ και μια δεκαετία αγωνίζεται για την επίδειξη αλληλεγγύης σε επίπεδο ΕΕ και το τελευταίο διάστημα, όπως και άλλες προοδευτικές δυνάμεις, ειδικά από τις χώρες του Νότου, μιλούν για αμοιβαιοποίηση των παρεμβάσεων και αναδιανεμητικό ρόλο του προϋπολογισμού της Ε.Ε. Η πρόταση της Κομισιόν είναι θετική γιατί έχει έντονα στοιχεία αμοιβαιοποίησης και αναδιανομής. Μην ξεχνάμε ότι με βάση αυτή την πρόταση, η Ελλάδα παίρνει το 4,3% του ευρωπαϊκού πακέτου ανάκαμψης, ενώ αντίστοιχα συμμετέχει στο 1,3% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Άρα εδώ φαίνεται το στοιχείο της αναδιανομής. Το πακέτο των περίπου 30-32 δισ. που αναλογεί αντιστοιχεί στο 17% του ετήσιου ελληνικού ΑΕΠ. Είναι πολύ σημαντικό νούμερο, λοιπόν, αυτό που κατανέμεται στη χώρα. Βεβαίως, η πρόταση έχει και γκρίζες ζώνες, που έχουν κυρίως να κάνουν με τους όρους και τις αιρεσιμότητες για την εκταμίευση των χρημάτων. Είναι ένα πεδίο διαπραγμάτευσης και θέλει σκληρή μάχη από την πλευρά των προοδευτικών δυνάμεων. Ωστόσο, η πρόταση επιβεβαιώνει απόλυτα την επιλογή ΣΥΡΙΖΑ που ζητά εμπροσθοβαρές πακέτο μέτρων, να ανασχεθεί η ύφεση το 2020, να υπάρχει μια γρήγορη ανάκαμψη από το 2021 και μετά.

Οι επιδοτήσεις που προβλέπει το σχέδιο ΣΥΡΙΖΑ στις επιχειρήσεις, κυρίως μεσαίες - μικρές, θέτουν τον όρο της διατήρησης της απασχόλησης και των σχέσεων εργασίας. Με τις μεγάλες τύπου Aegean, ακτοπλοϊκές ή άλλες που θα προκύψουν τι γίνεται;
Η πρόβλεψη και για τις μεγάλες επιχειρήσεις είναι ίδια, για να μην πω πιο αυστηρή. Άρα δεν υπάρχει βοήθεια, χωρίς προϋποθέσεις για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας αλλά και πρόσθετους ειδικούς όρους ανά τομέα. Για παράδειγμα, η διάσωση του αερομεταφορέα της Aegean, επειδή έχει εθνική σημασία, θα πρέπει να θέτει προτεραιότητες στο πλάνο ανάπτυξης. Από την άλλη, ο τρόπος που θα δοθεί αυτή η βοήθεια θα πρέπει να προσφέρει και τα αντίστοιχα οικονομικά οφέλη στο δημόσιο - εφόσον π.χ. προκριθεί ως βοήθεια η συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο, θα πρέπει να διασφαλιστεί ένα εύλογο κέρδος για το δημόσιο από αυτή τη συμμετοχή.



Το «Μένουμε Όρθιοι ΙΙ» είναι ένα αμιγώς οικονομικό πρόγραμμα, για τις συνέπειες από την υγειονομική κρίση. Η πανδημία, ωστόσο, ανέδειξε και μια σειρά από ανισότητες, όπως είναι η μη προστασία των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, π.χ. άτομα με αναπηρία, κρατούμενοι, πρόσ��υγες, άστεγοι κ.ά., η μη καθολική πρόσβαση στο διαδίκτυο, η παντελής απουσίας πρόληψης ψυχολογικής στήριξης, η μηδενική πρόνοια απέναντι στην αύξηση της ενδοιοικογενειακής βίας κ.λπ. Αυτά δεν πρέπει να περιληφθούν σε ένα πρόγραμμα που έχει τον τίτλο «Μένουμε Όρθιοι» ή μήπως σκοπεύει ο ΣΥΡΙΖΑ να φέρει τέτοια μέτρα σε δεύτερο χρόνο;
Καταρχάς, το «Μένουμε Όρθιοι ΙΙ» δεν έχει μόνο οικονομικό χαρακτήρα. Τα μέτρα για την εργασία δεν έχουν να κάνουν μόνο με το εισόδημα των εργαζομένων, αλλά και τη διατήρηση της διαπραγματευτικής τους ισχύος. Έχουμε, δηλαδή, και κάποια ποιοτικά στοιχεία με τα οποία παρεμβαίνουμε στην αγορά εργασίας και κυρίως δεν δίνουμε το δικαίωμα στις συντηρητικές δυνάμεις να πάρουν ως αφορμή την πανδημία, για να ανατρέψουν εργασιακές σχέσεις. Επίσης, το Εισόδημα Έκτακτης Ανάγκης είναι ένα μέτρο που μπορεί να παραμείνει και μετά την πανδημία με κάποια τροποποίηση των παραμέτρων του. Μάλιστα, βλέπουμε ότι υιοθετείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αφού με αφορμή την κρίση θεσμοθετείται ένα δίχτυ ασφαλείας, κοινωνικός μισθός, που στις διάφορες αναταραχές των οικονομικών κύκλων προστατεύει κάθε φορά το πιο ευάλωτο στις αλλαγές τμήμα του πληθυσμού που συνήθως παραμένει αόρατο για τις συντηρητικές δυνάμεις. Το «Μένουμε Όρθιοι ΙΙ» είναι, ουσιαστικά, γέφυρα μεταξύ των άμεσων αναγκών που πρέπει να απαντηθούν -γιατί η αγωνία του κόσμου, των εργαζομένων, των επιχειρηματιών είναι πολύ έντονη- και του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, που φιλοδοξούμε να παρουσιάσουμε μέσα στο καλοκαίρι, και θα απαντά σε αυτά τα ζητήματα όπως και σε πολλά άλλα. Για παράδειγμα, πώς πρέπει να αποτρέψουμε την εμπορευματοποίηση βασικών αγαθών που έχει συντελεστεί το προηγούμενο διάστημα, όπως είναι τα φάρμακα και η έρευνα για τα εμβόλια ή τα κοινά αγαθά, τα φυσικά μονοπώλια, κ.λπ. Ακόμα, πρέπει να συζητήσουμε για τα ψηφιακά δικαιώματα και την τηλεργασία, που φαίνεται πως θα μπει στη ζωή μας, τη δημοκρατία και τη χρήση τεχνολογίας στην κατεύθυνση της διεύρυνσης των δημοκρατικών και ατομικών δικαιωμάτων, την ανθεκτικότητα των υποδομών και της οικονομίας. Έχει, λοιπόν, πολλές διαστάσεις που πρέπει να περιληφθούν, με κυριότερη την περιβαλλοντική. Όπως επισημαίνουμε και στο πρόγραμμα «Μένουμε Όρθιοι», οι αιτίες της πανδημίας και οι αιτίες της περιβαλλοντικής κρίσης είναι κοινές και οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην πυκνότητα του πληθυσμού, στο γεγονός ότι ο άνθρωπος έχει αλλάξει τις ισορροπίες πάνω στη γη. Όπως επισημαίνει η επιστημονική κοινότητα, οι συνέπειες από την περιβαλλοντική κρίση θα είναι πολλαπλάσιες από αυτές που βιώσαμε με την πανδημία. Όλα αυτά, λοιπόν, θα περιλαμβάνονται στο αναθεωρημένο και ριζοσπαστικότερο πρόγραμμα που φιλοδοξούμε να παρουσιαστεί το καλοκαίρι. Η κρίση πρέπει να ιδωθεί όχι ως ένας εφιάλτης που πέρασε για να επιστρέψουμε στην παλιά κανονικότητα, αλλά ως αφορμή για να περιγράψουμε μια νέα βιώσιμη πραγματικότητα με βάση τις σύγχρονες ανάγκες και προκλήσεις.

* Ο Π. Κορκολής υπήρξε Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ - Οικολόγων.

***


Από τη χρεοκοπημένη «κανονικότητα»
σε μια νέα βιώσιμη και δίκαιη πραγματικότητα για όλους (1)




Η πανδημία, η υγειονομική κρίση καθώς και η οικονομική και κοινωνική κρίση που ακολουθεί είναι προφανές ότι δημιουργούν άμεσες ανάγκες υγειονομικού και οικονομικού χαρακτήρα, ανάγκες για μέτρα ικανά να δώσουν στήριξη στο ΕΣΥ, το εισόδημα, την εργασία, σε όσους μένουν χωρίς δουλειά, στήριξη σε επιχειρήσεις για να μην κλείσουν οριστικά. Ταυτόχρονα όμως η κρίση αποκαλύπτει βαθύτερες ανάγκες και μεγάλες προκλήσεις που η αντιμετώπιση τους απαιτεί τολμηρές υπερβάσεις και αλλαγή του κυρίαρχου παραγωγικού και οικονομικού μοντέλου.
Η τομή της κρίσης μπορεί να αποδειχθεί ιστορική για το μέλλον της συλλογικής ζωής και της τύχης των κοινωνιών μας.
• Οφείλουμε να κατανοήσουμε αλλά και να αντιμετωπίσουμε τις κοινές αιτίες κλιματικής και υγειονομικής κρίσης.
• Οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι η αποεμπορευματοποίηση βασικών αγαθών είναι πλέον αναγκαιότητα.
• Οφείλουμε να καταστήσουμε ξεκάθαρο με κάθε τρόπο ότι η δημοκρατία δεν μπαίνει σε καραντίνα.
Ο παλιός κόσμος είναι ήδη πίσω μας. Οι βεβαιότητες για τις ιδιωτικοποιήσεις, την εμπορευματοποίηση των πάντων, και την απορρύθμιση των εργασιακών δικαιωμάτων ανήκουν στο παρελθόν. Το ίδιο και η λογική ιδιωτικοποίησης των κερδών στην ανάπτυξη και κοινωνικοποίησης των ζημιών στη κρίση, η θεώρησητου φυσικού δομημένου και πολιτιστικούπεριβάλλοντος ως εμποδίου στις επενδύσεις και της εργασίας ως αναλώσιμου εμπορεύματος του οποίου το κόστος πρέπει συνεχώς να μειώνεται. Καθήκον αυτή τη στιγμή της αριστεράς η οποία αντιμαχόταν αυτές τις βεβαιότητες και λογικές δεν είναι μόνο να παρουσιάσει ένα διαφορετικό σχέδιο, ένα νέο παραγωγικό μοντέλο αλλά και να το καταστήσει ηγεμονικό. Για αυτό το ζητούμενο δεν είναι να γυρίσουμε στην παλιά «κανονικότητα», στην κανονικότητα που οδήγησε σε μια χαμένη δεκαετία και που αν δεν προσέξουμε σήμερα, θα οδηγήσει σε μια χαμένη γενιά. Ζητούμενο είναι να μιλήσουμε για την νέα εποχή, για την μετάβαση σε μια βιώσιμη οικονομία των αναγκών.
Η μετάβαση αυτή, σε ένα πράσινο και βιώσιμο μοντέλο δεν είναι όπως προσπαθούν να μας πείσουν αντιαναπτυξιακή. Αντιθέτως παράγει αναπτυξιακές ευκαιρίες που πρέπει να αξιοποιήσουμε. Προϋποθέτει φυσικά το μοίρασμα του δημοσιονομικού χώρου μεταξύ της μείωσης φόρων και της αύξησης των αναγκαίων δαπανών.Αλλά με αυτόν τον τρόπο Μπορούμε να κάνουμε την οικονομία μας περισσότερο ανθεκτική και να πετύχουμε μετασχηματισμούς που διασφαλίζουν τη δίκαιη μοιρασιά του οφέλους της ανάπτυξης. Σε αυτό το πλαίσιο η εργασία παίζει κομβικό ρόλο. Η ενίσχυση των μισθών είναι αναγκαία προϋπόθεση για την στροφή της παραγωγικής διαδικασίας από ένα μοντέλο φτηνής και αναλώσιμης εργασίας σε ένα μοντέλο καινοτομίας και προστιθέμενης αξίας. Ταυτόχρονα οφείλουμε να οικοδομήσουμε ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος. Γιατί για εμάς η έννοια της ασφάλειας εκτείνεται πολύ πέρα από τα όρια της αστυνόμευσης, ταυτίζεται με θεμελιώδεις λειτουργίες του κράτους και της κοινωνικής οργάνωσης όπως η διασφάλιση της υγείας και η εξασφάλιση ενός εισοδήματος αξιοπρεπούς διαβίωσης για όλους και όλες.
Η αντιμετώπιση της πολλαπλής κρίσης που ζούμε απαιτεί μια νέα θεώρηση μια νέα κοινή λογική με βάση τις συλλογικές ανάγκες. Και ακριβώς σε μια τέτοια θεώρηση και προοπτική:
• Επεξεργαζόμαστε ένα πρόγραμμα με μεσοπρόθεσμο ορίζοντα ένα πρόγραμμα πράσινης μετάβασης και μετασχηματισμού της χώρας, ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, ένα πρόγραμμα για την Ελλάδα της νέας δεκαετίας 2020-2030 το οποίο θα παρουσιάσουμε το επόμενο διάστημα.
• Παρουσιάζουμε σήμερα, τώρα ένα πλαίσιο επεξεργασμένων μέτρων ως απάντηση στις άμεσες και επείγουσες ανάγκες της κοινωνίας και της οικονομίας, το Μένουμε Όρθιοι ΙΙ.

1. Απόσπασμα από την εισαγωγή του «Μένουμε Όρθιοι ΙΙ»
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet