«Μητέρα» (Mother)
Του Στράτου ΚερσανίδηΤρεις ταινίες του κορυφαίου νοτιοκορεάτη σκηνοθέτη, Μπονγκ Τζουν-χο («Παράσιτα») προβάλλονται από την Πέμπτη στους κινηματογράφους. Τρεις παλαιότερες ταινίες του για τις οποίες είχαμε γράψει στην «Εποχή» της 15ης Μαΐου, με αφορμή την πρώτη τους προβολή στην Ελλάδα μέσα από την πλατφόρμα Cinobo.
Ο κινηματογράφος του Μπονγκ Τζουν-χο είναι πολυεπίπεδος. Έμμεσα κοινωνικός και βαθιά, αν και υπαινικτικά, πολιτικός. Χρησιμοποιώντας τη φόρμα του αστυνομικού φιλμ, διανθισμένου με στοιχεία νουάρ, θρίλερ και μαύρου χιούμορ, στοχεύει στις δομές της ταξικής κοινωνίας και της εξουσίας και μέσω αυτών ανιχνεύει την ανθρώπινη κατάσταση και πώς αυτή επηρεάζεται.
Ας δούμε τις τρεις ταινίες που προβάλλονται στους κινηματογράφους και που σας συστήνουμε ανεπιφύλακτα:
Ο «Σκύλος που γαβγίζει» (Barking dog never bite) είναι μια ταινία ευφυέστατη, με κατάμαυρο χιούμορ και συνεχείς ανατροπές.
Ο Γιουν-τζου προσπαθεί να πάρει θέση καθηγητή στο κολέγιο αλλά για να το πετύχει πρέπει να δωροδοκήσει τον πρύτανη. Εν τω μεταξύ ζει μαζί με την έγκυο γυναίκα του σε μια μεγάλη πολυκατοικία. Γενικά τα φέρνουν δύσκολα πέρα καθώς εργάζεται μόνον η γυναίκα του. Μέσα σε όλο αυτό το όχι ευχάριστο σκηνικό, ο Γιουν-τζου αποκτά έναν εχθρό! Είναι ένας σκύλος ο οποίος ανήκει σε κάποιον ένοικο και ο οποίος γαβγίζει, κάτι που τον ενοχλεί αφάνταστα. Έτσι όταν βλέπει ένα σκυλάκι και νομίζοντας πως εκείνο είναι που γαβγίζει το πιάνει με σκοπό να το σκοτώσει. Καθώς όμως δεν μπορεί να προβεί στην αποτρόπαια πράξη φόνου του σκύλου, τον κλειδώνει στο υπόγειο της πολυκατοικίας. Εκεί μπαινοβγαίνει κρυφά ο θυρωρός στον οποίο φαίνεται πως αρέσει το σκυλίσιο κρέας! Αλλά στο υπόγειο έχει βρει καταφύγιο και ένας πεινασμένος άστεγος. Ενώ το σκυλάκι αγνοείται, το κοριτσάκι που το έχασε τυπώνει ένα αφισάκι με το οποίο αναζητά το χαμένο της σκυλί και γεμίζει όλη τη γειτονιά. Εκεί ζουν και δυο κοπέλες, φίλες, καθώς και μια ηλικιωμένη γυναίκα. Η μία από τις κοπέλες βλέπει μια μέρα κάποιον να πετά ένα σκυλάκι από την ταράτσα. Νιώθει αποτροπιασμό και θέλει να μάθει ποιος είναι. Τα βάσανα του Γιουν-τζου μεγαλώνουν όταν η γυναίκα του αγοράζει ένα σκύλο και τον φέρνει στο διαμέρισμα. Όλα μπλέκονται, δημιουργούνται παρεξηγήσεις και κωμικοτραγικές καταστάσεις σε μια ταινία αστεία μεν, αλλά και δραματικά αληθινή.
Η «Μνήμες φόνων» (Memories of murder), που ο σκηνοθέτης γύρισε το 2003, βασίζεται σε αληθινά γεγονότα. Όλα ξεκίνησαν με ένα διπλό φονικό που έγινε το 1986 σε μια μικρή πόλη. Οι δύο αστυνομικοί, οι οποίοι ανέλαβαν να διαλευκάνουν την υπόθεση, δεν τα καταφέρνουν. Οι φόνοι συνεχίζονται και η κατάσταση δημιουργεί μεγάλες και δικαιολογημένες ανησυχίες στις αρχές και στη μικρή κοινωνία. Έτσι η κεντρική αστυνομική διοίκηση στέλνει έναν έμπειρο ντετέκτιβ από την πρωτεύουσα για να βοηθήσει την τοπική αστυνομία. Παρόλα αυτά δεν σημειώνεται καμία πρόοδος και ο δολοφόνος παραμένει ασύλληπτος. Κανένα στοιχείο δεν υπάρχει το οποίο να οδηγήσει στην ανακάλυψή του. Ο καιρός περνά η υπόθεση γίνεται όλο και πιο μυστηριώδης, ενώ οι ανατροπές διαδέχονται η μία την άλλη.
Ταινία σκοτεινή με υποβλητική ατμόσφαιρα, διάχυτο μυστήριο και σασπένς. Ένα άλυτο παζλ που γίνεται όλο και πιο σύνθετο, θαρρείς και τα κομμάτια του αυξάνονται κάνοντας σχεδόν αδύνατη τη συναρμολόγησή του.
Η τρίτη ταινία, η «Μητέρα» (Mother), γυρίστηκε το 2009. Όλα ξεκινούν όταν συλλαμβάνεται κατηγορούμενος για φόνο ο 27χρονος Ντο-τζουν, τύπος ελαφρόμυαλος και κάπως αφελής, απόλυτα εξαρτημένος από τη μητέρα του, την Χέι-τζα, η οποία είναι υπερπροστατευτική. Μια μέρα ο Ντο-τζουν έχει ραντεβού με έναν φίλο του αλλά εκείνος δεν έρχεται στο ραντεβού. Έτσι ο 27χρονος αρχίζει να πίνει μόνος και όταν έχει πιει αρκετά τον διώχνουν, με αποτέλεσμα να φύγει μεθυσμένος. Πηγαίνοντας κατά το σπίτι του συναντά μια όμορφη κοπέλα και την ακολουθεί. Εκείνη προσπαθεί να ξεφύγει, τον διώχνει και ο νεαρός, βλέποντας πως δεν πρόκειται να πετύχει τίποτε, αποφασίζει να συνεχίσει το δρόμο για το σπίτι του. Την επόμενη μέρα όμως, επάνω σε μια ταράτσα βρίσκεται το πτώμα της κοπέλας, η οποία έχει δολοφονηθεί. Οι υποψίες στρέφονται στον Ντο-τζουν ο οποίος συλλαμβάνεται και κατηγορείται για το φόνο. Όμως η Χέι-τζα δεν μπορεί να δεχτεί την ενοχή του γιου της και ξεκινά ένα δύσκολο αγώνα για να αποδείξει την αθωότητά του. Η έρευνά της την οδηγεί στην αλκοολική γιαγιά του θύματος και σε έναν ηλικιωμένο ρακοσυλλέκτη. Οι ανατροπές διαδέχονται η μία την άλλη, τα ερωτήματα πληθαίνουν, οι αμφιβολίες πολλαπλασιάζονται. Στο φινάλε δίνεται μια λύση αλλά η ελλειπτικότητα αφήνει κάποια ερωτήματα χωρίς σαφείς απαντήσεις.