Η αναπληρώτρια τομεάρχης Παιδείας και βουλεύτρια Ιωαννίνων του ΣΥΡΙΖΑ, Μερόπη Τζούφη, αναλύει το νεοφιλελεύθερο δόγμα του νομοσχεδίου Κεραμέως και τις απαντήσεις που πρέπει να δοθούν από αριστερά.



Τη συνέντευξη πήρε
ο Νίκος Γιαννόπουλος

Χαρακτηρίσατε το νομοσχέδιο ως νεοφιλελεύθερης κοπής. Ποια είναι τα πιο εξόφθαλμα νεοφιλελεύθερα στοιχεία του;
Βασική παράμετρος της νεοφιλελεύθερης οικονομικής ανάπτυξης είναι πως τα κοινωνικά αγαθά, όπως η παιδεία, αποτελούν χώρο επενδύσεων με σκοπό τη μεγιστοποίηση του κέρδους. Στο πλαίσιο αυτό, ενισχύεται η αποδέσμευση του κράτους από τις χρηματοδοτικές του υποχρεώσεις και η αύξηση των ιδιωτικών δαπανών. Ταυτόχρονα, εντείνονται οι ανισότητες, ενώ οι εκπαιδευτικοί θεσμοί υποτάσσονται στους κανόνες της «αγοράς». Οι δυνάμεις του νεοφιλελεύθερου «δόγματος» προσπαθούν, σε παγκόσμιο επίπεδο, να επιβάλλουν μια τεχνοκρατική αντίληψη για την εκπαίδευση, σε βάρος των δημοκρατικών κοινωνικών αξιών. Το νομοσχέδιο Κεραμέως απαντά σε όλα αυτά τα στοιχεία, ενώ αποτελεί συνέχεια της μέχρι τώρα κυβερνητικής πολιτικής για την εκπαίδευση. Τον τελευταίο χρόνο η κυβέρνηση ανέστειλε τη λειτουργία των Προγραμμάτων Επαγγελματικής Εκπαίδευσης στα ΑΕΙ για αποφοίτους ΕΠΑΛ, κατήργησε το άσυλο, ανέστειλε τη λειτουργία των νέων τμημάτων ΑΕΙ και κατήργησε τη Νομική Σχολή στην Πάτρα. Επίσης, κατήργησε την ελεύθερη πρόσβαση στα πανεπιστήμια και θέσπισε νέο ανταποδοτικό σύστημα χρηματοδότησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, συνδέοντάς το με την αξιολόγηση. Την ίδια στιγμή προχώρησε σε «ρυθμίσεις-δώρο» για τα ιδιωτικά κολέγια. Ακόμη, κατά την περίοδο της καραντίνας, το υπουργείο Παιδείας εμπιστεύθηκε ιδιωτική εταιρία για την κάλυψη των αναγκών της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και όχι το δημόσιο Πανελλήνιο Σχολικό Δίκτυο. Μεταξύ των ρυθμίσεων, ξεχωρίζουν η εισαγωγή των αγγλικών στο νηπιαγωγείο, η αύξηση των εξετάσεων και η οπισθοδρόμηση στο σχολείο-εξεταστικό κέντρο, η τιμωρητική και ανταποδοτική αξιολόγηση εκπαιδευτικών και σχολείων, η επαναφορά της αποτυχημένης τράπεζας θεμάτων που ενισχύει το λόγο ύπαρξης των φροντιστηρίων, καθώς και η θεσμοθέτηση των Ξενόγλωσσων Προγραμμάτων Σπουδών, η οποία αποσκοπεί στη συγκρότηση ενός παράλληλου συστήματος ιδιωτικής ανώτατης εκπαίδευσης εντός των δημόσιων ΑΕΙ.

Διατήρηση της επίπλαστης αριστείας



Κατηγορούν τον ΣΥΡΙΖΑ ότι αποστρέφεται τα πρότυπα σχολεία διότι αποστρέφεται την αριστεία, όμως οι διατάξεις του νομοσχεδίου για τα Πρότυπα συγκεντρώνει πυρά από όλες τις κατευθύνσεις… 
Η «αριστεία» εισήλθε στο πολιτικό λεξιλόγιο πριν περίπου έξι χρόνια με ευθύνη της Νέας Δημοκρατίας, πρώτα από τον Αντώνη Σαμαρά και έπειτα από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Η κεντρική ιδέα ήταν πως «για πάσα νόσο… αριστεία», με τους άριστους απέναντι στους τεμπέληδες, τους άθεους, τους αστεφάνωτους και αυτούς που δεν φορούν γραβάτα. Όσον αφορά την εκπαίδευση, η επικοινωνιακή γραμμή ροκανίσματος της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ από την τότε αντιπολιτευόμενη ΝΔ, ήταν πως πριμοδοτούσε τον «εξισωτισμό προς τα κάτω» και την παιδαγωγική κουλτούρα της «ήσσονος προσπάθειας». Η ένταση αυτής της αντιπαράθεσης κορυφώθηκε γύρω από τα πρότυπα σχολεία. Όταν η Νέα Δημοκρατία ανέλαβε τη διακυβέρνηση έγινε σαφές τι εννοούσε με την «αριστεία». Με νόμο προβλέφθηκε η αύξηση των αποδοχών των «γαλάζιων παιδιών» στα υπουργεία. Στη συνέχεια διόρισε μόνον «άριστους» διοικητές στα νοσοκομεία και σε δημόσιους οργανισμούς. Για το διορισμό του διοικητή της ΕΥΠ χρειάστηκε έκτακτη νομοθετική ρύθμιση, σύμφωνα με την οποία δεν είναι πλέον υποχρεωτική η κατοχή πτυχίου. Χαρακτηριστική επίσης περίπτωση «αριστείας» ήταν και ο πρώην υφυπουργός Εξωτερικών Αντώνης Διαματάρης, ο οποίος δήλωνε απόφοιτος του «Κολάμπια», χωρίς να είναι. Η συζήτηση περί «αριστείας» είναι βαθιά υποκριτική και η υπουργός Παιδείας συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο, δηλώνοντας σε παλαιότερη συνέντευξή της πως «η αριστεία είναι τρόπος ζωής». Οι ρυθμίσεις για τα πρότυπα σχολεία στοχεύουν στη διατήρηση του κλίματος της επίπλαστης αριστείας προς τέρψη του συντηρητικού ακροατηρίου και στη δημιουργία σχολείων για την «ελίτ», σε βάρος του σχολείου της γειτονιάς. Ο σχεδιασμός του υπουργείου φανερώνει πως τα σχολεία αυτά θα αποτελέσουν την ατμομηχανή για την ανταποδοτική αξιολόγηση εκπαιδευτικών και μαθητών και τον ανταγωνισμό μεταξύ μαθητών, εκπαιδευτικών και σχολείων.

Μπορείτε να μας αναλύσετε το σκεπτικό για τη διαφωνία στη διάταξη που φέρνει τα αγγλικά στα νηπιαγωγεία;
Η εισαγωγή της αγγλικής γλώσσας έρχεται σε αντίθεση με τη φιλοσοφία του νηπιαγωγείου, στερείται επιστημονικής τεκμηρίωσης και παραβλέπει βασικές παιδαγωγικές αρχές. Αυτό δεν είναι η θέση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά των «ειδικών», δηλαδή της Συνόδου Προέδρων και Κοσμητόρων των Παιδαγωγικών Τμημάτων και Σχολών. Την ίδια θέση έχει λάβει και η Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδας (ΔΟΕ). Επιτρέψτε μου να σημειώσω πως περίπου το 10% των μαθητών νηπιαγωγείου έχει αναπτυξιακές διαταραχές και άλλου τύπου εκπαιδευτικές ανάγκες, ενώ υπάρχουν και παιδιά που προέρχονται από άλλα πολιτισμικά και γλωσσικά περιβάλλοντα. Αντί, λοιπόν, να δοθεί βάρος στην παιδαγωγική και ψυχοκοινωνική στήριξη αυτών των παιδιών, το υπουργείο βαφτίζει «καινοτομία» και «ήπια δεξιότητα» τη διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας από το νηπιαγωγείο, αποδεικνύοντας πόσο μακριά βρίσκεται η ηγεσία του από την εκπαιδευτική πραγματικότητα.

Προσπάθειες ιδιωτικοποίησης των πανεπιστημίων

Ποια είναι η επιδίωξη της διάταξης για τα ξενόγλωσσα πρόγραμματα σπουδών στα πανεπιστήμια που εισάγεται με το νομοσχέδιο;
Το Άρθρο 16 και οι αγώνες υπεράσπισης του δημόσιου πανεπιστημίου δεν επιτρέπουν την ίδρυση ιδιωτικών ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα μας. Έτσι επιστρατεύονται διαρκώς σχέδια και σενάρια παράκαμψής του. Αυτό φανερώθηκε με τη ρύθμιση που ψήφισε η κυβέρνηση για την αναγνώριση των τίτλων σπουδών που παρέχουν τα ιδιωτικά κολέγια σε συνεργασία με αμφιβόλου ποιότητας ιδρύματα του εξωτερικού. Καθώς το Σύνταγμα δεν επιτρέπει την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, η ΝΔ δεν σταματά να επεξεργάζεται σχέδια ιδιωτικοποίησης του δημόσιου Πανεπιστημίου. Η θεσμοθέτηση της ανταποδοτικής χρηματοδότησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, με εισαγωγή ιδιωτικο-οικονομικών και όχι ακαδημαϊκών κριτηρίων, υπηρετεί ακριβώς αυτόν τον σκοπό. Σήμερα, τα Ξενόγλωσσα Προγράμματα Σπουδών προτείνονται ως μια λύση εξωστρέφειας των ελληνικών πανεπιστημίων. Ο ΣΥΡΙΖΑ θεσμοθέτησε πρώτος τα ξενόγλωσσα προγράμματα. Θέσπισε, όμως, μια σειρά από αυστηρούς και ακαδημαϊκούς κανόνες. Η πρόταση της κυβέρνησης αφορά στην επιχειρηματική εξωστρέφεια, δημιουργώντας ένα παράλληλο σύστημα ανώτατης εκπαίδευσης, με δίδακτρα και «διπλούς» τίτλους σπουδών, στο οποίο κανείς θα εισάγεται με αποκλειστικό κριτήριο τη γλωσσομάθεια και τις οικονομικές του δυνατότητες. Αν και η ρύθμιση αφορά αλλοδαπούς φοιτητές, είναι ζήτημα χρόνου να επιτραπεί η εγγραφή και σε Έλληνες που είτε απέτυχαν στις πανελλήνιες εξετάσεις, είτε απέφυγαν να συμμετάσχουν σε αυτές. Θα έχουν, όμως, την οικονομική ευχέρεια να εγγραφούν. Η ρύθμιση είναι πλήρως αντίθετη στην κουλτούρα της ελληνικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και έρχεται να αλλοιώσει σημαντικά το χαρακτήρα και το πνεύμα της δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης. Ήδη μεγάλο πανεπιστήμιο της χώρας αναμένει την ψήφιση της ρύθμισης, ώστε να ξεκινήσει τη λειτουργία νέας Ιατρικής Σχολής στα αγγλικά.

Στη διαβούλευση υπήρξαν χιλιάδες επικριτικά σχόλια για το νομοσχέδιο. Παρόλα αυτά η κα Κεραμέως επιμένει... 
Μιλάμε για την πλήρη απαξίωση της δημόσιας διαβούλευσης. Το νομοσχέδιο, σε διάστημα δύο εβδομάδων, έλαβε περισσότερα από 14.500 σχόλια, στην πλειοψηφία τους αρνητικά. Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να υπαναχωρήσει σε ακραίες διατάξεις, όπως στην εισαγωγή ηλικιακού ορίου εγγραφής στα ΕΠΑΛ. Η υποχώρηση έγινε υπό το βάρος των κινητοποιήσεων της εκπαιδευτικής κοινότητας και αποτέλεσε μια προσπάθεια κατευνασμού, έπειτα από το φιάσκο της απόφασης για τοποθέτηση καμερών εντός των σχολικών τάξεων. Στη μεγάλη πλειοψηφία, όμως, των διατάξεων, το υπουργείο Παιδείας αγνόησε τη διαβούλευση και τους προβληματισμούς της εκπαιδευτικής κοινότητας. Μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις επανήλθε δριμύτερο, όπως στην περίπτωση του αποκλεισμού μεγάλου μέρους της ακαδημαϊκής κοινότητας από το δικαίωμα του «εκλέγειν», ρύθμιση που στενεύει τη δημοκρατία στα ΑΕΙ και γυρνά το ρολόι των μεταρρυθμίσεων στο 1984. Η υπουργός έχει υπονομεύσει συστηματικά τη λειτουργία της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, ενώ αποφεύγει το διάλογο με συνδικαλιστικές ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών, τους φορείς και τα κόμματα. Ακόμη και το κάλεσμα των κομμάτων σε διάλογο για την Παιδεία τον προηγούμενο Οκτώβριο, ήταν ένα επικοινωνιακό πυροτέχνημα.

Η δημόσια παιδεία αναγκαία συνθήκη ευημερίας

Ποιες απαντήσεις δίνει συνοπτικά στα ζητήματα της Παιδείας ο ΣΥΡΙΖΑ, έτσι όπως τίθενται στο νομοσχέδιο;
Ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει την ενίσχυση της δημόσιας και ποιοτικής εκπαίδευσης για όλες και όλους και τάσσεται στο πλευρό αυτών που παλεύουν για την άρση των αποκλεισμών και των διακρίσεων. Αυτό δεν αποτελεί μια ιδεολογική κατασκευή, αλλά μια αναγκαία συνθήκη για την κοινωνική ευημερία, τη μόρφωση και την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης όλων των παιδιών. Αυτό προσπαθήσαμε να κάνουμε και κατά τα χρόνια της διακυβέρνησης, παρά τους πολλούς και σαφείς δημοσιονομικούς περιορισμούς, όπου μεταξύ άλλων αυξήσαμε τον προϋπολογισμό και δρομολογήσαμε μόνιμες προσλήψεις μετά από 10 χρόνια μνημονίων. Στον αντίποδα, η ΝΔ έχει ως όραμα το «σχολείο της αγοράς», των δεξιοτήτων, της φτηνής μαθητείας και της πρόωρης κατάρτισης. Ένα σχολείο που στερείται δημοκρατίας και ομαδικού πνεύματος, που μετακυλύει το κόστος στις οικογένειες. Ένα πανεπιστήμιο που κάνει business και εξαρτάται από το σχεδιασμό των επιχειρήσεων. Για αυτό «δεν κάνουμε ούτε ένα βήμα πίσω» στην υπεράσπιση του δημόσιου αγαθού της Παιδείας.

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet