**Τα βήματα της Ισπανίας και η καθυστέρηση της ΕλλάδαςΤις τελευταίες μέρες επικρατεί μια σημαντική κινητικότητα στα αρμόδια όργανα της ΕΕ και στα κράτη μέλη αναφορικά με το Ταμείο Ανάκαμψης. Ένα πλήθος εγγράφων έχει δοθεί στη δημοσιότητα (1.000 σελίδες περίπου), τα οποία περιέχουν πτυχές της πρότασης της Επιτροπής, ιδίως αναφορικά με τις προϋποθέσεις εκταμίευσης των επιχορηγήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης. Επίσης, παρατηρούνται έντονες αντιπαραθέσεις μεταξύ του Βορρά και του Νότου, όπως επίσης μεταξύ του Νότου και της ανατολικής Ευρώπης, με κύριο ζήτημα την κατανομή των επιχορηγήσεων.
Μία από τις βασικές προϋποθέσεις που θα θέσει η Επιτροπή για την εκταμίευση, θα αφορά την επεξεργασία και υποβολή σε αυτή συγκεκριμένων, νομικά δεσμευτικών, προτάσεων με βάση την ευρωπαϊκή πράσινη συμφωνία, τη στρατηγική για τη βιοποικιλότητα, τη στρατηγική για ένα βιώσιμο διατροφικό σύστημα και το ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία. Έτσι, σύμφωνα με τις συζητήσεις που γίνονται στην Επιτροπή, οι πρώτες επιχορηγήσεις θα δοθούν στα κράτη μέλη που θα έχουν ήδη ψηφίσει εθνικούς νόμους για την ενέργεια και το κλίμα, καθώς δεν αρκούν τα εθνικά σχέδια που έχουν ήδη υποβάλει στην Επιτροπή.
Ειδικότερα, σύμφωνα με μια πρόσφατη έκθεση του European Climate Foundation, με τίτλο Climate Laws in Europe, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν εθνικούς νόμους για την εφαρμογή της Συμφωνίας του Παρισιού, στην οποία βασίζεται η πράσινη συμφωνία της ΕΕ. Ήδη μέχρι τώρα τέτοιους εθνικούς νόμους ψήφισαν η Δανία, η Φινλανδία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιρλανδία, οι Κάτω Χώρες και η Σουηδία. Στη φάση προετοιμασίας ή υποβολής προς ψήφιση στα εθνικά κοινοβούλια είναι δέκα κράτη (οι διαδικασίες θα ολοκληρωθούν στους επόμενους μήνες), ενώ δεν έχουν κινηθεί ακόμη προς την κατεύθυνση αυτή δέκα κράτη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Το παράδειγμα της ΙσπανίαςΈχει ενδιαφέρον να σταθούμε στην περίπτωση της Ισπανίας, η οποία κατέθεσε πριν από λίγες μέρες στο εθνικό κοινοβούλιο νομοσχέδιο σχετικά με την κλιματική αλλαγή και την ενέργεια. Η πρώτη από τις ρυθμίσεις του ν/σ προβλέπει ότι το κοινοβούλιο θα συστήσει μια προσωρινή επιτροπή για την κοινωνική και οικονομική ανάκαμψη, της οποίας στόχος θα είναι να εκπονήσει τους βασικούς άξονες για την οικονομική ανάκαμψη και τον εκσυγχρονισμό της παραγωγής, με θεμελιώδες σημείο αναφοράς την οικολογική μετάβαση.
Το ν/σ θέτει πιο φιλόδοξους στόχους από την ΕΕ για τις ΑΠΕ και την ενεργειακή αποδοτικότητα. Ενώ η ΕΕ θέτει στόχο την κάλυψη του 32% των συνολικών ενεργειακών αναγκών μέχρι το 2030 από τις ΑΠΕ, το ν/σ τον ανεβάζει στο 35%, το δε 70% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας θα γίνεται με χρήση ΑΠΕ. Επίσης, θέτει το νομικά δεσμευτικό στόχο για κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050 σε συμφωνία με το νέο νόμο για το κλίμα που προωθεί η ΕΕ.
Το ν/σ υποχρεώνει το κράτος να αναπτύξει πολιτικές για την ανακαίνιση των κτιρίων και τον σχεδιασμό του χώρου με συγκεκριμένες δράσεις. Επίσης, επιβάλλει την απαγόρευση των εξορύξεων υδρογονανθράκων σε όλη την επικράτεια. Προβλέπει, επίσης, ότι χρηματοδοτήσεις για ενεργειακά προϊόντα που προέρχονται από ορυκτά καύσιμα θα γίνονται μόνο υπό τον όρο ότι θα δικαιολογούνται από κοινωνικούς ή οικονομικούς λόγους ή αν δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις. Επιπλέον, οι επιχορηγήσεις για ορυκτά καύσιμα θα επαναπροσδιοριστούν ολοκληρωτικά, σε συμφωνία με την πολιτική της ΕΤΕπ.
Επίσης, το ν/σ θεσπίζει την υποχρέωση του κράτους να εκπονήσει και να εφαρμόσει το εθνικό σχέδιο προσαρμογής, εναρμονισμένο πλήρως με το νέο νόμο για το κλίμα της ΕΕ που είναι υπό ψηφιση. Η ίδια υποχρέωση αφορά το εθνικό σχέδιο για την απανθρακοποίηση του τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι το 2050 και το εθνικό σχέδιο για τη διατήρηση και αποκατάσταση της βιοποικιλότητας σε πλήρη εναρμόνιση με την πρόσφατη νέα στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα μέχρι το 2030.
Μια άλλη σημαντική ρύθμιση είναι αυτή που αφορά τη δίκαιη μετάβαση. Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι θα εκπονηθεί λεπτομερειακή στρατηγική για τη δίκαιη μετάβαση, η υλοποίηση της οποίας θα γίνει με συμφωνίες μεταξύ του κράτους, των πληττόμενων περιοχών, των εταιριών, των εργατικών συνδικάτων και των ΜΚΟ, με στόχο την οικονομική ανάκαμψη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Τέλος, το ν/σ προβλέπει τη σύσταση μιας μόνιμης επιστημονικής επιτροπής, η οποία θα αξιολογεί και θα προβαίνει σε συστάσεις για τις πολιτικές που θα ασκούνται σε σχέση με την ενέργεια και την κλιματική αλλαγή.
Στον αντίποδα η ΕλλάδαΕνώ, λοιπόν, στα περισσότερα κράτη μέλη θεσπίζονται εθνικοί νόμοι στους οποίους περιλαμβάνονται ποσοτικοί μεσοπρόθεσμοι και μακροπρόθεσμοι στόχοι με συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα, μηχανισμοί παρακολούθησης και θεσμικές ανακατατάξεις, τόσο εκτός όσο και εντός της κυβερνητικής δομής, η Ελλάδα είναι μακριά από αυτές τις εξελίξεις. Περιορίζεται στο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα, στο οποίο οι προβλεπόμενες δράσεις είναι εξαιρετικά ασαφείς, ατελείς, χωρίς δεσμευτικούς ποσοτικούς και ποιοτικούς στόχους. Επιπλέον δε, υπάρχει μια εμμονή της κυβέρνησης στα ορυκτά καύσιμα, και ιδίως στο φυσικό αέριο και στις εξορύξεις υδρογονανθράκων.
Επειδή είναι μια σημαντική ευκαιρία για τη χώρα να αναδομήσει το μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης σε μια πορεία οικολογικής μετάβασης, απαιτούνται νέες προσεγγίσεις. Θα πρέπει να ξεκινήσει δημόσιος διάλογος με όλες τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις με αντικείμενο τα νέα διακυβεύματα, ώστε να καταλήξουμε σε νομικά δεσμευτική εθνική συμφωνία. Η κυβέρνηση έδειξε μέχρι τώρα ότι δεν την ενδιαφέρει αυτή η προοπτική και κινείται στον αντίποδα των όσων συμβαίνουν στα περισσότερα κράτη. Εναπόκειται, λοιπόν, στην αντιπολίτευση, και ιδίως στον ΣΥΡΙΖΑ, να αναλάβει μια τέτοια πρωτοβουλία.
Γιώργος Μπάλιας, αναπληρωτήςκαθηγητής στο Χαροκόπειο