Ένα σύνθημα που ακόμα δεν έχασε την επικαιρότητά τουΟι μαζικές διαμαρτυρίες και η αποκαθήλωση αγαλμάτων σε όλον τον κόσμο, με αφορμή τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ από αστυνομικούς στις ΗΠΑ, έφερε στο κέντρο της συζήτησης τις συνθήκες και τα κριτήρια με τα οποία κάθε χώρα επιλέγει να τιμήσει την ιστορία της με εορτές, επετείους, δημόσια μνημεία. Πώς επιλέγει να συντηρεί τη μνήμη της ή την έλλειψη αυτής. Στην Ιταλία, ο Ίντρο Μοντανέλι, διακεκριμένος δημοσιογράφος, αρχισυντάκτης για χρόνια της Corriere della Sera και ιδρυτής του Il giornale, με φασιστικό παρελθόν, που απεβίωσε το 2001, βρέθηκε για ακόμα μια φορά στο στόχαστρο, μάλλον το άγαλμά του στο Μιλάνο.Πέρυσι, φεμινίστριες της
Nudm (Non una di meno = Ούτε μία λιγότερη), του είχε πετάξει ροζ μπογιά, φέτος, πολίτες έγραψαν πάνω του «ρατσιστής, βιαστής» και η ανεξάρτητη ομάδα
ISentinelli, ζήτησε από τον δήμαρχο της πόλης να απομακρυνθεί το άγαλμα. Οι αιτίες που τον κάνουν μισητό πρόσωπο πολλές: Η γνωστοποίηση μέρους της αλληλογραφίας του πρόδωσε την προσπάθειά του, το 1954, να χαρακτηριστεί παράνομο το ΚΚΙ, ενάντια στις θέσεις της μετριοπαθούς Δεξιάς του Ντε Γκάσπερι. Σε μια τηλεοπτική εκπομπή, το 1969, αναφερόμενος στην εμπειρία του ως αξιωματικός του στρατού, κατά την εισβολή της Ιταλίας στην Αιθιοπία, το 1936, περιέγραψε την αγορά, έναντι 350 λιρών, μιας 12χρονης νύφης, της Ντεστά, την οποία χαρακτήρισε «πειθήνιο ζωάκι». Παρούσα στην εκπομπή η Ελβίρα Μπανότι, με καταγωγή από την Ερυθραία, συνιδρύτρια της πιο σημαντικής ίσως αυτόνομης φεμινιστικής ομάδας, της Rivolta Femminile (Γυναικεία Εξέγερση). Τον ρώτησε: «Στην Ευρώπη θα σας χαρακτήριζαν βιαστή ενός 12χρονου κοριτσιού. Σε τι διαφέρει, κατά τη γνώμη σας, βιολογικά και ψυχολογικά, μια μικρή αφρικανή;». Η ερώτηση είχε αφήσει άφωνο τον Μοντανέλι, καθώς μέχρι τότε η συζήτηση είχε κυλήσει μεταξύ αντρών, με αυτάρεσκη συνενοχή και ευγένεια.
Το «τείχος» των αντρών που, ακόμα, προστατεύει με πάθος τη φήμη και τα πεπραγμένα του Μοντανέλι, δημιουργεί τουλάχιστον απορία, καθώς αυτό συναποτελείται και από σημαντικά στελέχη, κάποτε, της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, όπως τον Gad Lerner της
Lotta Continua, ο οποίος, πρόσφατα, περιέγραψε το συμβάν με την Ντεστά ως ένα «ατύχημα» που εντάσσεται σε μισητές πρακτικές που την εποχή τους, όμως, χαρακτηρίζονταν φυσιολογικές. Αλλά και στο βιβλίο/ημερολόγιο του, από την παραμονή του στη Αιθιοπία, που είχε εκδοθεί το 1939 και, άγνωστο γιατί, επανακυκλοφόρησε το 2013, ο Μοντανέλι εγκωμιάζει τη ζωή, τη φτιαγμένη με «αρρενωπή υπερηφάνεια» και «αρσενικό σθένος», ενώ περιγράφει ένα παιδάκι της περιοχής σαν «άμορφο μαύρο μικρό πράγμα», μην αφήνοντας την παραμικρή αμφιβολία για την ακραία σεξιστική και ρατσιστική στάση του.
Πάντως, η αποκαθήλωση ή όχι των αγαλμάτων και των συμβόλων έχει διχάσει την Ιταλία. Μια μειοψηφία, ανάμεσά τους και φεμινίστριες του ιστορικού περιοδικού
Noi Donne, υποστηρίζει ότι διαγράφοντας τα «απομεινάρια» εκτονώνουμε βέβαια το θυμό μας, έχουμε όμως την αυταπάτη ότι νικήσαμε το κακό, επειδή αυτό χάθηκε από το βλέμμα μας ενώ, αντίθετα, είναι ακόμα εδώ. Aν το άρθρο 242 του Βασιλείου των δύο Σικελιών, που επέτρεπε το γάμο με ανήλικες, υπενθύμισε ο Andrea Coffari, πρόεδρος της
Κίνησης για την προστασία των Ανηλίκων, ανήκει στο μακρινό παρελθόν και η νομιμοποίηση του βιασμού με τη σύναψη γάμου ήταν σε ισχύ μέχρι το 1967, οι Ιταλοί τώρα παραμένουν οι μεγαλύτεροι ίσως καταναλωτές σεξουαλικού τουρισμού στην Άπω Ανατολή, ενώ στις αγροτικές περιοχές έχει δημιουργηθεί μια νέα σκλαβιά με άντρες και γυναίκες, για παράδειγμα, οι ρουμάνες ανειδίκευτες εργάτριες. Στα θεοκρατικά μουσουλμανικά καθεστώτα οι γάμοι με ανήλικα κορίτσια είναι νόμιμοι, ενώ ο Ερντογάν πρόσφατα νομιμοποίησε το γάμο με κορίτσια 9 ετών.
Οι Ιταλοί συγκρούονται με το αποικιοκρατικό παρελθόν τους που μέχρι τώρα δεν είχαν αντιμετωπίσει. Το φιλμ
Ιταλικό Ασυνείδητο (Inconscio italiano), ντοκιμαντέρ/δοκίμιο, όπως το έχει χαρακτηρίσει ο σκηνοθέτης του Λούκα Γκουαντανίνο, που έζησε τα παιδικά του χρόνια στην Αιθιοπία, αναφέρεται στην εισβολή της φασιστικής Ιταλίας στην Αιθιοπία, το 1934. Στη διάρκεια της 6χρονης κατοχής φονεύτηκαν περισσότεροι από 300.000 Αιθίοπες, και ήδη στην εισαγωγή ο σκηνοθέτης τονίζει την ενεργή παρουσία, έως σήμερα, του Φασιστικού Κόμματος, που το 1948, με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, χαρακτηρίστηκε αντισυνταγματικό, ως
MSI (Movimento Sociale Italiano) παρέμεινε δραστήριο μέχρι το 1994 ενώ, στη συνέχεια, μετονομάστηκε σε
Alleanza Nazionale, συμμετέχοντας στην κυβέρνηση Μπερλουσκόνι.
Η φεμινίστρια δημοσιογράφος Ida Dominijanni χαρακτήρισε το άγαλμα του Μοντανέλι μνημείο το οποίο προσφέρεται για αναθεωρητικές αναγνώσεις της ιταλικής ιστορίας που απαλλάσσουν το φασισμό, αφού τα μνημεία έχουν και επιτελεστική αξία: υπαγορεύουν αξίες και συμπεριφορές για το παρόν και το μέλλον. Έτσι η υπεράσπιση του αγάλματος του Μοντανέλι δηλώνει ότι ο βιασμός μιας μαύρης μικρής σκλάβας είναι μια αιτιολογημένη πράξη, μια νεανική κουταμάρα σε μια αψεγάδιαστη βιογραφία. Σύμφωνα με την κοινωνιολόγο Francesca Coin, το σύνθημα black lives matter, για την Ιταλία σημαίνει ότι στη χώρα υπάρχει σοβαρό πρόβλημα ρατσισμού, ότι οι ιταλικές ακτές έχουν μετατραπεί εδώ και πολλά χρόνια σε νεκροταφεία, ότι η ιταλική κουλτούρα, από την τηλεόραση έως τα πανεπιστήμια, εκπροσωπείται, σχεδόν εξ ολοκλήρου, από λευκούς άντρες, ότι οι ανειδίκευτες εργάτες και εργάτριες εξαφανίζονται χωρίς συνέπειες…
Σοφία Ξυγκάκη