Επιμέλεια: Στράτος Κερσανίδης

Τη χώρα μας προτείνει αυτή τη φορά ως ταξιδιωτικό προορισμό ο Μάικλ Γουϊντερμπότομ, στο τέταρτο μέρος της σειράς των ταινιών του, ένα ταξίδι το οποίο ξεκίνησε το 2010. Βέβαια, όταν σχεδίασε και ολοκλήρωσε την ταινία, δεν είχε ξεσπάσει ακόμη η πρωτοφανής πανδημία του κορονοϊού, η οποία επέφερε ένα ισχυρότατο πλήγμα στον τουρισμό, με αποτέλεσμα να μιλάμε αυτή τη στιγμή για μείωση έως και 80% του αριθμού των τουριστών οι οποίοι αναμένεται να επισκεφτούν φέτος την Ελλάδα. Έτσι οι δύο συνταξιδιώτες, οι ηθοποιοί Στιβ Κούγκαν και Ρομπ Μπράιτον, πρόλαβαν να διασχίσουν την Ελλάδα, να γνωρίσουν στοιχεία του πολιτισμού και της γαστρονομίας μας και να επιστρέψουν ικανοποιημένοι στη Γηραιά Αλβιόνα.
Το πρώτο «Ταξίδι», το οποίο πραγματοποιήθηκε πριν από δέκα χρόνια, ήταν στη Βόρεια Αγγλία. Φαίνεται όμως πως η ιδέα είχε κι άλλες εκδοχές κι έτσι ο Γουϊντερμπότομ έστειλε τους δύο φίλους για ένα «Ταξίδι στην Ιταλία» το 2014 και για ένα ακόμη «Ταξίδι στην Ισπανία» το 2017 για να καταλήξουν στο τελευταίο –μέχρι στιγμής– «Ταξίδι στην Ελλάδα» (Trip to Greece). Η ιδέα είναι η ίδια. Δηλαδή μια γνωριμία με το φαγητό, τον πολιτισμό και τις ιδιαιτερότητες της κάθε χώρας και των ανθρώπων. Όλα αυτά μέσα από πανέξυπνους και πολύ αστείους διαλόγους με το φλεγματικό βρετανικό χιούμορ να κυριαρχεί. Υπό τη σκηνοθετική, δε, καθοδήγηση του Μάικλ Γουϊντερμπότομ έχουμε ένα απολαυστικό αποτέλεσμα.
Ο σκηνοθέτης επέλεξε οι δύο πρωταγωνιστές του να κάνουν τη διαδρομή του Οδυσσέα. Έτσι έχοντας αυτό ως οδηγό ο Στιβ και ο Ρομπ, ξεκινούν από την αρχαία Τροία και κατευθύνονται προς την Ελλάδα, βαδίζοντας στα βήματα του ομηρικού ήρωα. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού εξερευνούν με δέος τον ελληνικό πολιτισμό, την ιστορία και επισκέπτονται μέρη όπως οι Δελφοί, η Αθήνα, η Επίδαυρος, η Ύδρα, το Σπήλαιο του Διρού, η Πύλος, τα Στάγειρα, η Χαλκιδική κ.ά.). Παράλληλα δοκιμάζουν μερικά από τα καλύτερα πιάτα της ελληνικής κουζίνας, συναντιούνται με την ελληνική μουσική και αισθάνονται ελεύθεροι να σχολιάσουν ό,τι όμορφο ή ό,τι ιδιαίτερο βλέπουν.
Για την επιλογή της Ελλάδας ως τόπο του τελευταίου αυτού ταξιδιού, ο Μάικλ Γουϊντερμπότομ σε συνέντευξή του λέει:
«Όταν άρχισα να σκέφτομαι να κάνω κι αυτό το Ταξίδι, η ιδέα ήταν πως αυτό θα ήταν το τελευταίο κι η Ελλάδα κάθε φορά έμοιαζε να είναι ο πιθανότερος προορισμός. Για μια στιγμή σκέφτηκα να πήγαινα ίσως στη Σκανδιναβία – σ’ ένα μέρος σκοτεινό και κρύο – αλλά στην Ελλάδα συνειδητοποίησα ότι θα είχαμε τη φυσική διαδρομή του Οδυσσέα, που προσπαθεί να πάει από την Τροία στην Ιθάκη, να επιστρέψει στο σπίτι του. Εκτός από το ότι είναι ένα ωραίο μέρος για να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε θέματα για τις συζητήσεις του Στιβ και του Ρομπ, μας άρεσε η ιδέα ότι κάποιος επιστρέφει στο σπίτι, ενώ έχει μείνει μακριά για πολύ καιρό. Στην Οδύσσεια, ο γιος του Οδυσσέα τον αναζητά, οπότε η ιστορία διασταυρώνεται μεταξύ του Οδυσσέα που προσπαθεί να επιστρέψει και του γιου του που τον ψάχνει. Προφανώς, είχαμε τον γιο του Στιβ και σε προηγούμενο Ταξίδι, οπότε μου φάνηκε ότι αυτή η αίσθηση της επιστροφής στην οικογένεια, της επιστροφής στο σπίτι, θα ήταν ένα χρήσιμο σημείο αναφοράς και για αυτό το τελευταίο Ταξίδι».
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης, λέει: «Είχα βασικές γνώσεις για την Οδύσσεια και την Ιλιάδα και μια πολύ αόριστη ιδέα περί ελληνικής μυθολογίας. Όμως ήξερα ότι θα υπήρχαν πολλά θέματα για τα οποία θα μπορούσαμε να μιλήσουμε στην Ελλάδα, δεδομένου ότι είναι η πατρίδα της αφήγησης, είναι η πατρίδα του δράματος, της κωμωδίας και της τραγωδίας, είναι η πατρίδα της δημοκρατίας και ούτω καθεξής. Προφανώς θα υπήρχαν πολλά πράγματα που θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε με αυτόν τον τρόπο. Είναι κι αυτό μέρος της διασκέδασης, ότι μόλις αρχίσεις να σκέφτεσαι “ΟΚ, αυτός ο τόπος θα μπορούσε να είναι ο προορισμός του Ταξιδιού”, τότε ξεκινάς να μελετάς αυτόν τον τόπο, είναι κάτι που αρχίζει να σε γοητεύει».
Οι ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών είναι πράγματι απολαυστικές. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στην ελευθερία αυτοσχεδιασμών που τους έδωσε ο σκηνοθέτης, κρατώντας όμως πάντοτε τα ηνία ώστε να οδηγηθεί στο αποτέλεσμα που ήθελε. «Για να είμαι ειλικρινής, είναι ελεύθεροι να κάνουν ό,τι θέλουν. Προφανώς, είναι ελεύθεροι να προσθέσουν και να εφεύρουν οτιδήποτε, αλλά υπάρχουν στιγμές που μπορεί να είναι λίγο προσεκτικοί. Ειδικά ο Ρομπ. Υπάρχουν ορισμένοι τομείς με τους οποίους ο Ρομπ δεν είναι ιδιαίτερα άνετος. Ανησυχεί για την αλληλοεπικάλυψη του πραγματικού και του επινοημένου κόσμου», λέει ο Γουϊντερμπότομ.
Μια εξαιρετικά διασκεδαστική ταινία, από έναν γνωστό και πολύ καλό σκηνοθέτη, η οποία μας δίνει την ευκαιρία να δούμε πώς βλέπουν οι ξένοι τη χώρα μας.

strakersan@gmail.com
kersanidis.wordpress.com
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2023 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet