Του Νάσου ΗλιόπουλουΟι αναγνώστες και οι αναγνώστριες της «Εποχής» έχουν την τύχη να έχουν ήδη παρακολουθήσει ένα πλούσιο διάλογο γύρω από το ζήτημα του Μεγάλου Περίπατου. Σε αυτή την σύντομη παρέμβαση θα προσπαθήσω να ανακεφαλαιώσω κάποια κρίσιμα σημεία και να περιγράψω τα κεντρικά ερωτήματα που έχουμε σήμερα μπροστά μας.
Στις 11 Μαΐου, το Δημοτικό Συμβούλιο αποφασίζει την πιλοτική εφαρμογή για τρεις μήνες μιας σειράς παρεμβάσεων στο κέντρο της Αθήνας. Η απόφαση έκανε ρητή αναφορά σε «μέτρα χαμηλού κόστους» και το κυκλοφοριακό σενάριο στο οποίο στηρίχτηκε η επιλογή βασιζόταν στην ενίσχυση των ΜΜΜ. Ταυτόχρονα, υπερψηφίστηκε η πρόταση της Ανοιχτής Πόλης για τη δημιουργία δύο διαπαραταξιακών επιτροπών: διαβούλευσης και επιστημονικής παρακολούθησης. Για να ξεκινήσω από το τελευταίο, οι επιτροπές λειτούργησαν για πρώτη φορά την Πέμπτη στις 2 Ιουλίου. Δηλαδή σχεδόν δύο μήνες μετά την ψήφιση και αφού το κεντρικό μέρος της πιλοτικής εφαρμογής έχει υλοποιηθεί.
Τα τρία παραπάνω σημεία συμπυκνώνουν την υποτίμηση της Δημοτικής Αρχής στις συλλογικές αποφάσεις. Ταυτόχρονα, όμως, δείχνουν και τον μη σεβασμό στην καθημερινότητα της πόλης και των ανθρώπων της. Η προσπάθεια περιορισμού της χρήσης ΙΧ, χωρίς την παράλληλη αναβάθμιση των ΜΜΜ, δεν σέβεται τις ανάγκες εργαζομένων και επαγγελματιών. Η επιλογή προμήθειας υλικών με σχεδόν 2 εκατ., τα διάσημα πλέον παγκάκια των 5.200 και οι ζαρντινιέρες των 4.600, προσβάλουν τους ανθρώπους μιας πόλης που παλεύουν με την ανεργία ή τα 533 ευρώ της αναστολής σύμβασης. Προσβάλουν τους επαγγελματίες που προσπαθούν να κρατήσουν τη δουλειά τους με την κατανάλωση να έχει καταρρεύσει.
Η απουσία διαλόγου και διαβούλευσης έχει τραυματίσει ανεπανόρθωτα το σχέδιο και έχει οδηγήσει σε βαθιά προβληματικές επιλογές, ακόμα και με καθαρά τεχνικούς όρους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η χάραξη του ποδηλατόδρομου πάνω στις γραμμές του τραμ. Απαιτεί σίγουρα μεγάλη προσπάθεια η δυσφήμηση ενός μέσου σαν το ποδήλατο, αλλά δυστυχώς η σημερινή Δημοτική Αρχή κατάφερε ένα μεγάλο κομμάτι πολιτών όταν ακούει ποδήλατο να σκέφτεται ζαρντινιέρες και σπάταλες παρεμβάσεις.
Τι μπορούμε να σώσουμε;Η Αθήνα έχει ένα ζωντανό κέντρο ακριβώς λόγο του πολυλειτουργικού του χαρακτήρα. Ένα κέντρο που συνδυάζει το λιανεμπόριο, δραστηριότητες μεταποίησης χαμηλής όχλησης, τη δημόσια διοίκηση, την κατοικία και τη διασκέδαση. Η τάση όμως των τελευταίων χρόνων είναι συγκεκριμένη. Ο τουρισμός και η εστίαση καταλαμβάνουν όλο και περισσότερο χώρο και εξοβελίζουν τις υπόλοιπες δραστηριότητες. Σε αυτή την τάση εγγράφεται και η έκρηξη δημιουργίας ξενοδοχειακών μονάδων, την οποία υποβοηθάει η τελευταία νομοθετική παρέμβαση του Χατζηδάκη, αλλά και το αρρύθμιστο πεδίο της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Προφανώς θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι η ανάπτυξη ή όχι μιας οικονομικής δραστηριότητας εξαρτάται αποκλειστικά από συγκοινωνιακούς ή πολεοδομικούς παράγοντες. Εξίσου λάθος όμως θα ήταν και η υποτίμηση αυτών των παραγόντων. Το βιομηχανικό εμπόριο της οδού Αθηνάς και η Βαρβάκειος Αγορά π.χ. ορίζουν ένα πολύ συγκεκριμένο «οικοσύστημα» μέσα στην πόλη που χρειάζεται την πρόσβαση του ΙΧ.
Άρα μπροστά και στη συζήτηση για το Ειδικό Πολεοδομικό Σχέδιο οφείλουμε να διεκδικήσουμε τις μέριμνες εκείνες που θα προστατεύσουν την πολυλειτουργικότητα του κέντρου και δεν θα αφήσουν να βουλιάξουμε στην μονοκαλλιέργεια του τουρισμού και της εστίασης. Εδώ είναι σημαντικό να τονιστεί ότι αυτό το άγχος το συμμερίζονται και οργανωμένοι φορείς όπως ο Εμπορικός Σύλλογος Αθηνών ο οποίος προτείνει την θεσμοθέτηση ποσόστωσης για τον περιορισμό της εστίασης. Ακριβώς επειδή η πόλη δεν είναι μόνο κυκλοφορία, αλλά το σύνολο μιας σειράς δραστηριοτήτων και σχέσεων, όπως κατοικία, εμπόριο, μεταποίηση, το να σχεδιάσουμε για το κέντρο της πόλης σημαίνει να σχεδιάσουμε και για τις συγκεκριμένες δραστηριότητες.
Η συζήτηση έχει ανοίξειΈχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ότι χωρίς να είναι στο σχεδιασμό της Δημοτικής Αρχής και έχοντας ως εκκίνηση την κριτική στο σχέδιο που υλοποιείται έχει ανοίξει μια συνολική συζήτηση. Το ερώτημα εδώ είναι αν μπορούμε να συνδυάσουμε την κριτική με την θετική πρόταση και την διεκδίκηση. Σε αυτή την προσπάθεια η διαβούλευση που ήδη έχουμε κάνει ως Ανοιχτή Πόλη με περισσότερους από 30 φορείς μας βοηθάει στην επεξεργασία των δικών μας προτάσεων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ζήτημα της κατοικίας. Χρειάζεται άμεσα μια νομοθετική παρέμβαση για τον περιορισμό της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Η Δημοτική Αρχή οφείλει επιτέλους να τοποθετηθεί στο συγκεκριμένο ζήτημα. Ταυτόχρονα απαιτείται η δημιουργία των κοινωνικών υποδομών που στηρίζουν την κατοικία όπως σχολεία, παιδικοί σταθμοί και λέσχες φιλίας.
Να επανέλθουμε επιθετικά στο κομμάτι της βιώσιμης αστικής κινητικότητας και να θέσουμε ξανά διεκδικήσεις για την αναβάθμιση των ΜΜΜ με μέτρα όπως η 24ωρη λειτουργία του μετρό Παρασκευή και Σάββατο, την υιοθέτηση ενός πραγματικού δικτύου ποδηλατόδρομων και ουσιαστικά προσβάσιμες υποδομές για τα εμποδιζόμενα και ανάπηρα άτομα.
Τέλος, να επαναφέρουμε διαρκώς τις διεκδικήσεις για τις ξεχασμένες γειτονιές της Αθήνας. Είναι ξεκάθαρο ότι έχουμε να κάνουμε με άλλη μια Δημοτική Αρχή που αντιλαμβάνεται την πόλη με όρους βιτρίνας. Στο χέρι μας είναι να οργανώσουμε τις διεκδικήσεις της πόλης και να υπερασπιστούμε τις ανάγκες των ανθρώπων της.