Του Ευκλείδη Τσακαλώτου

Μεγάλη η διαμάχη, πολιτική αλλά και κοινωνική, για το νομοσχέδιο της παιδείας. Οι δικοί μου δάσκαλοι μού δίδαξαν ότι όταν υπάρχουν τέτοιες διαφωνίες, πρέπει να πηγαίνεις στις βασικές αρχές, για να δεις πού έγκεινται οι διαφωνίες αυτές.
Το πρώτο και το βασικό ερώτημα που οφείλει κανείς να θέσει, είναι γιατί έχουμε σχολεία. Γιατί δεν επιτρέπουμε απλά στους αριστερούς να μεγαλώνουν τα παιδιά τους με αριστερές αρχές, ή αριστερή ιστορία, στους δεξιούς με δεξιές ερμηνείες, στους μουσουλμάνους να διδάσκουν το Κοράνι, στους ορθόδοξους τη Βίβλο; Γιατί δεν επιτρέπουμε στα παιδιά των υπουργών να μαθαίνουν ότι ο 2ος παγκόσμιος πόλεμος ήταν εναντίον του λαϊκισμού και υπέρ της κοινωνικής προσφοράς ή σε άλλους γονείς να μαθαίνουν στα παιδιά ότι είχε και μια αντιφασιστική χροιά; Ο λόγος είναι ότι η παιδεία είναι ένα οικουμενικό δημοκρατικό εγχείρημα. Και για αυτό οι κοινωνίες αποφάσισαν να μην επιτρέψουν στους γονείς να διδάξουν τα παιδιά του όπως νομίζουν, με τις δικές τους αρχές, αλλά να το κάνουν συλλογικά. Μόνο που για να είναι η παιδεία οικουμενικό και δημοκρατικό εγχείρημα, χρειάζεται να πληρούνται κάποιες προϋποθέσεις.
Χρειάζεται να υπάρχει στα σχολεία ένα ευρύ κοινωνικό μείγμα παιδιών όλων των κοινωνικών τάξεων. Χρειάζεται να πληρείται και μια δεύτερη προϋπόθεση, να υπάρχει ένα μείγμα διαφορετικών ικανοτήτων, μείγμα από διαφορετικού είδους νοημοσύνες θα έλεγα.
Πόσο μάλλον όταν ξέρουμε ότι, σύμφωνα με όλες τις έρευνες, τα παιδιά εξελίσσονται σε διαφορετικές ηλικίες. Κάποιο παιδί που δεν δείχνει ιδιαίτερες δυνατότητες στα 12, μπορεί να τις αναπτύξει στα 14, 16, 18 ή ακόμα και στο πανεπιστήμιο. Ως πανεπιστημιακός δεν ήμουν πάντα πολύ καλός στο να κάνω πρόβλεψη για τα παιδιά που μπαίνουν στο πανεπιστήμιο πώς θα βγουν, ποιοι θα είναι πιο επιτυχημένοι. Πόσο μάλλον στο να κρίνουμε τα παιδιά από την ηλικία των 12 και 15 ετών –αυτό που κάνει το νομοσχέδιο με τα πρότυπα σχολεία.
Ιδιαίτερα δε, από τη στιγμή που ξέρουμε ότι η νοημοσύνη δεν είναι ένα πράγμα. Αναρωτιέμαι για τους αρχιτέκτονες του νομοσχεδίου για την παιδεία και απορώ: Δεν είναι γονείς; Δεν έχουν καταλάβει ότι διαφορετικά παιδιά έχουν διαφορετικές αρετές, ότι άλλα είναι καλά στα μαθηματικά, άλλα στη φιλολογία, άλλα έχουν συναισθηματική νοημοσύνη; Το σχολείο πρέπει να αγκαλιάζει όλα αυτά τα χαρακτηριστικά για να μπορεί να υπηρετήσει το δημοκρατικό, οικουμενικό εγχείρημα της παιδείας.
Υπάρχει βέβαια και η κριτική ότι το σχολείο είναι ένας ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους, ότι παράγει και αναπαράγει την κυρίαρχη ιδεολογία. Μόνο που η κυρίαρχη ιδεολογία συγκρούεται με τις ζωντανές εμπειρίες των μαθητών και των καθηγητών. Γιατί έρχεται το παιδί μετανάστης και καταλαβαίνει και εκφράζει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα λένε στο σχολείο και η ιστορία μπορεί να είναι διαφορετική. Μπορεί να έρθει μια άλλη μαθήτρια και να θέσει το θέμα ότι ο ρόλος της οικονομικής πολιτικής δεν είναι ακριβώς αυτός που λέει το βιβλίο. Και μέσα στο πλαίσιο αυτό δημιουργούνται ρήγματα στον ιδεολογικό μηχανισμό του κράτους και αναδεικνύεται μια τάση προς τη δημοκρατία, στο βαθμό, βέβαια, που υπάρχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις.

Ρήγματα δημοκρατίας

Και για να εμβαθύνω ακόμα περισσότερο στο θέμα, θα αναφερθώ σε έναν από τους μεγαλύτερους οικονομολόγους όλων των εποχών (για μένα ο καλύτερος οικονομολόγος που δεν έχει πάρει Νόμπελ -έχει πεθάνει τώρα), τον Άλμπερτ Ο. Χίρσμαν. Το βιβλίο του «Exit, Voice and Loyalty» χρησιμοποιείται από όλες τις κοινωνικές επιστήμες και ιδιαίτερα η διαφοροποίηση που κάνει μεταξύ του exit (έξοδος) και του voice (φωνή) ως μορφές κοινωνικής οργάνωσης.
Η έξοδος είναι ο τρόπος λειτουργίας της αγοράς: δεν σου αρέσει η ντομάτα από ένα μαγαζί, φεύγεις, κάνεις έξοδο, δηλαδή, και αγοράζεις από αλλού. Αυτό ισχύει και για τα αυτοκίνητα, τα ρούχα και τα πιο πολλά προϊόντα της αγοράς. Η φωνή είναι διαφορετικός τρόπος λειτουργίας: κάθεσαι και συζητάς κάτι που δεν σου αρέσει. Η φωνή απαιτεί να εμπλακείς σε μία κοινωνική σχέση, να συζητήσεις για παράδειγμα, πώς το σχολείο μπορεί να γίνει καλύτερο.
Το σχολείο, λοιπόν, όπως και το πανεπιστήμιο, δεν είναι θέμα ανταγωνισμού. Το έχω αναφέρει και άλλες φορές ως πανεπιστημιακός, που έχω υπηρετήσει σε 2 πανεπιστήμια της Αθήνας, ότι είμαι πολύ περήφανος αν τα Γιάννενα ή η Κομοτηνή πάνε καλά, δεν είναι στόχος μου να πάει η Αθήνα καλύτερα. Δεν μπαίνει θέμα ανταγωνισμού, μπαίνει θέμα φωνής, βελτίωσης όλων των πανεπιστημίων.
Πολύ σωστά ο Νίκος Φίλης διερωτάται στη Βουλή με ποιον μιλάει η κυβέρνηση, ποιους συμβουλεύεται, τι συμβουλές παίρνει, πώς λαμβάνει υπόψη την ιστορία της ελληνικής παιδείας. Πώς η γνώση μεγάλων θεωρητικών, όπως ο Γληνός ή ο Παπανούτσος, αλλά και αυτή των ανθρώπων της πρώτης γραμμής, των δασκάλων, των καθηγητών, των πανεπιστημιακών, ενσωματώνεται στο νέο νομοσχέδιο. Πρέπει να σας πω ότι η γνώση αυτή δεν φαίνεται να ενσωματώνεται πουθενά.
Η άποψή μου για το σχολείο, όμως, στηρίζεται και στην προσωπική μου εμπειρία, όντας πατέρας τριών παιδιών που έχουν φοιτήσει στο δημόσιο σχολείο της Κάτω Κηφισιάς σε όλες τις βαθμίδες. Στα σχολεία τους υπήρχε ακριβώς αυτό το μείγμα διαφορετικών κοινωνικών τάξεων και διαφορετικών ικανοτήτων. Είχαν και εξαιρετικούς δασκάλους και καθηγητές, που αγαπούσαν το σχολείο και πάλεψαν πάρα πολύ για αυτό. Αναρωτιέμαι αν η κυβέρνηση έχει ακούσει αυτούς τους ανθρώπους.

Ταξική η πολιτική της ΝΔ

Γιατί δεν είναι δυνατό να τους έχει ακούσει και να θεωρεί ότι το θέμα είναι τα πρότυπα σχολεία, που το μόνο που κάνουν είναι να ενισχύουν το exit, την έξοδο, να αφαιρούν από το σύστημα το οικουμενικό και δημοκρατικό στοιχείο, να εξαιρούν. Και όταν δίνουμε τη δυνατότητα εξαίρεσης, αφαιρούμε μέρος του κινήτρου για βελτίωση. Γιατί πλέον δεν υπάρχει το ίδιο άγχος να βελτιώσεις, για παράδειγμα, το δημόσιο σχολείο της Κηφισιάς, και αφήνεις και τα παιδιά και τους καθηγητές να παλεύουν μόνοι τους.
Η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας είναι ταξική και αυτό φαίνεται, όχι μόνο από το νομοσχέδιο. Η κυβέρνηση θέλει να το κρύψει, αλλά δεν μπορεί. Αν μου ζητούσε κανείς να διαλέξω ένα μόνο πράγμα, μια μόνο πολιτική της Νέας Δημοκρατίας που να δηλώνει την ταξικότητά της, αυτή θα ήταν η ρύθμιση για τα διετή προγράμματα που θα πήγαιναν τα παιδιά από τα ΕΠΑΛ. Η ρύθμιση αυτή έδειξε ακριβώς πώς αισθάνονται για την παιδεία. Για να θυμηθούμε και τον Ντάντε, είναι σαν να λέτε στα ΕΠΑΛ ότι όποιος μπει εδώ μέσα, ας διώξει οποιαδήποτε ελπίδα από μέσα του. Σαν να λέει η κυβέρνηση ότι «δεν μας νοιάζει για τα παιδιά των ΕΠΑΛ».

Πολίτες, όχι πελάτες

Η κριτική της Νέας Δημοκρατίας απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο της συζήτησης για την παιδεία, ότι δεν τον ενδιαφέρει η αξιοκρατία και ότι θέλει την ισότητα προς τα κάτω, ουσιαστικά επιβεβαιώνει ένα πράγμα: ότι το κυβερνητικό κόμμα δεν έχει καταλάβει τι είναι το σχολείο. Τι είναι αυτό το δημοκρατικό, οικουμενικό εγχείρημα που εμείς οι αριστεροί και αριστερές θέλουμε να υπηρετήσουμε. Εμείς δεν επιδιώκουμε να κάνουμε τους φοιτητές και τους μαθητές αριστερούς και αριστερές, αλλά αντιθέτως πολίτες ικανούς να κρίνουν και την αριστερά και το κέντρο και τη δεξιά. Ικανούς να κρίνουν για θέματα που τους αφορούν. Να γίνουν πολίτες και όχι πελάτες.
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet