Ελένη Σβορώνου «Η μπαλάντα της Ζηνοβίας»,εικονογράφηση: Μαιριλία Φωτιάδου,εκδόσεις Ελληνοεκδοτική«Μια φορά κι έναν καιρό, 200 χρόνια περίπου μετά τη γέννηση του Χριστού, 400 χρόνια από τη γέννηση του προφήτη Μωάμεθ, 1.200 από του Ζωροάστρη, 700 χρόνια απ’ του Βούδα και 1.800 και βάλε της αφεντιάς μας», ένα μωρό γεννήθηκε στα βάθη της Ανατολής μες στις φοινικιές που τις φυσούσε το χαμσίνι, ένα κορίτσι στρουμπουλό πού ’γινε μια γυναίκα θρύλος. Όρθωσε, βλέπετε, το ανάστημά της ανάμεσα στους ισχυρούς άντρες της εποχής. Γέννημα θρέμμα της Παλμύρας στη Συρία, η βασίλισσα με το ελληνικό όνομα Ζηνοβία μιλούσε πολλές γλώσσες, της Δύσης και της Ανατολής, την μάγευαν τ’ άστρα, ίππευε το άλογό της ως γνήσια βεδουίνα, τόσο καλά όσο συζητούσε για τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Λάτρευε την πόλη της. «Την αγορά, τα πέτρινα κομψοτεχνήματα που ήταν οι ναοί της και τα επίσημα κτίρια (…), ευτυχισμένη όχι μόνο με τα πλούτη της αλλά και με την ελευθερία που είχε να πατά με το ένα πόδι στον κόσμο της Ανατολής και με τ’ άλλο της Δύσης». Παράξενη φαινόταν στους Ρωμαίους η Παλμύρα. Έβλεπαν τις ρωμαϊκές τηβέννους να μπερδεύονται με τις χρυσές πέρσικες παντελόνες, που κι οι γυναίκες ακόμα φορούσαν, όπου ο καθείς «ντύνεται, μιλάει και προσεύχεται όπως ορίζει ο ίδιος». Με τα όπλα όμως αλλάζουν τα σύνορα στους χάρτες και δημιουργούνται νεκροί, χήρες, ορφανά και πρόσφυγες.
Στην ιστορία μιας γυναίκας που «ένωσε τα αντίθετα», μας ταξιδεύει γράφοντας η Ελένη Σβορώνου. Φιλόλογος η ίδια, με μεταπτυχιακές σπουδές στη Διαχείριση Πολιτιστικής Κληρονομιάς, φαίνεται να βούτηξε, μελετώντας, στα άδυτα της ιστορίας της Παλμύρας και της θαρραλέας Ζηνοβίας. Χωρίς τυμπανοκρουσίες και υπερβολές, σαν μελωδική μπαλάντα η αφήγηση, ουδόλως κουράζει κι ας διηγείται «κάλπικους θριάμβους» και μάχες άνισες. Παραστατική όσο και ποιητική η συγγραφέας, δημιουργεί στους αναγνώστες ακραία συναισθήματα. Περηφάνια και απογοήτευση, πόνο, απελπισία μα και ελπίδα, σαν τότε που η Ζηνοβία «κερνά μια αγκαλιά τα ορφανά του πολέμου».
Με λεπτές κι αέρινες γραμμές ζωντανεύει ζωές κι αισθήματα η εικονογράφος Μαιριλία Φωτιάδου. Είναι λες κι ακούς τον αέρα της ερήμου να ψιθυρίζει «αν», τι θα γινόταν αν επικρατούσε το πάντρεμα Δύσης κι Ανατολής που μια τολμηρή γυναίκα οραματίστηκε.
Γιουστίνα Μπεντνάρεκ «Δέκα κάλτσες σε απίστευτες περιπέτειες»,
μετάφραση: Αναστασία Χατζηγιαννίδη,
εικονογράφηση: Ντανιέλ ντε Λατούρ,
εκδόσεις ΠατάκηςΕ, ναι! Κάποιες κάλτσες –όπως και οι άνθρωποι, δηλαδή– είναι πολύ διαόλου κάλτσες. «Γίνονται καπνός, οι πονηρές. Εξαφανίζονται από το πλυντήριο και άντε να τις βρεις». Ακόμα και ο υδραυλικός που αναλαμβάνει την αναζήτησή τους, παρέα με τη γλυκούλα Βι και τη μαμά της, σηκώνουν τα χέρια ψηλά. «Αν η κάλτσα επιλέξει την ελευθερία της», τελείωσε, μια νέα ζωή γι’ αυτήν ξεκινά. Οι ατίθασες καλτσούλες είναι μπόλικες. Και κάθε μια πρωτότυπη και διακεδαστική ζωή διαλέγει να ζει. Όπως όλοι δηλαδή προσπαθούν.
Παράδειγμα η καλτσούλα πού ’γινε ηθοποιός κι ως μεγάλη τραγωδός στέναζε θλιμμένη τα βάσανά της «γιατί οι πατούσες δεν είναι πάντοτε θλιμμένες». Ή μία άλλη γκριζούλα, που έγινε μαμά σε ορφανά ποντικάκια και έζησε ως τα βαθιά της γεράματα με μπόλικα ποντικοεγγόνια. Όσο για εκείνη που ήταν των κινημάτων κι έγινε πολιτικός ή την άλλη που έντυσε το μοναδικό πόδι ενός άστεγου καθώς και τούτην που έσωσε ένα τρομαγμένο γατάκι και μεταμορφώθηκε εντελώς, δεν θα σας μαρτυρήσω τι απέγινε.
Η Γιουστίνα Μπεντνάρεκ από την Πολωνία ακολουθεί τις ζωές των ταξιδιάρικων καλτσών και μας μυεί με λεπτομέρειες σε όλες τις εκφάνσεις των ζωών τους. Με χιούμορ και τρυφερότητα, κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον μας με ένα είδος ρεπορταζιακού λόγου, σε μια γεμάτη απρόοπτα πλοκή. Όπως είπε και ο υδραυλικός, «να ξέρετε ότι δεν πρόκειται ποτέ να ξαναδείτε με τον ίδιο τρόπο καμιά κάλτσα, ακόμα και την πιο παλιά».
Αψογη στη μετάφραση η Αναστασία Χατζηγιαννίδη και η εικονογράφηση του Ντανιέλ ντε Λατούρ, παιχνιδιάρικη και ανατρεπτική, συμπληρώνει το παζλ. Το έκπληκτο υφάκι της πορτοκαλί κάλτσας και το στοργικό της λευκής με τα κόκκινα πουά είναι όλα τα λεφτά... για απορρυπαντικό.
Μαρία Καζάντη