Της Βιβής Κεφαλά*Για μία ακόμα φορά στην ιστορία του ο Λίβανος βρίσκεται βυθισμένος σε κρίση. Πρόκειται για μια πολύπλευρη κρίση, καθώς η χώρα του Κέδρου βρίσκεται αντιμέτωπη με τις παθογένειες που γεννά και διαιωνίζει το πολιτικό της σύστημα, αυτό του κοινοτισμού. Παράλληλα, ο Λίβανος αποτελεί για μία ακόμα φορά πεδίο αναμέτρησης και αντιπαράθεσης ξένων δυνάμεων, υφιστάμενος τις ασφυκτικές τους πιέσεις, που στόχο έχουν την Χεζμπολά, ενώ βαρύνεται και από τις συνέπειες της συνεχιζόμενης συριακής κρίσης. Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα το ξέσπασμα μίας σαρωτικής οικονομικής κρίσης, που γίνεται ακόμα πιο καταστροφική εξ αιτίας της πανδημίας του κορονοϊού.Η νέα κρίση στο Λίβανο ξέσπασε τον Οκτώβριο του 2019 με αφορμή την επιβολή φορολογίας στην κινητή τηλεφωνία, πράγμα που οδήγησε σε μαζικές διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης σε ολόκληρη την χώρα. Υπό κανονικές συνθήκες, οι διαμαρτυρίες και οι διαδηλώσεις δεν θα είχαν ιδιαίτερη σημασία, μιας και είχαν επαναληφθεί και στο παρελθόν όπως, για παράδειγμα, το 2015 με το ακανθώδες πρόβλημα της αποκομιδής των απορριμμάτων. Ωστόσο, αυτή τη φορά τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά: έγιναν μαζικές διαδηλώσεις σε ολόκληρη τη χώρα, στις οποίες συμμετείχαν νέοι άνθρωποι, ανεξάρτητα από τη θρησκευτική κοινότητα στην οποία ανήκαν, υπερβαίνοντας για πρώτη φορά τις διαχωριστικές γραμμές του κοινοτισμού, δηλαδή του πολιτικού συστήματος του Λιβάνου, που βασίζει την κατανομή των εξουσιών με συγκεκριμένο τρόπο στις τρείς μεγάλες θρησκευτικές κοινότητες: του χριστιανούς Μαρωνίτες, τους σουνίτες και τους σιίτες. Ακόμα πιο εντυπωσιακά ήταν τα κεντρικά συνθήματα αυτών των διαδηλώσεων, που έδειχναν την αποφασιστικότητα των συμμετεχόντων να απαλλαγούν από τις αγκυλώσεις και τις παθογένειες του λιβανέζικου πολιτικού συστήματος του κοινοτισμού («Να ξεκουμπιστούν όλοι! Και όταν λέμε όλοι, εννοούμε όλοι!»), αλλά και την ανάγκη της ίδιας του της κατάργησης («-Είσαι Μαρωνίτης, είσαι σουνίτης, είσαι σιίτης; -Όχι είμαι Λιβανέζος!»).
Η πτώση της κυβέρνησης Χαρίρι δεν άλλαξε την κατάσταση, αφού κανένας πολιτικός σχηματισμός στον Λίβανο δεν είναι διατεθειμένος να χάσει τα προνόμια που του παρέχονται από το σύστημα του κοινοτισμού. Αντίθετα, αρκούνται σε αλληλοκατηγορίες, ενώ χρησιμοποιούν τους θεσμούς και τις εξουσίες που απορρέουν από αυτούς για να μπλοκάρουν πολιτικές αλλαγές που θεωρούν ότι δεν τους ευνοούν ή ότι ενισχύουν τους αντιπάλους τους, όπως συνέβη κατ' επανάληψιν στο παρελθόν με αφορμή την εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας.
Η οικονομική κρίση Όμως αυτήν την φορά, η κρίση δεν οφειλόταν μόνο στις συνηθισμένες διακοινοτικές αντιπαλότητες: επρόκειτο για την οικονομική επιβίωση εκατοντάδων χιλιάδων Λιβανέζων, καθώς η οικονομία της χώρας βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση, η ανεργία βρίσκεται στα ύψη, η λιβανέζικη λίρα έχει καταποντιστεί και ο Λίβανος σήμερα είναι μία από τις πιο χρεωμένες χώρες του κόσμου, χωρίς ελπίδα ανάκαμψης ακόμα και εάν πάρει τελικά δάνειο από το ΔΝΤ. Οι λόγοι αυτής της οικονομικής κατάρρευσης είναι πολλοί και θα μπορούσε κανείς να εστιάσει στη διαφθορά, στην παγκόσμια οικονομική κρίση που προκάλεσε ο κορονοϊός, πράγμα που σημαίνει ότι μειώθηκαν δραματικά τα εμβάσματα λιβανέζων μεταναστών, τα οποία αποτελούν βασικό άδηλο οικονομικό πόρο της χώρας. Επίσης, θα μπορούσε κανείς να εστιάσει και στη μεγάλη οικονομική επιβάρυνση του Λιβάνου από την εισροή ενός εκατομμυρίου σύρων προσφύγων, τη στιγμή που ο συνολικός πληθυσμός της χώρας δεν υπερβαίνει τα τέσσερα εκατομμύρια κατοίκους, στους οποίους θα πρέπει να προστεθεί και περίπου μισό εκατομμύριο παλαιστίνιοι πρόσφυγες, αποτέλεσμα των πολέμων του 1948 και 1967. Το βασικότερο αίτιο, όμως, της οικονομικής κατάρρευσης του Λιβάνου είναι η απόφαση της Σαουδικής Αραβίας να διεξάγει στον Λίβανο έναν έμμεσο πόλεμο εναντίον του Ιράν.
Οι περιφερειακές αντιπαλότητεςΗ Συρία ανέκαθεν θεωρούσε ότι ο Λίβανος αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της Μεγάλης Συρίας, το οποίο απέκοψε η Γαλλία για να αναχαιτίσει το συριακό εθνικισμό. Έτσι, παρά το γεγονός ότι ο Λίβανος είναι ανεξάρτητο κράτος από το 1943, η Συρία έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην πορεία του από το ξέσπασμα του πολέμου το 1975 και μάλιστα με αραβική συναίνεση. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η Συρία απέκτησε ένα ρόλο επικυρίαρχου στην χώρα του Κέδρου, που ενισχύθηκε από τη δημιουργία της σιιτικής οργάνωσης Χεζμπολά, που ιδρύθηκε κατά τη διάρκεια της ισραηλινής εισβολής στον Λίβανο το 1982, με πρότυπο το ισλαμικό καθεστώς του Ιράν, με το οποίο η Δαμασκός είχε ήδη αναπτύξει στενές σχέσεις.
Η συριακή επιρροή στο Λίβανο συνεχίστηκε μέχρι το 2005, οπότε δολοφονήθηκε ο πρωθυπουργός του Λιβάνου Ραφίκ Χαρίρι, ο οποίος είχε την εύνοια της Σαουδικής Αραβίας. Η Συρία κατηγορήθηκε για τη δολοφονία Χαρίρι και εξαναγκάστηκε σε πλήρη απόσυρση από τον Λίβανο, αυτό όμως δεν σήμαινε ότι διέκοψε τις σχέσεις της με το Ιράν και την Χεζμπολά, σχέσεις επωφελείς για όλους τους εμπλεκόμενους, πλήν όμως άκρως ανησυχητικές για τους αντιπάλους του ιρανικού καθεστώτος.
Σταδιακά τη θέση του επικυρίαρχου του Λιβάνου κατέλαβε η Σαουδική Αραβία, χορηγώντας του ζωτικής σημασίας οικονομική βοήθεια, αν και το ζήτημα της αυξανόμενης ισχύος, στρατιωτικής και πολιτικής, της Χεζμπολλά στον Λίβανο -οι αντίπαλοί της θεωρούν ότι η Χεζμπολλά είναι κράτος εν κράτει στην χώρα- παρέμενε ως μείζον πρόβλημα στις σχέσεις των δύο χωρών. Η σπουδαιότητα αυτού του ζητήματος για το Ριάντ είναι προφανής, εάν αναλογιστεί κανείς ότι για την Σαουδική Αραβία το Ιράν αποτελεί απειλή ζωτικής σημασίας, η οποία θα μειωθεί εάν η Τεχεράνη χάσει τους περιφερειακούς της συμμάχους, δηλαδή το συριακό καθεστώς υπό τον Άσαντ και την Χεζμπολλά στον Λίβανο. Άποψη την οποία συμμερίζονται απολύτως τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και το Ισραήλ, που επιθυμούν διακαώς την κατάρρευση του ιρανικού καθεστώτος ή έστω την συρρίκνωση της περιφερειακής του επιρροής.
Δεδομένου ότι το συριακό καθεστώς παραμένει στην εξουσία μετά από εννέα χρόνια πολέμου, χάρη στη στήριξη της Ρωσίας, του Ιράν και της Χεζμπολά, η Σαουδική Αραβία, προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τον πρωθυπουργό του Λιβάνου, Σαάντ Χαρίρι, για να στρέψει την κοινή γνώμη της χώρας εναντίον της Χεζμπολά, με το επιχείρημα ότι αρνείται να αφοπλιστεί και ως εκ τούτου θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια της χώρας του Κέδρου. Η προσπάθεια αυτή απέτυχε και έτσι το Ριάντ αποφάσισε τον οικονομικό στραγγαλισμό της Βηρυτού, απόφαση την οποία έκανε πράξη.
Σήμερα, ο Λίβανος βρίσκεται σε μία δραματική καμπή αντιμέτωπος με το απόλυτο οικονομικό αδιέξοδο: κανείς δεν είναι διατεθειμένος να βοηθήσει στην άρση αυτού του αδιεξόδου, εάν δεν αφοπλιστεί η Χεζμπολά. Η Χεζμπολά, όμως, γνωρίζει ότι κάτι τέτοιο θα σήμαινε την εξαφάνιση της και αρνείται να το κάνει, πολύ περισσότερο που οι χριστιανοί φαλαγγίτες συνεχίζουν να είναι οπλισμένοι, αν και η ισχύς τους είναι πολύ μικρότερη από τη δική της.
Αυτός ο φαύλος κύκλος κάνει ορατό το ενδεχόμενο να οδηγηθεί και πάλι ο Λίβανος στην κόλαση ενός νέου εμφυλίου πολέμου, που θα προκαλέσει μια ατελείωτη αιματοχυσία, θα ενισχύσει τον κοινοτισμό και θα μετατρέψει –ακόμα μία φορά- τον Λίβανο σε πεδίο αντιπαράθεσης ξένων συμφερόντων.
Μοναδική ελπίδα για τη χώρα του Κέδρου είναι η νέα γενιά που απέρριψε τον κοινοτισμό και τις παθογένειες του και διεκδίκησε το να μην είναι ούτε μαρωνίτες, ούτε σουνίτες, ούτε σιίτες, αλλά Λιβανέζοι.
* Αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου