Της Νατάσσας Ρωμανού*Στις καθημερινές συνεντεύξεις Τύπου, ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης, Μπιλ ντε Μπλάζιο, περιγράφει την κατάσταση της πανδημίας και ανακοινώνει τα μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεών της, αναφερόμενος στα θύματα, τους ανέργους, την εγκληματικότητα, την αστυνομική βία, τις διαδηλώσεις, τη στήριξη της δημόσιας υγείας και της οικονομίας. Κάθε μέρα μπροστά του, μια μικρή καρτέλα αναγράφει τον αριθμό των ημερών που απομένουν ως τις προεδρικές εκλογές στις 3 Νοεμβρίου και υπενθυμίζει σε όλους ότι ίσως αυτή είναι η σημαντικότερη εκλογική αναμέτρηση για τη χώρα τις τελευταίες δεκαετίες ή και πάντα. Σήμερα που γράφονται αυτές οι γραμμές η καρτέλα δείχνει 60 μέρες.
Η μάχη για το δεύτερο πακέτο διάσωσης της οικονομίαςΗ κατάσταση στη Νέα Υόρκη είναι δραματική. Δραματικότερη από τη κρίση του 2008 και ακόμη πιο σκληρή από την 11η Σεπτεμβρίου 2001. Μετά από 5 μήνες ανελέητης υγειονομικής κρίσης, η πόλη μετράει 33 χιλιάδες νεκρούς, γύρω στο 1.5 εκατομμύριο άνεργους και 10 δισ. δολάρια έλλειμα. Και ενώ ο κορονοϊός ελέγχεται, η ανεργία που μέσα σε 5 μήνες πήγε από 4 σε 15%, μάλλον θα συνεχίσει να αυξάνεται. Και βέβαια οι ειδικοί θεωρούν ένα δεύτερο κύμα της επιδημίας το φθινόπωρο και το χειμώνα μάλλον βέβαιο. Ήδη παρατηρείται ένα ρεύμα εξόδου από την πόλη, εξαιτίας της ανεργίας, του υψηλού κόστους διαβίωσης, της αύξησης της οπλοχρησίας και της αβεβαιότητας για το τί θα γίνει μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου. Κανείς δεν πιστεύει εδώ ότι θα γυρίσουμε πίσω στην κανονική ζωή σύντομα ή ποτέ.
Σε αντίθεση με τη δημοτική και την πολιτειακή αρχή των ντε Μπλάζιο και Κουόμο αντίστοιχα που έχουν δώσει μάχη για την αντιμετώπιση της πανδημίας και των επιπτώσεών της, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση που ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την αρχική εξάπλωση του ιού στη χώρα καθώς και την έλλειψη επαρκών τεστ και υγειονομικού υλικού, αρνείται τώρα να διαθέσει άμεσα τα πακέτα οικονομικής ενίσχυσης στις μεγάλες πόλεις που επλήγησαν περισσότερο. Δεν είναι τυχαίο βέβαια ότι οι πόλεις αυτές είναι πολιτικά αντίθετες και έχουν κατακρίνει τους κυβερνητικούς χειρισμούς. Σύμφωνα με τη Moody’s, μετά την ύφεση κατά 33% που υφίσταται η οικονομία, χρειάζονται περί τα 500 δισ. στα επόμενα δύο χρόνια για να στηριχθεί η οικονομία στις ΗΠΑ και κυρίως να δημιουργηθούν ξανά θέσεις εργασίας.. Τα πακέτα βοήθειας της κυβέρνησης και των Ρεπουμπλικάνων Γερουσιαστών, οι οποίοι στηρίζουν τυφλά τον Τραμπ και κάποιες φορές τον ξεπερνούν σε ταξικό μίσος, έχουν και όρους, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του μετρό της Νέας Υόρκης που για να πάρει την οικονομική ενίσχυση αναγκάστηκε να δεχθεί ομοσπονδιακή οικονομική επιτήρηση. Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι Γερουσιαστές συγκρούονται για το ποιός και πόσα θα πάρει από το πακέτο ομοσπονδιακής βοήθειας. Θα έχουν προτεραιότητα πολιτείες που επλήγησαν περισσότερο, όπως η Νέα Υόρκη, η Καλιφόρνια, η Μασσαχουσέτη, η Ουάσινγκτον, τα κρατικά προγράμματα ενίσχυσης της απασχόλησης, της εκπαίδευσης, της υγείας ή οι μεγάλες εταιρίες, όπως οι αεροπορικές γραμμές και η αυτοβιομηχανία, και άλλες επιχειρήσεις; Θα δοθεί η ενίσχυση με τη μορφή δανείων ή παροχών; Η μάχη για το δεύτερο πακέτο διάσωσης της οικονομίας θα δώσει και τον τόνο των εκλογών αφού οι πολυπόθητες χρηματικές επιταγές βοήθειας θα αρχίσουν να φτάνουν στους πολίτες στις αρχές Οκτωβρίου.
Κλιμάκωση της κρατικής και παρακρατικής βίαςΜέσα σε αυτό το κλίμα της οικονομικής αβεβαιότητας για μια πολύ μεγάλη μερίδα πολιτών, που όμως είναι αναλογικά πολύ μεγαλύτερη για τους μαύρους και τους ισπανόφωνους, βρίσκεται σε έξαρση και η αστυνομική βία και η δράση ακροδεξιών σωμάτων πολιτοφυλακής. Μετά από κάθε εν ψυχρώ δολοφονία μαύρων πολιτών από αστυνομικούς, οι διαδηλώσεις του κινήματος Black Lives Matter αλλά και των όλο και περισσότερων λευκών υποστηρικτών του, αντιμετωπίζονται με προκλητική αγριότητα είτε από την ίδια την αστυνομία είτε από τα σώματα πολιτοφυλακής που οργανώνονται και δρουν με την ανοχή αν όχι τη καθοδήγηση της αστυνομίας. Τα φαινόμενα αυτά της κρατικής και παρακρατικής βίας συνεχίζουν να κλιμακώνονται, ο αριθμός των θανάτων μαύρων πολιτών μεγαλώνει, η αστυνομία παραμένει ανεξέλεγκτη, και εντείνεται η φαστιστική δράση των σωμάτων πολιτοφυλακής.
Επιπλέον, η διάβρωση του δικαστικού σώματος από την προσπάθεια του Τραμπ και των Ρεπουμπλικανών να αναδεικνύονται όσο το δυνατό περισσότεροι φίλα προσκείμενοι δικαστές έχει ως αποτέλεσμα να προσάγονται οι διαδηλωτές και οι αντίφα με βάση νόμους που αφορούν τις συμμορίες, ώστε να καταδικάζονται όλοι μαζί και γρήγορα. Είναι μια πρακτική που είχε ακολουθήσει στην Καλιφόρνια το 2011 και η τότε Δημόσια Κατήγορος Κάμαλα Χάρρις που σήμερα είναι υποψήφια αντι-πρόεδρος με τον Μπάιντεν.
Ανάδειξη του συστημικού ρατσισμούΚυρίως λόγω της υποστήριξης του Black Lives Matter (BLM) από κάποια μεγάλα αντικυβερμητικά ΜΜΕ, η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών είναι ενημερωμένη και καταδικάζει την αστυνομική βία, ενώ ένα 25% υποστηρίζει μέχρι και τη μείωση της χρηματοδότησης των σωμάτων ασφαλείας. Σύμφωνα με τους Νιου Γιορκ Τάιμς, το ΒLM είναι ίσως το μεγαλύτερο κίνημα στην ιστορία των ΗΠΑ που κατάφερε να κινητοποιήσει 25-30 εκατομμύρια κόσμου φέτος το καλοκαίρι. Πολύ μεγάλο ρόλο φυσικά έπαιξε και η ανάδειξη του ρατσισμού και των διακρίσεων κατά των μαύρων από τις μεγάλες αμερικάνικες αθλητικές ενώσεις όπως το πρωτάθλημα Αμερικάνικου ποδοσφαίρου (NFL), το NASCAR και φυσικά το NBA με την εμβληματική πρωτοβουλία της ομάδας των Μιλγουόκι Μπακς στο Ουισκόνσιν να απέχει από έναν αγώνα ως διαμαρτυρία για τον τραυματισμό του Τζέικομπ Μπλέικ. Βέβαια, να σημειώσουμε εδώ ότι το BLM ξεκίνησε το 2013 (επί Ομπάμα) και θεωρείτο από την πλειοψηφία περιθωριακό και ακραίο. Ενώ μόλις 2 χρόνια πριν ο Κόλιν Κάπερνικ γονάτιζε κατά την ανάκρουση του εθνικού ύμνου πριν κάποια ματς και κυνηγήθηκε άγρια από το αθλητικό και μη κατεστημένο. Η ανάδειξη του συστημικού ρατσισμού ως ένα μείζον θέμα της δημόσιας συζήτησης και αυτοκριτικής έχει μάλλον ελπιδοφόρα αποτελέσματα. Πολλά από τα σύμβολα του κράτους και της κοινωνίας, όπως η σημαία και τα αγάλματα στρατηγών του ρατσιστικού Νότου, αντικαθιστώνται από άλλα λιγότερο διχαστικά, ανοίγει η κουβέντα για τις διακρίσεις στην εργασία, την εκπαίδευση, την υγεία κλπ, και επιλέχθηκε υποψήφια αντι-πρόεδρος η Κάμαλα Χάρρις, με καταγωγή από Αφρική και Ασία. Είναι επιτακτική ανάγκη όμως η συζήτηση να γίνει πράξη με ουσιαστικές πολιτικές πρωτοβουλίες και βαθιές τομές στο σύστημα για την καλυτέρευση της ζωής των έγχρωμων συμπολιτών μας. Και από αυτό απέχουμε ακόμη πολύ.
Δύσκολη η πρόβλεψη μιας άνετης νίκηςΠανδημία – οικονομική ύφεση – κοινωνική εξέγερση αποτελούν το τρίπτυχο πλαίσιο μέσα στο οποίο ο Τραμπ και ο Μπάιντεν θα αναμετρηθούν στις εκλογές του Νοεμβρίου. Η πολιτική Τραμπ στην υγεία, με τις καθυστερήσεις στη λήψη μέτρων, τις ελλείψεις προστατευτικού υλικού και τεστ, την υιοθέτηση θεωριών συνωμοσίας, την μειωμένη οικονομική ενίσχυση στις πληγείσες περιοχές, την ενθάρρυνση και ενίσχυση των ακροδεξιών, τη καλλιέργεια του μίσους, διχασμού και κοινωνικού αυτοματισμού, τη μείωση των φορολόγησης των πλουσίων, αλλά κυρίως με τoν απολυταρχικό τρόπο διακυβέρνησης, που περιλαμβάνει τη χειραγώγηση του δικαστικού σώματος, την αναστολή ανεξάρτητων δικαστικών ερευνών για τα πεπραγμένα του, τη προώθηση των οικονομικών συμφερόντων του ιδίου και της οικογένειάς του, την υπονόμευση της Κρατικής Ταχυδρομικής Υπηρεσίας ώστε να αμφισβητηθεί αργότερα η επιστολική ψήφος και να περιοριστεί ακόμη περισσότερο η δυνατότητα ψήφου σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας, τη διασπορά ψευδών ειδήσεων είχαν ρίξει τη δημοτικότητά του στο 38% την άνοιξη, ενώ τώρα κινείται ανοδικά προς το 43%. Ο Μπάιντεν, αν και δεν έχει την ένθερμη υποστήριξη μεγάλου ποσοστού των προοδευτικών πολιτών της χώρας, προηγείται σταθερά στις δημοσκοπήσεις. Η πορεία της επιδημίας, της οικονομίας και της κοινωνικής ειρήνης θα καθορίσουν πώς θα ψηφίσει η αμερικανική κοινωνία σε 60 μέρες, και είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς μια άνετη νίκη από τώρα. Η αδυναμία των Δημοκρατικών να αναδείξουν έναν χαρισματικό, ενωτικό και προοδευτικό υποψήφιο είναι, κατά τη γνώμη μου, τραγική, αλλά όχι τραγικότερη από την επανεκλογή Τραμπ.
Μπορεί ο κύριος πολιτικός εκφραστής του κινήματος BLM αλλά και των όλων των ριζοσπαστικών κινημάτων κατά της κοινωνικής αδικίας και των ανισοτήτων, ο Μπέρνυ Σάντερς, να μην είναι υποψήφιος για πρόεδρος αλλά η δυναμική του πολιτικού ρεύματος που εκπροσωπεί μεγαλώνει, κερδίζει την αποδοχή και τη συμμετοχή ευρύτερων κοινωνικών ομάδων και θα παίξει σημαντικό ρόλο την επομένη των εκλογών. Η αριστερά στην Αμερική σε μεγάλο βαθμό θα ψηφίσει περισσότερο για την απομάκρυνση του Τραμπ από την εξουσία και λιγότερο για την άνοδο του Μπάιντεν. Όπως και να έχουν τα πράγματα, το σίγουρο είναι ότι η 4η Νοεμβρίου θα πρέπει να φέρει στο προσκήνιο τον αγώνα κατά του ρατσισμού, των ανισοτήτων, των λόμπυ, της κλιματικής αλλαγής, του νεοφιλελευθερισμού. Και αν δεν είμαστε προσεκτικοί, θα ξαναφέρει και τον κορονοϊό και τον Τραμπ.
* Η Ν. Ρωμανού είναι ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Γκόνταρντ της ΝΑΣΑ στη Νέα Υόρκη και ομότιμη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια.