Οι δυσκολίες της κυβέρνησης Σάντσεθ- Ιγκλέσιας με την υγειονομική, οικονομική και πολιτική κρίση

Του Στίβεν Φόρτι*

Κάτω από τα Πυρηναία η κατάσταση είναι περίπλοκη. Από υγειονομικής πλευράς, η πανδημία εξακολουθεί να πλήττει σκληρά την Ισπανία, η οποία από τα μέσα του Ιουλίου είδε τα κρούσματα να αυξάνονται αλματωδώς και μετατράπηκε πλέον στην ευρωπαϊκή χώρα με τα χειρότερα δεδομένα μαζί με την Γαλλία. Σε αντίθεση με τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, είναι ανησυχητική πάνω απ’ όλα η αύξηση της θνησιμότητας: τις πρώτες δυο εβδομάδες του Σεπτεμβρίου καταγράφηκαν 247 κρούσματα ανά 100.000 κατοίκους, οι θάνατοι έφθασαν σχεδόν τους 500 και τα κρεβάτια στα οποία νοσηλεύονται ασθενείς με Covid-19 έφθασαν ήδη στο 8,5%, με αιχμές μεγαλύτερες από το 20% στην περιφέρεια της Μαδρίτης. Προφανώς είμαστε πολύ μακριά από την κατάσταση κατάρρευσης της άνοιξης, αλλά υπάρχει φόβος για τους επόμενους μήνες με το άνοιγμα των σχολείων και την εμφάνιση της εποχιακής γρίπης. Συνολικά, σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας, είναι ήδη 30.000 οι νεκροί λόγω Covid-19 και πάνω από 600.000 τα κρούσματα από την αρχή της έκτακτης ανάγκης. Δεν προβλέπονται, προς το παρόν, νέοι ριζικοί περιορισμοί σε εθνικό επίπεδο, παρόλο που σε μερικούς δήμους όπου υπήρξαν εστίες δημιουργήθηκε ένα είδος «κόκκινης περιοχής». Στην υπόλοιπη χώρα, δεν συνιστώνται μη αναγκαίες μετακινήσεις και, από τις αρχές Ιουλίου, η χρήση της μάσκας είναι πάντα υποχρεωτική, ακόμη και όταν τηρούνται τα δύο μέτρα απόστασης σε ανοιχτό χώρο.

Ανησυχητικά τα οικονομικά στοιχεία

Σε αυτό πρέπει να προστεθούν οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες της πανδημίας. Η ισπανική κυβέρνηση συνασπισμού –που αποτελείται από τους σοσιαλιστές και από το Unidas Podemos– λειτούργησε σωστά μέχρι σήμερα, παρά τη σκληρή κριτική του Λαϊκού Κόμματος και τις κατηγορίες της ακροδεξιάς που αποκαλεί χωρίς ντροπή τον πρωθυπουργό Πέδρο Σάντσεθ «δολοφόνο». Ήδη από τα μέσα Μαρτίου δημιουργήθηκε μια «κοινωνική ασπίδα» –στο 4% του ΑΕΠ της χώρας, σε ευθυγράμμιση με τις κυριότερες χώρες της ΕΕ– για να αποφευχθεί η καταστροφή και ψηφίστηκε το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα που θα δίνει από 460 μέχρι 1.000 ευρώ το μήνα σε 850.000 οικογένειες σε κίνδυνο φτώχειας. Η ανεργία που ήταν μεγαλύτερη από το 13% πριν από την πανδημία, αυξήθηκε κατά 630.000 άτομα, αλλά το ταμείο ανεργίας επέτρεψε σε πολλούς εργαζομένους να λαμβάνουν έναν μισθό τους σκληρότερους μήνες της κρίσης.
Τα μεγαλύτερα προβλήματα, όμως, αρχίζουν τώρα: μέχρι πότε θα παραταθεί το επίδομα ανεργίας, το οποίο λαμβάνουν σήμερα σχεδόν 900.000 άτομα; Πόσες επιχειρήσεις θα κλείσουν τους επόμενους μήνες; Τα οικονομικά στοιχεία του δεύτερου τριμήνου του 2020 ήταν εξαιρετικά ανησυχητικά για την Ισπανία, η οποία έχασε το 18,5% του ΑΕΠ, με τη χειρότερη επίδοση στην ΕΕ. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ομοσπονδίας Εμπορίου, στο τέλος του έτους είναι πιθανό να κλείσει το 30% των καταστημάτων. Επιπλέον, ο τουρισμός είχε πτώση πάνω από το 80% σε σύγκριση με το 2019. Σε σχέση με τον Ιούνιο, οι προβλέψεις είναι ακόμη πιο αποθαρρυντικές: στο τέλος του έτους, το έλλειμμα είναι πιθανό να υπερβεί το 12%, το δημόσιο χρέος να υπερβεί το 120% –ήταν στο 97% τον Δεκέμβριο– και η ανεργία να σπάσει το ψυχολογικό φράγμα του 20%.
Το μοναδικό «καλό» νέο είναι τα ευρωπαϊκά κονδύλια: η Ισπανία θα λάβει 140 δισεκατομμύρια ευρώ, τα μισά ως επιχορηγήσεις. Μια ένεση χρήματος που μπορεί να κάνει τη διαφορά, αν δαπανηθούν σωστά. Το πρόβλημα είναι ότι μέχρι τώρα, εκτός από την επανάληψη των κατευθυντήριων γραμμών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ψηφιοποίηση, ενεργειακή μετάβαση, υγεία, υποδομές, παιδεία), δεν είναι γνωστό κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο. Οι δυνατότητες που προσφέρει το Next Generation στην Ισπανία είναι αξιοσημείωτες, αρχής γενομένης από τη διαφοροποίηση της οικονομίας σε μια χώρα που εξαρτάται τόσο πολύ από τον τουρισμό –που αντιστοιχεί με το 13% του ΑΕΠ της χώρας– και από την οικοδομή. Δεν πρόκειται όμως, παρά τη βούληση της κυβέρνησης, για μια εύκολη πρόκληση. Εκτός των άλλων, η ψήφιση του προϋπολογισμού κρέμεται από μια κλωστή.

Από μια κλωστή κρέμεται η ψήφιση του προϋπολογισμού

Ο Σάντσεθ κυβερνά ως γνωστό με μειοψηφία και, εξαιτίας της πολιτικής πόλωσης και του κοινοβουλευτικού κατακερματισμού, δεν είναι εύκολο για την κυβέρνηση να έχει τον αναγκαίο αριθμό ψήφων στο κοινοβούλιο. Εκτός από τις ψήφους των τοπικιστικών κομμάτων και των βάσκων εθνικιστών, το Σοσιαλιστικό Κόμμα και το Unidas Podemos χρειάζονται τουλάχιστον την αποχή των καταλανών αυτονομιστών. Όμως η στήριξη του προϋπολογισμού από μέρους τους είναι αρκετά δύσκολη, γιατί στην Καταλονία ζουν ήδη μια προεκλογική εκστρατεία με πιθανές τις πρόωρες εκλογές: Το Ισπανικό Ανώτατο Δικαστήριο είναι πιθανό τις επόμενες μέρες να αφαιρέσει τις εξουσίες του από τον περιφερειάρχη Κιμ Τόρα –μέλος του Junts per Catalunya (JxCAT), του κόμματος του πρώην προέδρου Κάρλες Πουτζντεμόντ, που διέφυγε στο Βέλγιο στα τέλη του 2017–και για τη Ρεπουμπλικανική Αριστερά της Καταλονίας, η οποία κυβερνά μαζί με το JxCAT στην περιφέρεια, θα είναι δύσκολο να διαχωρίσει τη θέση της από τις σκληροπυρηνικές θέσεις του Πουτζντεμόντ. Η στήριξη του προϋπολογισμού, ή απλά η αποχή, θεωρείται ως ένα είδος προδοσίας της αυτονομιστικής υπόθεσης.
Ο Σάντσεθ απευθύνθηκε λοιπόν στους Ciudadanos για να προσπαθήσει να εξασφαλίσει τη στήριξη των δέκα βουλευτών του σχήματος που έχει επικεφαλής την Ινές Αριμάδας, η οποία θα ήθελε να αποτελέσει τον καθοριστικό παράγοντα στη Βουλή της Μαδρίτης, με την απομάκρυνσή της από τη στενή συμμαχία με το Λαϊκό Κόμμα –το οποίο πλήττεται από ένα νέο σοβαρό σκάνδαλο που αποδεικνύει ότι στα χρόνια του Ραχόι είχε δημιουργηθεί ένα είδος «πολιτικής αστυνομίας»– και την ακροδεξιά του Vox. Το κόμμα του Αμπάσκαλ, σε αναζήτηση μεγαλύτερης επικοινωνιακής προβολής, ανάγγειλε ήδη ότι υποβάλλει πρόταση μομφής το φθινόπωρο: ασφαλώς δεν θα έχει επιτυχία, όμως θα πολώσει ακόμη περισσότερο τους πολίτες και τη Βουλή.
Το άνοιγμα στους Ciudadanos θα μπορούσε να επιτρέψει την ψήφιση του προϋπολογισμού, αλλά εντείνει τις διαφορές μεταξύ των σοσιαλιστών και του Unidas Podemos, με τον Πάμπλο Ιγκλέσιας να φοβάται μια στροφή της κυβερνητικής πολιτικής προς το κέντρο. Σε όλα αυτά προστίθεται η κρίση της μοναρχίας με τη «φυγή» του Χουάν Κάρλος Α΄ -που βρίσκεται προς το παρόν στα Αραβικά Εμιράτα– μετά από την έναρξη της ερευνητικής διαδικασίας για μια περίπτωση διαφθοράς. Η αριστερά βλέπει αυτή την κρίση σαν μια δυνατότητα για να επαναφέρει στο κέντρο της συζήτησης το δημοκρατικό ζήτημα και ένα μελλοντικό δημοψήφισμα για τη μορφή διακυβέρνησης. Ο πραγματικός κίνδυνος, όμως, είναι η περαιτέρω αύξηση των εντάσεων μεταξύ Unidas Podemos και ενός Σοσιαλιστικού Κόμματος η ηγεσία του οποίου υπερασπίζεται τη μοναρχία και, πάνω απ’ όλα, μια περιχαράκωση της μοναρχίας με τον Φελίπε ΣΤ΄ να μετακινείται όλο και δεξιότερα.

Βάθυνε η πολυεπίπεδη κρίση

Η πανδημία επιτάχυνε και βάθυνε την πολυεπίπεδη (υγειονομική, οικονομική, κοινωνική, πολιτική, θεσμική και περιφερειακή) κρίση που βιώνει η Ισπανία: το σύστημα που γεννήθηκε με τη μετάβαση στη δημοκρατία στα τέλη της δεκαετίας του εβδομήντα δέχεται τις μεγαλύτερες δομικές εντάσεις των σαράντα χρόνων ύπαρξής του. Οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι. Όχι μόνο για τη συνέχεια της κυβέρνησης συνασπισμού, αλλά για ολόκληρη τη χώρα.

Μετάφραση Τόνια Τσίτσοβιτς

* Ο Στ. Φόρτι είναι καθηγητής στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης και ερευνητής στο Ινστιτούτο Σύγχρονης Ιστορίας του Νέου Πανεπιστημίου της Λισαβόνας.
Πρόσφατα άρθρα ( Διεθνή )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet