Πάνω από δέκα μέρες έχουν περάσει από την καταστροφή του Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) της Μόριας στην Λέσβο και η πλειονότητα των 13.000 προσφύγων συνεχίζει να είναι αναγκασμένη να κοιμάται στο δρόμο και στα χώματα, χωρίς επαρκή πρόσβαση σε σίτιση και νερό.
«Πρόκειται για εικόνες που δεν έχω δει ούτε σε εμπόλεμες καταστάσεις», σημειώνει στην «Εποχή» ο Απόστολος Βεΐζης, γιατρός και διευθυντής προγραμμάτων των Γιατρών Χωρίς Σύνορα. «Από τους ανθρώπους που βρίσκονται εδώ και τόσες μέρες στο δρόμο, οι 4.000 είναι παιδιά, ενώ υπάρχουν και πολλές έγκυες. Είναι γνωστό ότι οι απαράδεκτες συνθήκες του κέντρου της Μόριας προκαλούσαν σωματικές και ψυχικές βλάβες στους πρόσφυγες και ακριβώς το ίδιο βλέπουμε να συμβαίνει και τώρα με αυτή την κατάσταση. Στις δύο κλινικές που λειτουργούμε στην περιοχή, καταγράφουμε σε πολλούς έντονο αίσθημα πανικού. Δυστυχώς, επίσης, την περασμένη Κυριακή 3 έγκυες γυναίκες έχασαν τα μωρά τους λόγω των συνθηκών, ενώ αντιμετωπίσαμε και πολλές περιπτώσεις, κυρίως παιδιών, με αναπνευστικά προβλήματα λόγω των δακρυγόνων και καπνογόνων που δέχθηκαν από τις αστυνομικές δυνάμεις», περιγράφει ο ίδιος (σημειώνεται ότι βάσει καταγγελίας των ΓΧΣ στη μία κλινική τους απαγορεύτηκε η πρόσβαση από την αστυνομία την Πέμπτη).

Ούτε προσωρινή, ούτε δομή

Παρά τις τραγικές συνέπειες, όμως, που έχουν ήδη προκληθεί από το «σχεδιασμό» για εγκλωβισμό των προσφύγων σε απάνθρωπες συνθήκες στο νησί, η κυβέρνηση εμμένει στην ίδια κατεύθυνση, χρησιμοποιώντας τα ΜΑΤ, και τη βία τους ενίοτε, σαν διαμεσολαβητή, ώστε να παραπετάξει όσους περισσότερους πρόσφυγες γίνεται στην «προσωρινή δομή» που στήνεται δίπλα στο camp του Καρά Τεπέ. Χώρος, βέβαια, που ούτε τα χαρακτηριστικά δομής έχει, ούτε της προσωρινότητας απ’ ό,τι φαίνεται, αφού στη δημοσιότητα ήρθε έγγραφο βάσει του οποίου το κράτος νοίκιασε όμορα κομμάτια γης του χώρου για πέντε χρόνια.
«Το έγγραφο ενοικίασης έρχεται να επιβεβαιώσει αυτό που λέγαμε εξαρχής για τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης, ότι κύριος στόχος της είναι η δημιουργία κλειστής δομής, παρακάμπτοντας τις διαφωνίες της τοπικής κοινωνίας, των προσφύγων, των ανθρωπιστικών φορέων, της διεθνούς κοινότητας, εκμεταλλευόμενη όποια συγκυρία μπορεί», επισημαίνει για τις κρυφές κινήσεις του υπουργείου Μετανάστευσης η Εριφύλη Χιωτέλλη, επικεφαλής της δημοτικής παράταξης «Με Πυξίδα τον Πολίτη» και δημοτική σύμβουλος στο νησί.
Μέχρι στιγμής στο χώρο έχουν τοποθετηθεί σκηνές, η μία πάνω στην άλλη, (κάποιες επικίνδυνα κοντά στη θάλασσα, που μπορεί να παρασυρθούν κατά τη διάρκεια του χειμώνα), που μπορούν να «στεγάσουν» μέχρι και 8.000 άτομα, και κάποιες χημικές τουαλέτες. Από κει και πέρα, δεν υπάρχει καμία άλλη υποδομή, ούτε αποχέτευση, ούτε κανονικές τουαλέτες, ούτε ντουζιέρες, ούτε ρεύμα, ούτε νερό, τίποτα. Σε επόμενο χρόνο μόνο υπολογίζεται να εγκατασταθεί ένα αποκεντρωμένο σύστημα διανομής νερού, που θα σταλεί από την Ελβετική Ανθρωπιστική Βοήθεια. Σημειώνεται δε πως από τη στιγμή που κάποιος δεχτεί να μπει στη «δομή», η έξοδός του απαγορεύεται και μένει έγκλειστος σε αυτές τις συνθήκες, χωρίς καμία επικοινωνία με τον έξω κόσμο, αφού δεν υπάρχει ρεύμα για να φορτιστούν τα κινητά τηλέφωνα.

Υπό το φόβο της καταστολής

Λογικό, λοιπόν, είναι ότι στο χώρο, μέχρι και την Τετάρτη, είχαν δεχτεί να μπουν μόλις 1.200 άτομα. «Οι αντιδράσεις των προσφύγων δεν είναι υποκινούμενες από κάποιους, αλλά απ’ το γεγονός ότι οι άνθρωποι έχουν κουραστεί και βασανιστεί από τέτοιου είδους δομές, όπου έχουν αντικρίσει καθημερινά τη βία, την εξαθλίωση και τον θάνατο. Ο καταυλισμός δεν έχει ούτε τις ελάχιστες προδιαγραφές που προβλέπονται από την παγκόσμια κοινότητα σε μια ανθρωπιστική κρίση. Κι εδώ να τονίσουμε ότι δεν έχουμε μια ανθρωπιστική κρίση, αλλά μια κρίση αδιαφορίας λόγω της αποτρεπτικής πολιτικής που εφαρμόζεται», τονίζει ο Απόστολος Βεΐζης.
Απάντηση και πάλι, όμως, της κυβέρνησης στη λογική άρνηση των προσφύγων ήταν η αστυνομία, που ώθησε τον κόσμο να μπει στη «δομή» την Πέμπτη το πρωί. Μέχρι το τέλος της ημέρας και υπό το φόβο της καταστολής, στο χώρο «στεγάστηκαν» περί τα 5.οοο άτομα συνολικά, εκ των οποίων τα 135 βρέθηκαν θετικά στον κορονοϊό. Σημειώνεται ότι τις προηγούμενες μέρες είχαν εντοπιστεί άλλα 37 κρούσματα, στα οποία δεν εντάσσονται τα 35 της προηγούμενης εβδομάδας. Ούτε, όμως, για αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει η κατάλληλη προετοιμασία, καθώς τα κρούσματα απλά απομονώνονται σε σκηνές, χωρίς να πληρούνται οι απαραίτητες συνθήκες για την ανάρρωση και την προστασία της υγείας τους. «Γι’ αυτό επιμένουμε ότι πρέπει γρήγορα να ξαναστηθεί η κλινική που κάηκε, καθώς το νοσοκομείο του νησιού δεν έχει χώρο να νοσηλεύσει κάποιο κρούσμα που μπορεί να νοσήσει βαριά από τον κορονοϊό και ούτε οι συνθήκες της απομόνωσης είναι οι κατάλληλες», σημειώνει η δημοτική σύμβουλος, συμπληρώνοντας ότι στις άμεσες κινήσεις θα πρέπει να είναι και η μεταφορά των 5.000 ευάλωτων ανθρώπων στην ενδοχώρα, που είχαν πρωτόκολλο μεταφοράς και προ της καταστροφής, αλλά το υπουργείο Μετανάστευσης δεν εφάρμοσε.

Επικοινωνιακές αντί υγειονομικές αποφάσεις

Λίγες πιθανότητες, όμως, υπάρχουν να γίνουν τέτοιες κινήσεις, αφού εν γένει η κυβέρνηση έχει επιλέξει να μην προστατεύσει την υγεία των προσφύγων από την πανδημία, αλλά να δρα σαν η δημόσια υγεία να χρειάζεται προστασία από τους πρόσφυγες. «Ο υγειονομικός αποκλεισμός βάσει των οδηγιών που έχει δώσει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Πρόληψης Νοσημάτων έχει αποδείξει ότι δεν σταματάει τη μετάδοση του ιού. Θα μπορούσε να εφαρμοστεί μόνο αν είχε εξασφαλιστεί ότι ο πληθυσμός που αφορά, έχει όλες τις κατάλληλες υπηρεσίες, κοινωνική απόσταση κτλ, και γίνεται σωστή απομόνωση κρουσμάτων. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ότι δεν πρόκειται για διαχείριση με υγειονομικούς όρους, αλλά με επικοινωνιακούς», εξηγεί ο γιατρός από τους ΓΧΣ.
Υπογραμμίζει δε ότι η οργάνωση είχε απευθύνει έκκληση και για μη εφαρμογή περιοριστικών μέτρων σε συνθήκες συνωστισμού, που έχουν επιβληθεί από τον Μάρτιο μέχρι και σήμερα (απαγόρευση κυκλοφορίας, δηλαδή, εκτός των καταυλισμών από τις 9 το βράδυ μέχρι τις 7 το πρωί και με τη δυνατότητα μετακίνησης κατά τη διάρκεια της μέρας μόνο κάποιων δεκάδων), καθώς αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι, που ούτως ή άλλως ζουν ο ένας πάνω στον άλλον, θα είναι έτσι πολλές περισσότερες ώρες, με αποτέλεσμα την αύξηση του φόβου, των ψυχικών προβλημάτων, της βίας, όπως και της σεξουαλικής βίας.

Ένοχη είναι η πολιτική της εξαθλίωσης

Παρόλ’ αυτά, η κυβέρνηση όχι μόνο συνεχίζει με τα περιοριστικά μέτρα, αλλά έχει εφαρμόσει μέχρι στιγμής απόλυτο υγειονομικό αποκλεισμό σε Λέσβο, Σάμο, Ελαιώνα, Μαλακάσα, Ριτσώνα, Οινόφυτα, Σχιστό, Φυλάκιο, είτε γιατί της είναι αδύνατον να μάθει από τα γεγονότα της Μόριας, είτε γιατί προτιμά την εξέλιξη φαινομένων έντασης, ώστε να εφαρμόζει ακόμα πιο έντονα πολιτικές καταστολής μετά.
Φαινόμενα που παρ’ ολίγον να εξελιχθούν και στην Σάμο μετά την καταγραφή 2, προς το παρόν, κρουσμάτων στο ΚΥΤ του νησιού και την επιβολή υγειονομικής καραντίνας, καθώς το βράδυ της ίδιας μέρας (Τρίτη) τέθηκε φωτιά κοντά στο ΚΥΤ, χωρίς να φθάσει, όμως, στο χώρο.
Έτσι, για το περιστατικό καταστροφής της Μόριας μπορεί να συνελήφθησαν και να αποδόθηκαν κατηγορίες σε 6 άτομα (μεταξύ τους και 2 ανήλικοι, που μάλιστα τις επόμενες μέρες που συνέχιζαν οι φωτιές, είχαν μεταφερθεί από το νησί), αλλά ο πραγματικός ένοχος φαίνεται να είναι η πολιτική εγκλεισμού στην εξαθλίωση που εφαρμόζει η κυβέρνηση στο προσφυγικό, προκαλώντας την οργή και την απόγνωση των ανθρώπων. Κάτι που όλοι όσοι δεν βλέπουν στους πρόσφυγες ανθρώπους δεύτερης κατηγορίας που πρέπει να δεχθούν χωρίς αντίδραση το βασανισμό τους, μπορούν να το καταλάβουν και να πουν «κι εγώ στη θέση τους μπορεί να έκανα το ίδιο». Όχι γιατί προκρίνουν εγκληματικές πράξεις, όπως θέλει να μεταφράσει η κυβέρνηση το σχετικό ποστ του Αντώνη Λιάκου, καθηγητή και μέλος του ΠΣ του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά γιατί σέβονται το δικαίωμα στη ζωή και την αξιοπρέπεια όλων των ανθρώπων.

Τζέλα Αλιπράντη
Πρόσφατα άρθρα ( Κοινωνία )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet