Ομηρο «δύο κακομαθημένων μελών της, της Ελλάδας και της Κύπρου» αποκάλεσε την Ευρωπαϊκή Ένωση ο Ταγίπ Ερντογάν απευθυνόμενος στην τουρκική Βουλή το πρωί της Πέμπτης, λίγο πριν την έναρξη της Συνόδου Κορυφής με θέμα τις σχέσεις της χώρας του με την Ευρώπη. Η Ε.Ε., εξελίσσεται σε μια «ρηχή, αναποτελεσματική δομή» είπε. «Δεν υπάρχει ούτε ένα πρόβλημα στην περιοχή μας, το οποίο που να έχει λυθεί με πρωτοβουλία ή το ειδικό βάρος της Ε.Ε. Το αντίθετο, κάθε κρίση στην οποία εμπλέκεται η Ένωση κλιμακώνεται, παίρνει νέες διαστάσεις…».
Το θράσος της άγνοιας; Λάθος. Η έπαρση της γνώσης: Ο Ταγίπ Ερντογάν γνώριζε έγκαιρα –και, προφανώς, έγκυρα– ότι η σύνοδος δεν επρόκειτο να υιοθετήσει κυρώσεις κατά της χώρας του ούτε για την προκλητικότητά της έναντι της Ελλάδας ούτε για τις παράνομες δραστηριότητές της στην κυπριακή ΑΟΖ. Γνώριζε τη φόρμουλα απόφασης που προωθούσε η Άνγκελα Μέρκελ; Γνώριζε ότι χάρις στις πιέσεις της καγκελαρίου είχε αμβλυνθεί και η στάση της Γαλλίας, μέσω της διπλωματικής αποσύνδεσης του κυπριακού από τα ελληνοτουρκικά;
Ένα είναι βέβαιο. Ο πρόεδρος Ερντογάν γνώριζε αυτό που οι γερμανοί διαμεσολαβητές είχαν διαμηνύσει στη Λευκωσία, ότι, δηλαδή, το ενδεχόμενο των κυρώσεων όδευε στις καλένδες με το επιχείρημα ότι, αντί να συνετίσουν τη χώρα του, θα ενέτειναν την προκλητικότητά της, ωθώντας την σε πιο ακραίες θέσεις. Γνώριζε –είχε φροντίσει το Βερολίνο γι’ αυτό, μέσω διαρροών αξιωματούχων της Ε.Ε.– ότι δεν θα υπάρξει αυτοματοποιημένος μηχανισμός επιβολής ποινών στη χώρα του αν αυτή κλιμακώσει εκ νέου την ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο. Γνώριζε ότι τα συμπεράσματα της Συνόδου θα συμπεριελάμβαναν μια μετριασμένη, έμμεση αναφορά στο ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων στην Άγκυρα, χωρίς αυτές να κατονομάζονται σαν τέτοιες – όπως και έγινε. Αναφορά συνοδευόμενη από μια ξεχωριστή παράγραφο για την Κύπρο σε αυστηρότερη γλώσσα, για να πειστεί η Λευκωσία να μην μπλοκάρει την κοινή γραμμή για την Λευκορωσία – όπως και έγινε.
Αλλά, ακόμη και παραβλέποντας όλα τα παραπάνω, στον Ταγίπ Ερντογάν θα υπερεπαρκούσε το ότι γνώριζε πως τη ίδια μέρα των προκλητικών δηλώσεών του στην τουρκική Βουλή, η Άνγκελα Μέρκελ, στην ομιλία της στην γερμανική Βουλή, έδειξε καθαρά –ελάχιστες ώρες πριν τη Σύνοδο Κορυφής– ποια μεταχείριση της Τουρκίας από την Ε.Ε. θα επεδίωκε η ίδια. «Η Τουρκία», είπε η καγκελάριος, «είναι εταίρος στο ΝΑΤΟ και επιτελεί θαυμαστό και αξιοσημείωτο έργο» φιλοξενώντας τέσσερα εκατομμύριων προσφύγων. «Θα πρέπει», πρόσθεσε, να εξετάσουμε πολύ προσεκτικά πώς θα επιτύχουμε την αποκλιμάκωση της έντασης και πώς θα ενισχύσουμε τη συνεργασία στο προσφυγικό και σ την ανθρώπινη αντιμετώπιση των προσφύγων» φροντίζοντας, μάλιστα, σε αντιδιαστολή, να εκθέσει ανοιχτά την Ελλάδα, παραπέμποντας στα τραγικά συμβάντα στη Μόρια: «Τις τελευταίες ημέρες είδαμε φριχτές εικόνες αντιμετώπισης των προσφύγων. Και όχι από την Τουρκία, το τονίζω αυτό, αλλά από τη Λέσβο, από ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Μέχρι την εσχάτη ώρα η γερμανίδα καγκελάριος άφηνε στον τούρκο πρόεδρο κάθε περιθώριο εφησυχασμού του αναφορικά με το πάνω σε ποιο έδαφος θα γινόταν η συζήτηση για την χώρα του στη Σύνοδο Κορυφής – και σε όλους εμάς τους υπόλοιπους το δικαίωμα να συμπληρώσουμε τον χαρακτηρισμό της Ε.Ε. ως μια «ρηχή και αναποτελεσματική δομή» με τη φράση «δομή χωρίς συνοχή και αλληλέγγυα προοπτική». Η Ε.Ε. εμφανίζεται έρμαιο στις προθέσεις του Ταγίπ Ερντογάν να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τις ατέλειες που ρηγματώνουν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Σε ένα διεθνές σκηνικό ασταθές, ρευστό, η Ευρώπη αυτοϋπονομεύεται, απεμπολεί την εσωτερική συνοχή που απαιτείται προκειμένου να εξασφαλίσει την ισχύ να υπερασπιστεί το μέλλον της ως ενιαίο όλον και ως επιμέρους κράτη-μέλη.
Εύκολος δρόμος αποφυγής του προφανούς αδιεξόδου, που καταλήγει αναπόφευκτα στον κατακερματισμό, δεν υπάρχει. Υπάρχει μόνο «ο πιο εύκολος δρόμος» κάθε φορά. Υπάρχουν οι δυνατότητες που προσφέρει η ειλικρινής διάθεση να ακουστεί χωρίς προκατάληψη κάθε σκέψη που κατατίθεται με γνήσιο ενδιαφέρον για το κοινό ευρωπαϊκό εγχείρημα.
«Ο πιο εύκολος δρόμος δεν περιλαμβάνει ούτε την επένδυση σε μια φιλόδοξη θετική ευρωπαϊκή ατζέντα για την Τουρκία, ούτε την υιοθέτηση ενός συμπαγούς Ευρωπαϊκού μηχανισμού κυρώσεων. Σαφώς, ο πιο εύκολος δρόμος είναι: η διατήρηση των συχνά ευαίσθητων αλλά συνάμα πολύτιμων διμερών ισορροπιών με την Τουρκία σε εθνικό επίπεδο, η ανάδειξη της επανεκκίνησης των διερευνητικών συνομιλιών ως «αρκετά καλό αποτέλεσμα» (“good enough”) και η διατήρηση ενός χαμηλής έντασης ευρωτουρκικού διαλόγου με χαμηλές προσδοκίες.
»Ένας εύκολος δρόμος είναι η στήριξη είτε της θετικής ατζέντας, είτε του μηχανισμού κυρώσεων, ανάλογα με τα εθνικά συμφέροντα του καθενός, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η λεπτή ισορροπία που απαιτείται για μια αποτελεσματική σχέση με την Τουρκία. Αυτές οι επιλογές δεν θα οδηγήσουν, δυστυχώς, μόνο στην αποτυχία των ελληνοτουρκικών διαβουλεύσεων και στην επιστροφή της κρίσης, καθώς και σε μια νέα, δαπανηρή κούρσα εξοπλισμών στο Αιγαίο, αλλά θα θέσουν σε κίνδυνο και την επανεκκίνηση των συνομιλιών για το Κυπριακό κατά την επόμενη περίοδο.
»Είναι πιο σημαντικό από ποτέ να αναδείξουμε σε παγκόσμιο επίπεδο, ότι η Ε.Ε. είναι αποφασιστική στην προστασία των κρατών-μελών και των αξιών της, αλλά και αρκετά διορατική για να αναπτύξει τις σχέσεις της με έναν σημαντικό εταίρο για την επίλυση των παγκόσμιων και περιφερειακών προκλήσεων της εποχής μας».*
* Από την επιστολή που ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία Αλέξης Τσίπρας απέστειλε στις κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Γερμανίας, τον πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου, τους ευρωσοσιαλιστές πρωθυπουργούς και επιτρόπους και τις προοδευτικές ευρωομάδες, προτρέποντας στη στήριξη μιας δυναμικής πολιτικής απέναντι στην Τουρκία, που να επανεκκινεί με νέους όρους τις ευρωτουρκικές σχέσεις.