Τα ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα έχουν χάσει τον ιδεολογικό και πολιτικό προσανατολισμό τους εδώ και αρκετά χρόνια, και συγκεκριμένα μετά την ήττα του σοσιαλφιλελεύθερου λεγόμενου «τρίτου δρόμου», που εφαρμόστηκε στην Ευρώπη τη δεκαετία του 1990, με πρωτοπόρα το (Νέο) Εργατικό Κόμμα υπό τον Μπλερ στη Βρετανία και το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα υπό τον Σρέντερ στη Γερμανία, τα οποία στην Ελλάδα μιμήθηκε το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ του Σημίτη.

Το 2015 στη Βρετανία, την ηγεσία των Εργατικών ανέλαβε ο αριστερός ριζοσπάστης Τζέρεμι Κόρμπιν, με επικεφαλής τον οποίο το κόμμα, ενώ έχασε στις έκτακτες εκλογές του 2017, κατάφερε να συγκεντρώσει το 40% των ψήφων, το μεγαλύτερο ποσοστό του από το 1945. Η νέα ήττα στις εκλογές του 2019 είχε ως αποτέλεσμα την παραίτηση του Κόρμπιν και την ανάληψη της ηγεσίας από τον κεντρώο Κιρ Στάρμερ.

Όπως φαίνεται στο άρθρο του Ρόναν Μπάρτενσο, εκδότη του περιοδικού Tribune, που δημοσιεύουμε σήμερα, ο λόγος του Στάρμερ όχι μόνο αποφεύγει να θίξει τις ευθύνες του κεφαλαίου για την κρίση, αλλά έχει και έντονα υπερπατριωτικά στοιχεία, ενώ ταυτόχρονα υιοθετεί πλήρως τις παραδοσιακά συντηρητικές αξίες της σταθερότητας και της ασφάλειας. Ο στόχος του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της ομάδας Κόρμπιν έχει αντικατασταθεί με μια πολιτική υπεράνω κοινωνικών τάξεων και με την εμφάνιση των Εργατικών ως του κόμματος «της σημαίας, των ενόπλων δυνάμεων και της οικογένειας». Κάτι μας θυμίζουν όλα αυτά…
Να σημειώσουμε εδώ ότι ο τίτλος του άρθρου που δημοσιεύουμε σήμερα έχει επιλεγεί από τον μεταφραστή του, ο οποίος αναλαμβάνει την ευθύνη γι’ αυτόν. Το άρθρο στα αγγλικά, που δημοσιεύτηκε στις 25 Σεπτεμβρίου στην ιστοσελίδα του περιοδικού Tribune ( tribunemag.co.uk/2020/09/labour-disconnected ),τιτλοφορείται “Labour Disconnected”, και θα μπορούσε να αποδοθεί ως «Το Εργατικό Κόμμα εκτός σύνδεσης». Όπως μας εξήγησε ο συγγραφέας του άρθρου με τον οποίο επικοινωνήσαμε, ο συγκεκριμένος τίτλος είναι ένα παιχνίδι λέξεων, το αντίθετο του επίσημου συνθήματος “Labour Connected” (σε ελεύθερη απόδοση «Το Εργατικό Κόμμα σε απευθείας σύνδεση»), που αναφερόταν στο πρόσφατο ψηφιακό κομματικό συνέδριο, ενώ ταυτόχρονα θέλει να δείξει ότι το κόμμα υπό τον Στάρμερ «έχει αποσυνδεθεί από την πραγματικότητα των προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε αυτή την περίοδο».

 

Χ.Γο.

 

 

Η ομιλία του Κιρ Στάρμερ στο πρόσφατο συνέδριο των Εργατικών ήταν η σαφέστερη ένδειξη της πρόθεσής του να πάρει αποστάσεις όχι μόνο από την εκλογική ήττα του περασμένου Δεκεμβρίου, αλλά και από τα πέντε χρόνια του «κορμπινισμού».

Τις τελευταίες εβδομάδες, η ομάδα του Στάρμερ έχει ανοίξει διάφορα θέματα που ελπίζει ότι θα αφήσουν το αποτύπωμά τους στη θητεία του νέου ηγέτη. Και, όπως ήταν αναμενόμενο, τόσο η ικανότητα διακυβέρνησης (η προσπάθεια να παρουσιαστεί το Εργατικό Κόμμα ως αξιόπιστο, σε αντίθεση με την ανίκανη κυβέρνηση των Τόρηδων), όσο και η ηγετική ικανότητα (η σύγκριση του τρόπου που ανταποκρίθηκε ο Στάρμερ στα καθήκοντά του ως διευθυντής Δημόσιας Εισαγγελίας, με τον ερασιτεχνισμό του Μπόρις Τζόνσον) ήταν σημαντικά στοιχεία του περιεχομένου της προαναφερθείσας ομιλίας.

 

Πατριωτισμός και αυταρχισμός

 

Αλλά τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων δεν ασχολήθηκαν μ’ αυτά. Πριν αρχίσει η ομιλία, οι δημοσιογράφοι ενημερώθηκαν ότι το κεντρικό θέμα της ήταν ο πατριωτισμός -με τον Στάρμερ να προσπαθεί να αλλάξει την εικόνα του Εργατικού Κόμματος και να το παρουσιάσει ως το κόμμα «της σημαίας, των ενόπλων δυνάμεων, της οικογένειας». Μέσα σε εικοσιτέσσερις ώρες από το τέλος της ομιλίας του, ανακαλύψαμε τι σήμαινε αυτό. Ο ηγέτης των Εργατικών έδωσε εντολή στους βουλευτές του να απόσχουν από την ψηφοφορία για ένα νομοσχέδιο που θα έκανε πολύ πιο δύσκολο να ασκηθεί δίωξη για εγκλήματα πολέμου και απέλυσε τα μέλη του σκιώδους υπουργικού συμβουλίου του που αρνήθηκαν να υπακούσουν.

 


Όλα αυτά απέχουν πολύ από την προεκλογική εκστρατεία για την ηγεσία του κόμματος, όταν ο Στάρμερ υποσχόταν ότι οι «ριζοσπαστικές σοσιαλιστικές παραδόσεις» θα εξακολουθούσαν να είναι στον πυρήνα του Εργατικού Κόμματος και μιλούσε για το παρελθόν του, τότε που «διαδήλωνε κατά του πολέμου στο Ιράκ» και ήταν στο πλευρό των συνδικάτων ως νομικός σύμβουλος για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αλλά αυτή η νέα κατάσταση είναι συνεπής με τη γενικότερη τροχιά εγκατάλειψης από τον Στάρμερ των πιο ριζοσπαστικών στοιχείων του «κορμπινισμού», και της αντικατάστασής τους με ένα μήνυμα μετριοπάθειας.
Η αιτιολογία αυτής της στάσης είναι σαφής. «Είναι καιρός να σοβαρευτούμε, για να νικήσουμε», μας είπε ο Στάρμερ στην ομιλία του, «και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αλλάξουμε». Ενώ τα τελευταία χρόνια οι Εργατικοί προσπαθούσαν να κατακτήσουν τη νίκη υποσχόμενοι τον μετασχηματισμό της κοινωνίας, ο Στάρμερ υπόσχεται με πολλούς τρόπους το αντίθετο-σταθερότητα και ασφάλεια, ότι θα είναι ένας πρωθυπουργός που θα επαναφέρει την βρετανική πολιτική στην κανονικότητα.
Αυτή είναι η λογική πίσω από την προβολή της επάρκειας, η οποία εκτείνεται πολύ πέρα από την επίκριση της κυβέρνησης, και φτάνει στον τρόπο που προσεγγίσει σήμερα την πολιτική το Εργατικό Κόμμα. Το ζήτημα για την ηγεσία του κόμματος είναι να διευκρινίσει ποιος είναι ο άνθρωπος που έχει την ικανότητα να πολιτεύεται με αυτόν τον ώριμο τρόπο: προφανώς εκείνος που «προχωρά σε διώξεις τρομοκρατών», την ώρα που ο Μπόρις Τζόνσον γράφει για «στραβές μπανάνες»1, ένας πολιτικός άνδρας τον οποίο μπορεί να εμπιστευτεί κάποιος στα θέματα εθνικής ασφάλειας, και ο οποίος εκπροσωπεί τις ορθές αξίες.

 

Υπόσχεση για ατάραχα νερά

 

Αν ο κορμπινισμός βασίστηκε στη θέση ότι η επίσημη πολιτική αδιαφορεί για τους εργαζόμενους και πρέπει να αλλάξει, ο «σταρμερισμός» είναι η αναίρεση αυτής της θέσης -η πεποίθηση ότι οι κανόνες του πολιτικού παιχνιδιού είναι ως επί το πλείστον δεδομένοι, και ότι το Εργατικό Κόμμα πρέπει να νικήσει χωρίς να τους αμφισβητεί. Ο κορμπινισμός είδε την αδικία που βρίσκεται στον σκληρό πυρήνα των βρετανικών θεσμών και προσπάθησε να δημιουργήσει ένα κίνημα για να τους αλλάξει. Η θεματική του Στάρμερ αναφέρεται σε πιο εύκολα θέματα και πιο εύκολες λύσεις.

 

Ακόμα και εκεί που στην ομιλία του κάνει λόγο για τις μεγάλες κοινωνικές παθογένειες, αποφεύγει να πει με ποιο τρόπο πρέπει να διορθωθούν αυτές. Ενημερωθήκαμε για την κλιματική έκτακτη ανάγκη, αλλά δεν ακούσαμε τίποτα για ένα Πράσινο Νιου Ντιλ. Έγινε αναφορά στο «εθνικό σκάνδαλο των χώρων παροχής φροντίδας», αλλά όχι σε μια Εθνική Υπηρεσία Φροντίδας που θα μπορούσε να αλλάξει τα πράγματα.
Όλα αυτά έγιναν ξεκάθαρα στην πορεία προς το συνέδριο, όταν δόθηκαν όλων των ειδών οι δυνατές διαβεβαιώσεις στα ισχυρά συμφέροντα ότι το Εργατικό Κόμμα δεν αποτελεί απειλή -από τις ενημερώσεις Τύπου ότι αυτό έχει εγκαταλείψει τις φιλοδοξίες του να γίνει ένα μαζικό κόμμα, μέχρι την απόφαση της σκιώδους υπουργού Οικονομικών, Μπρίτζετ Φίλιπσον, να γράψει ένα προσωπικό σχόλιο στην εφημερίδα The Sun δίπλα σε ένα πλαίσιο που μας ενημέρωνε ότι το κόμμα έχει «νέα ηγεσία».
Το πατριωτικό μήνυμα του Στάρμερ φαίνεται σαν να έχει σχεδιαστεί για να αρέσει στις εφημερίδες του Μέρντοχ και στο πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται από αυτές. Είναι πιθανόν, βέβαια, να έχει πολύ υψηλότερες στοχεύσεις. Υπάρχει ένας πατριωτισμός από τον οποίο διέπονταν ορισμένες ιστορικές φυσιογνωμίες του Εργατικού Κόμματος, όπως ο Μάικλ Φουτ και ο Τόνι Μπεν, που εντοπίζει τις ριζοσπαστικές παραδόσεις αυτής της χώρας σε διάφορα γεγονότα, από τον εμφύλιο πόλεμο μέχρι τον Χαρτισμό, από τη γέννηση της οργανωμένης εργασίας μέχρι τις σουφραζέτες -κάποιες κορυφαίες στιγμές της ιστορίας της Βρετανίας. Ένα τέτοιο οδοιπορικό μπορεί ακόμα και να μας επιτρέπει να ελπίζουμε ότι μπορεί να υπάρξει ένα πατριωτικό μήνυμα που να είναι πολυεθνοτικό, με την αναγνώριση της κοινωνικής και πολιτιστικής συνεισφοράς της Σκωτίας και της Ουαλίας, ως διακριτών εθνών.
Αν πιστεύουμε ότι οι άνθρωποι μπορούν να είναι υπερήφανοι γι’ αυτήν τη χώρα όταν συγκαλύπτει εγκλήματα πολέμου, υποτιμούμε την πραγματικότητα της σύνδεσής τους με τις κοινότητές τους. Τους τελευταίους μήνες, είδαμε τι είναι αυτό που κάνει πατρίδα αυτή τη χώρα: Το φιλότιμο των εργαζόμενων στην υγεία, που ξεπερνώντας τις περικοπές στα νοσοκομεία τους, έσωσαν ζωές. Των εργαζόμενων στη φροντίδα, που περιποιούνταν κάθε μέρα τα ευάλωτα άτομα, παρά το γεγονός ότι ο εργοδότης τους τούς πλήρωνε με μισθούς πείνας. Των σκουπιδιάρηδων, των οδηγών λεωφορείων και των δημοτικών υπαλλήλων που κράτησαν όρθιες τις υπηρεσίες ζωτικής σημασίας μέσα σε διάχυτο άγχος, των εθελοντών της κοινότητας που οργάνωναν την παράδοση φαγητού σε όλα τα άτομα που δεν μπορούσαν να βγουν από το σπίτι τους.
Αυτοί είναι οι πραγματικοί πατριώτες, οι άνθρωποι που οι καθημερινές τους πράξεις συγκρατούν τον κοινωνικό ιστό. Το μέλημά τους για τη Βρετανία είναι πολύ πιο σοβαρό από την καταδίωξη τρομοκρατών. Οι εχθροί τους δεν είναι οι μετανάστες ή οι πρόσφυγες, οι τρακαδόροι των κρατικών επιδομάτων ή οι κοινωνικά και πολιτικά ευαίσθητοι έφηβοι, αλλά εκείνες οι δυνάμεις που διαλύουν τις κοινότητές μας -οι πολυεθνικές επιχειρήσεις που αντικαθιστούν τις αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας με μόνιμη ανασφάλεια ή οι φοροδιαφεύγοντες δισεκατομμυριούχοι που στερούν τις κοινωνικές υπηρεσίες από τα αναγκαία κονδύλια.
Αυτό, βέβαια, δεν είναι το έδαφος στον οποίο ο Κιρ Στάρμερ έστησε τη σημαία του, και όταν οι καινούργιοι φίλοι του στη Sun αρχίσουν να ονοματίζουν τους εχθρούς του έθνους είναι το δικό τους παιχνίδι που θα αναγκαστεί να παίξει. Η σιωπή του, αυτό το καλοκαίρι, στο ζήτημα των δικαιωμάτων των προσφύγων δείχνει ολοκάθαρα πού θα καταλήξει το Εργατικό Κόμμα.

 

Παραμέληση της συναίνεσης

 

Ένας καλόπιστος παρατηρητής θα μπορούσε να ερμηνεύσει την απόφαση τού Στάρμερ να εγκαταλείψει το σοσιαλιστικό πρόταγμα, βάζοντας στη θέση του την ικανότητα διακυβέρνησης, την ηγετική ικανότητα και τον πατριωτισμό, ως μια προσπάθεια να πάρει την άδεια από το εκλογικό σώμα να εφαρμόσει ριζοσπαστικές πολιτικές στο μέλλον. Μπορεί τα μέλη του σκιώδους υπουργικού συμβουλίου να πετάνε τις προεκλογικές υποσχέσεις τους σαν σακιά άμμου από ένα αερόστατο, αλλά από τη στιγμή που θα τα καταφέρουν να ξανακερδίσουν την εμπιστοσύνη του εκλογικού σώματος, οι Εργατικοί θα μπορούσαν να ξαναμιλήσουν για μετασχηματισμό.
Δυστυχώς, αυτός δεν ήταν ποτέ ο τρόπος που επιτυγχάνονται προοδευτικές μεταρρυθμίσεις. Ναι, πρέπει να υπάρχει εμπιστοσύνη -αλλά χρειάζεται επίσης να κερδίσεις τη συναίνεση για τις αλλαγές που ελπίζεις ότι θα κάνεις. Στον Στάρμερ αρέσει να αναφέρεται στη μεταπολεμική κυβέρνηση των Εργατικών ως μοντέλο για τη δική του ηγεσία, αλλά είναι σχεδόν βέβαιο ότι εκείνο ήταν το καλύτερο παράδειγμα ενός κόμματος που, πριν εκλεγεί, είχε καταφέρει να πετύχει μια νέα συναίνεση στην κοινωνία για να βάλει τα θεμέλια ενός κράτους πρόνοιας.

 


Το μανιφέστο του Εργατικού Κόμματος του 1945 ήταν σίγουρα πατριωτικό, αλλά δεν ήταν ένα ρηχό εθνικιστικό κείμενο. Το κόμμα είχε τοποθετηθεί σαφώς στο πλευρό των εργαζόμενων και είχε καταγγείλει τους πλούσιους ότι αισχροκερδούν εν μέσω των κοινωνικών κρίσεων που αυτοί δημιουργούν:
«Οι μεγάλες υφέσεις τη μεσοπολεμικής περιόδου δεν ήταν πράξεις του Θεού ή κάποιων τυφλών δυνάμεων. Ήταν το βέβαιο και αναμενόμενο αποτέλεσμα της συγκέντρωσης υπερβολικά μεγάλης οικονομικής δύναμης στα χέρια πολύ λίγων ανθρώπων. Αυτοί οι άνθρωποι το μόνο που ήξερα,ν ήταν να ενεργούν προς το συμφέρον των δικών τους γραφειοκρατικών ιδιωτικών μονοπωλίων, τα οποία θα μπορούσε να παρομοιάσει κανείς με απολυταρχικές ολιγαρχίες μέσα σε ένα δημοκρατικό κράτος. Δεν είχαν και δεν αισθάνονταν κάποια ευθύνη απέναντι στο έθνος».

 

Απουσία ταξικού πρόσημου

 

Αυτή η γλώσσα είναι εντελώς ξένη με το πρόγραμμα του Στάρμερ. Σε αντίθεση με τον κορμπιμινισμό, αυτό το πρόγραμμα χαρακτηρίζεται από την απουσία κάθε αναφοράς στους εύπορους και τους πλούσιους, στην ελίτ –στην πραγματικότητα, σε κάθε τι που θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι έχει σχέση με ταξική πολιτική. Οι πραγματικοί κακοί της κοινωνίας δεν εμφανίζονται σ’ αυτό το έργο, έχουν βγει από το σενάριο.
Η ομάδα του Στάρμερ έχει εισπράξει πολλούς επαίνους για την επικοινωνιακή πολιτική της, και κάποιους από αυτούς τους αξίζει. Αλλά όταν εκπέμπεις πολιτικά μηνύματα, δεν εντοπίζεις μόνο το πρόβλημα -εντοπίζεις και τον υπεύθυνο γι’ αυτό. Σ’ αυτό το σημείο, ίσως περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, το μήνυμα του Στάρμερ κάνει μεγάλη ζημιά. Καταγγέλλοντας μόνο την κυβερνητική ανικανότητα ή την έλλειψη ηγετικής ικανότητας, και όχι τις ευρύτερες κοινωνικές συνθήκες, εγκαταλείπει μια μάχη που πρέπει να κερδίσουμε για να έχουμε κάποια ελπίδα να σώσουμε το κράτος πρόνοιας που έχτισε το 1945 η κυβέρνηση των Εργατικών.
Ανεξάρτητα από τα ελλείμματά του, υπάρχει ένα θέμα στο οποίο ο κορμπινισμός είχε αναντίρρητα δίκιο: το πόσο μεγάλη είναι η πρόκληση που αντιμετωπίζει μια αριστερή πολιτική. Η παρακμή της σοσιαλδημοκρατίας που βλέπουμε επί δεκαετίες, δεν είναι μια παραφωνία ή μια παρέκκλιση. Είναι υπαρξιακή, διεθνής και ριζωμένη σε βαθιούς δομικούς παράγοντες που δεν μπορούν εύκολα να ξεπεραστούν. Αν το Εργατικό Κόμμα δεν αναφερθεί με πειστικότητα σ’ αυτήν την ιστορία, δεν ονοματίσει αυτούς που είναι υπεύθυνοι και δεν κερδίσει την συναίνεση να αλλάξει τη διεύθυνση της κοινωνίας, οι ελπίδες του να αναστρέψει αυτές τις τάσεις είναι μικρές.
Στο απόγειό της, η σοσιαλδημοκρατία ανέβασε ψηλά τον πήχη των προσδοκιών των εργαζομένων -εξασφάλισε υψηλότερους μισθούς και καλύτερες εργασιακές συνθήκες, αξιοπρεπή στέγαση και δημόσια υγεία, εκπαιδευτικές ευκαιρίες και μια αίσθηση ασφάλειας για το μέλλον μιας οικογένειας. Αλλά αυτά τα πράγματα δεν κληροδοτήθηκαν από τα πάνω, κερδήθηκαν σε ένα μεγάλο αγώνα για καλύτερες μέρες, ένα αγώνα που έδωσε η εργασία ενάντια στο κεφάλαιο.
Από τις δεκαετίες του 1970 και του 1980, τη χάνουμε αυτή τη μάχη. Αυτό είναι φανερό από τις εξελίξεις σε όλα τα μέτωπα: η συμμετοχή των εργατών στα συνδικάτα μειώθηκε σχεδόν στο μισό, το μερίδιο της εργασίας στο εθνικό εισόδημα έπεσε περισσότερο από δέκα μονάδες, το χάσμα μεταξύ μισθών και παραγωγικότητας αυξάνεται συνεχώς από το 2008 μέχρι φέτος τον Φεβρουάριο, δηλαδή ακόμα και πριν ενσκήψει η πανδημία.
Η νίκη του κεφαλαίου επί της εργασίας είναι ένα θεμελιακό φαινόμενο της εποχής μας. Βρίσκεται πίσω από την αυξανόμενη ανισότητα στις κοινωνίες μας, όχι μόνο στη Βρετανία, αλλά σε όλη τη Δύση. Ευθύνεται για την απώλεια των σταθερών θέσεων εργασίας και της ασφάλειας στη ζωή μας. Βρίσκεται πίσω από την παρακμή των δημόσιων υπηρεσιών και την ατζέντα των ιδιωτικοποιήσεων. Είναι παρούσα σε κάθε ουρά που σχηματίζεται στις τράπεζες τροφίμων και σε κάθε σύμβαση μηδενικών ωρών εργασίας. Είναι ο λόγος που οι επιχειρήσεις Serco και Sitel λυμαίνονται ως υπεργολάβοι το σύστημα πραγματοποίησης τεστ και ιχνηλάτησης των περιστατικών κορονοϊού, και που άλλες ιδιωτικές επιχειρήσεις μπορούν να κερδοσκοπούν διαχειριζόμενες τους χώρους παροχής φροντίδας.
Αν ο κορμπινισμός έπεσε από μεγάλο ύψος τον Δεκέμβριο, αυτό συνέβη επειδή σκαρφάλωνε στο βουνό που ορθώνεται μπροστά σε όποιον έχει τη φιλοδοξία να ξαναχτίσει, σ’ αυτόν τον αιώνα, το κράτος πρόνοιας. Κάθε κεντροαριστερός ηγέτης, όχι μόνο στη Βρετανία αλλά σε όλη τη Δύση, που προσπάθησε να βρει ένα μονοπάτι που να παρακάμπτει αυτόν τον στόχο, ανακάλυψε ότι αυτό οδηγούσε σε αδιέξοδο -είτε ήταν στην κυβέρνηση είτε όχι.
Για την ομάδα του Στάρμερ, ο ριζοσπαστισμός του Κόρμπιν ήταν ένα λάθος. Είναι καιρός το Εργατικό Κόμμα να επιστρέψει σε ασφαλές έδαφος, να στέλνει μηνύματα που δεν θα αναστατώνουν τις εφημερίδες του Μέρντοχ και δεν θα τρομάζουν τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα. Αλλά η πραγματικότητα είναι ότι μόνο σε σύγκρουση με αυτές τις δυνάμεις μπορεί να επιτευχθεί η κοινωνική πρόοδος. Αυτό θα έπρεπε να κάνει μια πραγματική ηγεσία.

 

Σημειώσεις
1. ΣτΜ: Στις 22 Σεπτεμβρίου, ο Κιρ Στάρμερ μιλώντας στο Κανάλι 4 της βρετανικής τηλεόρασης είπε, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Την ώρα που ο Μπόρις Τζόνσον έγραφε ασόβαρα άρθρα για “στραβές μπανάνες”, εγώ υπερασπιζόμουν θύματα και προχωρούσα σε διώξεις τρομοκρατών». Ο Στάρμερ αναφερόταν σε έναν από τους λεγόμενους «ευρωμύθους», τους οποίους επικαλέστηκε ο Τζόνσον για να στηρίξει την αντίθεσή του με την παραμονή της Βρετανίας στην ΕΕ, σύμφωνα με τον οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απαγόρευε να πωλούνται στις χώρες μέλη της ΕΕ μπανάνες που δεν είχαν ένα καθορισμένο σχήμα.

Ρόναν Μπάρτενσο Ο Ρόναν Μπάρτενσο είναι εκδότης του περιοδικού Tribune. Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet