...και ο από μηχανής θεός του λαϊκού παράγοντα
Μέχρι το 1974 ο ελληνικός εθνικισμός επιδιδόταν σε θεωρίες συνομωσίας για τον ανύπαρκτο από Βορρά κίνδυνο, υποτιμώντας τον πραγματικό κίνδυνο του τουρκικού εθνικισμού. Η εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο ανατρέπει την κατάσταση και ο εθνικισμός δεν μπορεί να πουλά στο εκλογικό σώμα υποτιθέμενες νίκες και ισχυρή Ελλάδα. Το πρόβλημα πηγάζει από το γεγονός ότι η συνθήκη της Γενεύης του 1958 κατοχυρώνει για τα παράκτια κράτη την νομική έννοια της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας και η Ελλάδα δεν μπορούσε παρά να αναγνωρίσει ότι η Τουρκία έχει υφαλοκρηπίδα στο Αιγαίο. Η υφαλοκρηπίδα υφίσταται έτσι και αλλιώς, άσχετα αν ένα κράτος, όπως η Τουρκία, δεν έχει ασκήσει τα δικαιώματά της. Έχοντας υιοθετήσει στο παρελθόν μια αλυσίδα μαξιμαλιστικών θέσεων, που περίπου σημαίνουν ότι όλο το Αιγαίο ανήκει στην Ελλάδα (έδωσε και άδειες για έρευνες και εξέδρες άντλησης πετρελαίου), συνειδητοποιεί ότι δεν μπορεί να κερδίσει την αντίστοιχη τουρκική διπλωματία χωρίς σημαντικό πολιτικό κόστος, διότι η στρατιωτική υπεροχή της Τουρκίας, της επιτρέπει να θέτει συνεχώς ζητήματα, τα οποία πηγάζουν από τα ήδη άλυτα και την στριμώχνει διαρκώς. Για το λόγο αυτό υιοθετεί μία αναβλητική τακτική, μεταθέτοντας τα προβλήματα στο μέλλον, ελπίζοντας σε καλύτερες συνθήκες.
Η γραμμή της αδράνειας της ελληνικής διπλωματίας
Η τακτική αυτή διόγκωσε τα προβλήματα, καθιστώντας τη λύση τους δυσκολότερη. Όσο κι αν τα αρνείται η ελληνική πλευρά, από τη στιγμή που τα θέτει η Τουρκία, δεν παύουν να υπάρχουν τουλάχιστον ως όχληση στην αρχή, αλλά ως πραγματικό πρόβλημα μεταγενέστερα, λόγω εθιμικής κατοχύρωσης. Οι πληγές που δεν επουλώνονται, κακοφορμίζουν. Οδηγηθήκαμε σήμερα σε μία κατάσταση όπου η Τουρκία όχι μόνο είναι σημαντική στρατιωτική δύναμη, αλλά με την ένταξή της στις G20, αναγνωρίζεται ταυτόχρονα και ως σημαντική πολιτική και οικονομική δύναμη, πράγμα που της επιτρέπει να κινείται πολιτικά και στρατιωτικά με σχέδιο και τρόπο που την μετατρέπουν σταδιακά σε περιφερειακή δύναμη, η οποία δεν είναι δυνατόν να αγνοηθεί. Η σημερινή ατολμία της ΕΕ να επιβάλλει κυρώσεις στην Τουρκία είναι απόρροια του γεγονότος ότι είναι αρκετά μεγάλη και ισχυρή για να καταρρεύσει. Από την άλλη, αυτός είναι και ο λόγος που ο εθνικισμός είναι η κυρίαρχη αντίληψη, τόσο στο κεμαλικό όσο και το ισλαμικό πολιτικό κατεστημένο. Και αυτό τουλάχιστον ο Ερντογάν το γνωρίζει και το αξιοποιεί πολύ καλά. Επέβαλε την νίκη του Ερσίν Τατάρ κόντρα στον Μουσταφά Ακιντζί, μηδενίζοντας πρακτικά τις ελπίδες για λύση στο Κυπριακό. Αυτό που ήλπιζε (ευνοϊκότερες συνθήκες), η συγκαλυμμένη γραμμή της αδράνειας της ελληνικής διπλωματίας (κανένα πρόβλημα ή μόνο ένα πρόβλημα, το διεθνές δίκαιο είναι με το μέρος μας κτλ) δεν πραγματοποιήθηκε. Ο χρόνος δεν λειτούργησε υπέρ της Ελλάδας.
Ας φανταστούμε ότι όλα είναι ρόδινα και πάμε στην Χάγη με μοναδικό επίδικο την υφαλοκρηπίδα. Το αδύναμο σημείο της τουρκικής επιχειρηματολογίας είναι ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα, αλλά το ισχυρό είναι ότι το μήκος της ακτογραμμής της στο Αιγαίο είναι 3.000 χλμ. Το αντίστοιχο ελληνικό, βέβαια, είναι τετραπλάσιο. Μια μεροληπτική υπέρ της Ελλάδας απόφαση (ότι τα νησιά έχουν πλήρη επήρεια) θα δώσει στην Τουρκία το 20% της υφαλοκρηπίδας και μια υπέρ της Τουρκίας το 40%. Δεν θα γίνει ούτε το ένα ούτε το άλλο, επειδή είναι καταφανώς άδικα. Μια δίκαιη (ευθύδικη) λύση είναι το 25%. Το πρόβλημα, όμως, που θα έχουν μετά οι δικαστές, είναι πώς θα μοιραστεί η υφαλοκρηπίδα, ώστε να λάβει η Τουρκία το μερίδιο της. Ο γρίφος αυτός είναι μακράν ο δυσκολότερος, με τον οποίο θα βρεθούν τότε αντιμέτωποι οι δικαστές του ΔΔΧ. Ή θα πρέπει να αποδεχτούν τους τουρκικούς χάρτες του 1974, που η Ελλάδα ήδη απέρριψε από τότε, ή να δεχτεί την πρόταση της μεθόδου των δαχτύλων του Α. Wilson (1977).
Γιατί είναι λάθος η επέκταση στα 12 ν.μ.
Και οι δύο χάρτες [βλ. φωτογραφία] γίνονται με το υπόβαθρο των 6 ν.μ. για τα χωρικά ύδατα. Αν η Ελλάδα απερίσκεπτα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ν.μ., ακόμη και αν η Τουρκία υποχωρήσει και παραμείνει απαθής, η Ελλάδα μετατρέπεται σε αποσταθεροποιητικό παράγοντα στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο. Τα περάσματα κλείνουν και η μέθοδος των δακτύλων δεν είναι εφικτή, ούτε καμία άλλη. Δεν μπορεί να αποδοθεί στην Τουρκία η υφαλοκρηπίδα που εμείς οι ίδιοι αναγνωρίζουμε ότι έχει. Έτσι ρίχνουμε λάδι στη φωτιά του τουρκικού εθνικισμού, αφού επιβεβαιώνουμε τον κυρίαρχο στην Τουρκία ισχυρισμό, ότι η Ελλάδα είναι η αναθεωρητική δύναμη της περιοχής. Φυσικά η διεθνής κοινή γνώμη θα στραφεί εναντίον μας. Η Ελλάδα η μεγαλύτερη ναυτική δύναμη στον κόσμο, δεν επιτρέπει την ελεύθερη ναυσιπλοϊα στο Αιγαίο και αδικεί καταφανώς την Τουρκία.
Η Ελλάδα αντλεί δικαιώματα για τα 12 ν.μ. από το δίκαιο της θάλασσας που δεν αναγνωρίζει η Τουρκία. Όμως το διεθνές δίκαιο, όπως και εμείς, αναγνωρίζουμε δικαιώματα στην Τουρκία. Κάθε πρωτοβουλία επέκτασης στα 12 ν.μ. δεν μπορεί να προβάλλεται ως πυροτέχνημα, για να επενδύσουμε πολιτικά στα «πατριωτικά» αισθήματα του ελληνικού λαού. Είναι σωστό ότι ο μίτος της Αριάδνης, που θα μας βγάλει από το λαβύρινθο της ελληνοτουρκικής διένεξης, είναι τα χωρικά ύδατα. Αλλά αυτό θέλει σχέδιο και συνεργασία με τους γείτονες, ώστε να μην αισθάνονται πνιγμένοι και ριγμένοι. Μόνο έτσι εξουδετερώνεις το casus belli.
Διπλωματική λύση με εθνικισμούς δεν επιτυγχάνεται
Η εξωτερική πολιτική είναι πολύ σημαντικό πράγμα για να την εμπιστευτείς στα χέρια των εθνικιστών διπλωματών. Η μοναδική φορά ουσιαστικής προσέγγισης Ελλάδας – Τουρκίας δρομολογήθηκε ακριβώς όταν λαοί κατέθεσαν εμπράκτως της άποψή τους, κατά τους σεισμούς του 1999. Το αυθόρμητο κύμα αλληλεγγύης του ελληνικού λαού στον πληγέντα τουρκικό ανταποδόθηκε γενναιόδωρα από ένα αντίστοιχο του τουρκικού λαού στους σεισμούς της Αθήνας. Αυτό αιφνιδίασε τα γεράκια της διπλωματίας, οπότε δεν μπορούσαν να πουλήσουν το φόβο για τον αντίπαλο, ο εθνικισμός είχε υποχωρήσει και άνοιξε ο δρόμος της διπλωματικής προσέγγισης. Ήταν ίσως η μοναδική φορά που οι λαοί νίκησαν τα έθνη. Δικαίως ο παράγοντας της αλληλεγγύης κατέχει κεντρική θέση στην σημαία της Αριστεράς. Η κατάσταση αυτή, μαζί με το γεγονός ότι η Τουρκία ενδιαφερόταν ισχυρά για την ΕΕ, οδήγησαν στα πρόθυρα υπογραφής συνυποσχετικού (2004) για προσφυγή στην Χάγη, με συμφωνημένο το πρόβλημα της επέκτασης των χωρικών υδάτων, που λάμβανε υπόψη την ανάγκη να μην κλείσουν τα περάσματα της Τουρκίας στο Αιγαίο και άφηνε περιθώρια για λύση στην υφαλοκρηπίδα. Ήταν επίτευγμα των λαών, όσο και αν η συγκυρία επέτρεπε να ερμηνευτεί ως αποτέλεσμα συμφωνίας του Ελσίνκι. Η προσγείωση στη σκληρή πραγματικότητα του εθνικισμού δεν άργησε να έρθει. Η νίκη του Καραμανλή στις εκλογές του 2004 και το δόγμα Μολυβιάτη πέταξαν στα σκουπίδια το επίτευγμα των λαών. Η ευθύνη ανήκει κυρίως στην ελληνική πλευρά, το γνωρίζουν όλες οι διπλωματικές αποστολές. Τώρα το πρόβλημα διογκώνεται και οι συνέπειες του βαραίνουν περισσότερο την Ελλάδα. Ας πρόσεχαν οι εθνικιστές και εμείς ας σηκώσουμε τα μανίκια για μια νέα ελληνοτουρκική προσέγγιση, με γνώμονα την ενημέρωση για τα πραγματικά προβλήματα και την διεθνιστική αλληλεγγύη των λαών.