Τίποτα δεν είναι ακόμα βέβαιο, αλλά μπορεί να χρειαστεί να προετοιμαζόμαστε για μια κυβέρνηση συνεργασίας Μπάιντεν-ΜακΚόνελ (ΣτΜ: ο επικεφαλής των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία). Η Αριστερά θα εναντιωθεί σε μια συγκυβέρνηση δύο κομμάτων που θα υπηρετήσουν τη λιτότητα και τον πόλεμο.
Επιρρεπής
Είναι ακόμα πολύ νωρίς και είναι πολλές μάχες που είναι πολύ κοντά στη λήξη τους, αλλά αρχίζει να διαμορφώνεται μια εικόνα, μέσα από αυτή την ομιχλώδη εκλογική νύχτα. Από τα δεδομένα που έχουμε μέχρι στιγμής, η προεδρική εκλογή του Τζο Μπάιντεν είναι πολύ πιθανή, όπως και η διατήρηση του ελέγχου της Γερουσίας από τους Ρεπουμπλικάνους. Ας το επαναλάβουμε, αυτό δεν είναι το αποτέλεσμα, καθώς όλα μπορεί να ανατραπούν. Αλλά αξίζει, για μια στιγμή, να σκεφτούμε αυτή την εκδοχή, ώστε η Αριστερά να προετοιμαστεί κατάλληλα.
Όταν εξελέγησαν ο πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα και ο αντιπρόεδρος Τζο Μπάιντεν το 2008, το Δημοκρατικό Κόμμα είχε τον έλεγχο και των δύο νομοθετικών σωμάτων, της βουλής των Αντιπροσώπων και της Γερουσίας. Παρότι ο Ομπάμα είχε δείξει την προθυμία, από πολύ νωρίς στην καριέρα του, να βρεθεί στο πλευρό των ελίτ και των εμπόρων της εξουσίας, είχε καταφέρει επίσης να καλλιεργήσει τη φήμη ενός σταυροφόρου της αλλαγής, η οποία αποδείχθηκε δημοφιλής στους ψηφοφόρους. Ο αδιαμφισβήτητα κεντριστής Μπάιντεν, ο οποίος είχε από καιρό σταθεί πολέμιος του «ταξικού πολέμου και του λαϊκισμού», είχε εμφανιστεί στο κάδρο ως αντιστάθμισμα. Και έτσι, χάθηκαν όλες οι ευκαιρίες που είχαν οι Δημοκρατικοί να ελέγξουν τον Λευκό Οίκο και το Κογκρέσο.
Τούτων δοθέντων, έχουμε κάθε λόγο να αμφιβάλλουμε κατά πόσο σε περίπτωση που κερδίσει την προεδρία ο Μπάιντεν και οι Δημοκρατικοί τον Λευκό Οίκο και τη Γερουσία, η ηγεσία του Δημοκρατικού Κόμματος με τον Μπάιντεν στο τιμόνι θα συνεχίσουν τις όποιες φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις –τουλάχιστον όχι χωρίς να τους ασκείται μαζική λαϊκή πίεση που θα τους αναγκάζει για εκλογικούς λόγους να πάρουν θέση, προκειμένου να μην χάσουν το κόμμα.
Μέρος του συστήματος
Αν, ωστόσο, κερδίσει ο Μπάιντεν και οι Ρεπουμπλικανοί διατηρήσουν τον έλεγχο της Γερουσίας, η ηγεσία θα είναι ακόμα πιο αδρανής, αφού θα μεσολαβεί ένα θεσμικό εμπόδιο (το οποίο, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν είναι και εντελώς αιτιολογία): μια Γερουσία ελεγχόμενη από τους Ρεπουμπλικάνους δεν θα περάσει ούτε μικρές προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, πόσω μάλλον τις πιο φιλόδοξες. Μόλις πριν από έξι μήνες, το Υγεία για Όλους (Medicare for All), ένα πολιτικό πρόγραμμα που προτάσσει τη λαϊκή στήριξη, ήταν σημείο αντιπαράθεσης στο Δημοκρατικό Κόμμα. Αν ο Μπάιντεν έρθει στην εξουσία, με μια Γερουσία με επικεφαλής τον Μιτς ΜακΚόνελ, μην περιμένετε ούτε μια απειροελάχιστη εκδοχή αυτού του προγράμματος.
Μιας και αναφέραμε τον ΜακΚόνελ, ο Μπάιντεν δεν είναι και άσπονδος εχθρός του. Στην πραγματικότητα, κατά την προεδρία του Ομπάμα, ο Μπάιντεν προκάλεσε την αντίδραση των Δημοκρατικών καθώς έδειξε μεγάλη υποχωρητικότητα στις διαπραγματεύσεις με τον ΜακΚόνελ, πουλώντας την ασφάλιση ανέργων, συναινώντας στη μείωση της φορολόγησης υψηλού εισοδήματος, ακόμα και σε περικοπές του ασφαλιστικού συστήματος (πρόταση που ο Μπάιντεν υποστήριξε πολλές φορές κατά τη διάρκεια της καριέρας του). Με άλλα λόγια, ο Μπάιντεν έχει μια μακρά ιστορία υποχωρητικότητας στον ΜακΚόνελ, χωρίς ο τελευταίος να το προσπάθησε ιδιαίτερα.
Ο Μπάιντεν μίλησε καμιά φορά σε λαϊκίστικο τόνο, κατά τη διάρκεια της καμπάνιας, αλλά ας μην γελιόμαστε: είναι μέρος του συστήματος. Οι προσωπικές πολιτικές απόψεις του δεν είναι δυσδιάκριτες. Ο Μπάιντεν υπερψήφισε τη NAFTA (Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής), την ΤΡΡ (Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου του Ειρηνικού) και την Ανάκληση της Glass Steagall [ΣτΜ: ρυθμίσεις του τραπεζικού συστήματος σχεδιασμένες να περιορίσουν την ασύστολη κερδοσκοπία. Η νομοθεσία καθιέρωνε το διαχωρισμό των τραπεζών σε επενδυτικές και εμπορικές]. Υποστήριξε τη μεταρρύθμιση του κράτους πρόνοιας του Κλίντον και μετείχε στη σύνταξη του αντιδημοφιλούς αντεγκληματικού νόμου του 1994. Θα πρέπει λοιπόν να γίνει κατανοητό πως αντί να ηγηθεί μιας προσπάθειας του κόμματος να περάσει προοδευτικές μεταρρυθμίσεις μέσα από την Γερουσία, ο Μπάιντεν θα είναι απρόθυμος.
Δεν υπάρχουν περιθώρια
Μπορούμε να αναμένουμε πως η κυβέρνηση Μπάιντεν στο όνομα των ισορροπιών στο Κογκρέσο θα στρέψει προς τα δεξιά την ατζέντα, ακόμα δεξιότερα και από την προεκλογική καμπάνια. Θα είναι αποτέλεσμα της έλλειψης πολιτικής βούλησης, για παράδειγμα, αν ακούσουμε πως δεν υλοποιείται το προοδευτικό πρόγραμμα. Φυσικά, με την οικονομία στη δίνη της κρίσης και την εργατική τάξη να συμπιέζεται από όλες τις πλευρές, εάν η κυβέρνηση Μπάιντεν σέρνεται τα πρώτα δύο χρόνια της θητείας της, τότε οι Δημοκρατικοί είναι πολύ πιθανό να χάσουν ακόμα περισσότερη επιρροή στην Γερουσία και να περιχαρακωθούν.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν ακόμα μια υπόθεση εργασίας, αφού δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα αν κέρδισε ο Μπάιντεν ή ποιος έχει πάρει την Γερουσία. Αλλά αν το σενάριο που αναπτύξαμε γίνει πραγματικότητα, η Αριστερά πρέπει να συνειδητοποιήσει άμεσα πως δεν υπάρχει περιθώριο για πανηγυρισμούς.
Η Αριστερά θα πρέπει να επικεντρωθεί στο να ασκηθεί ισχυρή πίεση, εκτός του κόμματος, από τα εκατομμύρια των ανθρώπων που δεν θα δουν τα προβλήματά τους να λύνονται από την άψυχη κυβέρνηση Μπάιντεν. Είναι ένα καθήκον που θα απαιτεί οργάνωση στο πεδίο, κυρίως σε εργασιακούς χώρους, και που οι εκλεγμένοι εκπρόσωποί μας θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο πίεσης. Όποια και αν είναι η τακτική μας, ένα είναι σίγουρο: αυτή θα πρέπει να σχεδιαστεί ανεξάρτητα από τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν.
* Αναδημοσίευση από το jacobinmag.com.