Ως και οι πέτρες είναι χαραγμένες με ιστορία και πόνο στις Φυλακές Ιτζεδίν Χανίων που παραδίδονται στη φθορά
Η χαριστική βολή θέριζε και τους μελλοθάνατους. Εκείνους που η ανασαιμιά τους μέρα με τη μέρα, ώρα με την ώρα χανόταν στραγγαλισμένη από τις πράξεις τους ή τις πράξεις των άλλων. Ένας σταυρός και μια αράδα κομματιασμένη, η θλιβερή θύμηση στις σκιές που συνέχιζαν να διεκδικούν μερτικό από τη ζωή.
Και έπειτα σιωπή…
Στην είσοδο του κόλπου της Σούδας και 14 χλμ ανατολικά της πόλης των Χανίων, βρίσκεται ένα από τα σπουδαιότερα μνημεία της ιστορίας της Κρήτης και όχι μόνο, το Φρούριο Ιτζεδίν ή Εγκληματικές Φυλακές Καλαμίου. Έχουν περάσει 49 χρόνια από τότε που η βαριά σιδερένια πόρτα της φυλακής σφάλισε για πάντα και το μνημείο λαβωμένο από το χρόνο παλεύει να σταθεί όρθιο.
Το 1871, εκεί στο λόφο «Ποντομούρι» ξεκίνησε να χτίζεται από τους Οθωμανούς το φρούριο Ιτζεδίν και πήρε το όνομα τού πρωτότοκου γιου τού Σουλτάνου Abdülaziz, Yusuf Izzedin Efendi. Σκοπός του φρουρίου ήταν να ενισχυθεί η άμυνα της περιοχής από την πλευρά της θάλασσας. Τοποθετήθηκαν 12 πυροβόλα γερμανικής κατασκευής τύπου «Krupp» και γέμισε στρατό. Στη μέση της νότιας πλευράς κατασκευάστηκε ένα κυκλικό οχύρωμα τυφεκιοφόρων που ενίσχυε την άμυνα.
Το Ιτζεδίν αποτελούσε καταφύγιο για τους Τούρκους κάθε φορά που αισθάνονταν απειλή από τους επαναστάτες. H περιοχή συχνά γινόταν πεδίο σφοδρών συγκρούσεων ανάμεσα στους Οθωμανούς και τους Κρήτες που ποθούσαν την ελευθερία τους. Μετά τις σφαγές του Ηρακλείου, στις 25 Αυγούστου 1898, οι Οθωμανοί δεν είχαν θέση στην Κρήτη. Στις 3 Νοεμβρίου του ίδιου έτους, εγκατέλειψαν το Ιτζεδίν και αποχώρησαν. Το Φρούριο βρέθηκε υπό αγγλική διοίκηση και τα κανόνια του απομακρύνθηκαν.
Την εποχή εκείνη ήταν επιτακτική ανάγκη να γίνει αποσυμφόρηση των άλλων φυλακών της Κρήτης, κυρίως λόγω των συνθηκών υγιεινής που επικρατούσαν και των ασθενειών που μάστιζαν τους κατάδικους. Το εγκαταλελειμμένο οχυρό αποτελούσε πρόκληση και, το 1901, ο Βενιζέλος ύψωσε τον όροφο και μετά τις απαραίτητες κτιριακές τροποποιήσεις εντός του χώρου, το φρούριο λειτούργησε ως Κεντρικό Σωφρονιστήριο Κρήτης που αργότερα μετονομάστηκε σε Εγκληματικές Φυλακές Καλαμίου.
Στους μεγάλους θαλάμους του «φιλοξένησε» ποινικούς και πολιτικούς κρατουμένους αλλά και πρόσωπα τής τότε και της μετέπειτα πολιτικής σκηνής της χώρας όπως ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Άρης Βελουχιώτης, ο Σπυρίδων Μερκούρης, ο Θόδωρος Πάγκαλος, ο Μανώλης Γλέζος κ.ά.
Το 1971 η φυλακή πέρασε στην ιστορία μετά από δεκάδες εκτελέσεις ποινικών και 7 συνολικά πολιτικών κρατουμένων.
Αξίζει πραγματικά να γίνει μια αναφορά στα χαράγματα των κρατουμένων, πολιτικών και ποινικών, πάνω στις πέτρες της εσωτερικής αυλής (από το 1903 και μετά), τους τοίχους της απομόνωσης και τις πλάκες της ταράτσας που δυστυχώς στο παρελθόν καλύφθηκαν απερίσκεπτα από πίσσα κατά τη διάρκεια μιας άλλης χρήσης του μνημείου. Κάθε σκάλισμα κρύβει πραγματικά και μια τραγική ανθρώπινη ιστορία και σε συνδυασμό με το αρχείο των φυλακών παίρνουμε ήδη σημαντικές πληροφορίες.
Από τότε και μέχρι σήμερα το μνημείο εκπέμπει κραυγή αγωνίας. Οι πολλές χρήσεις του από τις διάφορες παραχωρήσεις, οι αυθαίρετες επεμβάσεις και ο φθοροποιός χρόνος έχουν προκαλέσει ανεπανόρθωτες ζημιές. Σήμερα βρίσκεται στα χέρια της Εταιρείας Ακινήτων του Δημοσίου, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατη κάθε επέμβαση για τη διάσωσή του. Κηρυγμένο ως μνημείο από το 1986 περιμένει καρτερικά τη σωτηρία του σε συνδυασμό με το ογκώδες και πολύτιμο αρχείο του το οποίο φυλάσσεται προσωρινά σε μια μικρή αίθουσα των Φυλακών της Αγυιάς Χανίων – μέρος του αρχείου από την εποχή της Κρητικής Πολιτείας βρίσκεται στο Ιστορικό Αρχείο Κρήτης. Πλείστες οι ενέργειες στο παρελθόν από την τοπική αυτοδιοίκηση αλλά και φορείς για την αναστήλωση και ανάδειξή του δίχως να αποφέρουν καρπούς.
Κρίνεται αναγκαία λοιπόν όσο ποτέ άλλοτε, η ευαισθητοποίηση αρχών και φορέων προς την κατεύθυνση άμεσης αποδέσμευσης και εξασφάλισης των απαραίτητων πόρων για την ανάδειξή του και τη μετατροπή του σε χώρο πολιτισμού. Ένα χώρο που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μουσείο αλλά και να φιλοξενήσει συνέδρια, εκθέσεις και ποικίλες εκδηλώσεις καθώς και να είναι επισκέψιμος ολόκληρο το χρόνο. Για να κρατηθεί ζωντανή η ιστορική μνήμη στους καιρούς των εκπτώσεων όπου η πολιτισμική και εθνική μας ταυτότητα δοκιμάζονται με κίνδυνο την παρακμή και την εξαφάνιση κάθε στοιχείου που μας χαρακτηρίζει ως λαό.
Ο πολιτισμός και η ιστορική μνήμη δεν γνωρίζουν σύνορα αλλά στηρίζονται στην καθολική και αέναη προσπάθεια του ανθρώπου να τα διαφυλάξει ως πολύτιμα κληροδοτήματα.