Διακόσιοι οικονομολόγοι απευθύνουν έκκληση προς τις Βρυξέλλες ενάντια στη συμφωνία της ΕΕ με τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, καθώς τη θεωρούν «επικίνδυνη για την οικονομία και για το περιβάλλον». Η έκκληση υποστηρίζεται και από μια διεθνή διαμαρτυρία στα κοινωνικά δίκτυα: «Ο Αμαζόνιος κινδυνεύει να καταστραφεί» και ανάμεσα στους υπογράφοντες είναι ο Πάμπλο Μπορτζ, ο Τζέιμς Γκαλμπρέιθ, η Αν Πέτιφορ και ο Σερβάας Στορμ.
Οι υπογράφοντες είναι αντίθετοι με τη συμφωνία απελευθέρωσης του εμπορίου μεταξύ της Ευρώπης και της Αργεντινής, της Βραζιλίας, της Ουρουγουάης και της Παραγουάης, των τεσσάρων χωρών της ζώνης ελεύθερων συναλλαγών της Λατινικής Αμερικής Mercosur. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέθεσε στη London school of economics να μελετήσει την επίδραση που θα έχει η συμφωνία στην οικονομική, περιβαλλοντική και κοινωνική ανάπτυξη των δύο ομάδων χωρών. Το συμπέρασμα των 200 οικονομολόγων είναι αμείλικτο: η αξιολόγηση είναι γεμάτη κενά και πρέπει να ξαναγίνει από την αρχή, γιατί η συμφωνία είναι δυνητικά πολύ επικίνδυνη.
Το χονδροειδέστερο λάθος, σύμφωνα με τους οικονομολόγους, βρίσκεται στο γεγονός ότι η Επιτροπή αξιολόγησε την επιχείρηση ως συμφέρουσα και υπέγραψε τη συμφωνία σε προκαταρκτικό επίπεδο, όταν η ανάλυση δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί. Η έκθεση της London School προβλέπει μια αύξηση 0,1% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ μέσα σε 10 χρόνια από την έγκριση της συμφωνίας, αλλά το υπολογίζει σε ποσοστά εισαγωγών-εξαγωγών προ Covid, δίνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο μια εικόνα εντελώς εσφαλμένη. Εκτός των άλλων, δεν λαμβάνει υπόψιν ότι σήμερα το 7,2% των εργαζομένων της Ένωσης έχασε τη θέση του, ότι και στη Mercosur συμβαίνει το ίδιο και ότι, επομένως, «ο υπολογισμός των προερχόμενων από το εμπόριο κερδών σε ευημερία, με βάση την προϋπόθεση της πλήρους απασχόλησης, όπως κάνει το μοντέλο υπολογισμού που έχει επιλεγεί σε αυτή την περίπτωση, απλά δεν είναι κατάλληλος».
Η ανάλυση, επίσης, ελαχιστοποιεί την επίδραση πάνω στην αποψίλωση των δασών του Αμαζονίου, που επιταχύνεται με την προωθούμενη από τον Μπολσονάρο επέκταση των ορυχείων και των αγροτικών επιχειρήσεων στις προστατευόμενες περιοχές και στις περιοχές των ιθαγενών.
Η επιστολή συνοδεύτηκε από μια κινητοποίηση στα κοινωνικά δίκτυα σε όλη την Ευρώπη, την οποία προώθησαν ενώσεις καταναλωτών και περιβαλλοντικές οργανώσεις.
Απόδοση από το Μανιφέστο: Τόνια Τσίτσοβιτς