Πολύ σωστά πολύς κόσμος δεν υπάκουσε στη δικτατορικής έμπνευσης απαγόρευση, αλλά και πολύ σωστά δεν ενστερνίστηκε τη γραμμή «και κατά της απαγόρευσης και κατά της πορείας».
Για το πρώτο: Ήδη πριν την απαγόρευση πολλοί και πολλές αναρωτιούνταν αν βλάπτεται η δημοκρατία από την έλλειψη συγκεντρώσεων και διαδηλώσεων. Όπως έχει καταδείξει ο μείζων θεωρητικός των κοινωνικών κινημάτων Charles Tilly, οι δημοκρατίες δημιουργήθηκαν ως αποτέλεσμα ισχυρών κινημάτων, επεκτάθηκαν και διατηρήθηκαν για τον ίδιο λόγο, ενώ η διαδικασία εκδημοκρατισμού και αποδημοκρατικοποίησης είναι συνεχής, δεν σταματά ποτέ. Ένα καθεστώς αποτελεί τη θεσμική αποκρυστάλλωση μιας διαδικασίας που μπορεί να έχει ξεκινήσει εντός άλλου καθεστώτος. Έτσι, η χούντα προέκυψε ως το τελικό χτύπημα μιας διαδικασίας αποδημοκρατικοποίησης που είχε ξεκινήσει από την αποστασία του 1965, όπως έχω δείξει αναλυτικά αλλού. Έτσι, και η αποδημοκρατικοποίηση μπορεί να περιγράφει μια μικρή ή μεγάλη, προσωρινή ή και όχι, υποχώρηση των δημοκρατικών ελευθεριών και/ή δικαιωμάτων. Χωρίς δημόσιο χώρο και δυνατότητα αδιαμεσολάβητης λαϊκής έκφρασης και πίεσης, η δημοκρατία δεν λειτουργεί και γι’ αυτό αδυνατίζει. Η Δεξιά, με τις απαγορεύσεις των συγκεντρώσεων/διαδηλώσεων, το νόμο για τον περιορισμό των απεργιών και τον έλεγχο των ΜΜΕ, τροφοδοτεί μια διαδικασία αποδημοκρατικοποίησης.
Για το δεύτερο: Τα δικαιώματα εμπεδώνονται όταν ασκούνται και υπάρχουν για να ασκούνται. Όσο ασκούνται είναι δύσκολο να τα περιορίσει κανείς. Επομένως, η πορεία του Πολυτεχνείου είναι μια καλώς εννοούμενη τελετουργία, όπως και κάθε πορεία άλλωστε. Γιατί οι πορείες έχουν δύο κύριους στόχους: ο ένας είναι να ικανοποιηθεί το αίτημά τους, ο άλλος είναι απλώς να γίνουν, γιατί αποδεικνύουν ότι ο λαός είναι πρωταγωνιστής της πολιτικής ζωής και εγγυητής της δημοκρατίας. Επιδεικνύουν, όπως τονίζει ο Charles Tilly πλήθος, ενότητα, αξιοσύνη και δέσμευση. Σε αυτό, άλλωστε, στόχευε πάντα το Πολυτεχνείο, όχι στο να τιμήσουμε νεκρούς. Προς το παρόν, πρωταγωνιστές στο δημόσιο χώρο, συχνά υπεράνω του νόμου, βασιλιάδες της αυθαιρεσίας, είναι οι αστυνομικοί, που, αφού άρχισαν να πρωταγωνιστούν στα τηλεοπτικά δελτία από τότε που βγήκε η ΝΔ, τώρα καταλαμβάνουν και το φυσικό δημόσιο χώρο.
Όσοι και όσες όμως δεν κατέβηκαν στο δρόμο το έκαναν για να μην επιβαρύνουν την υγειονομική συνθήκη. Ώριμη σκέψη, αν εξαιρέσει κανείς δύο αντιφάσεις. Πρώτον, ποτέ δεν εκφράστηκαν δεύτερες σκέψεις για το κίνημα Black Lives Matter στις ΗΠΑ και το φεμινιστικό κίνημα στην Πολωνία, που εν μέσω πανδημίας κατάφεραν σημαντικά πλήγματα κατά κυβερνήσεων που είχαν εγκαινιάσει μια διαδικασία αποδημοκρατικοποίησης. Δεύτερον, θεωρούσαν ότι εκτός από το ΚΚΕ οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις είναι ανίκανες να πραγματοποιήσουν μια υγειονομικά ασφαλή κινητοποίηση, τη στιγμή που καλούμασταν να κάνουμε κάτι που ούτως ή άλλως κάνουμε στις λαϊκές, στις πλατείες, στα ΜΜΜ, κ.λπ., δηλαδή να κινούμαστε σε μεγάλους αριθμούς κρατώντας αποστάσεις. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η αρνητική πρόβλεψη διαψεύστηκε και αυτό είναι ενθαρρυντικό για τη συνέχεια. Ειδικά εν όψει απεργιακών κινητοποιήσεων, καθώς και της 6ης Δεκέμβρη.
Είναι, λοιπόν, ώρα να σκεφτούμε τρόπους να εμπλουτίσουμε το ρεπερτόριο δράσης μας και όχι να αυτοεγκλωβιστούμε. Ο διαδικτυακός ακτιβισμός είναι σημαντικός, δεν μπορεί όμως να αντικαταστήσει πλήρως τον ακτιβισμό στο φυσικό χώρο, κυρίως γιατί δεν δύναται να προμηθεύσει τον κόσμο με αισθήματα τόλμης και αλληλεγγύης και κοινή ταυτότητα, ενώ περιορίζεται η εμβέλειά του από τους αλγορίθμους και τους ασύμπτωτους κύκλους δεξιών και αριστερών followers. Η 17η Νοέμβρη έφερε αισιόδοξα μηνύματα ως προς τη δυνατότητα ανανέωσης: αποκεντρωμένες συγκεντρώσεις, διακοπή κυκλοφορίας από μικρές ομάδες, τρικάκια και πανό σε διάφορα σημεία, ενώ δεν έλλειψαν οι προτάσεις για αυτοκινητοπομπές, μικροφωνικές, όλα προϊόντα μιας κοινής ανάγκης: Πολυτεχνείο παντού. Όμως, η ανάγκη αυτή συνοδεύτηκε και από αμηχανία. Γιατί δεν φτάνει να θες, πρέπει να σκεφτείς ψύχραιμα και παραγωγικά. Και να τολμήσεις να δοκιμάσεις. Με κέφι και επινοητικότητα.
Οι διαδηλωτές αποδείξαμε ότι σεβόμαστε την υγεία των συμπολιτών μας σε αντίθεση με την αστυνομία. Να μην αφήσουμε, λοιπόν, να νοσήσει η δημοκρατία, το μόνο όπλο που μπορεί να εγγυηθεί λύσεις στα προβλήματά μας.