Η 25η Νοέμβρη έχει ανακηρυχθεί από τον ΟΗΕ διεθνής ημέρα για την εξάλειψη της βίας σε βάρος των γυναικών. Το κραυγαλέα υποκριτικό κράτος της δεξιάς διάλεξε να αναδείξει αυτή τη μέρα με κακόγουστα κι ανούσια επικοινωνιακά κόλπα, φωτίζοντας με πορτοκαλί χρώμα την Βουλή, τον Λευκό Πύργο στην Θεσσαλονίκη και άλλα δημόσια κτίρια. Η κιτς κοινωνία του θεάματος σε όλο της το «μεγαλείο». Κι από την άλλη, την ίδια στιγμή, τα θρασύδειλα όργανα του Χρυσοχοΐδη συλλαμβάνουν βίαια τις φεμινίστριες μπροστά στην Βουλή. Όλα τα γελοία κανάλια, βέβαια, προβάλουν με δακρύβρεκτα σχόλια τους πορτοκαλί φωτισμούς κι ούτε λόγος για τις συλλήψεις. Εκ των υστέρων, ο μέγας Χρυσοχοΐδης ζητά μια προκλητικά ψεύτικη συγνώμη για τις υπερβολές, κι όχι για την ουσία των συλλήψεων, και νομίζει ότι ξεμπερδεύει. Ποτέ όμως δεν θα ξεμπερδέψει από τη συλλογική μνήμη, στην οποία έχουν καταγραφεί τα βασανιστήρια του πολυτραυματία Σάββα Ξηρού στον Ευαγγελισμό, η βίαιη καταστολή των διαδηλωτών της φετινής μέρας του Πολυτεχνείου κι όλη τη βρώμικη δουλειά που διεκπεραιώνει ως το μακρύ, κατασταλτικό χέρι μιας ακροδεξιάς κυβέρνησης. Αυτός, ο «σοσιαλιστής»…
Μεταξύ των συλλήψεων της 25ης Νοέμβρη ήταν και η παλιά συντρόφισσα από την ΑΚΟΑ Σίσσυ Βωβού που, εδώ και πολλά χρόνια, έχει συνδέσει άρρηκτα το όνομά της με το φεμινιστικό κίνημα. Πρόσφατα έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «Πατριαρχική Δικαιοσύνη και Φεμινιστικές Αντιστάσεις» το οποίο αποτελεί την καλύτερη απάντηση στο ανάλγητο κι υποκριτικό κράτος και στους εκπροσώπους του. Το βιβλίο αυτό εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο «Άνω Τελεία» και παρουσιάζει 19 υποθέσεις βίας κατά των γυναικών από το 1998 μέχρι το 2012, τους αγώνες που δόθηκαν για να αποδοθεί δικαιοσύνη αλλά και την αξία των φεμινιστικών αντιστάσεων και της γυναικείας αλληλεγγύης. Το βιβλίο παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη στις 20 Οκτώβρη στον πολυχώρο «Ενώ» από την Κατερίνα Κλείτσα, συλλογικότητα «Μαχητικές και Ελεύθερες», τον Γιάννη Γκλαρνέτατζη, συγγραφέα – συνδικαλιστή και την Άννα Κωστούλα, εκπαιδευτικό. Το παρακάτω απόσπασμα είναι από την εισήγηση του Γιάννη Γκλαρνέτατζη στην παρουσίαση του βιβλίου:
«Το βιβλίο της Σίσσυς δεν είναι ευχάριστο, ίσως ούτε καν ευκολοδιάβαστο. Αιτία είναι οι ιστορίες που καταγράφει κι οι οποίες ξεπερνούν και τη φαντασία. Δηλαδή, η υπόθεση αυτού που με το αλυσοπρίονο έκοψε και τα τέσσερα άκρα μιας γυναίκας, ξεπερνάει το Criminal Minds και άλλες αστυνομικές σειρές. Και βέβαια, ενώ συνήθως στις κινηματογραφικές ταινίες και τις τηλεοπτικές σειρές έχουμε happy end στις περιπτώσεις που περιέχονται στο βιβλίο η δικαίωση των γυναικών είναι κάτι σπάνιο. Πιο εξοργιστικό είναι ότι υπάρχουν περιπτώσεις όπου όχι μόνο τη γλιτώνουν οι δράστες αλλά διώκονται οι άνθρωποι που προσπάθησαν να βοηθήσουν τα θύματα και κατήγγειλαν τη βία, όπως –για παράδειγμα– συμβαίνει στην περίπτωση με την οποία ξεκινάει το βιβλίο, όπου αυτός που κατήγγειλε το κύκλωμα καταναγκαστικής πορνείας βρέθηκε κατηγορούμενος κι όχι μόνο μια φορά από μήνυση των νταβατζήδων αλλά και δεύτερη, και μάλιστα για παιδική πορνογραφία, μετά από πρωτοβουλία αστυνομικών οργάνων, αφού –ας μην ξεχνάμε, και σ’ αυτήν, όπως και σε άλλες περιπτώσεις υπήρχε συνεργασία οργάνων της τάξης με τα κυκλώματα τράφικινγκ. Κι έπρεπε να γίνει ολόκληρος αγώνας για να μην καταδικαστεί ο άνθρωπος που είχε το θάρρος να δείξει αλληλεγγύη στα θύματα και να καταδείξει τους θύτες. Αυτά, όμως, αποτελούν βασικά στοιχεία για να διαβαστεί το βιβλίο.
Στο βιβλίο, λοιπόν, αναπτύσσονται πολλά ζητήματα. Δεν είναι μόνο ο σεξισμός, που προφανώς είναι το βασικό θέμα, είναι ο ρατσισμός κι η ξενοφοβία, είναι το κουκούλωμα για να μη διαταραχτεί η ηρεμία μιας μικροκοινωνίας, είναι οι αυθαιρεσίες και τα υπερκέρδη εργολάβων και νταβατζήδων. Επιπλέον, εξαιρετικό δίδαγμα του βιβλίου είναι το πώς οι κοινωνικές συμβάσεις σαφώς επηρεάζουν και τις δικαστικές αποφάσεις και τις εξελίξεις σε κοινωνικό επίπεδο. Κι αυτό γίνεται πολύ σημαντικότερο αφού, εδώ και περίπου δυο δεκαετίες, ζούμε μια εκτεταμένη συντηρητική αντεπίθεση σε όλα τα επίπεδα, δηλαδή και σε νομικό-πολιτικό, αλλά και σε επίπεδο κουλτούρας-καθημερινότητας».