Με κείμενό τους οι ΟΜ του ΣΥΡΙΖΑ της Αθήνας ΑΕΙ & ΕΚ / Ε.Μ.Π./ Ε.Κ.Π.Α. λένε «Όχι στην αστυνόμευση των Πανεπιστημίων!»
To «παρών» από Σεπτέμβριο αναμένεται να δώσουν, εκτός από τους φοιτητές, τουλάχιστον 1.000 αστυνομικοί σε ΑΕΙ, σύμφωνα με το σχέδιο του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, σε συνεργασία με το υπουργείο Παιδείας, ύστερα από τη σχετική εξαγγελία προ μερικών εβδομάδων του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Σε κάθε χώρο του πανεπιστημίου θα υπάρχει ειδικό «αστυνομικό τμήμα» που θα είναι σε ανοικτή γραμμή με τις γειτονικές αστυνομικές υπηρεσίες αλλά και με έναν αντιπρύτανη - σύνδεσμο με την ΕΛ.ΑΣ., σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας «Τα Νέα». Τα μέλη της ειδικής Ομάδας Προστασίας Πανεπιστημιακού Ιδρύματος (Ο.Π.Π.Ι.), όπως θα ονομαστεί, θα έχουν πάνω τους γκλοπ και χειροπέδες, ενώ θα έχουν λάβει… ειδική εκπαίδευση ώστε να μπορούν να προχωρήσουν σε προανακρίσεις για διάφορα αδικήματα που ενδεχομένως να σημειώνονται στα πανεπιστήμια. Παράλληλα, και εκτός των ΑΕΙ, τουλάχιστον το πρώτο χρονικό διάστημα, θα υπάρχουν αστυνομικοί, οι οποίοι θα μπορούν να επεμβαίνουν σε περίπτωση που οι εντός των ΑΕΙ αστυνομικοί δεχθούν επίθεση. Επιπλέον και σε συνεργασία με το υπουργείο Παιδείας, θα τοποθετηθούν κάμερες που θα ελέγχονται από αστυνομικούς από κοινού με τους φύλακες των πανεπιστημίων, σύμφωνα πάντα με «Τα Νέα». Το σχέδιο θα υλοποιηθεί αρχικά στην Πανεπιστημιούπολη του Ζωγράφου, στην ΑΣΟΕΕ, στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας. Με στόχο την επέκταση του μέτρου και σε άλλα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας.
Μάλιστα, στο πλαίσιο του διαλόγου, που επικαλέστηκε το υπουργείο Προ.Πο., με πανεπιστημιακούς φορείς, την περασμένη εβδομάδα συζήτησαν το παραπάνω σχέδιο οι υπουργοί Προστασίας του Πολίτη και Παιδείας με τις πρυτανικές αρχές και την ΠΟΣΔΕΠ.
Εν τω μεταξύ, ήδη την προηγούμενη Τρίτη, οι Οργανώσεις Μελών του ΣΥΡΙΖΑ της Αθήνας ΑΕΙ & ΕΚ / Ε.Μ.Π./ Ε.Κ.Π.Α. δημοσιοποίησαν κείμενο με τίτλο «Όχι στην αστυνόμευση των Πανεπιστημίων!», το οποίο δημοσιεύουμε.
Η ανώτατη εκπαίδευση στην ηπειρωτική Ευρώπη και στην Ελλάδα αποτέλεσε μέχρι τώρα ένα δημόσιο θύλακα συλλογικής γνώσης και διατύπωσης ερωτημάτων, με όρους διοικητικής και λειτουργικής αυτοτέλειας, που απολάμβανε την κρατική εγγύηση της οικονομικής αυτονομίας στην αναπαραγωγή του. Τα γενικά αυτά χαρακτηριστικά απαντώνται στον έναν ή τον άλλο βαθμό στο σύνολο της ευρωπαϊκής παράδοσης. Συνοψίζονται στον όρο universitas που παραπέμπουν στη θεώρηση του κόσμου ως όλον, στη συλλογικότητα και στο δημόσιο καλό και τροφοδοτούνται από την ευρωπαϊκή παράδοση της Αναγέννησης όπως εμπλουτίστηκε κατά το Διαφωτισμό. Αυτή ακριβώς η παράδοση μας επιτρέπει να κατανοήσουμε ποιο είναι το επίδικο της αναμέτρησης που προκαλούν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές στον χώρο της Παιδείας και ειδικότερα, στην ανώτατη βαθμίδα της. Η «ανάγκη» μετατροπής της επιστήμης σε άκριτη συσσώρευση πληροφορίας, η κένωση της διαδικασίας μάθησης από την πνευματικότητά της, η μετατροπή των φοιτητών σε «άμεση παραγωγική δύναμη», η γενικευμένη μετάλλαξη του κράτους επί το «αυταρχικότερον» και ο κατασταλτικός έλεγχος της πλέον μορφωμένης μερίδας της νεολαίας, των φοιτητών και των φοιτητριών αποτελούν προϋποθέσεις για την μετατροπή του πανεπιστημίου σε επιχειρηματικό μηχανισμό.
Είναι σαφές ότι αυτούς τους στόχους επιδιώκει η ίδρυση της αναγγελθείσας πανεπιστημιακής αστυνομίας, που θα κληθεί να συμβάλει στην αποδιάρθρωση του δημοκρατικού, συλλογικού και λαϊκού χαρακτήρα του πανεπιστημίου. Συγκεκριμένα, για να επιτευχθούν οι παραπάνω στόχοι, χρειάζεται να καμφθούν οι όποιες αντιδράσεις και να ανακαλυφθεί ένας νέος δημόσιος κίνδυνος που θα νομιμοποιήσει την κατασκευή μίας «νέας» ανάγκης, της ανάγκης αστυνομίας. Η κατασκευή αναγκών ασφάλειας και «ενόχων» αποτελεί πάγια στρατηγική των εξουσιών. Οι νέοι αποτελούν «προνομιακή» ομάδα ως προς αυτό. Το βλέπουμε και τώρα. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω κορονοϊού έχει ήδη γίνει το φίλτρο, μέσω του οποίου δοκιμάζεται να νομιμοποιηθούν στα μάτια της κοινής γνώμης οι καταχρηστικές πρακτικές της αστυνομίας σε βάρος διαφόρων κοινωνικών ομάδων και ιδίως των νέων. Χώροι συγκέντρωσης, ελεύθερης έκφρασης και ψυχαγωγίας των νέων έχουν τεθεί, πρόσφατα με περισσότερη ένταση, στο στόχαστρο της αστυνομίας και στο πλαίσιο αυτό, έχουν εκτυλιχθεί περιστατικά, που δεν τιμούν καθόλου την Ελληνική Αστυνομία.
Έτσι, η κυβέρνηση μέσα από «υπόγειες» και μη μεθοδεύσεις τροχιοδρομεί την εκπλήρωση ενός στόχου, που αφορά την απευθείας πρόσβαση της αστυνομίας στο Πανεπιστήμιο, την αστυνόμευση μέσα στο πανεπιστήμιο και προφανώς την συλλογή στοιχείων -κοινώς «φακελώματος»- των ενοχλητικών ανθρώπων, ομάδων και δράσεων. Η υλοποίηση αυτού του στόχου αποκαλύπτει μία κουλτούρα βίας, αυταρχισμού, σχεδόν λατρείας των όπλων και ενέχει ψυχολογικές προεκτάσεις για όλο το φάσμα της άκρας δεξιάς. Αποκαλύπτει, επίσης, την επιθυμία της κυβέρνησης για την δημιουργία του ευνοϊκού περιβάλλοντος που θα επιτρέπει την επέκταση της κουλτούρας της ελεύθερης αγοράς στα Πανεπιστήμια. Με βάση, λοιπόν, την τόσο προσφιλή στην ελεύθερη αγορά «ιδέα» της αποτελεσματικότητας, εγκαθιδρύονται εργασιακές σχέσεις εξάρτησης, πελατειακές σχέσεις, μηδενική ανοχή στην αμφισβήτηση και την ελευθερία της σκέψης.
Σε αυτή τη στόχευση εντάσσεται και το αφήγημα περί «ανομίας» στα Πανεπιστήμια, μέσω του οποίου διαμορφώνονται οι συνθήκες για την νομιμοποίηση της μόνιμης εγκατάστασης της αστυνομίας στα ελληνικά ΑΕΙ.
Η δήθεν ανομία και η κατασκευασμένη ανάγκη
της πανεπιστημιακής αστυνομίας
1. Οι τακτικές
Το μύθευμα για την «ανομία» που έχει δήθεν κατακλύσει τα Πανεπιστήμια βασίζεται στις εξής 4 κλασικές τακτικές:
α) Στην ανάδειξη και υπερμεγέθυνση προβληματικών καταστάσεων μέσω των ΜΜΕ σε τέτοιο βαθμό, ώστε να δημιουργούνται εντυπώσεις στο ευρύ κοινό, πως εξαιρετικά και έκτακτα γεγονότα αποτελούν καθημερινότητα και άρα χρειάζεται άμεση επέμβαση κυρίως κατασταλτική.
β) Στην απόκρυψη από το δημόσιο λόγο και τη δημόσια ενημέρωση για την ύπαρξη τις συνθήκες δημιουργίας άλλων καταστάσεων, που περιβάλλουν τη ζωή στα πανεπιστήμια όπως π.χ. οι πιάτσες ναρκωτικών, οι αγορές παραποιημένων προϊόντων, η μαύρη αγορά μικροαντικειμένων, καταστάσεις που δημιουργούνται εκεί και υπάρχει μια συστηματική αδράνεια της πολιτείας κατά περίπτωση να αποτρέψει, να ελέγξει ή και να ρυθμίσει τέτοιες αγορές.
γ) Στην ταύτιση περιστατικών που έχουν δημιουργηθεί έξω από το πανεπιστήμιο και υπό διαφορετικές συνθήκες με περιστατικά διεκδικήσεων μέσα στο πανεπιστήμιο. Έτσι, με αφορμή ανόμοια μεταξύ τους γεγονότα ταυτίζονται οι υπό διαφορετικές συνθήκες και περιστάσεις πρακτικές διαφορετικών ομάδων πληθυσμού.
δ) Στη δημόσια απαξίωση με επίκεντρο τη ζωή στα πανεπιστήμια κάθε μη κατασταλτικής πολιτικής και ταυτόχρονα, στην αγιοποίηση της καταστολής, μέσω «αναβάπτισής» της σε προστασία, γεγονός που επιχειρεί να νομιμοποιήσει τη δυσανάλογη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της αστυνομίας.
2. Η στρατηγική της κυβέρνησης
Με πρόσχημα το αφήγημα για την «ανομία» που διαμορφώθηκε όλο το προηγούμενο διάστημα, η κυβέρνηση αναπτύσσει τώρα μια περαιτέρω στρατηγική, αυτήν του απευθείας ελέγχου των πανεπιστημίων και της ανάπτυξης μιας ακόμα οικονομίας της ασφάλειας με αφορμή αυτό το ζήτημα.
Θεωρούμε ότι οφείλουμε να απαντήσουμε σοβαρά πλέον στο περί «ανομίας» αφήγημα της κυβέρνησης και να εξηγήσουμε στον λαό την απάτη που εξυφαίνεται για τα ελληνικά πανεπιστήμια εδώ και χρόνια.
Πράγματι, η κατάσταση στα πανεπιστήμια έχει φτάσει στο απροχώρητο. Εδώ και χρόνια η δεξιά, η ακροδεξιά και οι ομάδες του πρώην εκσυγχρονιστικού μπλοκ αφού με το πρώτο μνημόνιο απαξίωσαν, διαπόμπευσαν και χλεύασαν τους πανεπιστημιακούς δασκάλους, φρόντισαν στη συνέχεια να αποψιλώσουν ή/και να μην ανανεώσουν στο πανεπιστήμιο αναγκαίες υποδομές για τη διδασκαλία και την έρευνα, για τους χώρους εργασίας, και το διοικητικό προσωπικό. Με στόχο να φέρουν, με πελατειακό τρόπο, δήθεν καταξιωμένους επιστήμονες από το εξωτερικό, σε ένα κλίμα άκρατου επαρχιωτισμού και μικροπολιτικής, προσπαθούν με κάθε τρόπο να υπονομεύσουν το κύρος του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου. Αυτή είναι η ανομία στα πανεπιστήμια.
Έχουν έτσι αποδιαρθρωθεί συστηματικά όλοι εκείνοι οι θεσμοί, υπηρεσίες και πόροι των πανεπιστημίων που συγκροτούν την υποδομή της δημόσιας πανεπιστημιακής εκπαίδευσης (κτίρια, υλικά, αμφιθέατρα, μέριμνα και κοινωνική προστασία φοιτητών, βιβλιοθήκες κ.λπ.). Όμως ποτέ στο αφήγημα της ανομίας δεν συμπεριέλαβε ελέγχους για τα οικονομικά των πανεπιστημίων, τις εργολαβίες που αναθέτουν και τις υπηρεσίες που μισθώνουν τα πανεπιστήμια, το πελατειακό σύστημα στη διοίκηση τους, τις εργολαβίες και τις υπηρεσίες που νοικιάζουν. Σε αυτό το πεδίο δεν υπάρχει παρανομία; Που είναι οι ελεγκτικοί εκείνοι μηχανισμοί που εν μέσω μιας κατάστασης κρίσης θα θωράκιζαν το δημόσιο πανεπιστήμιο, ώστε να εξακολουθήσει να εκπληρώνει την αποστολή του; Αυτή δεν είναι ανομία στα πανεπιστήμια;
Αντίθετα, ξέρουμε πια ότι γίνονται συστηματικά προσπάθειες, ώστε να υποβαθμιστεί το δημόσιο πανεπιστήμιο και να μετατραπεί σε ένα απέραντο εξεταστικό κέντρο. Ήδη τα πανεπιστήμια αξιολογούνται από ανόητους, ακαταλαβίστικους και κυρίως άχρηστους, για την κοινή λογική αλγόριθμους, που δεν καταλήγουν πουθενά, ούτε καν σε αναβάθμιση των σπουδών: διότι η αναβάθμιση των σπουδών χρειάζεται προσωπικό, νέες υποδομές και όχι προγράμματα κατάρτισης και αμφιβόλου ποιότητας δια βίου εκπαίδευση. Έτσι μετατρέπεται η διαδικασία μόρφωσης, παραγωγής επιστημονικού δυναμικού και έρευνας, σε μια διαδικασία ωφελιμιστικού χαρακτήρα κάκιστου επιπέδου. Αυτή είναι η ανομία στα Πανεπιστήμια.
Εκτός από όσα αναφέραμε στην αρχή για να μπορεί όμως να ολοκληρωθεί το πείραμα μετατροπής των ελληνικών ΑΕΙ σε κέντρα κατάρτισης και ανάπτυξης της αγοράς και για να αποτραπούν αντιδράσεις, είναι αναγκαία δύο στοιχεία: η προληπτική απονομιμοποίηση των αντιδράσεων και η καταστολή. Και η προληπτική απονομιμοποίηση των αντιδράσεων επιτυγχάνεται -παραδοσιακά και παγκοσμίως- από τη μία μέσω προβοκάτσιας και από την άλλη μέσω παραλείψεων, αδρανειών, ανοχής των συγκεκριμένων μορφών παρανομίας από εκείνους που είναι αρμόδιοι για να την αντιμετωπίσουν. Η καταστολή πλέον είναι το επόμενο βήμα. Και καταστολή δεν είναι μόνον τα ΜΑΤ, αλλά κάθε ενέργεια που αφορά έρευνα και αποτροπή εγκλήματος. Αυτή θα είναι η ανομία στα Πανεπιστήμια.
Αν υπάρχει ανομία στα πανεπιστήμια αυτή είναι η διάσταση ανάμεσα στους στόχους που επιδιώκει το Πανεπιστήμιο και η δημόσια παιδεία σύμφωνα με το Σύνταγμα, σύμφωνα με την κοινωνική αποστολή των ΑΕΙ και σύμφωνα με τις πάγιες κοινωνικές αντιλήψεις του λαού μας, για το ρόλο της μόρφωσης από τη μία και τα πραγματικά προσφερόμενα στους Καθηγητές και τους Φοιτητές μέσα για να επιτύχουν αυτήν την αποστολή από την άλλη. Η διάψευση που προκύπτει από αυτή την διάσταση προκαλεί και ανεπιθύμητες και περαιτέρω μη προβλέψιμες συνέπειες και βία. Και αυτά είναι γνωστά πράγματα. Αυτή είναι η ανομία στα πανεπιστήμια και καλά θα κάνει η κυβέρνηση να σταματήσει να απευθύνεται στους πανεπιστημιακούς δασκάλους και στη φοιτητιώσα νεολαία με αυτοκρατορική και ναρκισσιστική συμπεριφορά, απαράδεκτη για ένα δημοκρατικό κράτος δικαίου. Διότι, τώρα πλέον αφού οξύνει τα πράγματα θα λάβει σαφείς απαντήσεις.
Η δημιουργία πανεπιστημιακής αστυνομίας κινείται προς την κατεύθυνση της μετατροπής των πανεπιστημίων εκτός από πεδία αγοράς και σε χώρους μαζικής επιτήρησης και συλλογής πληροφορίας: Θα υπάρξει προφανώς μια νέα «στατιστική κατασκευή της «πανεπιστημιακής εγκληματικότητας» και επιπλέον είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει και ένα σύστημα οργάνωσης της ροής πληροφορίας για κάθε πρόσωπο, για κάθε δράση, μέσα στο πανεπιστήμιο. Το ζήτημα της συλλογής και χρήσης των προσωπικών δεδομένων είναι ιδιαιτέρως κρίσιμο. Το πανεπιστήμιο από χώρος ελευθερίας της έκφρασης θα γίνει έτσι χώρος ελέγχου και άσκησης της κρατικής κατασταλτικής εξουσίας.
Αντιδρώντας σε αυτήν την κατάσταση απευθυνόμαστε προς κάθε πλευρά και διακηρύττουμε με τον πλέον ρητό και κατηγορηματικό τρόπο, ότι το πρόβλημα των δημόσιων πανεπιστημίων δεν είναι οι φοιτητές τους, οι καθηγητές τους ή το προσωπικό του ως ατομικές περιπτώσεις, αλλά το γεγονός ότι υπονομεύεται η λειτουργία τους μέσα από παραλείψεις, ανοχή σε παρανομίες, έλλειψη διαφάνειας για τα οικονομικά τους και την υπερ-εμφαση σε γραφειοκρατικές διαδικασίες που δεν οδηγούν πουθενά.
3. Ερωτήματα που προκύπτουν
Αλλά ακόμα και εάν δεχθούμε ότι το αφήγημα περί «ανομίας» ευσταθεί, κάποτε πρέπει να απαντήσουν για αυτήν την «ανομία» εκείνοι που κυβερνούσαν τουλάχιστον τα τελευταία 20 χρόνια, αλλά και πριν. Αυτοί μετά από 20 χρόνια καταστροφών και βίας μέσα και γύρω από τα κεντρικά πανεπιστήμια, τι απάντηση δίνουν σχετικά με τους υπαίτιους; μετά από χιλιάδες προσαγωγές, συλλήψεις δεν έχει βρεθεί ένας ένοχος ή τουλάχιστον ένας ένοχος που να πείθει, ότι μόνος είναι υπαίτιος εκατομμυρίων ζημιών, δεν υπάρχει ένα συγκεκριμένο αφήγημα από πουθενά πέρα από τη γενική και γραφική πλέον επίκληση περί αντιεξουσιαστών και αργότερα και την μιντιακή εγκληματοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ, δεν υπάρχει ούτε μια επίσημη ανακοίνωση για το όνομα και επώνυμο δράστη που έκαψε την αρχιτεκτονική το 1995, που έβαλε φωτιά και πέταξε μολότωφ στις κινητοποιήσεις για την παιδεία το 2004-2007, που χειροδίκησε σε βάρος καθηγητή, που έκανε κατάληψη και προκάλεσε φθορές σε κτίριο ΑΕΙ. Αυτό μας δίνει το δικαίωμα να κάνουμε υποθέσεις για σκιώδεις. παρακρατικές ομάδες.
Πρέπει να είναι σε όλους σαφές, ότι όταν πρόκειται για τα πανεπιστήμια η κυβέρνηση τελικά δεν μιλά για κοινά εγκλήματα που μπορεί να γίνονται μέσα στο πανεπιστήμιο, όπως π.χ. κλοπές κ.λπ. (υπάρχουν και αυτά αλλά δεν χαρακτηρίζουν την ακαδημαϊκή ζωή, αλλά αναφέρεται σε περιστατικά γύρω από την περιοχή και τους χώρους των πανεπιστημίων και σε έκτακτα και γενικά σπάνια περιστατικά, στοχευμένων επιθέσεων σε προσωπικό ΔΕΠ, που θα μπορούσαν όμως να έχουν αποφευχθεί. Ταυτόχρονα, όμως, και για λόγους επικοινωνιακούς και πολιτικής σκοπιμότητας η κυβέρνηση ταυτίζει τις συμβολικές καταλήψεις κτιρίων στο πλαίσιο φοιτητικών διεκδικήσεων με καταλήψεις που γίνονται από άλλες ομάδες, εκτός πανεπιστημίου, σε κτίρια του πανεπιστημίου ή άσχετα με αυτό. Με βάση αυτά κτίστηκε το αφήγημα για την ανομία στα πανεπιστήμια.
Από την άλλη μεριά, πρέπει όλοι να ξέρουν, ότι η λειτουργία της αστυνομίας δεν εμποδίζεται, ούτε ποτέ εμποδίστηκε στην πραγματικότητα: η αστυνομία έχει από το νόμο αρμοδιότητα να συλλέγει πληροφορίες, όταν υπάρχει λόγος και ποτέ κανείς δεν υποστήριξε επίσημα, ότι αδυνατεί να το κάνει. Ούτε το άσυλο την εμπόδιζε, ούτε τίποτα άλλο για να εκπληρώσει τα καθήκοντά της. Επομένως, γιατί αφού δεν υπάρχει πλέον άσυλο και γιατί αφού μπορεί να συλλέγει πληροφορία συζητά για πανεπιστημιακή αστυνομία;
4. Άλλο φύλαξη άλλο αστυνόμευση
Εκτός αυτών όμως υπάρχουν επιπλέον λόγοι για τους οποίους αρνούμαστε την αστυνόμευση των χώρων των ΑΕΙ και την ίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας:
α) Τα πανεπιστήμια έχουν ανάγκη από φύλαξη όχι από αστυνόμευση. Η εμφανής αστυνόμευση των πανεπιστημιακών χώρων από ένστολους ή η δημιουργία ΑΤ μέσα στα ΑΕΙ όπως διαμηνύεται, σημαίνει ότι θα αστυνομεύεται μια συγκεκριμένη ομάδα πληθυσμού και μάλιστα προληπτικά και αυτό είναι αντισυνταγματικό και δεν το θέλουμε ουτώς ή άλλως.
β) Η αστυνόμευση εντείνει την κρίση εμπιστοσύνης προς την αστυνομία: Η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας της αστυνομίας μέχρι τώρα δεν μας έχει δώσει τα εχέγγυα ότι αναπτύσσεται με δικαιοκρατικό τρόπο. Άρα, δεν υπάρχει καμία εξασφάλιση, ότι θα προστατεύονται τα δικαιώματα των αστυνομευομένων και ότι δεν θα εξαπλωθεί η πρακτική της κατάχρησης εξουσίας: με βάση αυτά εκφράζουμε την έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στο τρόπο με τον οποίο, ιδίως οι εμφανείς μονάδες της αστυνομίας εκπληρώνουν το έργο τους και αυτό είναι ένας ακόμα λόγος για τον οποίο αρνούμαστε την ίδρυση Πανεπιστημιακής Αστυνομίας.
γ) Η εμφανής αστυνόμευση λειτουργεί ανασχετικά για την ελεύθερη ανάπτυξη της κοινωνικής ταυτότητας των φοιτητών, για την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών διότι η παρουσία και μόνον των αστυνομικών δημιουργεί αυτοπεριορισμούς ανεπίτρεπτους για την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών.
Η φύλαξη των ΑΕΙ και οι θέσεις μας
Ι. Τα πανεπιστήμια έχουν ανάγκη φύλαξης, όχι αστυνόμευσης. Άλλο φύλαξη άλλο αστυνόμευση.
ΙΙ. Τα Πανεπιστήμια έχουν ανάγκη οργάνωσης της φύλαξης των χώρων τους και της ανάπτυξης συνθηκών ασφαλούς φοίτησης, παροχής διδακτικού και διοικητικού έργου που θα αφορά κυρίως
α) την καταλληλότητα των υλικών, χώρων και των υποδομών.
β) την προστασία από απρόβλεπτα γεγονότα φυσικών ή άλλων καταστροφών, ελαττωματικής λειτουργίας μηχανημάτων και εγκαταστάσεων, εποπτείας των χώρων, ώστε να διασφαλίζεται η συνδρομή, οι πρώτες βοήθειες, ο απεγκλωβισμός, η συνεχής παροχή ή αποκατάσταση της ηλεκτροδότησης ή αποτροπή και ανάσχεση άλλων απρόβλεπτων καταστάσεων μέσω κατάλληλων δράσεων και επεμβάσεων του προσωπικού φύλαξης.
γ) την οργάνωση της άμεσης εκκένωσης κτιρίων εάν υπάρξει ανάγκη (π.χ. σεισμός).
δ) την στατική φύλαξη εισόδων και άλλων χώρων των ΑΕΙ ανάλογα με το χώρο κ.λπ., στο πλαίσιο της οποίας, θα παρέχονται και πληροφορίες στο κοινό και τους φοιτητές για τις εγκαταστάσεις και τις αίθουσες.
ε) την στατική και πεζή φύλαξη μέσω περιπολιών εντός κτιρίων σε ώρες και μέρες που το Πανεπιστήμιο δεν λειτουργεί ή δεν έχουν διατεθεί οι χώροι του για κοινωνικές δράσεις και εκδηλώσεις, ιδίως κατά τη διάρκεια αργιών και κατά τις νυκτερινές ώρες.
στ) την συγκέντρωση πληροφοριών και δεδομένων για την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και την υποβολή σε περιοδική βάση στην αρμόδια υπηρεσία του Πανεπιστημίου για την αποκατάσταση βλαβών, ζημιών, κ.λπ.
ζ) την περιοδική οργάνωση ασκήσεων ετοιμότητας από φυσικές καταστροφές.
η) την εποπτεία και φυσική ή και ηλεκτρονική επιτήρηση χώρων εντός των οποίων φυλάσσονται εύφλεκτα και άλλα επικίνδυνα υλικά με βάση κριτήρια που θα έχει θέσει κάθε ΑΕΙ και τηρώντας τη σχετική νομοθεσία για τα προσωπικά δεδομένα.
ΙΙΙ. Προϋποθέσεις για όλα αυτά είναι μεταξύ άλλων, η τήρηση των θεσμικών προαπαιτούμενων για την προστασία προσωπικών δεδομένων και τη θέσπιση επιμέρους κανονισμών και προϋποθέσεων (όπου χρειάζεται) για τη χρήση ψηφιακής τεχνολογίας, με σκοπό τη φύλαξη χώρων και τη προστασία των παρευρισκομένων στους χώρους των ΑΕΙ.
Τέλος, θεωρούμε αυτονόητο ότι η φύλαξη των ΑΕΙ και των ερευνητικών κέντρων οφείλει να πραγματοποιείται στο πλαίσιο του αυτοδιοίκητου των ΑΕΙ και των οργανικών νόμων των ερευνητικών κέντρων, με βάση τις αποφάσεις των αρμοδίων κατά περίπτωση οργάνων τους.
Εάν η κυβέρνηση πράγματι ενδιαφέρεται για τη νομιμότητα, μπορεί να ξαναδιαβάσει και να αναστοχαστεί τα όσα αναφέρονται σε αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, να τηρήσει τις συστάσεις και υποδείξεις του Συμβουλίου της Ευρώπης και των εθνικών ανεξάρτητων αρχών, να διερευνήσει αποτελεσματικά τις συμπεριφορές των στελεχών της και να εκπαιδεύσει την Αστυνομία να προστατεύει και όχι να κακομεταχειρίζεται τους πολίτες και ας αφήσει τα πανεπιστήμια και τους φοιτητές τους να αναπτύξουν με ειρήνη και ελευθερία το έργο τους.