Η ευρωπαϊκή ηγεσία δεν διέψευσε ούτε αυτή τη φορά τις προβλέψεις όσων απαισιοδοξούν για το μέλλον της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε τελική ανάλυση. Η Σύνοδος Κορυφής των ηγετών απάντησε, για μια ακόμη φορά, στην παραβατική συμπεριφορά της Τουρκίας στη ζωτική για την Ευρώπη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, παραπέμποντας στις καλένδες την απάντηση στην πρόκληση. Η συζήτηση για τη λύση των ελληνοτουρκικών διαφορών και τη λήψη ουσιαστικών κυρώσεων σε βάρος της Άγκυρας –και, κυρίως, για το ποιες θα είναι αυτές— παραπέμφθηκε «προς επανεξέταση» στη Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου 2021.
Για το ποιο θα ήταν το Κείμενο Συμπερασμάτων στο οποίο κατέληξε ξημερώματα Παρασκευής η Σύνοδος Κορυφής αναφορικά με την αντιμετώπιση της Τουρκίας, είχαν φροντίσει, εν είδη «λαγού», να προϊδεάσουν κάθε ενδιαφερόμενο μια σειρά από «τροχιοδεικτικά» δημοσιεύματα την Πέμπτη, ημέρα έναρξης της Συνόδου. Αρχής γενομένης από την πάντα καλά πληροφορημένη ηλεκτρονική εφημερίδα Politico, τα δημοσιεύματα αυτά ουσιαστικά προεξοφλούσαν την επικράτηση της απόφασης της καγκελαρίου Μέρκελ να αποφευχθεί η ρητή καταγραφή κυρώσεων, η οριοθέτηση «σκληρών» και γενικών μέτρων κατά της Άγκυρας -με τη διαμεσολάβηση, αυτή τη φορά, του ΝΑΤΟ, ενός παράγοντα «ειδικού» βάρους και αδιαμφισβήτητου διαμετρήματος, του οποίου τη θέση ότι «η Τουρκία παραμένει απρόβλεπτος, αλλά πολύτιμος γεωστρατηγικός σύμμαχος» συμμερίζεται ασμένως το Βερολίνο.
Ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης ήταν ενήμερος -από πολύ νωρίτερα, βεβαίως. Γι’ αυτό και απέφυγε συστηματικά να δεσμευτεί αν θα ζητήσει από τη Σύνοδο αυστηρές κυρώσεις κατά της Τουρκίας για την επιμονή της να αμφισβητεί κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας του. «Ο βαθμός των μέτρων ή των αποφάσεων που θα πάρει το Συμβούλιο, δεν είναι κάτι που μπορώ να προεξοφλήσω αυτή τη στιγμή», ήταν η απάντησή του στο σχετικό ερώτημα στη συνέντευξή του, πριν από τη Σύνοδο, στο κανάλι του Alpha. Λιγότερο σιβυλλικός ήταν στο αν θα προβάλει βέτο αν οι αποφάσεις της Συνόδου δεν απαντούν ικανοποιητικά στις ανησυχίες της Ελλάδας. «Το βέτο», είπε, «είναι μια έννοια (;) που παραπέμπει σε μια χώρα η οποία είναι μόνη της». Αυτό που προφανώς υπονοούσε στην απάντησή του, ότι, δηλαδή, στην προσδοκία της για αυστηρές κυρώσεις στην Τουρκία η Ελλάδα είχε υπολογίσιμους συμπαραστάτες, διαψεύστηκε «πριν αλέκτορα φωνήσαι τρις». Ξημερώματα Παρασκευής, Γαλλία, Αυστρία, Ολλανδία, Σλοβακία, Λουξεμβούργο, Βέλγιο, Σλοβενία και Ιρλανδία άφησαν ανοιχτό πεδίο σε Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Μάλτα, Πολωνία και Ουγγαρία.
Μια προσεκτική ανάγνωση της δήλωσης του κ. Μητσοτάκη στα κανάλια κατά την προσέλευσή του, το μεσημέρι της Πέμπτης, στη Σύνοδο Κορυφής, εύκολα θα διαπιστώσει την έμφαση που επεφύλαξε ο πρωθυπουργός σε δύο καίριες επισημάνσεις. Την επείγουσα ανάγκη εκταμίευσης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, αφενός, και, αφετέρου, την υποχρέωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να απαντήσει άμεσα και πειστικά στην τουρκική παραβατικότητα.
«Η Ελλάδα», είπε ξεκινώντας, «είναι μία από τις πρώτες χώρες η οποία έχει ήδη καταθέσει το δικό της λεπτομερές σχέδιο για το πώς θα αξιοποιήσει τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Είναι πάρα πολύ σημαντικό τα χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης να πέσουν στις πραγματικές οικονομίες της Ευρώπης το συντομότερο δυνατόν». Και κατέληξε, αναφερόμενος στη σχέση Ευρωπαϊκή Ένωση-Τουρκία: «Εδώ το διακύβευμα είναι πάρα πολύ σαφές, πάρα πολύ ξεκάθαρο: Η αξιοπιστία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Οκτωβρίου αποφασίσαμε, όλοι οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων, ότι σε περίπτωση που η Τουρκία συνεχίσει την παραβατική συμπεριφορά, θα υπάρχουν συνέπειες. Και ορίσαμε από κοινού ότι ημερομηνία λήψης των αποφάσεων θα είναι αυτό το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου. Τώρα, λοιπόν, θα φανεί εάν πραγματικά ως Ευρώπη είμαστε αξιόπιστοι σε αυτά τα οποία εμείς οι ίδιοι έχουμε συμφωνήσει».
Το μήνυμα που εξέπεμψε η δήλωση του κ. Μητσοτάκη δεν είχε ως κύριο αποδέκτη την ΕΕ -και ειδικά τη Σύνοδο. Στόχευε στο εσωτερικό -και ειδικά στο εσωτερικό του κόμματός του. Για να προλάβει, με την προεξοφλούμενη συνδρομή των φίλιων ΜΜΕ, την αναμενόμενη αντίδραση της ακραίας μερίδας στην αποτυχία στα ελληνοτουρκικά, την οποία μετέφερε στις αποσκευές του επιστρέφοντας από τη Σύνοδο Κορυφής.
Ο κ. Μητσοτάκης θα επικαλεστεί –έχουν ήδη ξεκινήσει να το κάνουν εξ ονόματός του τα φίλια μέσα— την απόφαση της Συνόδου να ξεκινήσει η διαδικασία εκταμίευσης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης -άδηλο πότε, βεβαίως, αλλά πάντως να ξεκινήσει…
Ακούγονται ήδη, Παρασκευή απόγευμα, επί του πειστηρίου, οι ιαχές της λίστας Πέτσα. Κάτι σαν: «Σημαντική επιτυχία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη»… Και «τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης»… Και «τα εβδομήντα δύο δισεκατομμύρια ευρώ»… Και «η θεαματική ανάκαμψη της οικονομίας το 2021»…
Κι ακούγονται και κάτι κακεντρεχείς και μικρόψυχοι ψιθυριστές (αλήθεια, σας θυμίζει κάτι αυτή η λέξη;) να λένε κάτι σαν: «Έχουν δίκιο όσοι μιλούν για σημαντική επιτυχία του πρωθυπουργού, όσοι λένε ότι δεν επέστρεψε με άδεια χέρια από τη Σύνοδο του Δεκεμβρίου -όπως είχε επιστρέψει από τη Σύνοδο του Οκτωβρίου, κουβαλώντας τη διάψευση των υποσχέσεων που μοίραζε αφειδώς στο εσωτερικό, ότι δηλαδή θα επετύγχανε την επιβολή σκληρών κυρώσεων στην Τουρκία. Ναι, δεν επέστρεψε διαψευσμένος αυτή τη φορά ο κ. πρωθυπουργός, διότι, απλούστατα, στις Βρυξέλλες πήγε την Πέμπτη ακριβώς όπως επέστρεψε στην Αθήνα την Παρασκευή: με άδεια χέρια -έχοντας εκ των προτέρων αποφύγει να δεσμευτεί πώς θα αντιδράσει αν και στη Σύνοδο αυτή δεν δρέψει κυρώσεις κατά της Τουρκίας. Με άδεια χέρια… Αλλά και με άδειες τσέπες. Διότι, αλίμονο για όλους μας, τα κονδύλια της Ανάκαμψης αργούν. Μπορεί να τα προλάβει η Αγανάκτηση της οικονομίας…»
Αλλά, αγαπητοί φίλοι, ας σοβαρευτούμε. Κι εσείς, κ. Μητσοτάκη, εσείς κυρίως, σοβαρευτείτε επιτέλους…