Από την πρώτη στιγμή που ο Covid-19 χτύπησε την Ευρώπη και άρχισε να απειλεί τις ζωές μας έγινε κατανοητό πως η «έκτακτη ανάγκη» την οποία επέβαλε η πραγματικότητα, θα μπορούσε να μεταλλαχθεί σε ένα πανίσχυρο εργαλείο περιστολής δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Παρότι η απειλή για την υγεία, την ίδια τη ζωή εκατομμυρίων πολιτών και φυσικά την οικονομία κατέλαβαν, όπως ήταν λογικό και αναμενόμενο, την πρωτοκαθεδρία στον προβληματισμό και τη μέριμνα των ευρωπαϊκών οργάνων, δεν έλειψαν οι φωνές που από πολύ νωρίς προειδοποιούσαν για την απειλή μιας αντιδημοκρατικής εκτροπής υπό το πρόσχημα της υγειονομικής κρίσης.
Ήδη από την άνοιξη είχαν φανεί τα πρώτα ανησυχητικά σημάδια «αξιοποίησης» της συγκυρίας στην κατεύθυνση της περιστολής δικαιωμάτων κι ελευθεριών. Σε ενημερωτικό σημείωμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στα τέλη Απριλίου ήδη καταγράφονται περιπτώσεις «έκτακτης» νομοθεσίας στην κατεύθυνση αυτή, κι ενώ το σώμα έχει ήδη προειδοποιήσει αυστηρά σε ένα πρώτο ψήφισμά του, στις 17 Απριλίου, πως «τα μέτρα που λαμβάνονται από τα κράτη - μέλη πρέπει να είναι σύμφωνα με το Κράτος Δικαίου, απολύτως αναλογικά με τις απαιτήσεις της κατάστασης, σαφώς συνδεδεμένα με την τρέχουσα υγειονομική κρίση, χρονικά περιορισμένα και υποκείμενα σε τακτικό έλεγχο».
Από την άνοιξη είχαν βρεθεί στο στόχαστρο οι αυταρχικές κυβερνήσεις της Ουγγαρίας και της Πολωνίας, που έτσι κι αλλιώς δεν περίμεναν την πανδημία· ο αυταρχικός τους κατήφορος βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και χρόνια και η συγκυρία του Covid-19 απλά τον επιτάχυνε.
Ωστόσο, τους επόμενους μήνες και άλλες δεξιές κυβερνήσεις υπέκυψαν στον πειρασμό να εισαγάγουν «έκτακτες» νομοθεσίες ή να πάρουν μέτρα που προσπάθησαν να δικαιολογήσουν ως αναγκαία με την προσχηματική επίκληση της πανδημίας. Και όσο κι αν αρέσκεται να αυτοδιαφημίζεται ως «φιλελεύθερη», το δρόμο αυτόν ακολούθησε και η κυβέρνηση Μητσοτάκη που με «ορμπανικό» ζήλο, κινήθηκε σε τρία επίπεδα:
* Προώθησε την επεξεργασία και ψήφιση σειράς σημαντικών νομοθετημάτων σε συνθήκες ουσιαστικής υπολειτουργίας του Κοινοβουλίου αλλά και –εκ των πραγμάτων αναγκαστικού– περιορισμού του δημόσιου διαλόγου.
* Ενίσχυσε οικονομικά με αδιαφανή κριτήρια τα ΜΜΕ της χώρας ευνοώντας υπέρμετρα και πέραν πάσης λογικής κριτηρίων εκείνα τα μέσα που πρόθυμα ενστερνίζονται το κυβερνητικό αφήγημα.
* Επέβαλε το κατάφωρα αντισυνταγματικό μέτρο της προσωρινής καθολικής απαγόρευσης συναθροίσεων, και όχι μόνο των μαζικών διαδηλώσεων, υπό το πρόσχημα των υγειονομικών μέτρων σε δύο σημαντικές επετείους, της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου.
Στην τελευταία περίπτωση, μάλιστα, η ευρύτατη συναίνεση για περιορισμό των διαδηλώσεων της 17ης Νοέμβρη αλλά και η στοχοποίηση ακόμη και μεμονωμένων (και όχι μόνο ομάδων) πολιτών που επιχείρησαν να προσεγγίσουν το σημείο της δολοφονίας του 15χρονου, οδηγούν στο συμπέρασμα πως στόχος δεν ήταν η αποφυγή συνωστισμού, αλλά μια πρόβα καταστολής ευρείας κλίμακας, σε πραγματικές συνθήκες.
Μέσα στην ίδια περίοδο η κυβέρνηση Μητσοτάκη επέλεξε να ασκήσει διώξεις κατά «ενοχλητικών δικαστικών λειτουργών και να θεσπίσει ένα ασφυκτικό πλαίσιο ελέγχου (απαγόρευσης, στην ουσία) των διαδηλώσεων. Κάπως έτσι ο ωμός αυταρχισμός του Όρμπαν, συναντήθηκε με τον βαλκανικό ψευτο-φιλελεύθερο αυταρχισμό του Μητσοτάκη αλλά και τον πιο «κομψό» αυταρχισμό του Μακρόν.
Ωστόσο, το μεγαλύτερο πλήγμα στο Κράτος Δικαίου τα Δικαιώματα και τις Ελευθερίες ίσως αποδειχθεί τελικά ο συμβιβασμός των ηγετών στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όταν «μυστηριωδώς» αποσύρθηκε απ’ το τραπέζι των 27 το βέτο Πολωνίας - Ουγγαρίας στο Ταμείο Ανάκαμψης. Οι δύο χώρες παραχώρησαν τη συναίνεσή τους στην τροχιοδρόμηση του νέου χρηματοδοτικού εργαλείου με αντάλλαγμα μετατροπές στο τελικό σχήμα του μηχανισμού για την παρακολούθηση του Κράτους Δικαίου. Μετατροπές που με μια πρώτη ματιά φαίνεται πως αδρανοποιούν το μεγάλο όπλο της ΕΕ απέναντι στα κράτη - παραβάτες των θεμελιωδών αρχών του σεβασμού στο Κράτος Δικαίου, καθώς αντί για μια ευέλικτη διαδικασία πολιτικών αποφάσεων, φαίνεται πως τελικά προκρίνεται η λύση ενός μακροχρόνιου δικαστικού λαβύρινθου.
Έτσι, η Ευρωπαϊκή Δεξιά ενώ διαρρηγνύει τα ιμάτιά της κατά του Όρμπαν και των πολιτικών του, κρατά ακόμη το ακροδεξιό και ρατσιστικό του κόμμα στις τάξεις του ΕΛΚ, πίσω από τον υποκριτικό «φερετζέ» της αναστολής συμμετοχής στα όργανά του. Με δυο λόγια, καταδικάζουν τον Όρμπαν στα λόγια, στηρίζουν και ανέχονται τις πρακτικές του στην πράξη.
Αν η Ευρωπαϊκή Δεξιά επιβάλει τελικά τον απαράδεκτο αυτό συμβιβασμό σε βάρος των λαών της Ευρώπης και των δικαιωμάτων τους, επικαλούμενη την ανάγκη επείγουσας στήριξης των οικονομιών που επλήγησαν και την με κάθε τρόπο λειτουργία του Ταμείου Ανάκαμψης, η Ευρώπη θα έχει κάνει ένα αλματώδες βήμα απομάκρυνσης από τις θεμελιώδεις αρχές της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου.
Και τότε, καμία δύναμη δεν θα μπορεί να φρενάρει τους επόμενους Όρμπαν από το να παρασύρουν την Ευρώπη σε μια καταστροφική περιδίνηση αυταρχισμού.