«Αυτή η χρονιά, το 2020 που σε λίγες μέρες το αποχαιρετούμε, θα παραμείνει έντονα στη σκέψη μας όχι μόνο για την πανδημία του κορονοϊού που επηρεάζει όλο τον κόσμο, αλλά κυρίως για τα πλούσια γεγονότα που διαδραματίστηκαν – και ασφαλώς θα επηρεάσουν το μέλλον της Λατινικής Αμερικής». Αυτή είναι η εκτίμηση του Φρ. Λόπεζ, που παρακολουθεί από κοντά τα γεγονότα σε αυτή την περιοχή του κόσμου. Προβλέπει δε, πως σημαντικοί αγώνες και η πορεία ανάκαμψης των προοδευτικών δυνάμεων θα συνεχιστούν και το 2021. Και σαν παράδειγμα αναφέρει την τεράστια λαϊκή έκρηξη πριν από ένα χρόνο στη Χιλή, που συνεχίστηκε και οδήγησε τον «πανίσχυρο» πρόεδρο Σεμπαστιάν Πινιέρα να υποχωρήσει και να διαπραγματευτεί με τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης.

Ο ίδιος, τελικά, σύρθηκε σε δημοψήφισμα με το ερώτημα εάν θα συνεχίσει η χώρα να κυβερνάται με το σύνταγμα του 1980 του δικτάτορα Πινοσέτ. Η τεράστια πλειοψηφία, το 78,4% που πήγε στις κάλπες στις 25 Οκτωβρίου, ψήφισε υπέρ της αλλαγής του συντάγματος. Το ίδιο σχεδόν ποσοστό, το 78,24% των ψηφοφόρων, επέλεξε τη συνταγματική επιτροπή των πολιτών, και όχι τους βουλευτές, ως την καλύτερη λύση για τη διαμόρφωση του νέου συντάγματος. Η νέα συντακτική βουλή που θα αναδειχτεί από τις εκλογές, που έχουν οριστεί για τις 11 Απριλίου 2021, θα συζητήσει πάνω στο σύνταγμα, το οποίο και θα κληθεί να εγκρίνει ή να απορρίψει. Η προοπτική αυτή των βουλευτικών εκλογών διχάζει τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης: τη Χριστιανική Δημοκρατία (κεντροδεξιά), το Σοσιαλιστικό Κόμμα (κεντροαριστερά) και την Αριστερά (το ΚΚ Χιλής και τις άλλες αριστερές δυνάμεις). Όλες αυτές οι δυνάμεις υποτίθεται έδωσαν τη μάχη για το νέο σύνταγμα. Όμως, μετά το δημοψήφισμα σε κοινή τους σύσκεψη, προς το τέλος του Οκτωβρίου, διαπιστώθηκε ότι δεν μπορούν να συνεχίσουν πια μια κοινή ή παράλληλη πορεία. Οι συντηρητικές δυνάμεις έδειξαν πως ο στόχος τους ήταν να συνεργαστούν με το ΣΚ και δυνάμεις του πλατιού μετώπου, απομονώνοντας το ΚΚΧ και τη Ριζοσπαστική Αριστερά. Η απόπειρα αυτή απέτυχε. Η πλειοψηφία των δυνάμεων του πλατιού μετώπου αρνήθηκε τη συνεργασία με τη Χριστιανοδημοκρατία χωρίς τη συνεργασία του ΚΚΧ.

 

Μια στρατηγική συνεργασία

 

Οι δυνάμεις αυτές του μετώπου, καθώς και το ΚΚΧ συμφώνησαν, στο τέλος Νοεμβρίου, να υποστηρίξουν κοινές λίστες υποψηφίων στις περιφερειακές εκλογές. Η συμφωνία αυτή θεωρήθηκε στρατηγικής σημασίας και δυσαρέστησε τη δεξιά πτέρυγα του μετώπου, η οποία τελικά αποχώρησε απ’ αυτό. Το ερώτημα που τίθεται, είναι γιατί η Χριστιανοδημοκρατία επιδιώκει να απομονώσει πάση θυσία το ΚΚΧ και να συνεργαστεί μόνο με το ΣΚ και όσες δυνάμεις ακολουθήσουν.

Η απάντηση στο ερώτημα αυτό έχει να κάνει με ένα όνομα: του Ντανιέλ Ζαντί, του υποψηφίου του Κομμουνιστικού Κόμματος για τις προεδρικές εκλογές. Η Χριστιανοδημοκρατία δεν θα ήθελε να δοκιμάσει την τύχη του υποψηφίου της σε μια προκριματική εκλογή μαζί με αυτή του υποψηφίου του ΚΚΧ. Γιατί σε όλες τις δημοσκοπήσεις ο Ντανιέλ Ζαντί συγκεντρώνει σταθερά πάνω από το 25% των ψηφοφόρων, ενώ οι συνυποψήφιοί του δεν ξεπερνούν το 10%. Η Χριστιανοδημοκρατία θα ήθελε να εκλέξει το δικό της πρόεδρο, ενώ το ΣΚ έχει διχαστεί. Η πλειοψηφία του τάσσεται υπέρ ενός συντηρητικού υποψηφίου, ωστόσο μια ισχυρή μειοψηφία του είναι έτοιμη να στηρίξει τον Ζαντί, εάν όχι από τον πρώτο γύρο, τότε σίγουρα στον δεύτερο γύρο και χωρίς δισταγμό. Το ΣΚ διατρέχει τον κίνδυνο να εμπλακεί σε μια εσωτερική διαμάχη, που θα είναι δύσκολο να ξεπεράσει ενόψει εκλογών. Οι δυνάμεις του πλατιού μετώπου, σε μια εσωτερική ψηφοφορία, τάχθηκαν κατά 70% υπέρ του υποψηφίου του ΚΚΧ, ενώ το 30% ψήφισε εναντίον. «Με αυτή την εξέλιξη η Χιλή μοιάζει να γύρισε 50 χρόνια πίσω. Τότε που ο Αλιέντε εκλέχτηκε πρόεδρος. Τις παλιές δυνάμεις τις διαπερνά η παλιά διαχωριστική γραμμή: της κεντροδεξιάς, τη κεντροαριστεράς και της κομμουνιστικής αριστεράς», γράφει ο Πιέρ Καμπανέρα και προσθέτει: «το μόνο βασικό στοιχείο που διαφοροποιεί το σημερινό πολιτικό τοπίο απ’ αυτό του Απριλίου του 1970, είναι ότι το ΣΚ δεν συμπορεύεται με την Αριστερά, αλλά παραμένει αμήχανο στη μέση του δρόμου».

 

Οι κινητοποιήσεις συνεχίζονται

 

Μετά από το δημοψήφισμα η ένταση συνεχίζεται. Η χώρα βρίσκεται σε μια κρίσιμη κατάσταση. Οι διαδηλώσεις –και ιδιαίτερα της νεολαίας– είναι καθημερινό φαινόμενο. Από την άλλη πλευρά, η αστυνομία συνεχίζει και αυτή το έργο της. Με την ωμή βία κατά των διαδηλωτών, παρά την αντικατάσταση του αρχηγού της στις 19 του Δεκέμβρη. Οι διαδηλωτές ζητούν να παραιτηθεί από την προεδρία ο Σεμπαστιάν Πινιέρα. Τελευταία, το σύνθημα αυτό ακούγεται όλο και πιο δυνατά. Ο πρόεδρος, για να κερδίσει χρόνο, από τη μια επιχειρεί να δείξει ότι είναι υπέρ της συναίνεσης και, από την άλλη, προσφεύγει στη βία και την καταστολή. Δεν πείθει, όμως, κανέναν. Οι αγώνες αυτοί του λαού της Χιλής, όπως και οι αγώνες στο Εκουαδόρ, την Αϊτή και τη Γουατεμάλα –που συνεχίζονται από το 2019- εντάσσονται και έχουν συμβάλει στις γενικότερες αλλαγές που έχουν σημειωθεί τα τελευταία χρόνια στη Λατινική Αμερική. Βεβαίως, η σημαντικότερη είναι η πρόσφατη νίκη των δυνάμεων της Αριστεράς στη Βολιβία, μια νίκη που ακύρωσε το πραξικόπημα στη χώρα. Η νίκη αυτή ήρθε να προστεθεί στη νίκη του Αλμπέρτο Φερνάντες στην Αργεντινή. Ακολούθησε η επιτυχία του μεγάλου πατριωτικού πόλου στις βουλευτικές εκλογές της Βενεζουέλας. Έτσι, φαίνεται να κλείνει μια σελίδα αμφισβήτησης, αφού τα αποτελέσματα αναγνωρίστηκαν απ’ όλες τις χώρες, εκτός από τις ΗΠΑ, την ΕΕ και –βεβαίως- τη Βραζιλία του Μπολσονάρο.

 

Η αφύπνιση των λαών της Λατινικής Αμερικής

 

Με τις εκλογικές νίκες που προαναφέραμε, έχουν ήδη αρχίσει να επανεμφανίζονται και να δραστηριοποιούνται οι περιφερειακοί οργανισμοί οικονομικής συνεργασίας και αλληλεγγύης, όπως η Ένωση των Εθνών της Νότιας Αμερικής (UNASUR), η Κοινότητα των κρατών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής (CLAC) και η Βολιβαριανή Συμμαχία των Λαών της Νότιας Αμερικής (ALBA). Όλοι αυτοί οι οργανισμοί που δημιουργήθηκαν με το μεγάλο κύμα των προοδευτικών κυβερνήσεων του Ούγκο Τσάβες, του Νέστορ Κίρχνερ, του Λούλα και του Έβο Μοράλες, είχαν αδρανοποιηθεί με την άνοδο των δυνάμεων της δεξιάς στη Βραζιλία και άλλες χώρες. Σήμερα αναλαμβάνουν και πάλι ρόλο στον τομέα της οικονομικής βοήθειας, της αντιμετώπισης της φτώχειας, αλλά και της διηπειρωτικής -αμοιβαία επωφελούς- συνεργασίας με χώρες όπως η Κίνα, η Ρωσία, η Ινδία κλπ. Με αυτή την έννοια, το 2021 μπορεί να δούμε μια προοδευτική στροφή στις χώρες της Λατινικής Αμερικής, που η σημασία της θα ξεπερνά τα όρια της περιοχής.

Πρόσφατα άρθρα ( Λατινική Αμερική )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2025 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet