Η διήγηση της γέννησης του Ιησού από το Ευαγγέλιο του Ψευδοματθαίου
Η κύρια πηγή πληροφοριών για την ζωή και την δράση του Ιησού είναι τα τέσσερα ευαγγελια της Καινής Διαθήκης. Αν αφήσουμε κατά μέρος την από την εκκλησία υποστηριζόμενη θεοπνευστία και τα δούμε ως γραμματειακό είδος, κατατάσσονται μάλλον στην αγαπητή στον κόσμο της Ύστερης Αρχαιότητας βιογραφία και ιδιαιτέρως στην βιογραφία των θείων ανδρών, πρότυπο της οποίας είναι ο Απολλοδωρος Τυανεύς του Φιλοστράτου. Ωστόσο, το πληροφοριακό υλικό των ευαγγελίων είναι λίγο και σχεδόν αποκλειστικά επικεντρωμένο στην ενήλικη ζωή του Ιησού, την περίοδο της προετοιμασίας, της διδασκαλίας και του μαρτυρίου του. Από νωρίς άρχισαν οι απορίες για τα παιδικά χρόνια αλλά και ερωτήματα για τα θεία πρόσωπα και ειδικά για την μητέρα του, Μαρία. Χρειάστηκε, λοιπόν να συμπληρωθούν τα κενά με αφηγήσεις που πρόσθεταν πληροφορίες απαντώντας σε ερωτήματα των χριστιανων ή προάγοντας συγκεκριμένες θεολογικές απόψεις (γνωστικισμός κτλ). Τα εργα αυτά (Ευγγέλια, Πράξεις, Επιστολές κτλ) ανήκουν στη λεγόμενη απόκρυφη γραμματεία και έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον, αφού συγκρότησαν τη βάση της χριστιανικης παράδοσης σε ανατολή και δύση αλλά είναι και μεγάλη πηγή της εικονογραφίας. Πολλές από τις πληροφορίες που έχουμε για πρόσωπα και γεγονότα εδώ εχουν τις ρίζες τους. Από τέτοια κείμενα, για παράδειγμα, ξέρουμε τα ονόματα των τριών Μάγων, που δεν αναφέρονται στα κανονικά Ευαγγέλια, ή ιστορίες απο τα παιδικά χρόνια του Ιησού και τα θαύματα εκείνης της περιόδου.
Ανάμεσα στα Απόκρυφα Ευαγγέλια θα βρούμε και το λεγόμενο Ευαγγέλιο του Ψευδοματθαίου, που ανήκει στα κείμενα που αναφέρονται στην παιδική ηλικία του Ιησού. Το έργο έμεινε γνωστό με τον τίτλο Ιστορία της γέννησης της Μαρίας και των παιδικών χρόνων του Σωτήρα, που μας δείχνει ότι απαντά σε ερωτήματα που τίθενται σε σχέση με την Μαρία – και είναι αλήθεια πως όσο περνά ο καιρός η σημασία της μητέρας του Ιησού μεγαλώνει, δεκάδες αιρέσεις την έχουν στο κέντρο τους, η ζωή της και η αποδημία της έχουν γίνει θέατρο τεράστιων θεολογικών συγκρούσεων τόσο στην ανατολική, όσο και στη δυτική εκκλησία. Η παρθενία της Μαρίας μετά τον τοκετό αίφνης έχει ξεσηκώσει φλογερές έριδες. Στους σχετικούς προβληματισμούς έρχονται να απαντήσουν μερικά από τα κεφάλαια του προαναφερθεντος έργου, που συντάχθηκε μάλλον στο τέλος του 8ου αιώνα από άγνωστο συγγραφέα στα λατινικά και αποτελεί ένα συμπίλημα από προγενέστερες πηγές (όπως το Πρωτευαγγελιο του Ιακώβου, το Ευαγγέλιο της γέννησης της Μαρίας ή η Αραβική Διήγηση της Παιδικής Ηλικίας του Ιησού). Πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία μπορεί να βρει ο σύγχρονος αναγνώστης σ’ αυτήν την αφήγηση της γέννησης. Θα σταθούμε ενδεικτικά σε δύο:
- το νεογέννητο μεγαλώνει και στέκεται στα πόδια του, γίνεται παιδί, μέσα σε λίγα λεπτά. Το επεισόδιο δεν υπάρχει στο Πρωτευαγγέλιο Ιακώβου που είναι πηγή αυτού του κειμένου και απηχεί μια άποψη των θεολόγων που πήρε την τελικη της μορφή από τον πρώιμο Μεσαίωνα και ύστερα: ο Ιησους γεννήθηκε τέλειος άνθρωπος. Στην αγιογραφία δεν εμφανίζεται ποτέ ως βρέφος στην αγκαλια της μητέρας του. Είναι πάντα ένας νέος άντρας που την παιδική του ηλικία υποβάλλει μόνο το μικρό μέγεθος σε σχέση με το μητρικό σώμα.
- μεγάλο ρόλο στη ζωή της Μαρίας ως μητέρας πλέον του Ιησού έχουν δυο χέρια: της Σαλώμης και του Ιεφωνία. Και τα δυο προσβάλλουν την αγιότητα του σώματός της και τα δυο τιμωρούνται με πόνο και πρόσκαιρη αναπηρία. Η Σαλώμη αμφισβητει την παρθενικότητα λίγο μετά τον τοκετό, ο Ιεφωνίας προσπαθεί να βεβηλώσει το σώμα της πάνω στη νεκρική κλίνη και άγγελος από τον ουρανό του κόβει τα χέρια. Και οι δυο μετανοούν και τα μέλη θαυματουργικά επανέρχονται. Τους επιστρέφεται η αρτιμέλεια και μαζί της επανακάμπτει η ανθρώπινη ιδιότητα που εκείνη η εποχή την προϋποθέτει. Ο τόπος της τιμωρίας τους ήταν το σώμα τους, τώρα πάλι το σώμα τους γίνεται ο τόπος του θαύματος, η απόδειξη της πίστης. Τόπος θαύματος είναι όμως και το σώμα της Μαρίας, από την ώρα που γίνεται η μητέρα του γιου του Θεού μέχρι το τέλος, την στιγμή που φεύγει από την ζωή για να συναντήσει τον γιο της, σύμφωνα με ένα άλλο ενδιαφέρον απόκρυφο, την ψευδοϊωάννεια Κοίμηση της Θεοτόκου (μέσα του 5ου αιώνα).
Τις μέρες εκείνες ο Καίσαρας Αύγουστος διέταξε απογραφή του κάθε υπηκόου στην ιδιαίτερη πατρίδα του και ο Ιωσήφ με την Μαρία σε προχωρημένη εγκυμοσύνη, ξεκίνησαν για την Βηθλεέμ που ηταν ο τόπος καταγωγής τους, μιας και οι δυο ανήκαν στη φυλή του Ιούδα και κράταγαν από τον Δαυίδ. Στο δρόμο η Μαρία ταραγμένη είπε στον Ιωσήφ πως είδε σε όραμα δυο λαούς, ο ένας έκλαιγε και ο άλλος γελούσε. Αλλά ο Ιωσήφ της ζήτησε απότομα να σταματήσει την κουβέντα. Τότε παρουσιάστηκε μπροστά τους άγγελος Κυρίου, όμορφος και λαμπερός, και είπε στον Ιωσήφ ότι τα λόγια της γυναίκας ήταν σημαδιακά. Ο ένας λαός ήταν οι Ιουδαίοι που έκλαιγαν γιατί απομακρύνθηκαν από τον Θεό κι ο άλλος οι εθνικοί που χαίρονται γιατί βλέπουν να ’ρχεται η σωτηρία τους. Έπειτα γύρισε στην Μαρία και της είπε πως είχε έρθει η ώρα του τοκετού και έπρεπε να μπουν σε παρακείμενη σπηλιά γα να γεννηθεί το μωρό που είχε στα σπλάχνα της. Αλλά η σπηλιά που του υπέδειξε ήταν πολύ σκοτεινή, φως δεν έφτανε ποτέ μέσα στο βαθούλωμα. Όμως μόλις η Μαρία μπήκε στη σπηλιά, έλαμψε ο χώρος από φως σαν να ’ταν ηλιόλουστη μέρα. Εκεί γέννησε ένα αγόρι που αμέσως το περιστοίχισαν οι άγγελοι. Σε λίγη ώρα το βρέφος στάθηκε στα πόδια του και οι άγγελοι προσκύνησαν ψέλνοντας «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και εν ανθρώποις ευδοκία».
Ο Ιωσήφ, όταν κατάλαβε ότι είχε έρθει η ώρα έσπευσε να βρει μαίες και γύρισε πίσω φέρνοντας δυο γυναίκες, τη Ζελόμη και την Σαλώμη, αλλά αυτες δεν τολμούσαν να μπουν στην σπηλιά γιατί τις τύφλωνε η λάμψη που έβγαινε από μέσα. Ζήτησε ο Ιωσήφ από την λεχώνα να τις δεχτεί μήπως και έχει χρεία κάποιας ιατρικής βοήθειας. Έτσι οι δυο γυναίκες μπήκαν στο σπήλαιο και η Ζελόμη παρακάλεσε την Μαρία να της επιτρέψει να την εξετάσει κι εκείνη δέχτηκε. Και η μαία τράβηξε τρομαγμένη το χέρι της γιατί είχε διαπιστώσει πράγμα αδύνατο: γυναίκα λεχώνα με τα στήθια της να τρέχουν γάλα, δίπλα να παίζει το παιδί και να ’ναι παρθένα κι ούτε αίμα υπήρχε πουθενά κι ούτε ωδίνες τη γέννας είχε νιώσει. Παρθένα συνέλαβε, παρθένα γέννησε και παρθένα έμεινε μετά τον τοκετό.
Η Σαλώμη φάνηκε να μην πιστεύει και ζήτησε να εξετάσει κι εκείνη με το χέρι της το σώμα της λεχώνας και πριν προλάβει καλά καλά να ολοκληρώσει την εξέταση ένιωσε πόνο τρομερό και το χέρι της ξεράθηκε. Έκλαιγε γοερά η μαία και προσευχόταν στο Θεό να συγχωρήσει την ολιγοπιστία της και του θύμιζε πως σ’ όλη της τη ζωή πρόσφερε με χαρά δωρεάν τις υπηρεσίες της σε όποιον είχε ανάγκη και κάκιζε τον εαυτό της που ήθελε να αγγίξει με το χέρι της την αγνότητα της γυναικας, προσβάλλοντάς την. Καθώς τα έλεγε αυτά, εμφανίστηκε δίπλα της ένας νέος με μεγλαλη λάμψη και της υπέδειξε να προσκυνησει το παιδί γιατί αυτός είναι ο Σωτήρας όλων, αυτός στον οποίο όλοι έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους. Υπάκουσε η Σαλώμη, προσκύνησε το παιδί και άγγιξε με το πονεμένο χέρι τα σπάργανά του κι αμέσως το χέρι της έγινε καλά. Και βγήκε η μαία από την σπηλιά κλαίγοντας από χαρά και σ’ όλο τον κόσμο διαλάλησε τι είδαν τα μάτια της και την θαυματουργική της ίαση και έκανε πολλούς να πιστέψουν.
Κοντά στην σπηλιά βοσκοί έβοσκαν τα κοπάδια τους και διαβεβαίωναν ότι είδαν αγγέλους να υμνούν τον Θεό και να λένε πως μέσα στη σπηλιά γεννήθηκε ο Σωτήρας, που είναι ο Χριστός ο Κύριος, με τον οποίο θα αποκατασταθεί η σωτηρία του Ισραήλ. Και κοντά στην σπηλιά είδαν και ένα άστρο που έλαμπε δυνατά όλη τη νύχτα ως τα ξημερώματα, που όμοιο του δεν είχαν ξαναδει οι άνθρωποι από την γέννηση του κόσμου. Και είπαν οι προφήτες στην Ιερουσαλήμ πως τούτο το άστρο ανανέωνε την υπόσχεση του Θεού για την σωτηρία όχι μόνο του Ισραήλ αλλά του κόσμου ολόκληρου.