«Demolition Man» αποκάλεσαν ο Guardian και οι Financial Times τον Ματέο Ρέντσι, που προκαλεί αυτές τις μέρες μεγάλη αναταραχή στην ιταλική κυβέρνηση, αλλά και συνολικά στη χώρα. Η κρίση κυοφορούνταν αρκετό καιρό, αλλά πολλοί έλπιζαν ότι τελικά θα είχε αποφευχθεί, χωρίς να υπολογίζουν στην καταστροφική (και αυτοκαταστροφική) διάθεση του πρώην πρωθυπουργού.
Ο Ματέο Ρέντσι απειλούσε ότι θα αποσυρθεί από την κυβέρνηση λόγω κακής διαχείρισης της πανδημίας και μη δημοκρατικής συζήτησης για την κατανομή των κονδυλίων του Recovery Fund της ΕΕ. Δεν έπαψε, επίσης, να κατηγορεί την κυβέρνηση γιατί δεν προσέτρεξε στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. O κυριότερος αίτιος κάθε αποτυχίας, κατά τον Ρέντσι, είναι ο πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε, την αντικατάσταση του οποίου ζητά επίμονα, παρότι όπως καυστικά παρατήρησε ο Μάσιμο Νταλέμα, «ο λιγότερο δημοφιλής άνθρωπος της Ιταλίας είναι εναντίον του δημοφιλέστερου». Εκτός από το μεγαλύτερο μέρος των ιταλών πολιτών, ο εγχώριος και ο διεθνής Τύπος απορεί επίσης για τη στάση του Ρέντσι και δεν βλέπει παρά έναν εκβιασμό, με στόχο τη βελτίωση της θέσης του ίδιου και του κόμματός του σε μια κυβέρνηση χωρίς τον Κόντε -και πιθανά με ένα τμήμα της δεξιάς.
Η Ιταλία με εμφανή σημάδια πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής κρίσης, ακόμη και πριν από την έλευση του κορονοϊού, δεν χρειαζόταν ασφαλώς σε μια τέτοια στιγμή να γίνει έρμαιο των τυχοδιωκτικών ενεργειών ενός πολιτικού, που έχει αποδείξει τόσο την ανικανότητά του, όσο και την κυνικότητα και την αδιαφορία του για την αλήθεια. Ποιος έχει ξεχάσει τη δήλωσή του «Αν χάσω το δημοψήφισμα, θα αποσυρθώ από την πολιτική»; Ποιος έχει ξεχάσει ότι κατόρθωσε να μειώσει στο ήμισυ το ποσοστό του κόμματός του, από το 40% των ευρωεκλογών του 2014 σε λιγότερο από 20% στις βουλευτικές εκλογές του 2018; Ποιος έχει ξεχάσει τους αντεργατικούς νόμους που επέβαλε κατά τη διάρκεια της θητείας του; Σίγουρα όχι οι ιταλοί πολίτες.
Στις 5 Σεπτεμβρίου 2019, μετά από τη δυσάρεστη περιπέτεια της κυβέρνησης Λέγκας-5 Αστέρων, ορκίστηκε η δεύτερη κυβέρνηση Κόντε, μαζί με το Δημοκρατικό Κόμμα, το Κίνημα 5 Αστέρων και τo αριστερό κόμμα Ελεύθεροι και Ίσοι (LEU). Λίγες μέρες αργότερα, στις 16 Σεπτεμβρίου, ο Ρέντσι διέσπασε το κόμμα του οποίου υπήρξε γραμματέας, το Δημοκρατικό Κόμμα, και ίδρυσε ένα άλλο, την Italia Viva, στην οποία εντάχθηκαν, εκτός από μέλη του Δ.Κ. και κάποιοι από τη δεξιά Forza Italia, καθώς και κάποιοι από τους 5 Αστέρες.
Καμία αμφιβολία ότι και εν έτει 2021 ο Ρέντσι δεν θα δίσταζε για άλλη μια φορά να αποδείξει ότι πάνω από όλα τον ενδιαφέρει το προσωπικό του συμφέρον. Έτσι, πραγματοποίησε την απειλή του και απέσυρε τελικά τις δύο υπουργούς Μπελανόβα (Αγροτική Ανάπτυξη, μέλος της Γερουσίας) και Μπονέτι (υπουργείο Ίσων Ευκαιριών και Οικογένειας, εξωκοινοβουλευτικό μέλος της κυβέρνησης), καθώς και τον υφυπουργό Εξωτερικών Σκαλφαρότο. Εν συνεχεία δήλωσε ότι θα παραμείνει στην πλειοψηφία και θα ψηφίσει το Recovery Fund, αλλά μετά μπορεί να βρεθεί και στην αντιπολίτευση.
Ο Τζουζέπε Κόντε ενημέρωσε τον πρόεδρο Ματαρέλα και η συζήτηση θα μεταφερθεί στη Βουλή την προσεχή Δευτέρα και στη Γερουσία πιθανά την Τρίτη. Ο πρωθυπουργός έχει τη στήριξη ολόκληρου του υπουργικού συμβουλίου, ενώ ο γραμματέας του Δ.Κ. Τζινγκαρέτι και ο υπουργός Εξωτερικών Ντι Μάιο θεωρούν ότι ο Ρέντσι είναι αναξιόπιστος και επομένως δεν υπάρχει πιθανότητα συνεννόησης μαζί του.
Από τις Βρυξέλλες, όπου ενημερώνει το Eurogroup, έρχεται η δήλωση του υπουργού Οικονομικών Ρομπέρτο Γκουαλτιέρι: «Η κρίση είναι σοβαρή ανευθυνότητα. Μόνο σήμερα (14 Γενάρη) οι ιταλοί πολίτες, λόγω της αύξησης του Spread, έχασαν 7,6 εκατομμύρια».
Σύμφωνα με δημοσκόπηση της εταιρείας Ipsos, το 73% των Ιταλών πιστεύει ότι ο Ρέντσι «προκάλεσε την κρίση για το δικό του συμφέρον». Μόνο το 13% πιστεύει ότι οι ενέργειές του είναι προς το συμφέρον της χώρας. Επίσης, το 55% των Ιταλών προτιμά τον Κόντε και μόνο το 10% δηλώνει ότι συμπαθεί τον Ρέντσι.
Δεν είναι βέβαιη η συγκέντρωση των αναγκαίων ψήφων σε Βουλή και Γερουσία για να υπάρξει μια τρίτη κυβέρνηση Κόντε χωρίς την Italia Viva, άρα δεν αποκλείεται η περίπτωση εκλογών τον Ιούνιο, με πιθανή νικήτρια τη δεξιά, όπου ο Ρέντσι πιθανότατα θα έχει λιγότερο από το 2,5%, που είναι το σημερινό μερίδιό του στην πρόθεση ψήφου, αλλά ίσως να βρει μια θέση στην αγκαλιά της δεξιάς παράταξης.
Συνεχίζεται έτσι ένα δράμα που άρχισε πριν από 30 χρόνια, όταν η ηγεσία του ΙΚΚ αποφάσισε τη διάλυσή του, για να έχει μερίδιο στη διαχείριση της εξουσίας με τους όρους του συστήματος, πράγμα που οδήγησε στο συνεχή εκφυλισμό του διάδοχου σχήματος, με αποτέλεσμα να έχει μια μέρα ως ηγέτη έναν θαυμαστή του Μπλερ και του Μακρόν, τον δεξιό τυχοδιώκτη Ρέντσι.
Η φράση του αναπληρωτή γραμματέα του Δημοκρατικού Κόμματος Αντρέα Ορλάντο «πρόκειται για ένα σοβαρό λάθος που το έκαναν λίγοι, αλλά θα το πληρώσουμε όλοι», δεν αφορά μόνο το σήμερα, αλλά και το χθες.