Το ιταλικό δράμα συνεχίζεται. Την προηγούμενη Δευτέρα, 18 Ιανουαρίου, η ιταλική Βουλή υπερψήφισε την εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση Κόντε με 321 ψήφους, 6 περισσότερες από τις αναγκαίες για την απόλυτη πλειοψηφία, καταψηφίστηκε από 259 βουλευτές, ενώ υπήρξαν 27 αποχές των βουλευτών της Italia Viva, του κόμματος του Ρέντσι. Στην ομιλία του, ο πρωθυπουργός απεύθυνε έκκληση στους «πρόθυμους» για την έξοδο από την κρίση, εκφράζοντας την αγωνία του για την πορεία της χώρας εν μέσω πανδημίας, τονίζοντας ότι δεν είναι δυνατό να υπάρξει συνεννόηση των ευρωπαϊστών με τις εθνικιστικές δυνάμεις, ότι η φορολογική μεταρρύθμιση επείγει και ότι η κυβέρνηση δεσμεύεται να προτείνει έναν εκλογικό νόμο με απλή αναλογική. Διασαφήνισε, επίσης, ότι η ρήξη με το κόμμα του Ρέντσι είναι οριστική και μη αναστρέψιμη. «Πρόθυμοι» ήταν, εκτός από την πλειοψηφία χωρίς την Italia Viva, μια βουλεύτρια από την Forza Italia, 3 από τους βουλευτές του εξωτερικού, οι 4 των Γλωσσικών Μειονοτήτων, οι 11 βουλευτές του Δημοκρατικού Κέντρου, 7 πρώην Κίνημα 5 Αστέρων, τώρα ανεξάρτητοι, καθώς και μια βουλεύτρια του κόμματος του Ρέντσι, η οποία επέστρεψε στο Δημοκρατικό Κόμμα.
Οι υπόλοιπες ψηφοφορίες
Την Τρίτη, 19 Ιανουαρίου, η κυβέρνηση είδε να υπερψηφίζεται η εμπιστοσύνη και στη Γερουσία, με 156 ψήφους (ενώ η απόλυτη πλειοψηφία απαιτούσε 161), με 140 κατά και 16 αποχές. Μεταξύ των γερουσιαστών που υπερψήφισαν, ήταν 3 ισόβιοι γερουσιαστές (ένας εξ αυτών ο Μάριο Μόντι), 2 γερουσιαστές της Forza Italia και ο Ρικάρντο Νεντσίνι, πρόεδρος του Σοσιαλιστικού Κόμματος, ο οποίος είχε δεχτεί στην κοινοβουλευτική του ομάδα τον Ρέντσι μετά από τη διάσπαση στο Δημοκρατικό Κόμμα. Ο Νεντσίνι δήλωσε ότι υπερψήφισε επειδή έχει πειστεί «για το άνοιγμα του Κόντε προς τις φιλελεύθερες, λαϊκές και σοσιαλιστικές δυνάμεις».
Τώρα ο Κόντε πρέπει να επικεντρωθεί στο δύσκολο έργο δημιουργίας νέου κυβερνητικού σχήματος, το οποίο θα πρέπει να αντιμετωπίσει την υγειονομική και οικονομική κρίση. Ένας σκόπελος αποφεύχθηκε την Τετάρτη, 20 Ιανουαρίου, καθώς επιτεύχθηκε η ψήφιση της δημοσιονομικής απόκλισης στη Βουλή με 523 ψήφους υπέρ, 3 κατά και 2 αποχές.
Διορία μέχρι την Τετάρτη
Στο παιχνίδι αυτό, με εκπλήξεις και αιφνιδιαστικές κινήσεις, ουσιαστικά δεν υπάρχει νικητής. Ο Κόντε βρίσκεται σε κατάσταση μεγάλης αβεβαιότητας, είναι περισσότερο αδύναμος και έχει στη διάθεσή του μόνο λίγες μέρες (μέχρι την επόμενη Τετάρτη) για να κατορθώσει να συγκεντρώσει την αναγκαία πλειοψηφία.
Ο Ρέντσι επιδίωκε να βελτιώσει τη θέση του στην κυβέρνηση (πιθανά με νέο πρωθυπουργό), ή με κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού να ενισχύσει το κόμμα του, το οποίο παραμένει στο 2,8% στην πρόθεση ψήφου, και να γίνει ο κύριος εκπρόσωπος του κέντρου απέναντι στην ΕΕ. Δεν πέτυχε ούτε έναν από τους στόχους του, προς το παρόν. Βρέθηκε στην αντιπολίτευση, χάνοντας βουλευτές και γερουσιαστές, καθώς και -το σπουδαιότερο- τον σύμμαχό του Νεντσίνι.
Όμως, δεν είναι εύκολη και η θέση του γραμματέα του Δημοκρατικού Κόμματος Τζινγκαρέτι. Μολονότι το κόμμα του είναι ο κύριος πυλώνας της κυβέρνησης, πρέπει να στηρίξει μια αδύναμη πλειοψηφία και να διατηρήσει τη συνοχή του κόμματός του, που απειλείται από τη δημιουργία ενός κόμματος του Κόντε, το οποίο, όπως αποκάλυψε ο ραδιοφωνικός σταθμός Radio Popolare, λέγεται ότι θα παρουσιαστεί με το όνομα Insieme (Μαζί).
Οι δυσκολίες των λοιπών κομμάτων
Σε δημοσκόπηση της εταιρείας SWG καταγράφεται 16% πρόθεση ψήφου για το υποθετικό κόμμα του Κόντε, αμέσως μετά το 21,8% που αποδίδεται στη Λέγκα, ενώ το Δημοκρατικό Κόμμα εμφανίζεται στην τέταρτη θέση, με 15,4%, πίσω από το νεοφασιστικό κόμμα Αδελφοί της Ιταλίας (15,9%), με το Κίνημα 5 Αστέρων στο 10,1%, τη Forza Italia στο 5,4%, την Ιταλική Αριστερά στο 3,9%, και ποσοστό αναποφάσιστων 36%. Η πιθανή δεξαμενή ψήφων ενός κόμματος του Κόντε προέρχεται κατά ένα τρίτο από την αποχή και τους αναποφάσιστους, 5% από το Κίνημα 5 Αστέρων, 4% από το Δημοκρατικό Κόμμα, 0,7% από την κεντροδεξιά και 1% από άλλα κόμματα. Το κόμμα του Ρέντσι, με 2,8%, σύμφωνα με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο, είναι εκτός κοινοβουλίου.
Το Κίνημα 5 Αστέρων, παρόλη την ενισχυμένη παρουσία τους στη Βουλή και στη Γερουσία, μοιάζει χωρίς ρόλο πλέον, ενώ αναγκάζεται να αποδεχτεί τη στήριξη που προέρχεται από τη Forza Italia.
Ο Σαλβίνι, μαζί με την Μελόνι, από τους Αδελφούς της Ιταλίας, ζητά από τον πρόεδρο Ματαρέλα την προκήρυξη εκλογών, ενώ, εντός του κόμματός του, πολλοί θέλουν τη συνέχιση της βουλευτικής περιόδου με τεχνοκρατική κυβέρνηση. Δεν είχε απώλειες από το κόμμα του στην ψήφιση της εμπιστοσύνης, αλλά έχει δύο ψήφους λιγότερες για την αντιπολίτευση στη Γερουσία, εξαιτίας της υπερψήφισης της εμπιστοσύνης από τους δύο γερουσιαστές της Forza Italia.
Χαμένη η πολιτική
Από όλη αυτή την τραγική ιστορία η μεγάλη χαμένη είναι η πολιτική, που αντικαθίσταται από τη μικροπολιτική, από την προσφορά και τη ζήτηση «πρόθυμων», με προφανή ιδιοτελή κίνητρα στις περισσότερες περιπτώσεις.
Ο γραμματέας του Δημοκρατικού Κόμματος Νικόλα Τζινγκαρέτι ζητά από τον πρωθυπουργό να βρει μέσα στις προσεχείς 3 με 4 εβδομάδες 170 γερουσιαστές, ειδάλλως να υπάρξει προσφυγή στην κάλπη. Ηγετικά στελέχη του Δημοκρατικού Κόμματος θωρούν ότι πρέπει να συνεχιστεί η θητεία της παρούσης κυβέρνησης, με αντικατάσταση των δύο υπουργείων που ανήκαν στην Italia Viva, εν αναμονή ενός νέου πολιτικού υποκειμένου.
Η επόμενη μάχη θα δοθεί την 27η Ιανουαρίου, σe Βουλή και Γερουσία, όπου θα ψηφιστεί η εισήγηση του υπουργού Δικαιοσύνης Αλφόνσο Μποναφέντε, με τον Ρέντσι να έχει ανακοινώσει ήδη την αρνητική του ψήφο, «σε μια εισήγηση που δεν έχει ακόμη διαβάσει και που αφορά τις ενέργειες της κυβέρνησης για τη δικαιοσύνη το 2020 μαζί με την Italia Viva», όπως δήλωσε ο ίδιος ο υπουργός.
Η σκιά μιας κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού, μια από τις επιδιώξεις του Ρέντσι, αλλά και ενός τμήματος της δεξιάς, ίσως με τον Μάριο Ντράγκι επικεφαλής, πέφτει βαριά πάνω από την ιταλική πολιτική σκηνή.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του στην εφημερίδα Il Foglio, το στέλεχος της Italia Viva Λουτσιάνο Νόμπιλι μίλησε για «μια κυβέρνηση ανοικοδόμησης της χώρας» και εξήγησε ότι «είναι αναμφισβήτητο ότι ο Σαλβίνι τους τελευταίους μήνες άλλαξε θέση για το ευρώ, την Ευρώπη και τον ατλαντισμό. Εμείς του λέμε μπράβο».
Το παιχνίδι συνεχίζεται.