Φωτογραφία: Νικόλας Κοκοβλής
Με τη φόρα που έχει πάρει το σύστημα Μητσοτάκη/Χρυσοχοΐδη, ο δημοσιογραφικός κόσμος μάλλον θα πρέπει να είναι ευχαριστημένος που δεν προέκυψε κάποια οργουελική «Αστυνομία Ενημέρωσης», κατά το πρότυπο της «Αστυνομίας Πανεπιστημίων» ή της «Αστυνομίας ΜΜΜ» ή κάποιου άλλου σώματος προσχηματικά εκπαιδευμένων κουμπουροφόρων που η Κυβέρνηση μανιωδώς προσλαμβάνει για να ικανοποιήσει προεκλογικά γραμμάτια και να εμπεδώσει -δήθεν- αίσθημα ασφάλειας.
Αντ’αυτού, εμβρόντητος ο δημοσιογραφικός κόσμος της χώρας (ρεπόρτερς, φωτογράφοι αλλά και τεχνικοί της τηλεόρασης) πληροφορήθηκαν την Πέμπτη πως η δουλειά τους «χωροθετείται», για το καλό τους φυσικά.
Με μια γκαιμπελικής νοοτροπίας διατύπωση στο διαβόητο «Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης των Δημόσιων Υπαίθριων Συναθροίσεων», φρασεολογία που παραπέμπει σε σχέδιο μιας οργανωμένης πολιτείας για τη διαχείριση των σκουπιδιών ή κάποια εγκληματικής δραστηριότητας, η δημοσιογραφική εργασία αποκτά αυστηρά καθορισμένο χώρο. Διαβάζουμε: «Η Αστυνομία θα οριοθετήσει ένα συγκεκριμένο χώρο για τους δημοσιογράφους και ένας ορισμένος εκ των προτέρων αξιωματικός θα λειτουργεί ως σύνδεσμος και δίαυλος επικοινωνίας μαζί τους καθ’ όλη τη διάρκεια της συνάθροισης, έχοντας ως στόχο τη συνεργασία και την αμοιβαία κατανόηση.»
Με φρασεολογία που θυμίζει σκηνή από ταινία με μαφιόζους («σου έχω μια πρόταση που δύσκολα μπορείς να αρνηθείς...»), και με το πρόσχημα της προστασίας της ασφάλειάς τους, η Αστυνομία επιχειρεί να εντάξει υπό την αιγίδα της «αδέσποτους» φορείς ενημέρωσης και να τους περιορίσει μέσα σε ορισμένο χωρικό πλαίσιο.
Όποιος επαγγελματίας της ενημερωσης είχε στην σταδιοδρομία του την παραμικρή επαφή με την πραγματικότητα μιας διαδήλωσης καταλαβαίνει αμέσως τη νέα απάτη Χρυσοχοΐδη. Στόχος, φυσικά και δεν είναι η ασφάλεια των υπηρετών της ενημέρωσης: αυτήν ο κ. Χρυσοχοΐδης θα μπορούσε να την εξασφαλίσει με μια ολιγόλογη αυστηρή εγκύκλιο που θα ενέτειλε τους πραιτωριανούς του να απέχουν από κάθε χρήση βίας σε βάρος εργαζομένων της ενημέρωσης. Απλή πολιτική βούληση, κατηγορηματικά εκπεφρασμένη απαιτείται για να πάψει η βία σε βάρος δημοσιογράφων στις διαδηλώσεις: όλοι ξέρουμε οτι στη συντριπτική τους πλειοψηφία τα σχετικά περιστατικά έχουν φυσικούς αυτουργούς αστυνομικούς.
Και αυτό δεν είναι ακατανόητο, φυσικά! Η δημοσιογραφική παρουσία στις διαδηλώσεις είναι στις μέρες μας μία από τις ελάχιστες μη ελεγχόμενες, «ενοχλητικές» δραστηριότητες ενός επαγγέλματος που έχει παραδοθεί στη μονοφωνική δικτατορία του Non Paper, την ευκολία του copy paste, την κυριαρχία της ατζέντας που επιβάλλει η εξουσία. Δημοσιογράφοι σε διαδηλώσεις έχουν αποκαλύψει, ακόμη και στις ζοφερές μέρες της «λίστας Πέτσα», φρικαλέες ιστορίες αστυνομκής αυθαιρεσίας, παράλογες εξάρσεις πραιτωριανής βίας σε βάρος διαμαρτυρόμενων πολιτών. Ε, αυτό επιχειρείται να περιοριστεί.
Κυριάκος Μητσοτάκης και Μιχάλης Χρυσοχοΐδης έμαθαν καλά από το πάθημα του «δημοφιλούς» Μακρόν που ξεσήκωσε και τις πέτρες εναντίον του όταν προσπάθησε να περιορίσει το δικαίωμα των πολιτών να καταγράφουν δράση αστυνομικών οργάνων. Επιχειρούν να πετύχουν το ίδιο αποτέλεσμα, από διαφορετικό δρόμο.
Οι ανακλαστικές αντιδράσεις των Σωματείων (ΕΣΗΕΑ-Φωτογράφοι) και η προηγούμενη εμπειρία της Γαλλίας όπου το αυταρχικό σχέδιο κατέρρευσε παταγωδώς, επιτρέπουν συγκρατημένη αισιοδοξία.
Η άρον-άρον και εν τω μέσω της νυκτός απόπειρα Χρυσοχοΐδη να μαζέψει τα ασυμμάζευτα ακυρώνοντας τον χωροταξικό περιορισμό «oι δημοσιογράφοι – φωτορεπόρτερ είναι ελεύθεροι να καλύπτουν με όποιον τρόπο θέλουν και να πηγαίνουν όπου θέλουν σε μια συνάθροιση» διευκρινιστηκε περί την 11η νυχτερινή, δείχνει πανικό, μια πρώτη οπισθοχώρηση, αλλά δεν προσφέρεται για πανηγυρισμούς.
Στην Ελλάδα των Μητσοτάκη-Χρυσοχοΐδη, όπως ακριβώς και στην Αμερική του Τραμπ, η δημοκρατία δεν είναι καθόλου αυτονόητη.